Αποκτώ διαρκές αγαθό με χαμηλή αξία μεταπώλησης.

- Έμαθες ο Αποστόλης, παντρεύτηκε ένα Saab!
- Έ τον παπάρα, όταν έρθει ή ώρα θα πρέπει να το σκοτώσει για να το διώξει!

(από Vrastaman, 21/09/10)(από electron, 21/09/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αν και η έκφραση σημαίνει το ίδιο με τα κλάνω μέντες/μάντρες/φασκόμηλα κλπ, εντούτοις προέρχεται από τη γνωστή φάρσα του σφηνώματος πατάτας σε εξάτμιση αυτοκινήτου.

Ο ανυποψίαστος οδηγός, στην προσπάθειά του να βάλει μπρος και νομίζοντας ότι το αμάξι είναι μπουκωμένο, πατάει πολλές ξερογκαζιές με αποτέλεσμα κάποια στιγμή, από τα αέρια που έχουν συμπιεστεί μέσα στην εξάτμιση, να εκτοξευτεί η πατάτα κάνοντας έναν εκκωφαντικό θόρυβο σαν κανονιά.

Προσοχή: Μην το δοκιμάσετε! Απαιτεί μεγάλη εμπειρία! Αν η πατάτα δεν σφηνωθεί καλά, πετιέται έξω με τη μία χωρίς θόρυβο. Αν από την άλλη σφηνωθεί υπερβολικά πολύ υπάρχει κίνδυνος να διαλυθεί ολόκληρη η εξάτμιση!

- Το όνειρό μου είναι να πάρω ένα από κείνα τα παλιά αυτοκίνητα αντίκες, ξέρεις, με τη μανιβέλα, που όταν τα βάζεις μπρος κλάνουν πατάτες!
- Καλή φάση! Εγώ θέλω να πάρω ένα iphone 5! Ζήτησα ήδη δυο μισθούς μπροστά από τη δουλειά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κάνω σκαμπίλια, σημαίνει ότι οδηγώ τον κώλο της μηχανής διαδοχικά μία αριστερά και μία δεξιά, κρατώντας το τιμόνι (τη μούρη της μηχανής για την ακρίβεια) ίσια. Ως αποτέλεσμα, η κίνηση της μηχανής να θυμίζει την κίνηση του χεριού σε διαδοχικά χαστουκάκια.

Η καλλιτεχνική αυτή φιγούρα επιτυγχάνεται εύκολα με λίγο παραπάνω γκαζάκι στην αλλαγή των ταχυτήτων και με την βοήθεια του σώματος του αναβάτη. Βοηθούν βέβαια και οι δυνάμεις της φυσικής (φυγόκεντρος και κεντρομόλος).

Μετά την σούζα, τα σκαμπίλια αποτελούν τον δεύτερο πιο δημοφιλή καγκούρικο τρόπο επίδειξης, προς τέρψη αναβάτη και θεατών, και στο ψάρεμα καγκουρογκόμενας...

- Έχασες χθες Μητσάρα...
- Ως προς τι;
- Ένα τυπάκι χθες το βράδυ, στην παραλιακή... Ζωγράφιζε, κι εσύ έλειπες για να απαντήσεις.
- Για λέγε, για λέγε...
- Λοιπόν, κατά τις τέσσερις, σηκώνει το μηχανάκι από την πιτσαρία του Γιώργου, και το κατεβάζει έξω από την καφετέρια. Μιλάμε πήρε τη στροφή σούζα. Τι να σου λέω.
- Μπράβο, τι μωρό καβαλούσε;
- Ένα πριόνι μοταράκι. Και σαν να μην έφτανε αυτό, στο γυρισμό πήγαινε σκαμπίλια όλη την διαδρομή, για να ξεμουδιάσει.... Μιλάμε τα φώτα δείχναν μια ανατολή μια δύση.
- Πρέπει μάλλον σήμερα να βγάλω το μωρό μου μια βόλτα, να τον φοβίσω λιγάκι.

(από Μάγιστρος, 13/06/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αδόκιμος όρος από τον χώρο του auto/moto: σπάω αυτοκίνητο, μηχάνημα κά.

Ευκαιρίας δοθείσης, φτάνω το αυτοκίνητο / μηχανή μου στα όρια του λυκόφωτος και πέρα από αυτά, τρέχω σε πίστες, κάνω επιδείξεις και μπαντιλίκια, κάνω κόντρες, τρέχω σε βουνά και λαγκάδια, ποτάμια και λάσπες, off road και δεν συμμαζεύεται. Περιμένω δε να μην το πάρω στο χέρι, αλλά πάντα κάποιο συνεργείο / ανταλακτικάς κάνει ανάσταση.

Συνήθως το μηχάνημα είναι καρα-βελτιωμένο και καγκουράτο όπως και ο αναβάτης του, αλλά παίζει και σε πιο λατέρνατιβ καταστάσεις ψαγμένων με την φύση και το extreme lifestyle.

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για άλλα αντικείμενα, λόγω υπερβολής στην χρήση τους όπως υπολογιστές, κονσόλες, ηλεκτρικές εγκαταστάσεις, δονητές, κλπ.

  1. Τους επίδοξους μαχητές των δρόμων, που αποφάσισαν να αφήσουν τις λεωφόρους και να πάνε στις πίστες να «σπάσουν» τα αυτοκίνητά τους με ασφάλεια, φαίνεται ότι εκμεταλλεύονται κάποιοι εδώ και χρόνια. από εδώ

  2. - Τζούλια*, αμάν βρε παιδί μου, τον έσπασες τον δονητή! Τί άλλο θα κάνεις μ' αυτόν βρε παιδί μου... Άσε να πάρει και άλλος σειρά!

*disclaimer: τυχαίο όνομα, randomly selected, από λίστα current Ελληνικών ονομάτων και χαϊδευτικών.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η κυκλοφοριακή συμφόρηση. Προέρχεται από τη λέξη μποτίλια. Πιθανότατα προέρχεται από την γενικευμένη χρήση της μειωμένης ροής οχημάτων λόγω στενέματος του δρόμου, παρόλο που σύμφωνα με το φαινόμενο Venturi η ταχύτητα ενός ρευστού αυξάνεται, όταν το ρευστό αυτό περνά από σημείο της σωλήνας με μικρότερη διατομή, εάν στην περίπτωση του μποτιλιαρίσματος θεωρήσουμε το σύνολο των οχημάτων ένα ρευστό.

Όπως όμως όλοι μας γνωρίζουμε, από το σημείο Α, πριν το μποτιλιάρισμα, μέχρι το σημείο Β, μέσα στο μποτιλιάρισμα, η ταχύτητα όχι μόνο δεν αυξάνεται, αλλά μειώνεται δραματικά, με αποτέλεσμα την αύξηση των νεύρων και της τσαντίλας των οδηγών. Έτσι σε αυτή την περίπτωση αντί για το φαινόμενο Venturi, συναντάμε το φαινόμενο Χριστοπαναγίες. Εάν ποτέ βρεθείτε μάρτυς του φαινόμενου αυτού (πράγμα σίγουρο εάν ζείτε στην Αθήνα) σας συνιστούμε ψυχραιμία.

  1. - Πώς λέγεται το μποτιλιάρισμα στα Ιαπωνικά;
    - Κατεχάκη.

  2. Συγγνώμη που άργησα παιδιά, αλλά είχε ένα μποτιλιάρισμα στο δρόμο, μιάμιση ώρα σταμάτα-ξεκίνα, τσατάλια τα νεύρα μου!

(από pvnrt, 16/03/10)(από pvnrt, 16/03/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όρος που χρησιμοποιείται από τους μοτοσυκλετιστές και τους παθιασμένους οδηγούς αυτοκινήτων.

Σημαίνει την απαλή αλλαγή ταχύτητας, όπου ο χειρισμός γίνεται αργά, με προσοχή και ευλάβεια και όχι στεγνά, διαδικαστικά.

Το κούμπωμα είναι γλυκό, με τον αναβάτη / οδηγό να αισθάνεται και να απολαμβάνει την σύμπλεξη / αποσύμπλεξη, νιώθοντας τα γρανάζια να ακουμπούν το ένα με το άλλο, τις τριβές, τις ανοχές, όλα. Ο όρος λοιπόν, προέρχεται ακριβώς από την αίσθηση «κουμπώματος» των κινούμενων μερών του κιβωτίου μεταξύ τους. Στα αυτοκίνητα χρειάζεται ένα καλό χειροκίνητο κιβώτιο, που να μεταδίδει ατόφια την αίσθηση αυτή. Θρυλικό απ' όσο ξέρω για τον τομέα αυτό, έμεινε για παράδειγμα το Honda S2000.
Ημιαυτόματα και τα ντιπ-για-ντιπ φλώρικα αυτόματα κιβώτια, απορρίπτονται μετά βδελυγμίας.

Σε μοτοσυκλέτα, λέγεται κυρίως όταν βάζουμε πρώτη από στάση, με το χαρακτηριστικό μεταλλικό «κλανκ!» που κάνει όταν είναι ακόμα κρύο το κιβώτιο. Ανάλογα με το κύρος της μοτοσυκλέτας, ο ήχος αυτός μπορεί να χαρακτηριστεί έως και απρεπής και να ξενερώσει τον ιδιοκτήτη της. Σε ένα πιο πολεμικό αντίθετα, ένα τέτοιο βαρβάτο άκουσμα αρμόζει, καθώς οι καλοί τρόποι δεν έχουν θέση εδώ.

Το αντώνυμο είναι η «καρφωτή», που γίνεται τάχιστα, με ελάχιστη (ή και καθόλου) χρήση συμπλέκτη, για να εκμηδενιστεί ο χαμένος χρόνος της αλλαγής. Στην έντονη επιτάχυνση, στην κόντρα, στην σούζα, δεν νοείται άλλος τρόπος. Ενέχει ξεχωριστή απόλαυση, την ευχαρίστηση του «σκισίματος», αλλά πρέπει πάντα να γίνεται μετά από το απαραίτητο ζέσταμα, διαφορετικά τα μηχανικά μέρη ταλαιπωρούνται ακόμα περισσότερο, χώρια την πιθανότητα σε κανένα μπίζιλο μηχανάκι να σου σπάσει κανα κιβώτιο. Δεν τα δέχονται όλα αυτά. Σε κάποια μάλιστα δεν είναι και ηθικά σωστό να το κάνεις.

(Τέλειο παράδειγμα-ορισμός απο εδώ)

Πρώτα τη ζεσταίνεις και μετά την ξεζουμίζεις... Πάντα με σεβασμό σε αυτήν, αλλιώς η στιγμή που θα σε δαγκώσει δεν είναι μακρυά...

Κουμπώνω πρώτη και αφήνω μαλακά το συμπλέκτη... Πηγαίνω ρολάροντας ανάμεσα στα στενά, με το μπάσο γουργουρητό της εξάτμισης να σιγοντάρει τα ροχαλητά της γειτονιάς.

Συντροφιά με σκόρπιες σκέψεις, βγαίνω προς τα έξω... Τα κίτρινα φώτα, δίνουν ένα industrial τόνο στο τοπίο... Αρκετά χαλαρώσαμε σκέφτομαι...

Κατεβάζω δευτέρα, και χουφτώνω απότομα το grip... Ο τετρακύλινδρος ξυπνάει απ τη λήθαργο της ήρεμης βόλτας, στέλνει τον μπροστινό τροχό στον αέρα, και αρχίζει να ανεβάζει στροφές σα δαιμονισμένος ενώ το ουρλιαχτό του σκίζει την ησυχία της νύχτας... Καρφωτή αλλαγή σε τρίτη, προσπαθώντας να μαζευτώ πίσω απ το φαιρινγκ, και στην αλλαγή σε τετάρτη αποφασίζει να επιστρέψει και το δεύτερο τροχό της στην άσφαλτο...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όταν ο οδηγός χάνει τον έλεγχο του αυτοκίνητου του το οποίο σβουρίζει γύρω από τον άξονά του παίρνοντας αμπάριζα ό,τι βρεθεί στο διάβα του. Διατυπώνεται κι ως «παίρνει σβούρες».

Βλ. επίσης σαβανοκύριακο.

- Τα Χριστούγεννα έγινε ένα τρακάρισμα στην εθνική, η οδηγός του ΙΧ έχασε τον έλεγχο, το αμάξι έφερε σβούρες, τσακίστηκε στο διαχωριστικό και άρπαξε φωτιά! Παρολαυτά η γυναίκα κατάφερε και βγήκε σχεδόν αμέσως ζωντανή από το αυτοκίνητο...για να την παρασύρει και να την σκοτώσει άλλο διερχόμενο αμάξι στην εθνική την επόμενη στιγμή!
(εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Η τρομερή ψευτιά με μόνο σκοπό την παραπλάνηση του άλλου και την εξύψωση μας στα μάτια του. Δρακιές λένε συνήθως οι κάτοχοι αυτοκινήτων και μηχανών με θέμα τις επιδόσεις τους, χαρακτηριστικά κ.λπ.

  1. - ... Έτσι που λες, το πήγα από 200 άλογα στα 666 μόνο μ' ένα πρόγραμμα!
    - Κόψε τις δρακιές ρε... δε μιλάς σε άσχετο.

  2. - Μα την Παναγία! Χθες με το innova πάτησα ένα Ζ 750!
    - Παιδιά μη τον ακούτε! Όλο τέτοιες δρακιές λέει!

Βλ. και δράκος, αρκούδες, φιδέμπορας

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Βαδίζω με την ταχύτητα του φωτός υψωμένη στη δύναμη -100. Ο διπλανός που βαδίζει, με ακολουθούσε στο προηγούμενο και θα προηγείται στο επόμενο βήμα. Έτσι όπως πάω θα φτάσω σπίτι του χρόνου.

Βέβαια, τα πάντα είναι σχετικά όπως μας επισημοποιεί ο Αλβέρτος. Έτσι λοιπόν στην αυτοκίνηση το σούπερ ντούπερ αυτοκινητάκι μου σέρνεται μπροστά σε μια μερσέντα η οποία με τη σειρά της σέρνεται μπροστά σε μία λαμποργκίνι.

Στην κομπιουτερική, ένα μηχανάκι (υπολογιστής) σέρνεται όταν το έχουμε φορτώσει με 224 προγράμματα, εκ των οποίων χρησιμοποιούμε ταυτόχρονα τα 199, έχουμε γεμίσει τον δίσκο με τις 55 πιο πρόσφατες ταινίες που κατεβάσαμε από τα torrents και κάνουμε επικοινωνία με web cam. Προσπαθούμε δε να ανοίξουμε το κοίτα έξω (outlook) για να στείλουμε e-mail. Αν ανοίξει, χέσε με.

Ας πάρουμε ένα ταξί, δε βλέπεις; Σέρνομαι (χικ)

(από Stravon, 04/09/09)

Βλ. και σέρνεται

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκ του Λατινικού contra (=απέναντι), πολλαπλώς οριζόμενο ως εξής:

Ποδοσφαιρικώς, η αθέλητη εκτροπή της πορείας της μπάλας από αντίπαλο. Στα πλαίσια του fair play και του παραδοσιακού Εγγλέζικου sporting behaviour (που ακόμα μετράει στο ποδόσφαιρο), το να επωφεληθείς από κόντρα είναι unfair (που θάλεγε και ο Μητσοτάκουλας), οπότε όποιος συχνά ωφελείται από τέτοιες φάσεις ονομάζεται κοντράκιας, ενίοτε δε και κωλόφαρδος...

Αυτοκινητικώς, ο αυτοσχέδιος αγών μηχανοκίνητων σε δημόσιο δρόμο, με βραβείο την υστεροφημία. Αποτελεί αγώνισμα συγκριτικής χρονομέτρησης, με μέτρο επίδοσης τις κολώνες, και υποδιαίρεση τις καρότσες...

Είναι ο λόγος ύπαρξης του κάθε κάγκουρα, χωρίς απαραίτητα να συμμετέχουν όλοι ανελλιπώς, οι δε μη συμμετέχοντες αναλώνονται εκ των υστέρων σε τερατώδη παπάτζα...

Γνωστές τοποθεσίες τελέσεως των αγώνων, η Βούτα, η Μαύρη, τα Λιμανάκια (εντός Αττικής και οι τρεις, παρακαλείσθε όπως προσθέσετε κοντροτόπια εκτός λεκανοπεδίου).

Προφανώς παράνομη δραστηριότητα, ενέχει κίνδυνο εμπλοκής στρουμφ στο όλο σκηνικό, και μετά ακολουθεί η διαταγή του ενωμοτάρχα «ξεκίνα να γράφεις, και αν δε σου φτάσει το μπλοκάκι, να πούμε στο τμήμα να μας φέρει κι άλλο»...

Ξυριστικώς, είναι η ξούρα που γίνεται με φορά αντίθετη από αυτή που μακραίνουν οι τρίχες της περιοχής, με σκοπό την κοπή τους στο μικρότερο δυνατό μήκος.
Στην περίπτωση του προσώπου, αυξάνεται κατακόρυφα ο βαθμός επικινδυνότητας για κόψιμο.

Κοινωνιολογικώς, είναι η σύγκρουση μεταξύ ατόμων η ομάδων με αντίθετες απόψεις/συμφέροντα.

  1. Ρονάλντο περνάει τον πρώτο αμυντικό, κερδίζει την κόντρα απ'το δεύτερο, και ξεχύνεται σαν εμετός στην επίθεση (α ρε Μανόλο...)

  2. Έγινε μια κόντρα χτες στη Βούτα, ο Μητσάρας με το Yugo έσκισε μια 911 και δύο Impreza... (τι λέγαμε για την παπάτζα;)

  3. Τράβηξα χτες κόντρα ξούρα και έχω γίνει σουρωτήρι ρε πστ!

  4. Η ΓΣΕΕ είναι σε κόντρα με τους βιομηχάνους για το θέμα του ελαστικού ωραρίου.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία