Μυθολογικό πλάσμα, από τη μέση και πάνω ολόλευκη κόρη και από τη μέση και κάτω σκύλος μαύρος, κόρη της Χάιντι και του Γκουσγκούνη, που μύρισε τον κρίνο ενώ πηδιόταν με το Δία και η Ήρα από ζήλεια την καταράστηκε: όσο και αν πηδιέται το βράδυ, να είναι ξανά παρθένα το πρωί.

Σαγήνευσε τη φαντασία των ανδρών από τις σπηλιές μέχρι τα σαλόνια καθώς ενσωματώνει όλες τις αρετές μιας μέλλουσας συζύγου: αρχόντισα στη κουζίνα, κυρία στο σαλόνι και πουτάνα στο κρεββάτι.

Είναι η γυναίκα εκείνη που, παρά το γεγονός ότι δεν έχει πάει με κανέναν, τις νύχτες βγάζει κουλό τον Μάικ Λαμάρ και ανάπηρους τους ακροβάτες τσίρκου (αλλά μόνο για ΣΕΝΑ).

Παρά το ότι έχει αποκτήσει ανά τους αιώνες στοιχεία Ιερού Γκράαλ, ακόμη και σήμερα οι πιο βλαμμένοι από τους άντρες πιστεύουν ότι την έχουν βρει, οι πιο ρομαντικοί ότι θα κάνει την επόμενη παρουσία της στην Εποχή της Παρθένου και οι πιο ρεαλιστές ότι, ακόμη και αν υπάρχει, είναι πιο σπάνια και από φωτό του Χριστού στον Κήπο με τα Ντόντο.

-Φίλε μου, είμαι τόσο ευτυχισμένος, τόσο χαρούμενος!!! Χθές κάναμε πρώτη φορά έρωτα με την Πηνελοπίτσα μου, μετά από 6 μήνες που είμαστε μαζί και ήταν ένα όνειρο... Μου ήταν όλο «σβήσε το φως,ντρέπομαι», «έλα να σκεπαστούμε», «μ' αγαπάς;», «μη εκεί», «μη εδώ», «μ' αγαπάς;», «μ' αγαπάς;» και όλο έτρεμε μέσα στα χέρια μου και μετά ανοίχτηκε και έκανε τόσα όμορφα πραγματάκια... αααχχχ...

-Πηνελοπίτσα; Ποια Πηνελοπίτσα; Αυτή που μέχρι πέρσι ξεψώλιαζε τον Μήτσο το μανάβη που είχε κάνει φυλακή για σωματεμπορία;

-Γαβ...

Αρκάς, Ξυπνάς μέσα μου το ζώο (από patsis, 20/06/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο άξεστος χωριάτης. Περίπου συνώνυμο των μπουρτζόβλαχος και μπαστουνόβλαχος, μόνο που το σκατίβλαχος είναι πιο υποτιμητικό ακόμη, και ενέχει και την έννοια του βρωμιάρη.

Σχόλιο 1: Αυτή η λέξη είναι αρκετά παλιά. Πιθανολογώ ότι είναι παλιότερη από τα σκατίφλωρος και σκατίπουστα, και ότι επομένως έχει αποτελέσει το πρότυπο για το σχηματισμό τους. Σ' εκείνα τα λήμματα, ιδίως στο πρώτο, θα δείτε και τον προβληματισμό περί του ετύμου και της ορθογραφίας τους.

Σχόλιο 2: Τα περί Βλάχων, και πώς η λέξη έφτασε να σημαίνει τον άξεστο, ακαλλιέργητο, χωρίς τρόπους άνθρωπο, είναι σε γενικές γραμμές γνωστά. Ας αναφέρουμε εν περιλήψει ότι είναι μία [φυλή; εθνότητα; ομάδα;] με δύο βασικά κοινωνικά παρακλάδια: τους νομάδες και τους εγκατεστημένους. Οι νομάδες ήταν βοσκοί. Ως μη έχοντες μόνιμη κατοικία, επέσυραν επάνω τους όλα τα στερεότυπα του ανέστιου/φερέοικου, όπως και οι Γύφτοι. Οι εγκατεστημένοι αντιθέτως αποτελούν καύχημα για την Ελλάδα, ήσαν έμποροι με αξιόλογη δράση στην Ελλάδα και τις παροικίες, φορείς επικοινωνίας της τουρκοκρατούμενης χώρας με τον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, πολλοί (π.χ. Αβέρωφ και Τοσίτσας) υπήρξαν μεγάλοι εθνικοί ευεργέτες, και τα λοιπά.

Όλα αυτά (και πολύ περισσότερα) είναι γνωστά. Εκείνο που δεν ξέρω αν έχει θιγεί πουθενά στη βιβλιογραφία είναι ότι στη διαμόρφωση του στερεοτύπου για τον άξεστο Βλάχο έχει παίξει σημαντικό ρόλο το θέατρο σκιών: ο Μπαρμπαγιώργος (ρουμελιώτης τσέλιγκας, θείος του Καραγκιόζη) είναι η κατεξοχήν καρικατούρα αυτού του τύπου. Παρόλο που ο ίδιος ως χαρακτήρας δεν είναι ακριβώς άξεστος, αλλά μάλλον απλοϊκός και τραχύς -ωστόσο τίμιος, γενναίος και κιμπάρης -, ο πονηρός Καραγκιόζης έτσι τον αντιμετωπίζει.

Σημειωτέον ότι ο Μπαρμπαγιώργος δεν είναι κυριολεκτικά Βλάχος: μιλάει ελληνικά, όχι βλάχικα (που είναι λατινογενής γλώσσα). Βλάχο τον λέει ο Καραγκιόζης. Άρα το στερεότυπο υπήρχε ήδη όταν δημιουργήθηκε αυτός ο χαρακτήρας του θεάτρου σκιών.

Ίσα ρε βλαχατερό που θα μου κάνεις εμένα και μπιπ! Να πας στο χωριό σου να κορνάρεις, άει σιχτίρ να πούμε πια με τους σκατίβλαχους εδώ μέσα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η αποθέωση της γυναικείας παρακμής.

Υπάρχουν λογιώ-λογιώ γριές. Οι «γραίες 30 ετών» (Ροΐδης), οι γριές, οι γριές, οι γιαγιές, οι γιαγιές,, οι θεούσες, οι θειόκες, οι μπαμπόγριες, οι τσατσόγριες, οι σκατόγριες, οι κακόγριες, οι κωλόγριες, οι ξεκωλόγριες.

Οι τελευταίες ενίοτε σχετίζονται και με το ξεκωλόσημο, όταν εμπίπτουν στην κατηγορία των γυναικών που, στο άνθος της ηλικίας τους, έκαναν τατού παντού και τώρα είναι γεροντοχίπισσες, δηλαδή λείψανα της εποχής των λουλουδιών, και φέρουν απάνω τους αυτά τα περασμένα μεγαλεία που διηγώντας τα να κλαις. Διατηρούν και όλο το παλαιορόκ στυλάκι, προς τιμήν τους ίσως, αλλά είναι πάνθλιψη να τις βλέπεις.

Ξεκωλόγρια είναι και η γριά τσατσά που φαίνεται από χίλια μίλια ότι κάποτε τον έπαιζε στα δάχτυλα μα τώρα της έχει μείνει η μνήμη της εμπειρίας, η πικρία απέναντι στη ζωή και η καρακιτσάτη εμφάνιση.

Ξεκωλόγριες λέμε και νεότερες γυναίκες, πενηντάρες περίπου, οι οποίες είναι πουρές με τα όλα τους, αλλά το παρακάνουν και γίνονται γελοίες, γουτσίζοντας συνέχεια, φορώντας πιπινίσια φουστάκια, ή, αντιθέτως, είναι λυσσάρες και καυλιάρες -ακόμα πιο θλιβερό όταν εμφανισιακά δεν τις παίρνει.

Τέλος, ξεκωλόγρια ορίζεται και η πιο δύστυχη μερίδα των γυναικών, γυναίκες τρελλές που περιφέρονται στους δρόμους σε άθλια κατάσταση πλην αλλ' όμως με προκλητική εμφάνιση, που παραμιλούν, που κατουράνε όρθιες, που είναι ψιλοάστεγες ή κοντεύουν, που αποτελούν τον περίγελω των άλλων (στην περίπτωση αυτή κολλάει καλύτερα το Ξελωλόγρια), και που ουδείς γνωρίζει πού και πώς καταλήγουν -σε κανα νεκροτομείο στα αζήτητα, για ιατρικά πειράματα ή μάθήματα ανατομίας, όπως πολλοί άστεγοι.

- Πω πω φίλε μου, τι έπαθα, με πήγε να γνωρίσω τη μάνα της και σκάει μύτη μια ξεκωλόγρια ... μού 'φυγε το κλανίδι!
- Καλή; καλή;
- Τι καλή ρε μαλάκα, τέρας, σταφιδιασμένη, καραβαμμένη, μες τη σιλικόνη, τα λεοπαρδαλέ, τα χρυσάφια και τα στολίδια, το νύχι να, αλκοόλα, πειραγμένη σου λέω, δεν ήξερα από πού να φύγω!

rock me hard (από cristoval, 03/02/09)

Σχετικά: γρέτζω, γριέντζω, τζατζόγρια, γρίντζελο, πιπινόγρια, Γρετζώρα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Φράση με κυριολεκτικό περιεχόμενο και ελαφριά δόση υπερβολής που χρησιμοποιείται για χαρακτηρισμό πολύ κοντής γκόμενας. Δηλαδή, ότι είναι τόσο κοντή που για να σου πάρει πίπα δεν χρειάζεται καν να σκύψει.

Βέβαια η φράση αυτή δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί από αρσενικά που έχουν ύψος ένα κι ένα milko (δηλαδή εξίσου κοντοί) για ευνοήτους λόγους.

Η πίπα όρθια είναι το ακριβώς αντίθετο της αλόγας.

Με την ίδια λογική θα μπορούσε να υπάρχει και η φράση γλύφομούνι όρθιος.

- Πόπο ρε παιδί μου, αυτή η Βαρβάρα είναι τόσο κοντή.
- Πίπα όρθια δηλαδή, αλλά τι μιλάς και εσύ; Ένα μέτρο και ένα μίλκο είσαι!

Βλ. και Π.Τ.Ο., Π.Π.Ο., όρθιο τσιμπούκι, το

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σαν ουσιαστικό σημαίνει πουτάνα. Σαν επίθετο, απ' όπου και κατάγεται ετυμολογικά το ουσιαστικό, χαρακτηρίζει κάτι με την ιδιότητα του καθαρού.

Η λέξη άρχισε να χρησιμοποιείται ευρύτερα μετά την Μικρασιατική καταστροφή και την εγκατάσταση των προσφύγων στην Ελλάδα, όπου η έφεση των γυναικών προσφύγων στην καθαριότητα προκάλεσε μεγάλη εντύπωση στους ιθαγενείς, οι οποίοι όπως φαίνεται ήταν τσακωμένοι με τα σαπούνια.

Τη μοναδική εξαίρεση ως τότε αποτελούσαν οι ντόπιες πουτάνες, που η φύση της εργασίας τους τις υποχρέωνε να πλένουν συχνά τα ρούχα τους, τα σκεπάσματά τους αλλά και τους εαυτούς τους. Έτσι, οι σοφοί ημών πρόγονοι ταύτισαν επαγωγικά την ιδιότητα της καθαρής με την ιδιότητα της πουτάνας.

Μαρίκα: Να χαίρεσαι τη νύφη σου, καλή κοπέλα φαίνεται. Και καθαρή...
Κατίνα: Άσε με Μαρίκα μου, να δω τι θα κάνω με τη παστρικιά που μου κουβάλησε ο γιος μου!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η λαϊκή σοφία εμίλησε ως άλλη σφίγγα! Εκφραση που σηκώνει ανάλυση, και ήρθατε στο σωστό μέρος!

Σπάμε την έκφραση στα δύο, προς ανάλυση της χαράς που μπορούμε να βρούμε:

α) της γκαστρωμένης το μουνί

Τι θέλει να πει ο ποιητής; Αφενός αυτό που υπονοεί και το εφηβικό ανέκδοτο. Σεξουαλική ηδονή από την τριβή εισόδου του ανδρικού μορίου στον γυναικείο κόλπο, και συνάμα πεοθηλασμός από πλευράς εμβρύου (δύο σε ένα). Πιο κυριλέ δεν περιγράφεται! Αφεδύο, είναι γνωστό ότι η εγκυμοσύνη είναι ένα μπλέντερ για τις γυναικείες ορμόνες. Συνήθως, μετά τους πρώτους τρείς μήνες κυοφορίας, ακριβώς μετά από τις ζαλάδες και τις αναγούλες, ανοίγει (ταπεινή περιγραφή) η σεξουαλική όρεξη. Οτι και να σας λέω είναι λίγο (από αυτά που έχω ακούσει από ορμονολόγους, εξυπνάκηδες).

β) της κουτσής τον κώλο

Και εδώ έχουμε δύο εξηγήσεις. Η πρώτη είναι ότι οι κουτσές λόγω της ιδιαιτερότητας τους, για να έλξουν το αντίθετο φύλο, αναπτύσσουν ιδιαίτερες τεχνικές στο κρεββάτι, σαν αμυντική αντίδραση του οργανισμού. Είναι γνωστό ότι άτομα που υπολείπονται σε μία αίσθηση, αναπτύσσουν μία άλλη υπέρμετρα, ώστε να καλύψουν το κενό. Τώρα γιατί οι κουτσές διαλέγουν να αναπτύξουν την σεξουαλική ικανότητα, θα σας γελάσω, και δεν το θέλω, αλλά εγώ θα εμπιστευθώ τη λαϊκή σοφία. Η δεύτερη εξήγηση, έχει να κάνει με την ανισότητα των άκρων της κουτσής. Στην οπίσθια εισχώρηση έχουμε διαμήκη κυματισμό των σωμάτων στα στενά δίπλα από τον κόλπο. Λόγω της ανισότητας των άκρων, δημιουργείται επί πρόσθετα, κι ένα μπότσι, που ως αποτέλεσμα έχει την απογείωση του εισχωρούντα στον έβδομο ουρανό αφού επιτυγχάνεται τριβή και μπρος πίσω, αλλά και τριβή τύπου «πλάθω κουλουράκια».

Συμπέρασμα: Αυτός που ξενογαμεί μία κουτσή την περίοδο που η γυναίκα του έχει περάσει τον τρίτο μήνα της εγκυμοσύνης, έχει ζήσει την απόλυτη σεξουαλική εμπειρία.

Υπάρχει βέβαια και η περίπτωση του πιστού συζύγου, που απλά η γυναίκα του είναι κουτσή. Ο τελευταίος σύμφωνα με τη λαϊκή σοφία, προβλέπεται ότι θα γίνει και πολύτεκνος.

  1. -Τι έμαθα ρε Λάκη; Η κουμπάρα έσπασε το πόδι της;
    -Ναι, όχι τίποτα σοβαρό, αλλά για δύο μήνες θα το 'χει στο γύψο.
    -Αντε ποιος τη χάρη σου!!!
    -Τι εννοείς ρε; θα μου βγεί η παναγία να πηγαινοφέρνω τα παιδιά, συν του ότι θα της κάνω και τον υπηρέτη!
    -Ναι, αλλά ξέρεις τι λένε;
    -Τι λένε ρε Θρασύβουλα;
    -Xαρά σ' εκείνον που γαμεί, της γκαστρωμένης το μουνί, και της κουτσής τον.... , ξέρεις ποιον!
    -Να πω της κουμπάρας σου τις μαλακίες που λες, να σου βάλει το γύψο στον κώλο;
    -Εντάξ μωρέ, ένα αστειάκι κάναμε!!!

  2. -Τι πέρασε απ' έξω ρε!!!!!!
    -Τι πέρασε;
    -Μία κουτσή! Ξέρεις τι λένε...χαρά σ' εκείνον που γαμεί, της γκαστρωμένης το μουνί, και της κουτσής τον κώλο.
    -Τι κάθεσαι; Τρέχα να την προλάβεις, μη στη καπαρώσει κάποιος άλλος. Κι αν τη χάσεις, τράβα στήσου έξω απ' το «Μητέρα»!!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χρησιμοποιείται κυρίως με δύο έννοιες:

1. Υβριστικός χαρακτηρισμός για γυναίκα, αντίστοιχο του μαλάκω.

2. Η ανδρική σούφρα, στην λουμπινίστικη υποκουλτούρα.

1η έννοια

«...στο Μοναστηράκι, την ώρα που κλείνουν οι πόρτες μια κοπέλα τρέχει και καταφέρνει να χωθεί στο φορτωμένο βαγόνι. Ένας απ’τους φύλακες του σταθμού, με στολή και γυαλί Ray-ban, που του δίνουν αέρα «είμαι ο γαμάω και δέρνω του σταθμού», λέει το ανεπίτρεπτο «θα σου γαμήσω, κωλόμουνο», στην κοπέλα, που είναι ήδη μέσα στο βαγόνι κι αυτός έχει κολλήσει έξω από την πόρτα, γρυλλίζοντας...» (από blog)

2η έννοια

«... όταν βγάζουν την σκατωμένη καπότα από το κωλόμουνο μου, κοιτάνε αμήχανοι τις βρομιές που έχουν παγιδευτεί στις ρυτίδες του προφυλακτικού, και εγώ τους λέω, 'γούρι, γούρι, λεφτά θα πάρεις'...» (Παναγιώτης Χατζηστεφάνου, «Επώνυμη»)

- Τι σε ξενερώνει;
- Λούγκρες σαν και σένα που θέλουν διακαώς να πηδήξω το κωλόμουνο τους αλλά με κουράζουν με τις μικροαστικές αναστολές τους.
(Gay νταηλίκι του Παναγιώτη Χατζηστεφάνου στον Κύπριο blogger Ππουστόπαιδο)

«...οι ροχάλες του ήταν αρκετές για να μου σαλιώσουν καλά το κωλόμουνο μου και να το μεταχειριστεί όπως γούσταρε. Ανέβαινα ξανά προς τον πούτσο του όταν η μυρωδιά του κώλου του με έβαλε σε πειρασμό να του τον γλύψω...»
(Ρομαντικό αφήγημα από Blog)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γενικός όρος περιγραφής ανατολικών κυριών (εξ ου και η χαρακτηριστική κατάληξη -οβα), οι οποίες έχουν προφανώς εντρυφήσει επί μακρόν στο άθλημα, σε βαθμό που να έχει μεταβληθεί η γεωμετρία του κόλπου και να προσομοιάζει σε πηγάδι.

- Ρε συ, δε μου 'πες τελικά τι έγινε με το γκομενάκι εκείνο που έφυγες προχθές από το μπαρ.
- Τι να γίνει ρε μαλάκα; Πίκρα. Τατιάνα Πηγαδομούνοβα η τύπισσα. - Όχι εσύ που φοβόσουν να της την πέσεις μη σε παρεξηγήσει η παρθενόπη.

(από pavleas, 22/01/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η παλιαδερφή. Ο μαλάκας ομοφυλόφιλος. Ο μαλάκας, γενικώς.

Και γύρισε και μου είπε να μην τον ξαναενοχλήσω! Αν είναι δυνατόν να μου την πει κι από πάνω, η σκατίπουστα...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

O ομοφυλόφιλος, αλλά και η γυναίκα που δεν έχει άντρα, η νυμφομανής.

- Αχ δεν είναι πολύ άντρας ο Μπάμπης;
- Ο Μπάμπης; Ας γελάσω! Ρε αυτός είναι γνωστός poutsless.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία