Κινούμαι με αυτοκίνητο πάνω σε στροφή με μεγάλη ταχύτητα, χωρίς να εκτροχιαστώ. Χρησιμοποιείται και σε τρίτο πρόσωπο με υποκείμενο το ίδιο το αυτοκίνητο.

  1. - Ήθελε ο μαλάκας ο χοντρός να πάρει τη στροφή σαν τρένο και σκάσαμε πάνω στον τοίχο.

  2. - Γαμώ τα αμαξάκια πήρα μάγκα, παίρνει τις στροφές σαν τρένο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γέρνω υπερβολικά με τη μηχανή (με αποτέλεσμα να ξύνονται τα αυτιά μου στην άσφαλτο).
Παλιά μηχανόβια έκφραση που ήθελε να δείξει την ικανότητα του οδηγού στις στροφές.

- Βάλε ρε την ταυτότητα στο στόμα να πάμε να ξύσουμε κάνα αυτί στα λιμανάκια.
- Δε με παίρνει ρε γιατί έχω τα μαμίσια λάστιχα. Όταν πάρω τα Metzeler θα πάμε.

Δες και ξύνω γόνατο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δίστιχο που χρησιμοποιείται όταν κάποιος υπερεκτιμήσει τις οδηγικές του ικανότητες και συναντήσει την έβγα της γειτονιάς.
Συνώνυμα ποιηματάκια:
Μπήκα φέτα και βγήκα κουφέτα
Αντώνυμο (δείχνει ότι έμεινε ακτήμων, αλλά από καθαρή τύχη):
Μπήκα λάθος και βγήκα κατά λάθος.

- Πού το έφαγες το αμάξι ρε;
- Ήμουνα μέσα μ' έναν τύπο που με δούλευε ότι είμαι κουλός και με τσίγκλαγε, και είπα να το παίξω Άυρτον. Ε, στην τρίτη στροφή μπήκα με τις πάντες και βγήκα με τις ζάντες.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Φράση που κανονικά χρησιμοποιείται από τους καυλοτίμονους, δηλούσα την πρόθεση του ομιλούντος να μην ισιώσει για κανένα λόγο. Ή θα πηγαίνω με τις πόρτες, ή δε θα πηγαίνω καθόλου.

Από μη καυλοτίμονους, αλλά καυλοτιμονίζοντες ή/και καυλοτιμονίσαντες κατά την εφηβική ηλικία, χρησιμοποιείται ως συνώνυμο του «μέχρι τελικής πτώσεως», «ώς το τέρμα» και άλλα τέτοια ευφυή.

- Σιγά μην πιάσω δουλειά ρε και σιγά μην πάω στρατό. Μάστερ, διδακτορικό, σπουδές με το πλάι κι όσο πάει.
- Στρατό να πας, για να έχεις να κάνεις λήμματα στο σλανγκ τζηάρ. Τι τουτού έχεις;
- Ντεσεβό, γιατί;;
- ...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Eγώ σου μιλάω αργά και ήρεμα και συ βιάζεσαι και φουντώνεις:

.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έχω διακοπτόμενη λειτουργία του εγκεφάλου είτε λόγω δυσλειτουργικής διάταξης των σχετικών νευρώνων είτε λόγω κάποιου σκουρδουμπλούκου που μου 'χει κάτσει, είτε γιατί τόσο μου κόβει ρε παιδάκι μου.

Συνήθως αναφέρεται και σε περιπτώσεις όπου το δυστυχές υποκείμενο είναι τόσο μπερδεμένο που αντιμετωπίζει και προβλήματα στην ομιλία του και κομπιάζει, θυμίζοντας αυτοκίνητο που έχει τραβήξει σκουπιδάκια στη μηχανή. Δράμα δηλαδή και μη γελάει κανείς με τον πόνο του συνανθρώπου του. Ντροπής πράγματα...

- Εεεε, δηλαδή, εννοώ ότι...
- Τι ρε Νώντα;
- Ρε παιδί μου, αφού... Δηλαδή... Έεε...
- Εξ και ξερός ρε μαλάκα. Ρετάρεις και μας έχεις γκαστρώσει. Βγάλτο να τελειώνουμε!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σε κατάσταση αναμονής, αργά-αργά, χαλαρά.

- Δεν σε βλέπω και πολύ καλά...
- Είμαι λίγο στο ρελαντί, αλλά θα πάρω μπρος, πού θα πάει...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χρησιμοποιείται όταν κάποιος έχει κάνει / πει κάτι βλακώδες, συνήθως συνδέεται με την «μαλακία στον εγκέφαλο».

- Ρε τι κάνουν αυτοί στο jackass; Πάνε καλά;
- Άσε, τα παλικάρια έχουν κάψει φλάντζα...

Βλ. και φλατζοκαμμένος.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μπαίνω γρήγορα σε στροφές. Η συνηθισμένη κατάληξη είναι να βγαίνω με τις ζάντες.

Ναι είναι τρελός οδηγός, μπαίνει με τις μπάντες και βγαίνει με τις ζάντες, λολ.

(από Khan, 12/05/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνώνυμο των κουλάρω, ηρεμώ, χαλαρώνω κλπ

Όπα, ρε ξεπάρκαρε. Μην τρελαίνεσαι. Όλα θα φτιάξουν.

Αυτή πάει να ξεπαρκάρει κυριολεκτικά - οι υπόλοιποι χρειάζονται να ξεπαρκάρουν σλαγκικά. (από Galadriel, 27/02/09)Ξεπάρκαρε ρε φίλε (από Galadriel, 28/02/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία