Επιπλέον ετικέτες

Αυτός του οποίου η δίαιτα, -με τη διπλή (αρχαία ελληνική) σημασία της διατροφής και του (πολιτικού) τρόπου του βίου-, βασίζεται στο σουβλάκι. Όπως και το σουβλακοφάγος χρησιμοποιείται ως:

  • οιονεί χαρακτηριολογική τυπολογία

Ελληναράς ΜΠΑΛΟΚΡΙΤΙΚΟς σουβλακοβιος. (Εδώ).

  • ως εθνικό τυπολογικό χαρακτηριστικό

Ο πιο Έλληνας είμαι εγώ που είμαι σουβλακόβιος! (Από συζήτηση περί ελληνικής ιδιαιτερότητας στο Μπου).

  • και, ασφαλώς ως παρατσούκλι του Κώστα Καραμανλή (ανηψιού).

Μην ξεχνάμε τη στάση του Γ.Α.Π. τον Απρίλιο του 2009 όταν ο σουβλακοβιος του ζήτησε εθνική συνενόηση γιατί τα είχε σκατώσει κι ο ΓΑΠ απάντησε λεφτά υπάρχουν. (Εδώ).

Αιώνιος σουβλακόβιος

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

μπουγατσάνθρωπος, μπουγατσοκοιλιάς, μπουγάτσας γιος, μπουγατσούπολη

Μετά την τεκμηριωμένη 'απάντηση-ελεγεία-κόλαφο' για την μπουγάτσα (την σκέτη αλλά και την έτσι) του Ρoniroskylou και την μπουγάτσα με φλουρί, με τουρίστα, με πουλί, με κεριά, στο σλανγκρ έχουν πλέον προστεθεί και τα κάτωθι:

Η Σάγκα της μπουγάτσας συνεχίζεται ενταύθα με τα μπουγατσάνθρωπος, μπουγατσούπολη (αυτά τα λέμε κι οι σαλονικιοί) και με τα μισαλλόδοξα και φανατικά μπουγατσοκοιλιάς, μπουγάτσας γιος
(εδώ)

μπουγατσάνθρωπος, μπουγατσούπολη

Ο σαλονικιός.
Ο κάτοικος της μπουγατσούπολης Ξεσσαλονίκης.
Το μπαόκι.

Σημείωση: Αν και η πόλη των Σερρών φημίζεται για την μπουγάτσα της, μπουγατσούπολη λέγεται η Σαλονίκη.

  1. Είμαι μπουγατσάνθρωπος ρε φίλε και μας χωρίζουν κατι 3ψήφια χιλιόμετρα. Σ'ευχαριστώ πάντως! Αφόυ είναι kithara.gr approved ο VHT θα τον δοκιμάσω. ξέρετε να τον φέρνει κανένας στην συμπρωτεύουσα? (εδώ)

  2. ρίξε λίγο ΜΕΓΑΛΟ ΕΡΩΤΙΚΟ να χαλαρώσω και να κοιμηθώ γιατί είμαι μέσα στα νευρα στην μπουγατσούπολη όλη την βδομάδα. (ΔΕΘ) Στις 8 πμ ξεκινάνε οι γύφτοι με τα μεγάφωνα και τα παλισίδερα. Τωρα το βράδυ ο κάθε μπαόγκο-σκουλίκης βάζει το στέρεο στο τέρμα στο Ρενο κλιο και βουρ τα γκάζια. Ασε τα μοτοσυκλέτια που έχουν οι μπουγατσανθρωποι. Μία εξάτμιση κανονική δεν άκουσα ακόμα. Καληνυχτα.

  3. Οι μπουγατσάνθρωποι, επέδειξαν δείγματα γαυρίλας, όταν στο Β' ημίχρονο δεν έβγαλαν ΚΙΧ. Αποκορύφωμα της βραδιάς, όταν μετά το δικό μας "ΣΙΓΑ, ΣΙΓΑ ΜΑΣ ΠΗΡΑΤΕ Τ'ΑΥΤΙΑ", μας έβρισαν 2-3 φορές και τους χειροκροτήσαμε ειρωνικά. (εδώ)

  4. Φατε σανο και βελαξτε ρε κωλομπαοκια!!! Κομπλεξικοι μπουγατσανθρωποι γαμω τη Θεσσαλονικη!!! (εδώ)

  5. Ο πιο γελοιος, αχρειος, ελεεινος και τιποτενιος ξεφτιλας Αντρας του πολιτικου συστηματος της χωρας. Μπουγατσανθρωπος πραμα που χρονια τωρα ρουφαει απο τον κρατικο κορβανα σαν θεονηστικο κουταβι ζεστο χρημα σε βαρος των κοροιδων που τον στηριζουν. (εδώ)

μπουγατσοκοιλιάς

Κατά το σαπιοκοιλιάς.

Από το (panathinaikosforum):

  1. Σκίζουμε και ξερνάμε πάνω στα μπαόκια που εκπροσωπούν ότι πιο σιχαμένο και κομπλεξικό στα βαλκάνια. Είναι οι μούλοι του βορρά, είναι ζώα αγράμματα, κομπλεξοκέφαλα δίποδα, μπουγατσοκοιλιάδες κοπρόσκυλοι, και καπηλευτές των σωμάτων ασφαλείας όπως η πυροσβεστική.

μπουγάτσας γιος

Κατά το πουτανασγιός.

  1. Δείξτε σε όλους πως η εξέλιξη και η υγεία είναι εδώ. ΝΙΚΗΣΤΕ ΤΟΝ ΜΠΟΥΓΑΤΣΑΣ ΓΙΟ, ΤΟΝ ΠΟΥΣΤΗ ΚΑΙ ΚΟΜΠΛΕΞΙΚΟ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο όρος αναφέρεται στον ανθρώπα-ταγάρι, κάτοικο του βλαχοδουκάτου, που συνδέεται με βαθειούς οσφρητικούς δεσμούς με την ξινίλα. Είναι δηλαδή ο βλαχοξινιόλας. Γράφεται με υ, αλλά και με ι και φυσικά προέρχεται από το δροσιστικό -πάλαι ποτέ βουκολικό- ποτό, ξινόγαλα.

-Συγνώμη κυριε ποιος ειστε και τι θετε?? :-P
γαλατας...!
ξινόγαλος είσαι, αλλά ας μη το κάνουμε θέμα..
-ΑΣΤΑΔΙΑΛΑ μαρη που θα με πεις και Ξυνογαλο!!
-ΕΙΣΑΙ ΜΩΡΗ ΞΙΝΟΜΑΡΙΑ
-σκατα να φας!!
-ΓΟΥΣΤΑΡΩ
-το ξερω ... σκατιαρα!!
-Μου'φτιαξες τη μέρα

Πηγή εδώ

Όμως έτσι λέγονται και οι Θεσσαλοί, όπως με τρυφερότητα φαίνεται στο 4ο παράδειγμα.

  1. Είναι & κάτι άτομα που όλα τους πειράζουν ... ξυνόγαλοι ... (εδώ)

  2. Πολύ δυνατός Έλληνας ο @EUROTSOPANIS τραχανοπλαγιάς Ξυνόγαλος, ούτε ξέρει τι του γίνεται, είναι στο μοτίβο "είπα-ξείπα χέζω την παρόλα μου". (εδώ)

  3. Καλά έκανε κι ευχαρίστησε και τον Καμμένο. Ο μόνος που τον στήριξε. Όχι σαν τις κακιασμένες τσούχτρες, τους ξινόγαλους τους άλλους.

  4. -Κι όπως λέμε εμείς οι θεσσαλοί, υπάρχουν οι χαζοί, οι μισοχαζοι αλλά οι χειρότεροι είναι οι χαζομισοχαζοι. Beat that Einstein
    -πατρίδα ρε κ ας είμαστε κ ξινόγαλοι!! (εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Καταναλωτής κριτσινιών με σουσάμι, κυρίως υπάλληλος του ΟΤΕ και μελετητής του σύμπαντος. Γεμίζει σουσάμι το γραφείο απο την υπερβολική κατανάλωση κριτσινιών.

- Χρήστο γέμισε σουσάμι το γραφείο σου πάλι.
- Άσε έφαγα 3 κιλά κριτσίνια σήμερα, έφταιγε η ευθυγράμμιση της Πανσελήνου με τον Δία.

(από ela, 01/09/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σκωπτικό προσωνύμιο το οποίο έχουν δώσει οι πολιτικοί του αντίπαλοι στον νυν (την ώρα που γράφεται το άρθρο) πρωθυπουργό της χώρας Αντώνη Σαμαρά καθότι, κατά δήλωση του ιδίου, σε ερώτηση πολίτη η οποία έγινε κατά τη διάρκεια τηλεοπτικής εκπομπής για το αν έχει εργασθεί ποτέ στη ζωή του προτού ασχοληθεί με την πολιτική, ανέφερε ως εργασία το γεγονός ότι διατηρούσε πιτσαρία μαζί με συμφοιτητές του στην Αμερική.

Έκτοτε, οι πολιτικοί του αντίπαλοι του κόλλησαν το προσωνύμιο «πιτσαδόρος» θεωρώντας μάλλον ευτελές το να διατηρεί κάποιος πιτσαρία καθώς για αυτούς πραγματική δουλειά είναι μόνο το γιαπί, το πηλοφόρι, μυστρί, αφού ως γνωστόν είναι μπρουτάλ άνδρες και όχι αμερικανάκια. Πολλοί μάλιστα, για να δηλώσουν την πλήρη απαξία τους στο πρόσωπό του, τον αναφέρουν σκέτο «ο πιτσαδόρος» χωρίς καν να αναφέρουν το όνομά του.

1. Ο πιτσαδόρος Σαμαράς δίνει μπιρ παρά το δικαιώματα της ΕΡΤ

2. Φάκελος «Classics σα(χλα)μαράδων»: Όταν ο πιτσαδόρος καλούσε σε αποστασία από την τσοντοφυλλάδα των «Νέων»

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παρατσούκλι που κόλλησε στους Αρτινούς, εικάζεται λόγω της ''διαμάχης'' των γειτονικών περιοχών Άρτας - Ιωαννίνων, μια απ' τις πάμπολλες -στα όρια της πλάκας- ανά την Ελλάδα.

Ο χαρακτηρισμός οφείλεται στην ύπαρξη πολλών νεραντζιών στην Άρτα, εξού και ο κώλος των Αρτινών που έχει πάρει πια το σχήμα του νεραντζιού...

- Από πού είσαι;
- Άρτα.
- Α! νεραντζόκωλος.
- Εσύ;
- Ιωάννινα.
- Α! παγουράς.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ως σημαντική υποπερίπτωση εναλλακτικού ορισμού, κατά τον οποίο αβγό είναι «κάτι που λάμπει σαν το κέλυφος του αβγού» θα αναφέρω ότι αβγό λέγεται και ο φαλακρός. Και μιλάμε περισσότερο για τους φαλακρούς νέας κοπής που παραδέχονται εξαρχής ήττα και τα ξυρίζουν αντί να δώσουν την μάχη οπισθοφυλακής με καραφλάζ ή να κάνουν πανηγυρική αναπλήρωση ως καραφλοχαίτουλες. Ως αβγό εννοούμε είτε το κέλυφος άσπρου αβγού, είτε και το ξετσοφλιασμένο βραστό αβγό. Ορισμένοι μάλιστα έχουν ωόσχημο κεφάλι (οβάλ) κάνοντας την ομοιότητα ακόμη πιο εντυπωσιακή.

Πού μαζευτήκανε πέντε αβγά στην παρέα. Σιγά, θα τυφλωθούμε από την φωτοχυσία!...

(από Khan, 10/01/11)Θα σε καταγγείλω πονηρέ ωοειδή (από Khan, 19/01/11)Αυγό και με τις 2 σημασίες (αλλά και με άλλες από αυτές που έχουμε). (από Khan, 28/07/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αν και το μπετόν προέρχεται από τα γαλλικά (béton) ομοίως μ’ εμάς αποκαλούν κι οι Ιταλοί betoniera:

1. Το γνωστό μηχάνημα και το γνωστό όχημα, παραγωγής μπετόν που χρησιμοποιούνται στην οικοδομική.

2. Η υπερβολική χοντρή γυναίκα.

Τα αγελάδα, βόδι, γουρούνα είναι υποκοριστικά· τα [κήτος], φάλαινα, όρκα, φώκια παραπλανούν, αφού είναι προς εξαφάνιση ενώ αυτή όχι· τα τόφαλος, θωρηκτό, φρεγάτα, παπόρι, ξυγκοβουνό, είναι πιο κοντά στην εξωτερική περιγραφή αλλά δεν καλύπτουν το βασικό χαρακτηριστικό της διαρκούς μασάς.

Την περιγράφει πολύ παραστατικά στο «Μικρή γλυκιά μου Μπετονιέρα» ο Μάρκος Σεφερλής παρέα με την γνωστή ιδιορρυθμία στα ερωτικά γούστα που τολμώ να περιγράψω σαν μπετονιερολαγνεία· το παχυσαρκολαγνεία (fat fetishism) μου φαίνεται κάπως, αλλά περί σλανγκο-ορέξεως...

3. Θαμώνες μπαρ και άλλων διασκεδάδικων (όχι απαραίτητα χοντροί) που καταναλώνουν ξηροκάρπια και λοιπά συνοδευτικά του ποτού σε τεράστιες ποσότητες. Το αλκοόλ είναι απλώς η αφορμή. Από γκαρσόνια και μπάρμεν ακούγονται και τα: «Έβαλε μπρος τη μπετονιέρα», «Ακόμη δε πήρε φωτιά η μπετονιέρα;» ενίοτε και σαν σφόλια. Ένα τρατάρισμα με μπαγιάτικα ψιψιψόνια («Στείλε τα ληγμένα / μπίο») μπορεί να στείλει το μήνυμα αλλά μερικοί συνεχίζουν ακάθεκτοι. Παρεμπιπτόντως, το φαινόμενο παρατηρείται εντονότερο λόγω οικονομικής κρίσης.

Υποσυνομοταξία αυτών, αποτελεί η «αυτοτροφοδοτούμενη μπετονιέρα». Παρατηρείται σε κινηματογράφους και μεγάλα κέντρα όπου υποβοηθούμενοι από το σκότος και το ημίφως, καρμίρηδες (ή οικονόμοι, όπως το δει καθείς) κουβαλούν δικές τους σνακοπρομήθειες προς κατανάλωση.

Σε κινηματογράφους μπορεί να σου γίνουν τα νεύρα τσατάλια / κρόσσια αν έχεις τη γκαντεμιά να καθίσει δίπλα σου μια μπετονιέρα σε δράση. Στις λοιπές περιπτώσεις, αν γουστάρεις, σηκώνει και τράκα: η ποιότητα είναι αισθητά καλύτερη.

4. Tο «τη γυρνάει τη μπετονιέρα» αλλού στο σάη.

  1. «Τη μπετονιέρα μην κατηγοράς - αυτή σου δίνει για να φας» (ανεπανάληπτοι στίχοι απ’ τη «μπετονιέρα» του Ζωρζ Πιλαλί)

  2. «Μικρή γλυκιά μου Μπετονιέρα»
    Στίχοι, Μουσική, Πρώτη εκτέλεση: Μάρκος Σεφερλής:

Κάτι θέλω να σου πω που καιρό κρατώ κρυφό
ψάχνω λέξεις για να βρω
πιο καλά να εκφραστώ.

Δε θέλω να μου προσβληθείς
ούτε να μου παρεξηγηθείς
για το λόγο λοιπόν αυτό
απόξω - απόξω θα σ' το πω

Κάνανε ζάρες οι βυζάρες σου
και σακουλιάσαν οι ματάρες σου
το δαχτυλίδι δε χωράει πια στο χέρι σου
και είναι εφτά κιλά το κάθε κωλομέρι σου.

Η κυτταρίτιδα έφτασε στ' αμήν
παραγγελία κάνεις το μπλου τζην
δύο καρέκλες για να κάτσεις δε σου φτάνουνε
αυτά μωρό μου όμως βλέπω και με φτιάχνουνε.

Μικρή γλυκιά μου μπετονιέρα
που τρως σαν πούστης όλη μέρα
ψάχνω για να 'βρω κάποια λύση
αυτή η σχέση μη διαλύσει.

Μικρή γλυκιά μου μπετονιέρα
σου 'φερα γκούντα και γραβιέρα
να τρως συνέχεια ψάχνω λύσεις
φοβάμαι μην αδυνατίσεις.

Μοιάζεις με μίνι φαλαινίτσα
έχεις τεράστια κοιλίτσα
σαν δυο αρκούδων έχεις κώλο
αυτές που ζουν στο Βόρειο Πόλο.

Από το πάχος λεν θα χάσεις την υγεία σου
εσύ μην τους ακούς, άδειαζε τα ψυγεία σου
ότι δε φαίνονται σου λένε τα παΐδια σου
εσύ μην τους ακούς γράφτους όλους ... κανονικά

  1. –Τι 'ναι αυτή η στοίβα ρε;
    – Ό,τι πιατικό γλίτωσε απ’ τη μπετονιέρα στο 15. – Με μια σφήνα Κάτυ μόνο; Κρύψ’ τα κάσιους και στείλε μπίο.
    – Μπίο γιοκ εδώ και μισή ώρα.
    – Λες να ‘χει καβάντζα η μπουζουκλερί απέναντι;
    – Κι εκείνα από ‘κει ήταν.
    – Πω ρε πούστη μου!! Μα που τα βάζει;
    – Να ψήσω τραχανά με στραγάλια στα μικροκύματα ντεμέκ εξωτικό;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εμπνευσμένο απο το δίδυμο Τσακνής και Μαχαιρίτσας, υποδηλώνει μια ειρωνική διάθεση για το ελληνικό ροκ που παίζουν μουσικοί μεγάλοι σε ηλικία που άκμασαν πολλά χρόνια πριν.

- Τι έγινε με την φοιτήτρια που γνώρισες στην πορεία για την διάσωση του ροζ μπαμπουίνου του Θιβέτ ;
- Άσ' τα, έχουμε γυρίσει όλες τις εντεχνοπουρόκ συναυλίες, έχω πήξει στους Γιαχνή και Μαγειρίτσα...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκτός από το σάντουιτς των ΜακΝτόναλντ, δηλώνει και τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών. Αποτελεί ταυτοχρόνως μεγεθυντικό, αλλά και σύντμηση του «Μακαριώτατος», που είναι ο ειδικός θεσμικός τρόπος απεύθυνσης στον Αρχιεπίσκοπο.

Χρησιμοποιήθηκε κυρίως ως περιπαικτικός όρος για να δηλώσει τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο (Θεός σχωρέστον!) από αντι-χριστοδουλική μερίδα του Τύπου (λ.χ. «Ελευθεροτυπία») και κυρίως να περιγράψει τον πληθωρικό χαρακτήρα του.

Τώρα που ο νέος Αρχιεπίσκοπος έχει κάπως ισορροπήσει τις συμπάθειες, μένει στους λεξικογράφους να διαπιστώσουν αν το «Μπιγκ Μακ» ήταν τελικά χαρακτηρισμός θεσμού, όπως ας πούμε το «φαραώ», ή το «Μίνωας», ή χαρακτηρισμός προσώπου, όπως λ.χ. το «Φύρερ» (τυχαία τα παραδείγματα).

Αντώνυμο: Και πάσης Ελλάδος (χρησιμοποιείται από τους φίλα προσκείμενους)

- Τα 'μαθες; Πάλι σήκωσε τα λάβαρα της επανάστασης ο Μπιγκ Μακ!
- Έλα ρε, γουστάρω! Λοιπόν, πολύ τον πάω τον Μπιγκ Μακ!
- Εγώ πάλι, προτιμώ το ΜακΜπέικον...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία