Ρουμάνικης προέλευσης. Αρχικώς ο χυλός από σιμιγδάλι ή άλλο (φθηνό) αλεύρι. Γνωστό και ως Κατσαμάκι στην Μακεδονία, την Θράκη αλλά και στην Βουλγαρία. Πιο τρέντυ ως Πολέντα.
Μεταφορικώς το χρήμα, το κέρδος.

- Να κάνουμε αυτή τη δουλειά;
- Ναι, αλλά έχει μαμαλίγκα η υπόθεση, ή τζάμπα μιλάμε;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κάνω σκληρή οικονομία.

α. (www.eksegersi.gr) ...αυτών που φτύνουν αίμα καθημερινά για ένα κομμάτι ψωμί και κάνουν το σκατό παξιμάδι για να εξαγοράσουν επιβίωση...

β. (www.sonik.gr) ...και αν ρωτήσετε τους Άγγλους τους φαίνεται ακριβό το εισιτήριο για τα φεστιβάλ αλλά κάνουν το σκατό τους παξιμάδι για να πάνε κάθε χρονιά...

Ψωμί ευλογημένο κατά τας Γραφάς (από Vrastaman, 27/10/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία