Σημαίνει γεννάω στα καλιαρντά. Εκ του μουτζό που σημαίνει το αιδοίο και προέρχεται από τα ρομανί (mindž). Η γέννηση, λοιπόν, περιγράφεται ως μια αφόδευση του μουνιού. Σημειωτέον ότι εδώ έχουμε το αντίστροφο από ό,τι στο κωλοπαίδι κ.τ.ό. Στο τελευταίο ο κώλος γεννάει (αναλαμβάνοντας μια ιδιότητα του μουνιού) το κωλοπαίδι, ενώ στην πρώτη περίπτωση το μουνί χέζει (αναλαμβάνοντας μια ιδιότητα του κώλου) το μουτζόχεσμα.

Εαν δε κάποιος ξεστομίσει τη λέξη «μουτζοχέζω» που σημαίνει ...«γεννάω» , βλέπω τη Γενική Γραμματέα Ισότητας των Φύλων, Μαρία Στρατηγάκη να παθαίνει την ίδια σύγχυση που της προκάλεσε η περίφημη διαφήμιση με τις μπάμιες και να ζητάει την άμεση παρεμβαση των κρατικών αρχών! (Προσοχή! Τα καλιαρντά διεγείρουν εχθροπάθεια!)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το αιδοίο (της γυναίκας ντε) στα καλιαρντά.

Βλέπε μούτζα.

Αυτοί οι στρέιτ, μη δουν μουτζό, από πίσω τρέχουν...

Καλιαρντοευχές (από Khan, 02/07/14)

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία