Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Το σύνδρομο ΔΘΧ (Δεν Θυμάμαι Χριστό) χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα κενά μνήμης που προκύπτουν έπειτα από μακροχρόνια (ή έντονη) κατανάλωση "μαλακών" ναρκωτικών όπως το χόρτο και το αλκοόλ. ΔΕΝ χρησιμοποιείται για να περιγράψει διαλείψεις κατά την διάρκεια μέθης ή/και μαστούρας.

- Καλά ρε δεν θυμάσαι το πάρτι της σχολής πρόπερσι? - Άστα να πάνε φίλε, μάλλον το ΔΘΧ αρχίζει να με χτυπάει άσχημα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Συνώνυμο νέας κοπής του παράγοντας Εδεσσαϊκού, σημαίνει δηλαδή αυτόν που μιλάει ακατανόητα, μπερδεμένα, χωρίς καλή σύνταξη και ειρμό στα λόγια του. Πιθανοί λόγοι: Είναι λιάρδα από ουσίες, και ομιλεί υπό την επήρεια της έκστασης από τη μέθη ή τη ντάγκλα. Δεν γνωρίζει επαρκώς την ελληνική γλώσσα και δεν έχει ευχέρεια στη χρήση της (όπως λ.χ. ο Υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος για τον οποίο χρησιμοποιείται κατ' εξοχήν η έκφραση στο Διαδίκτυο). Έχει εκ φύσεως μια ροπή προς το ντιριντάχτα, την εκφραστική εν γένει των Γάλλων φιλοσόφων, τη δημιουργική ασάφεια, το αποφατικό ζενεσεκουά, εν ολίγοις είναι ο τύπος που καταλήγει την ομιλία του με αατα, ενώ πριν έχει μιλήσει ως παράγοντας Εδεσσαϊκού, δηλαδή είναι κάποιος που εκ χαρακτήρος δυσκολεύεται να είναι σαφής.

Προφ η αναφορά είναι στο Google Translate, το οποίο αποτελεί μια μπανεύκολη λύση για να μεταφράσεις στα γρήγορα ένα ξενόγλωσσο κείμενο ή έστω να καταλάβεις μέσες άκρες τι εννοεί, πλην η μετάφραση γίνεται αυτοματικά και κατά λέξη με αποτέλεσμα να έχει συχνά πολύ κακή σύνταξη και να θυμίζει μάλλον ασυνάρτητους χρησμούς της Πυθίας που χρήζουν κατόπιν ερμηνείας λόγω της ασάφειάς τους. Σχετική αναφορά έχει γίνει και στο λήμμα γουγλομεταφραστής, όπου παραπέμπω για τα περαιτέρω.

Ινσέψιο: Να πω για τον γερμανό μεταφραστή ότι η έκφραση δεν είναι πολύ διαδεδομένη, αλλά νομίζω ότι είναι εκφραστική. Εξάλλου, στο σινάφι των μεταφραστών χρησιμοποιείται το μεταφράζει σαν Google Translate για να καυτηριάσει τον κακό μεταφραστή που μεταφράζει κατά λέξη χωρίς να προσέχει τη σύνταξη, με αποτέλεσμα οι μεταφράσεις του να μην βγάζουν ευρύτερο νόημα.

  1. Ήπια λίγο παραπάνω και τώρα μιλάω σαν την google translate.... (Εδώ).
  2. Ο Τσακαλωτος μιλαει σαν translate from Google. (Εδώ).
  3. Εγώ πάντως, γουστάρω Ευκλείδη με χίλια. Τι κι αν μιλάει σαν…google μετάφραση; Τι κι αν πηγαίνει στις συναντήσεις με τους συναδέλφους του φορώντας τσαλακωμένα σακάκια και πουκάμισα από τη βιοτεχνία «Βασταρούχας και υιοί, Άνω Λιόσια»; Τι κι αν τα παντελόνια του είναι γαριασμένα; Είδαμε και τον άλλο με το ένα νι, που τα έκανε…χωνί. Λες και πήγαινε εκδρομή για σκι στον Παρνασσό. Γελάκια, σακίδια, φιγούρα, παραμύθι και κόκκινες γραμμέςκόκκινες γραμμές μόνο στους… γιακάδες του πουκαμίσου. Τουλάχιστον, ο Ευκλείδης δεν κρύβεται πίσω από το δάχτυλό του, ούτε βεβαίως δείχνει το… μεσαίο στους Γερμανούς. Λέει τα πράγματα με το όνομά τους και είναι ειλικρινής, ενώ φαίνεται ότι έχει κερδίσει και τη συμπάθεια των Ευρωπαίων. (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

O Ζαν Κλοντ Γιούνκερ μπαούλο απ' τα ξίδια ρίχνει μπατσάκια σε αρχηγούς κρατών. (Λεζάντα στο youtube, βλ. βίντεο)

Χαρακτηρισμός για άτομο που μετά από υπερβολική κατανάλωση αλκοολούχων ποτών έχει περιέλθει σε κατάσταση μέθης.

O Ζαν Κλοντ Γιούνκερ μπαούλο απ' τα ξίδια

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λιωσίδι, οι κυριότερες κατηγορίες:

Ανάδοχος εκ του δουπού: Γαλαδριήλ.

1. Στο σταθμό της Ομόνοιας μπήκε ένα λιωσίδι (καμμένος), που έστριβε σα τζέτλεμαν το τσιγάρο του, και έκατσε στην απέναντι απο εμένα τετράδα. Το λιωσίδι αυτό έμελλε να παίξει καίριο λόγο στην ιστορία μας. Αφού ξεκίνησε ο συρμός, άρχισα να τρώω ξανά το σαντουιτς μου, το οποίο πια είχε φτάσει στη μέση του. Τότε συνέβη το εξής.

2. Οι Wolf είναι κατά την ταπεινή μου γνώμη, η καλύτερη Heavy/Power Metal μπάντα της προηγούμενης δεκαετίας. το δε Black Flame ο καλύτερος δίσκος του είδους. Ο αριθμός ακροάσεων του δίσκου είναι σε γελοία νούμερα, λιωσίδι κανονικό.

3. Αρνείσαι ότι είσαι λιωσίδι. Ναι σε σένα μιλάω, που όταν σου το λένε, πάντα έχεις μια φθηνή δικαιολογία του στιλ: «Τώρα μπήκα για να στείλω ένα μήνυμα». Όταν είσαι έξω, κάθεσαι όλη την ώρα με το κινητό στο χέρι και τσάκα τσούκα στη home screen να δεις (όλοι ξέρουμε τι..). Βγάλε τώρα το Facebook (fb) από home page στον browser σου, πάτα log out μετά από λίγο και μην μπαίνεις κάθε 10'. Μετά έλα να το αρνηθείς..

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η παρατεταμένη κατάποση αλκοόλ, κυρίως με παρέα κατά τις μεσημεριανές ώρες που συνεπάγεται άραγμα για μαγείρεμα σε κάποιο σπίτι με σκοπό την ανανέωση και ενδυνάμωση του συστήματος/οργανισμού ώστε να μπορεί να συνεχιστεί το πιώμα.

Κατά πάσα πιθανότητα μαγειρεύει κάποιος ανίδεος από μαγειρική, με τυχαία συστατικά και κάθε ένας από την παρέα προσθέτει/πετάει και κάτι δικό του επικαλούμενος την «μεγάλη» εμπειρία του στη μαγερική.

Κλασσική αντίδραση όταν κάποιος ασκεί «κριτική» με το συστατικό που προστέθηκε είναι: «Άσε ρε μαλάκα, σου λέω θα γίνει τούμπανο».

Βασικά χαρακτηριστικά της κατάστασης:

1) Κανείς δε καταφέρνει να φύγει από το σπίτι.
2) Ενώ ο σκοπός είναι να το ξενέρωμα απ' τό αλκοόλ, όλοι πίνουν μια ζεστή συνήθως μπύρα.
3) Από αυτούς πού πετάνε τα έξτρα υλικά, κάποιος θα πετάξει και μια μαλακία μέσα που είτε θα το καταστρέψει και θα ξαναρχίσει η «συνταγή» με ακόμα χειρότερες προσδοκίες, είτε θα καταλήξει να τρώνε μη φαγώσιμα υλικά (όπως γραβάτες).
4) Σημαντικό βάρος του λήμματος δίνεται στο έξτρα, παντελώς άκυρο υλικό που θα κάνει τους πάντες να πανηγυρίσουν με την μέγιστη μαλακία που μόλις έγινε. Εάν το υλικό που προστέθηκε είναι αβλαβές θα γίνει σίγουρα κάποιο προσποίηση ότι θα φαγωθεί, έτσι για να βγει καμιά φωτογραφία. Αυτός που κάνει ότι το τρώει έχει πάντα σοβαρό ύφος ότι δε τρέχει τίποτα.
5) Κλασσική συνταγή είναι η ομελέτα, με τυρί και μπαλαντέρ την γραβάτα του μάγειρα!!

- Ρε μαλάκα, σόρυ που έφυγα χτες. Μου έπρηξε το παπάρι η δικιά μου.
- Φίλε καλύτερα που την έκανες.
- Γιατί ρε, γαμώ ήταν που μαζευτήκαμε μετά από τόσο καιρό για ουζάκια.
- Ναι ναι, γαμώ.... γραβάτες τηγανίσαμε.
- Χαχα, τι εννοείς ρε μαλάκα;
- Γάμησέ τα...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σημαίνει λιώμα στα αρβανίτικα, κυρίως από μεθύσι.

Μπε λιάρδα = έγινε λιώμα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο πονοκέφαλος και γενικότερα η αδιαθεσία απ' το μεθύσι (της περασμένης βραδιάς): κεφάλι καζάνι, στόμα παπούτσι, στομάχι χάλια, συγκέντρωση μηδέν, και άλλα διάφορα συμπτώματα που μπορούν να ποικίλλουν από ασθενή σε ασθενή –δε α τον κάνουμε και Γκρέιζ Ανάτομι τον ορισμό.

Γράφεται και χαγκόβερ.

Απευθείας δάνειο από τα αγγλικά, όπου hangover σημαίνει γενικότερα «απομεινάρι», «κατάλοιπο», και με την τωρινή σημασία μαρτυρείται από το 1904. Στα ελληνικά, το ακούω προσωπικά τουλάχιστον από δεκαετία Ενενήντα (και λίγο βάζω).

  1. 24 τροφές που νικούν το χανγκόβερ (οδηγίες προς χανγκάιβερ, εδώ)

  2. Το αλκοόλ ξέρω ότι θα το βαρεθείς, το μόνο που θα σου πω είναι πρόσεχε την ποιότητα αυτών που πίνεις γιατί σε κάποιες φάσεις θα νιώθεις ότι χάνεις την όραση σου μετά από τρελά χανγκόβερ. Είναι γιατί ήπιες πετρέλαιο και όχι βότκα κόλα. (εδώ)

  3. Σκεφτόμουν πολύ ώρα μέχρι που με πήρε ο γλυκός ύπνος της μέθης. Κλασικά, ξύπνησα πρισμένος, με ένα κεφάλι λες και το σφίγγαν όλη νύχτα στη μέγγενη και ένα στομάχι σκατά. Έξω είχε ήδη νηχτώσει. Πήγα έπιασα άλλη μια μπύρα κι άναψα τον αργιλέ. Ένιωθα ξες πολύ ροκ σταρ κι όλες αυτές τις γαματοσύνες που νιώθεις στο χανγκόβερ. (εδώ)

  4. Η φράση «η επόμενη μέρα» συνδέεται συνήθως με τη λέξη «χαγκόβερ»- τον πονοκέφαλο που ακολουθεί την οινοποσία. (εδώ)

Και χέντακας. Σε άλλες γλώσσες: hangover (αγγλικά), gueule de bois (γαλλικά), Kater (γερμανικά)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αξίζει να σημειωθεί πως οι κατεξοχήν μπουκοφσκικοί, από αλκοόλ προτιμούν μπύρα και δη Kaiser - ένα ακόμη αιώνιο μπυροερώτημα, όπως και το γιατί άραγε οι μεταλλάδεςπίνουν αποκλειστικά Amstel.

(Χ Μπουκοφσκικός σε φίλο του:)
- Χθες πέρασα καταπληκτικά: όλο το βράδυ διάβαζα το «Άνθρωπος για όλες τις δουλειές» του Χανκ και έπινα Kaiser! Και όλο το πρωί ξερνοβολούσα... ααααχ, αυτό είναι ζωή!

...beer is all there is... (από Vrastaman, 23/08/11)"Hey Dennis..." (από vikar, 23/08/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δεν έχω απόλυτη αίσθηση της απόστασης (πχ στο πεζοδρόμιο, σε σκαλοπάτι), εξαιτίας της επίδρασης ξιδιών ή ναρκωτικών.

Χάνω δηλαδή το επίπεδο στο οποίο θα έπρεπε να πατήσω ώστε να μην πέσω.

- Βγες ρε μαλάκα από το αυτοκίνητο! - Δεν μπορώ, έχασα τα επίπεδα...

(από ironick, 19/06/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που είναι λιώμα ύστερα από μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ ή ναρκωτικών ουσιών, ο κομμάτιας/ κομματιανός, η πίτα/ λιάρδα, αυτός που πάσχει από χαμόβερ. Η έκφραση λιώμας μάλλον αποδίδει μια πιο πάγια ιδιότητα στο υποκείμενο, δηλαδή μιλάμε για κάποιον που γενικά είναι αποδιοργανωμένη προσωπικότητα και αλκοολικός ή ναρκομανής και διαλυμένος, γενικά σε μια ρευστή κατάσταση.

  1. Οι 10 φίλοι του Facebook που δεν αντέχεις άλλο:

Ο λιώμας: Πάντα με φωτό στις οποίες απεικονίζεται να κατεβάζει σφηνάκια ως σαφή απόδειξη ότι περνά καλά («Θέλω να πιω όλο το Βόσπορο…»).

  1. ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΙΟ ΛΙΩΜΑΣ; Ο πιτσιρικας που παιρνει ένα ταλιρο φουντα με αλλους 3 φιλους του και καπνιζουν στην πλατεια σαν ηλιθιοι ή ο κυριος Μαλακας που καταθετει αποψεις περι ηθους στην κορη του και μετα, αφου δειρει τη γυναικα του πηγαινει στα μπουζουκια με τους φιλους του και τις νοικιασμενες γκομενες τους. (Εδώ).

  2. είχε κοντέψει να πέσει κάτω ο λιώμας τραγουδιστής-με το ζόρι κρατιόταν όρθιος. (Εδώ).

(από Khan, 03/02/11)Ο αρχετυπικός λιώμας του ελληνικού κινηματογράφου (από joe909, 02/08/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία