Το θεόμουνο, ο μουνάγγελος, ο καυλάγγελος. Άλλη μια λατρευτική σλανγκιά του σλανγιωτάτου ποιητού Ανδρέου του Εμπειρίκου.

Βλ. επίσης: -μούνα.

«Ωωωωωχ!... Άααααχ!...» έκαμνε συνεχώς και ο θαυμαστής της, τρίβων αδιακόπως την ψωλήν του επί του σφύζοντος προ αυτού ανοικτού μουνέττου, λέγων μεταξύ των στοναχών του γλυκασμού που εδοκίμαζε: «Μουνίτσα μου!... Μικρή μου Μίς:... Αγγελομούνα μου!... Φλώσσυ!... Φλώσσυ!... Μουνάγγελε!... Ψωλέττα μου! Ψωλήνα!...»
(Μέγας Ανατολικός, Κεφ. 13 σ. 38)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η ξενέρωτη γκόμενα. Ντεκαβλέ. Ψυχρή συναισθηματικά και ερωτικά, και συνεπώς άπαρτη.

Βλ. -μούνα.

Από το νέτι:

-Καμια κρυομουνα ξενερωτη ψευτοσεμνοτυφη γκομενα θα εισαι! Απο μπροστα παρθενα και απο πισω μπαινουν τρενα! Αντε και γαμησου ρε τσολι ...

-Η καλεσμένη Σπεράντζα Βρανά χαρακτήρισε ανύπαντρη 35άρα τηλεθέατρια που επί 5 χρόνια δεν είχε σχέση, «κρυομούνα».

-Ποιο να'ναι το αντιστοιχο του «μαλακοκαυλης»για τις γυναικες; Υποθετω«κρυομουνα»;

Η πιο κρυομούνα από τα Bond girls. (από Khan, 28/11/12)

βλ. και παγόμουνο, ice queen

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σκάλωμα (και όχι σκαλιά) - Μουνί: Η γυναίκα που κάνει θραύση στο πέρασμα της και όλοι την κοιτούν επίμονα. Επίσης πολύ σπάνια χρησιμοποιείται και από έναν άντρα ο οποίος είχε την τύχη να κολλήσει με την γυναίκα κατά την διάρκεια του σεξ.

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για γυναίκες που έχουν φουσκωτό μουνί (συνήθως στην παραλία).

Καφετέρια - Ρε φίλεεεε, τι μούναρος είναι αυτός που περνάει, πω ρε φίλε πολύ σκαλομούνα!
- Ναι ρε μαλάκα, όλοι σκάλωσαν.

Παραλία
Μαλάκα δες το μουνί της γκόμενας που περνάει, φουσκωτό για φάγωμα (ή άγριο γαμήσι), μιλάμε για σκαλομούνα ρε φίλε!

(από pargas, 13/10/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση η οποία χρησιμοποιείται για χαρακτηρισμό σε άτομα με γελοία εμφάνιση. Κυρίως όταν αυτοί προσπαθούν να εντυπωσιάσουν και να προσελκύσουν το ενδιαφέρον, με αποτέλεσμα η προσπάθεια αυτή να είναι αποτυχημένη!

Συνήθως χρησιμοποιείται με προσβλητική σημασία.

  1. - Ρε μαλάκα πώς είσαι έτσι;
    - Γιατί ρε μαν, τι έχω;
    - Ρε σαν γλειμμένο μουνί είσαι!

  2. - Ποο φίλε, είδες χθες τον Αλέξη στον χορό;
    - Όχι γιατί;
    - Άσε, σαν γλειμμένο μουνί ήταν, 5 τόνους ζελέ έβαλε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Όπως λέει ο άλλος ορισμός, μουστάκι είναι «η γκόμενα που δεν βλέπεται με τίποτα». Θα προσέθετα ότι αυτό ενίοτε συμβαίνει, επειδή η γκόμενα όντως έχει μουστάκι, γιατί δεν της μίλησε κανείς για την αποτρίχωση. Αυτή η αξούριστη έντονη τριχοφυία μπορεί να συναντηθεί σε κυρα-περμαθούλες, θεούσες, ταγάρια, λεσβόγκες- αντρούτσους και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις. Η τοιαύτη γκόμενα (ο θεός να την κάνει) μπορεί να αποκληθεί και Salvador Dali, κατ΄ αντιστοιχία προς την Φρίντα Κάλο.

  2. Μουστάκι ή κάτω μουστάκι (πρβλ. κάτω κεφάλι ) αποκαλείται και το τριχωτό της ηβικής περιοχής στους άντρες καθώς και στις γυναίκες που τυχόν δεν το έχουν ξυρίσει αλλά αφήσει ως Full Bush. Ενδιαφέρουσα έκφραση είναι και το μουστάκι του Χίτλερ που αναφέρεται στην συνήθεια γυναικών να ξυρίζουν μεν το εφηβαίο τους, αλλά να αφήνουν αξύριστη μία λεπτή κάθετη γραμμή κεντρικά πάνω από το μνι τους, θυμίζοντας τον μύστακα του στυγερού ομώνυμου δικτάτορα -μακριά από μας, ιδίως αν κάποιος τους κάνει γλειφομούνι. Το τοιούτο χιτλέριασμα είναι μάλλον παρώ, ενώ ως χαριτωμενιά είχε συνδεθεί με τα επιδειξιομανή παιδιά του σωλήνα, εξ ου και αμερικλανιστί ονομάζεται stripper stripe (αλλά και extended Hitler).

  1. - Τι κάνει ο Σάββας;
    - Αρραβωνιάστηκαν τελικά με την Αφροξυλάνθη...
    - Ποιαν; Τον μουστακαλή;
    - Τι να γίνει; Πάντα ήταν φιλότεχνος. Τώρα θα έχει Σαλβαντόρ Νταλί και Φρίντα Κάλο, δύο σε ένα!

  2. Η Λιανα ειναι αυτη που μου κανει αποτριχωση στο μουστακι (εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κείνο που μας τρώει, κείνο που μας σώζει.

  1. Calypso lit dans un mou nid au bord de l'eau.
  2. Chamonix
  3. mea colpa
  4. άβυσσος το μουνί της γυναίκας!
  5. αγαθομούνα
  6. αγαρμπομούνα
  7. αιδοίο το οδοντοφόρο - δαγκανόμουνο - vagina dentata
  8. αιδοιόκυνος
  9. Αιδοίον πέλαγος
  10. αιδοιοφόρο
  11. αιδοιοφόρος ορίζοντας
  12. ακατάσχετη μουνορραγία
  13. άλλο Τουπαμάρος κι άλλο το μουνί της Μάρως
  14. Αμοκάτσι ... Αμουνίκε ... Ρουφάι
  15. ανάγκη πού'χει η Μάρω, πού 'ν' το μουνί της μαύρο
  16. αναμουνή
  17. αναρχομούνι
  18. αντρικό μουνί
  19. άπατα
  20. Από τον κώλο στο μουνί, δυό δάχτυλα και κάτι τι.
  21. από φωνή... μουνάρα!
  22. αραχνομούνα
  23. αρχιμύδεια
  24. αρχοντομούνα
  25. αχλαδομουνοπατσαβούρα
  26. βρακί αυτοκινήτου - εσώρουχο με τρύπα
  27. βρήκαμε μουνί, το θέλουμε και ξυρισμένο
  28. βρωμομούνα
  29. γαμώ το μουνί που σε πέταγε
  30. γαμώ το μουνί της Εύας
  31. γαμώ το μουνί της Καλιρρόης
  32. γαμώ το μουνί της οικογένειάς του!
  33. γατάκι
  34. γκαστρωμένο μου μουνί, του πούτσου μου μεζές
  35. γκόμενα με αρχίδια
  36. γλειφομούνι
  37. γλωσσίδι
  38. δαγκωτό
  39. εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί ξυρίζεται
  40. εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί χτενίζεται
  41. έλα μουνί στον τόπο σου
  42. εμού του αιδοίου
  43. επική μουνάρα
  44. έχει να δεί μουνί από βάφτιση
  45. έχει πήξει το μουνί μας
  46. έχει πιξελιάσει το μουνί μας!
  47. ζαχαρομούνα
  48. Η λάρα, η νάρα και το καυτό συναπάντημα
  49. η ωραία μέρα του μήνα
  50. θεομουνία
  51. θεόμουνο
  52. θρυλική μουνάρα
  53. καβλομούνα
  54. και οι παντρεμένες έχουν μουνί
  55. κάλπη
  56. καμένο ντουί
  57. καμηλό
  58. κι άμα γεράσει το μουνί, η τρύπα δεν εφράζει, μα της ψωλής τα γηρατειά είναι πικρό μαράζι
  59. κλαμμένο μουνί
  60. κλαψομούνα
  61. κουτί
  62. λεβεντομούνα
  63. λιβαδομούνι, φυλάω
  64. μαδομούνι
  65. μαλλιαρομούνα
  66. Μανάρα
  67. μαυρομούνα
  68. με υπομονή κι επιμονή, ο κώλος γίνεται μουνί
  69. μύδι
  70. μι εις τη νιοστή
  71. μινέτο
  72. -μούνα, -γκόμενα
  73. μουνάθροιση
  74. μουνάκιας
  75. μουνάντερο
  76. μουνάρα
  77. μουναρδέλι
  78. μουνάρχιδο
  79. μουνάτο
  80. μουνί απ' τα Καλάβρυτα
  81. μουνί καλλιγραφία
  82. μουνί καπέλο
  83. μουνί κλαμένο
  84. μουνί με ρύζι
  85. μουνί της λάσπης και του αγρού
  86. μουνί τραγιάσκα
  87. μουνί τσοκολάτα
  88. μουνιδάκι
  89. μουνίκακας
  90. μουνίλα
  91. Μουνιόθ
  92. Μουνιόθ Καπέλο
  93. μουνιού, του
  94. μουνισμός
  95. Μουνίτις, Πέδρο
  96. μουνίτσα
  97. μουνοβατερλώ
  98. μουνόγαλα
  99. μουνοείλωτας
  100. μουνόλυσσα
  101. μουνομάχος
  102. μουνοπλαγιά
  103. μουνοπλακέτα
  104. μουνοπλημμύρα
  105. μούνος
  106. μουνόσκυλο
  107. μουνότριχα
  108. μουνοτρύπανο
  109. μουνούχω / ευνουχομούνα / μύδουσα
  110. μουνόχειλο
  111. μούνστορμ
  112. μουνώνας
  113. μουτζό
  114. μούτι
  115. μπαγαποντοξούρα
  116. μπαγαποντοπλαστική
  117. μπαργομούνα
  118. μπερδεψομουνιά
  119. μπικίνι
  120. μπουζουκομούνι
  121. μπροστομούνα
  122. μύδι
  123. νάρα
  124. νιμού
  125. ξανθό μουνί, τρελό γαμήσι
  126. ξεκωλόμουνο
  127. ξεμουνιάζω
  128. ξινομούνα
  129. ξινομουνίαση
  130. ο κώλος είναι το μουνί του μέλλοντος
  131. οδοντογλειφίδα
  132. παλιομούνι
  133. παρακαλετό μουνί, ξινό γαμήσι
  134. πες μου πότε έχεις περίοδο, να 'ρθω να μεταλάβω
  135. πηγαδομούνα
  136. πηγάδω
  137. πήρε άδεια το μουνί να παίξει πασαβιόλα
  138. πιάνω αράχνες
  139. πινελάκι
  140. πινέλο
  141. πλακομούνα
  142. πλακομούνι
  143. πολλά μουνιά τριγύρω μας, στον πούτσο μας κανένα
  144. πουνάνι
  145. πουτόπιστος
  146. πουτσοπαγίδα
  147. πούττος
  148. πυξλαμούν
  149. ραδίκι σγουρό
  150. σάντομουνιτς
  151. σεισμομούνα
  152. σίστος / σσιήστοςσισυφομούνα
  153. σκαντζόχοιρος
  154. σκεφτόμουνα
  155. σπαθί
  156. στο μουνί μου το ιδιότροπο
  157. στρειδομούνα
  158. τεστ ντράιβ
  159. την έγλειφα και άπλυτη
  160. της έδωσα το μουνί στο φουαγιέ
  161. της θειάς σου το μπουγαδοκόφινο
  162. τι να πει κανείς για το μουνί της αλληνής;
  163. το μουνί και το πριόνι, όποιος δεν τα ξέρει ιδρώνει
  164. το μουνί και το χταπόδι όσο το χτυπάς απλώνει
  165. το μούνι πηγάδι, της έκανα
  166. το μουνί σέρνει καράβι
  167. το μουνί στο πιάτο
  168. το μουνί της Χάιδως
  169. το μουνί το δίφορο, παίρνει τον κατήφορο.
  170. το μουνί το λένε βιόλα και τον πούτσο πασαβιόλα
  171. το μουνί το λένε Γιώτα και τον πούτσο Παναγιώτα
  172. του μουνιού το πανηγύρι
  173. Τουβλομούνα
  174. τούνελ
  175. τρε μουνι
  176. τριφασικό μουνί
  177. τρύπα
  178. βγάζω το φίδι από την τρύπα
  179. τρώω το μύδι με το τσόφλι
  180. φαρμακομούνα
  181. φλίτσι-φλίτσι
  182. χαζομούνα
  183. χαυνομούνης
  184. χοάνη
  185. χωρίστρα
  186. ψωλότσεπη
  187. ωδείο

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία