Όρος που χρησιμοποιείται από τους μοτοσυκλετιστές και τους παθιασμένους οδηγούς αυτοκινήτων.
Σημαίνει την απαλή αλλαγή ταχύτητας, όπου ο χειρισμός γίνεται αργά, με προσοχή και ευλάβεια και όχι στεγνά, διαδικαστικά.
Το κούμπωμα είναι γλυκό, με τον αναβάτη / οδηγό να αισθάνεται και να απολαμβάνει την σύμπλεξη / αποσύμπλεξη, νιώθοντας τα γρανάζια να ακουμπούν το ένα με το άλλο, τις τριβές, τις ανοχές, όλα. Ο όρος λοιπόν, προέρχεται ακριβώς από την αίσθηση «κουμπώματος» των κινούμενων μερών του κιβωτίου μεταξύ τους. Στα αυτοκίνητα χρειάζεται ένα καλό χειροκίνητο κιβώτιο, που να μεταδίδει ατόφια την αίσθηση αυτή. Θρυλικό απ' όσο ξέρω για τον τομέα αυτό, έμεινε για παράδειγμα το Honda S2000.
Ημιαυτόματα και τα ντιπ-για-ντιπ φλώρικα αυτόματα κιβώτια, απορρίπτονται μετά βδελυγμίας.
Σε μοτοσυκλέτα, λέγεται κυρίως όταν βάζουμε πρώτη από στάση, με το χαρακτηριστικό μεταλλικό «κλανκ!» που κάνει όταν είναι ακόμα κρύο το κιβώτιο. Ανάλογα με το κύρος της μοτοσυκλέτας, ο ήχος αυτός μπορεί να χαρακτηριστεί έως και απρεπής και να ξενερώσει τον ιδιοκτήτη της. Σε ένα πιο πολεμικό αντίθετα, ένα τέτοιο βαρβάτο άκουσμα αρμόζει, καθώς οι καλοί τρόποι δεν έχουν θέση εδώ.
Το αντώνυμο είναι η «καρφωτή», που γίνεται τάχιστα, με ελάχιστη (ή και καθόλου) χρήση συμπλέκτη, για να εκμηδενιστεί ο χαμένος χρόνος της αλλαγής. Στην έντονη επιτάχυνση, στην κόντρα, στην σούζα, δεν νοείται άλλος τρόπος. Ενέχει ξεχωριστή απόλαυση, την ευχαρίστηση του «σκισίματος», αλλά πρέπει πάντα να γίνεται μετά από το απαραίτητο ζέσταμα, διαφορετικά τα μηχανικά μέρη ταλαιπωρούνται ακόμα περισσότερο, χώρια την πιθανότητα σε κανένα μπίζιλο μηχανάκι να σου σπάσει κανα κιβώτιο. Δεν τα δέχονται όλα αυτά. Σε κάποια μάλιστα δεν είναι και ηθικά σωστό να το κάνεις.
(Τέλειο παράδειγμα-ορισμός απο εδώ)
Πρώτα τη ζεσταίνεις και μετά την ξεζουμίζεις... Πάντα με σεβασμό σε αυτήν, αλλιώς η στιγμή που θα σε δαγκώσει δεν είναι μακρυά...
Κουμπώνω πρώτη και αφήνω μαλακά το συμπλέκτη... Πηγαίνω ρολάροντας ανάμεσα στα στενά, με το μπάσο γουργουρητό της εξάτμισης να σιγοντάρει τα ροχαλητά της γειτονιάς.
Συντροφιά με σκόρπιες σκέψεις, βγαίνω προς τα έξω... Τα κίτρινα φώτα, δίνουν ένα industrial τόνο στο τοπίο... Αρκετά χαλαρώσαμε σκέφτομαι...
Κατεβάζω δευτέρα, και χουφτώνω απότομα το grip... Ο τετρακύλινδρος ξυπνάει απ τη λήθαργο της ήρεμης βόλτας, στέλνει τον μπροστινό τροχό στον αέρα, και αρχίζει να ανεβάζει στροφές σα δαιμονισμένος ενώ το ουρλιαχτό του σκίζει την ησυχία της νύχτας... Καρφωτή αλλαγή σε τρίτη, προσπαθώντας να μαζευτώ πίσω απ το φαιρινγκ, και στην αλλαγή σε τετάρτη αποφασίζει να επιστρέψει και το δεύτερο τροχό της στην άσφαλτο...