Επιπλέον ετικέτες

Από το ιταλικό spazzare. Ανήκει στο ιδίωμα των ναυτικών. Σημαίνει ξεμπερδεύω, τελειώνω δουλειά.

Αδερφέ έναν έλεγχο κάνω στην εργασία, την τυπώνω και σπατσάραμε...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Από την ιταλική λέξη «coglioni» που σημαίνει τα ανδρικά γεννητικά όργανα (ίδιας ρίζας με τη γνωστή ισπανική λέξη «cojones»). Χρησιμοποιείται σε όποια περίπτωση μπορείτε να φανταστείτε, αλλά κυρίως για να δηλώσει αγανάκτηση.

- Ρε μαλάκα Τάκη, όλο κλεισμένος σπίτι είσαι. Θα έρθεις σήμερα;
- Δεν μπορώ ρε, βγήκε το καινούριο expansion του Warcraft.
- Κογιόνι πια!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ωραία, ενισχυμένη εκδοχή της επίσης ωραίας λόγιας λέξης αναφανδόν.

Σημαίνει φανερά, χωρίς περιορισμούς και κατ' εξακολούθηση. Η έκφραση χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει κάτι που γίνεται προκλητικά, ξετσίπωτα, αδιάκριτα και κατά συρροή.

Προέρχεται από τη βενετσιάνικη διάλεκτο: averta = ανοιχτή + coverta = το κατάστρωμα του πλοίου, η κουβέρτα.

Σχετικό λήμμα: το πήρε ο κώλος μας παραμύθι

  1. Oι αναγκες εχουν αυξηθει,και οι μισθοι παραμενουν εδω και χρονια καθηλωμενοι. Την λυση λοιπον στο προβλημα της ελειψης ρευστου στην αγορα προσφερονται να την καλυψουν οι τραπεζες.Οι οποιες αφου εφαγαν τα λεφτα απο το κοσμο με τα παιχνιδια που εστησαν στο χρηματιστηριο δινουν αβερτα κουβερτα δανεια...στο καθε τυχοντα... (από forum)

  2. Είχα πράγματι το άγχος μήπως εκληφθεί ως ομοφοβική η παρουσίαση αυτού του κόσμου και του υποκόσμου του ομοφυλόφιλου σεξ, το πάρκο, το γαμήσι απ’ το ίντερνετ. Αλλά μέσα σε αυτό τον κόσμο εγώ βάζω αγάπη. Νομίζω ότι όλοι άνθρωποι που γαμούν και γαμιούνται αβέρτα-κουβέρτα ψάχνουν την τρυφερότητα και δεν τη βρίσκουν. (από συνέντευξη του Α. Κορτώ στους Π. Ευαγγελίδη-Λ.Καλοβυρνά, www.10percent.gr)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επίρρημα ιταλικής προέλευσης (ίσως από το pace [=ειρήνη] και την έκφραση siamo pace [=είμαστε ισόπαλοι]). Είναι συνώνυμο του επιρρήματος ίσα, υπονοώντας όμως ότι αυτή η ισορροπία έρχεται σαν ισοστάθμιση, εξίσωση ή ανταπόδοση.

Συναντάται στον λόγο είτε μόνο του, είτε με τα ρήματα είμαι, γίνομαι, έρχομαι σχηματίζοντας εκφράσεις που έχουν και μονολεκτικό τύπο πατσίζω.

  1. - Λοιπόν, από τα δύο χιλιάδες εγώ παίρνω χίλια ευρώ, κρατάω και από τα δικά σου τα τριακόσια που μου χρωστάς και σου δίνω εφτακόσια. Είμαστε πάτσι;
    - Πάτσι.

  2. - Λοιπόν, έχουμε χάσει ήδη δυο παιχνίδια. Σοβαρευτείτε στα επόμενα δύο μπας και πατσίσουμε, γιατί βλέπω να μας παίρνουν και τα σώβρακα αν συνεχίσουμε έτσι!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λέξη που χρησιμοποιείται μόνο σαν επιρρηματικό κατηγορούμενο (έφυγε σούμπιτος) ή σαν κατηγορούμενο του αντικειμένου (τον έστειλα σούμπιτο). Σημαίνει γενικά ότι κάποιος φεύγει πολύ γρήγορα, απότομα, ξαφνικά, κατευθείαν. Από το ιταλικό subito = αμέσως.

-Τελέρε μαλάκα! Ο Λέλος είναι νοσοκομείο;
-Άσε, πήγε να περάσει τον δρόμο και τον χτύπησε ένα XT! μοτοσύκ και λετόνι κομπλέντερ κι ο έτσι στο ΚΑΤ!
-Μη μου πεις! Την κλάνω σούμπιτος να τον δω! Έρχεσαι;
-Οκέικ.

Βλ. και σχετικά λήμματα καρφί, dt, πατ-κιουτ, στο καπάκι, σφαιράδην, τσακ-μπαμ, στο πιτς-φιτίλι

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία