Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Γυναίκα με μυαλό κότας και μεγάλα... μπαλκονια.

- Αυτή η Βέρα ρε παιδιά είναι κορμάρα μπαλκονάτη, αλλά μόλις ανοίξει το στόμα της τρέχεις και δεν φτάνεις. Αμολάει τις κοτσάνες με ρυθμό οπλοπολυβόλου! Σκέτο βυζόμπαζο το άτομο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο χοντρός και δυνατός, το γομάρι. Μπορεί να το πει κανείς όμως και για κάποιον που είναι απλά πολύ χοντρός.

- Ρε κόψε λίγο τους γύρους και τις μπύρες, Οβελίξ έχεις γίνει!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είναι ένα πολύχρωμο κατασκεύασμα φτιαγμένο από nylon, που έχει δυο βασικές χρήσεις / ιδιότητες:

1) την μεταφορά πολλών παιχνιδιών / ρούχων / σχολικών / κ.τ.λ. και 2) τον ακριβή υπολογισμό των ημερών έως τα Χριστούγεννα.

- Ρε φίλε, όλη μέρα χτες με έτρεχε η δικιά μου στα καταστήματα...
- Αγόρασε πολλά;
- Πολλά; Τρεις JUMBOσακούλες γεμίσαμε! Μου έπεσε ο ώμος να τα κουβαλήσω σπίτι!

- 28 μέρες ως τα Χριστούγεννα!!
- Έβαλες τη JUMBOσακούλα;

(από Khan, 29/11/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνήθως χρησιμοποιείται ως «νάνος - νάνος, αλλά με κάτι αρχίδια να!» Σημαίνει ότι παρόλο που κάποιος είναι κοντός και, ωσεκτουτού, όχι ιδιαίτερα δυνατός και άρα θα έπρεπε να «κάνει την κότα» σε καταστάσεις σύγκρουσης, αυτός δεν «μασάει» και αντιδρά επιθετικά. Το πρώτο μέρος της πρότασης μπορεί ν' αλλάξει κατά την περίσταση. π.χ. «Χαλβάς - χαλβάς, αλλά με...» ή «Μαλάκας - μαλάκας, αλλά με...».

Κοντός πελάτης σε πορτιέρη: - Τι θα γίνει ρε μεγάλε, μια ώρα είμαστε εδώ! Θα μπούμε καμιά φορά;
Πορτιέρης Α: - Γάμησέ μας ρε νάνε βραδυάτικα, που βιάζεσαι κιόλας...
Κοντός πελάτης: (ορμώντας)
- Τι είπες ρε αρχίδι μη σου γαμήσω...
(Αφού τελειώνει το συμβάν)
Άσχετος παρατηρητής σε άσχετο παρατηρητή: - Νάνος - νάνος, αλλά με κάτι αρχίδια να...

O νάνος, έργο του Braccio di Bartolo. (από Khan, 15/08/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση που καθιερώθηκε από τον προπονητή Νίκο Αλέφαντο, όπως και τα μάθε μπαλίτσα και τα πάντα όλα. Σημαίνει κάποιον που είναι καταπληκτικός, πάρα πολύ καλός, μεγαλειώδης, και άλλα υπερθετικά, όπως ούμπερ, έξτρα πρίμα γκουντ, κάτσε κάλλιστα, με λίγα λόγια υστερεί μόνο έναντι του Vankouf, του Chuck Norris και του Μάκη, ενώ παίζει μπάλα κάπου στο επίπεδο του Βέλτσου και του Τάκη Τσουκαλά.

Συνώνυμα: τιτανομέγιστος, γιγαντομέγιστος κ.τ.ό.

  1. O ΕΝΑΣ,Ο ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ,Ο ΤΙΤΑΝΟΤΕΡΑΣΤΙΟΣ ΤΟΝΙΣ ΣΦΗΝΟΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΚΟΝΤΑ ΜΑΣ! (Εδώ).

  2. Ο τιτανοτεράστιος ηγέτης (κοινώς “κωλοτούμπας”) προτείνει κατάργηση συντάξεων (εδώ).

(από Khan, 16/03/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

μποθρώνα, μποθρόνα

Η χοντρή γυναίκα, γενικώς.
Συνώνυμα: τόφι, κωλαρού, πατόζα, μπουρέκλα, φακλάνα.

-“Ω θεοί ...”
-“Μποθρώνα!”
εδώ

Λέγεται και για αγόρια (παράδειγμα 5).

  • Από άβαταρ Μαντόνα κι από κοντά σκέτη μποθρώνα (εδώ)
  1. Ο μπαμπάς ήτο φίτνες κι η μανούλα μποθρώνα. Αφότου τον άφησε να χρησιμοποιήσει το κορμί της ως τραμπολίνο σκέφτηκαν "θα γεράσουμε μαζί"(εδώ)
  2. Αλλα φταις κι εσυ που σου την πεφτουν! Παραεισαι ομορφη. Γινε μια μπουχεσα, πατόζα, μποθρονα να δουμε αν θα σου γραφουσι ντιεμια (εδώ)
  3. Έφαγε κ βαρυνε η μποθρόνα η κουμπαρομπεμπέκα. (εδώ)
  4. -ΚΑΡΓΙΕΣ ΤΕΛΟΣ Η ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΜΕ ΕΤΑΜΑΜΕ, ΚΟΤΣΙΠΕΡΙ ΚΑΙ ΚΙΝΟΑ. ΕΡΧΕΤΑΙ ΚΟΡΝΠΗΦ ΒΕΝΕΖΟΥΕΛΑΣ ΚΑΙ ΚΥΤΤΑΡΙΤΙΔΑ ΩΣ ΤΟ ΓΟΝΑΤΟ. Ψ Ο Φ Ο
    -ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ! ΤΟ ΛΑΙΚΟ ΠΑΙΔΙ, ΜΕ ΤΗ ΜΠΟΘΡΟΝΑ ΣΥΖΥΓΟ, ΤΩΡΑ ΔΙΚΑΙΩΝΕΤΑΙ! (εδώ)
  5. Νικοο μου σε αγαπω σε εκτιμω αλλα εχεις γινει μποθρόνα. #destetous (εδώ)
  6. "29 κατασκευαστές brazilian συνιστούν δίαιτα” πες το ψέμματα θα ξεράσουμε τον λουκουμά με την κάθε μποθρόνα! (εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πολύ χοντρός, γιγαντόσωμος. Προέρχεται από τον μεγάλο αθλητη Δ. Τόφαλο, παγκόσμιο πρωταθλητή της άρσης βαρών στις αρχές του αιώνα και μετέπειτα παλαιστή του κατς.

- Πω-πω πώς πάχυνε έτσι ο Νικολάκης, σαν τόφαλος έγινε!

(από perkins, 29/05/10)Δημήτριος Τόφαλος (από joe909, 05/01/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το κτήνος (φουσκωτός ή απλά χοντρός) που κλασικά έχει τεράστιες παλάμες, χοντρά χέρια και δάχτυλα. Ο όρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί και απευθείας για το χέρι του (το βυζόχερο).

Πού πας ρε Καραμήτρο, άμα φας φούσκο από αυτό το βυζόχερο ο μισός θα πάει χαμένος...

(από Hank, 04/02/09)(από patsis, 02/03/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αναφέρεται σε μεγάλα βυζιά, ευρωπαϊκών προδιαγραφών. Επικράτησε μετά την συμμετοχή της Μαντούς στο διαγωνισμό με βυζαλέο ντεκολτέ.

- Κοίτα ρε μαλάκα ένα γιουροβίζιον που περνάει.
- Ναι ρε φίλε. Αυτή πάει χαμένη στην Ελλάδα. Αυτή πρέπει να πάει στην Ισπανία να μάθει στους Ισπανούς Ισπανική.

(από Khan, 14/03/12)(από Khan, 08/05/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λέξη από τη γυμναστηριοσλάνγκ. Ορίζει τον γυμναστηριάκια σφίχτερμαν που έγινε τίγκας, όχι τόσο χάρη στην προσπάθειά του, αλλά χάρη στην εκτεταμένη χρήση φαρμάκων όλων των ειδών, δηλαδή πρωτεϊνών, στεροειδών και οποιωνδήποτε άλλων φουσκωτικών φαρμάκων.

- Ρε κοίτα εκεί τι μπράτσα έχει κάνει αυτός!!
- Μη ψαρώνεις ρε.. φαρμακωμένος είναι..

Ο φαρμακωμένος δηλώνει την ιδιότητά του μάλιστα με τη φράση είμαι στο φάρμακο και τη λήξη της ιδιότητας αυτής με την αντίστοιχη φράση βγαίνω απ' το φάρμακο.

1) - Πω πω φίλε έχεις σφίξει τρελά λέμε!
- Είμαι στο φάρμακο δύο μήνες, χτίζω όγκο με τρέλα!
2) Βγαίνω απ' το φάρμακο αυτή τη βδομάδα και έχω αγχωθεί γιατί πρέπει να διατηρήσω το επίπεδό μου.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία