Ναι μεν «μπάκακας», «μπακακάς» και «μπακακός» είναι ο «βάτραχος» όπως ορθότατα δηλώνουν αντίστοιχα οι σφυρίζων, leonpanos και vikar εδώ, οπότε «μπακακάκι» το «βατραχάκι», αλλά επίσης «μπακακάκι» είναι και σύνεργο ψαρέματος.

Πρόκειται για μια μικρή σχετικά μεταλλική κατασκευή συχνότατα με ιχθυοειδές σχήμα και βάρος ανάλογο με το βάθος των νερών που θα γίνει το ψάρεμα με τη μέθοδο της συρτής. Απ’ το μπακακάκι κρέμονται δύο ή και παραπάνω αγκίστρια ή σαλαγκιές στα οποία δολώνεται (εκτός ίσως του τελευταίου), ανάλογα με το θήραμα - στόχο, ζωντανό ή φρέσκο ήδη ψαρεμένο ψάρι (π.χ. γόπες), καλαμαράκια ή ακόμη και χταπόδι.

Όλο το σύμπλεγμα δένεται στο νήμα που θα βυθιστεί στο νερό. Το δε νήμα μπορεί να συγκρατείται από το καλάμι του ψαρέματος ή ηλεκτρικό καρούλι.

Το μπακακάκι εξασφαλίζει με το σχήμα και το βάρος του πως η κίνηση των δολωμάτων κάτω από το νερό θα μοιάζει όσο το δυνατόν περισσότερο με αυτήν ζωντανών ψαριών σε μικρό κοπάδι ώστε να ξεγελαστεί το μεγάλο ψάρι - θήραμα (σφυρίδα, φαγκρί, στείρα κλπ).

Η έκφραση «κατεβάζω μπακακάκια» συνήθως παίζει χαιρέκακα στο γ’ πρόσωπο.
Περιγράφει την κατάσταση κάποιου σε και γαμώ τη στριμόκωλη φάση, όπου κάτι έχει πάει τόσο σκατά κι απόσκατα και τόσο απρόσμενα κόντρα από το αναμενόμενο που κυριολεκτικά γαμήθηκε το σύμπαν και επιπλέον όχι μόνο δεν μπορεί να την κάνει με μικρά πηδηματάκια, αλλά είναι αναγκασμένος να κάτσει να φάει στη μάπα, δημόσια ή όχι, μια άλφα ξεφτίλα, να λουστεί άσχημες συνέπειες λόγων και πράξεων ή απλά επειδή έμεινε με το μουτζούρη και την ψωλή στο χέρι, να δει τις φιλοδοξίες του να καταρρέουν δίχως να μπορεί όχι μόνο να αντιδράσει αλλά ούτε να μπινελικώσει την καργιόλα τη μοίρα του γιατί απλά δεν επιτρέπει κάτι τέτοιο η θέση, το αξίωμα, ο περίγυρος ή η όλη φάση.

Συνώνυμη με την έκφραση «κατεβάζω γουστέρες» -κάτι που ωθεί στο να θεωρήσω πως ετυμολογείται από το συμπαθές πλην γλοιώδες αμφίβιο.

  1. Θα ήθελα πολύ να δω όσους πιο πολλούς γίνεται από εσάς την άλλη Κυριακή στο 14άρι του ΣΔΥΠ, για να ενώσουμε τα χέρια και να κάνουμε ''ΖΝΤΟ'' μπροστά στην ξινισμένη μούρη του Κατσαρού, που θα κατεβάζει μπακακάκια που τον πέρασε πάλι ο Sam. Να βγάλουμε τη γλώσσα στα μέλη του αντίπαλου team (πιστοί στο πνεύμα του ευ αγωνίζεσθαι) και να τους δείξουμε πόσο τους λυπόμαστε για την επιλογή τους.

  2. Α, όλα κι όλα. Το να καρφώνεις τον τιμώμενο για τη γιορτή του Αντώνη Σαμαρά, μέσα στη Βουλή, είναι απρέπεια. Κι αυτό επισήμανε ο Παπαδημούλης του ΣΥΡΙΖΑ, επικαλούμενος την ντρίπλα Βενιζέλου, με το να απαρνηθεί τις εφτά κάλπες για τις τέσσερις που πρότειναν όλοι.
    (Τώρα στην Πύλο, στη Μήλο, ή στην Τήνο, ο κυρ Αντώνης, κατέβαζε μπακακάκια)

(Όλα απ’ το δίχτυ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όπως όλοι οι κολλημένοι με κάτι, έτσι και οι φαν των ενυδρείων έχουν τη δική τους ζαργκόν.

Στο παράδειγμα θα δείτε κάποια μπέιζικς, για να μαθαίνετε.

Σ.ς.: το Μπαρμπουνιώτης στο παράδειγμα, όλα τα λεφτά!

Και για να μην δημιουργούμε μεγάλα μυστήρια, ούτε να σας βάζουμε να ψάχνετε σε λεξικά (που δεν θα σας βοηθήσουν άλλωστε) ας δώσουμε λίγες εξηγησεις:

  • δισκοβοσκός = αυτός που έχει στο ενυδρείο του ψάρια που τα λένε δίσκους ( λόγο του σχήματος τους.)
  • μποστανάς = αυτός που έχει ενυδρείο με φυτά (κι εγώ μποστανού είμαι)
  • νταμάρι = ενυδρείο χωρίς φυτά που έχει για διακόσμηση μόνο πέτρες
  • ξερακιανός = αυτός που έχει ενυδρείο ... νταμάρι
  • αφρικάνες = είδος ψαριού από την αφρική (κιχλίδες από την λίμνη Μαλάουι ή την λίμνη Ταγκανίκα)
  • σαμπ = είδος φίλτρου ενυδρείου.

Μ' αυτή τη «γλώσσα» τι να σου κάνει ο Μπαρμπουνιώτης .... έναν ψαροβλαμένο χρειάζεσαι!!!

Από εδώ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ψαράδικη σλανγκ για τον μεγάλο, πλέον του κιλού σαργό (sargus apiastus tiganosubitus για να εξηγούμεθα).

Πρόκειται για ψαρούκλα και όχι ψάρακα που κατάφερε με τύχη και πείρα να φτάσει σε προχωρημένη ηλικία και μεγάλο μέγεθος, αφού πολλών ψαράδων οίδε τρίαινας και καύλαν έγνω. Εξ ου και η ονομασία παππούς ή φαφούτης, εφόσον από πολλούς τέτοιους λείπουν κάποια δόντια (αλλιώς τι σόι παππούληδες θα ήταν ;). Παρά την ηλικία τους όμως, από γεύση τα σπάνε. Γι' αυτό και ένας ευμεγέθης παππούς αποτελεί μία από τις αγαπημένες φαντασιώσεις και αστραφτερό αντικείμενο του πόθου κάθε υποβρύχιου τυφεκιοφόρου.

(Αααχ, ας μην επεκταθώ επί προσωπικού....)

...υπάρχει μιά κινητικότητα από μέτριους σαργούς. Κατάδυση γιά απόπειρα καρτεριού μπας και περάσει ο παππούς. Εδώ, ευθεία μπροστά στα δέκα μέτρα, κάτω από την πλάκα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είδος ψαρέματος επιφανείας το οποίο εξασκείται πάνω σε βάρκα. Πρόκειται για κωδικοποίηση της προτροπής σε γενετήσια πράξη (κοινώς γαμήσι ή καλαφάτισμα), προκειμένου να μην αντιληφθούν τίποτα περί τούτου οι τυχόν παρευρισκόμενοι.

Καλό είναι να χρησιμοποιείται σε μέρη παραθαλάσσια ή παραλίμνια ή παραποτάμια, μιας και η πρόσκληση σε ψάρεμα σε κάποιο ορεινό θέρετρο ή κατά την διάρκεια του χειμώνα και του ψύχους θα έχει τα αντίθετα αποτελέσματα (κοινώς, θα καρφωθείτε στους υπόλοιπους).

  1. Τυπάς ο οποίος προσεγγίζει διαστημική γκόμενα σε παραθαλάσσιο μπαρ:
    - Μωράκι, τι λες; Πάμε για κανά τσαπαρί;
    - Και δεν πάμε; Θα φέρω τα δολώματα...

  2. - Εχθές το βράδυ είχα πάει για τσαπαρί...
    - Τσίμπησε-τσίμπησε;
    - Οουυυ!!! Έβγαλα μια συναγρίδα νααααά!!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Ο κόλακας, αυτός που γλείφει, που κωλογλείφει δηλαδή.

  2. Το ψάρι πλεκόστομος, το οποίο περνά τη μέρα του γλείφοντας και καθαρίζοντας το ενυδρείο... Το κάνει αυτό βεντουζώνοντας το στόμα του στις επιφάνειες και πιπιλώντας τες. Η άχρηστη πληροφορία της ημέρας: στα ελληνικά λέγεται κατά λάθος και πλακόστομος, προφ συνδυασμός σύγχυσης με το κανονικό θέμα πλεκ-, επειδή το στόμα του όταν βεντουζώνει γίνεται πλακουτσωτό. Ταιριάζει πάντως. Στα αγγλικά λέγεται παρομοίως suckermouth.

  3. Ειρωνικά (μπαμπαδισμός), ο γλύπτης.

Περί δια την ορθογραφία: παρά το ορθόν γλείφτης, το συλλογικά ασυνείδητο επιτάσσει το γλύφτης, είναι πιο γλύφτικο έτσι, θα συμφωνήξω.

  1. - Βρεβρεβρε τον Αντωνάκηηηηη... Κοίτα να δεις, μας έγινε και δημοτικός σύμβουλος...
    - Εεεμ! Από μικρός φαινόταν ότι θα μεγαλώσει, μια ζωή γλείφτης...

  2. Προσφατα αγορασα γλυφτη Leopard..
    Ειναι καλος για 60 λιτρα ενυδρειο η τσαμπα τον πηρα;
    Ευχαριστω για το χρονο σας.
    δεν κανει για τα λιτρα σου....οχι οτι δεν κανει «δουλεια»....δε χωραει εννοω...γινεται πολυ μεγαλος... σε 60 λιτρα....καλυτερα να μη βαλεις κανενα ειδος «γλυφτη» (από εδώ)

  3. - Τι σπουδάζει τώρα ο γιος σου;
    - Γλύφτης.

το ψάρι (από ironick, 17/11/10) Και έγλυψε μια πούτσα ο πούστης ο Michelangelo! (από Khan, 17/11/10)

Δες και κωλογλείφτης.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όρος που προέρχεται από την ορολογία των ψαράδων. Λέμε ότι βράχωσε η πετονιά όταν το αγκίστρι σφηνώσει πάνω σε μια στενή εσοχή ενός βράχου, ή όταν σφηνώσει σε ένα όστρακο που βρίσκεται κολλημένο στο βράχο κλπ. Αν ο βράχος βρίσκεται στα ρηχά, η απαγκίστρωση είναι σχετικά εύκολη υπόθεση για κάποιον σχετικό. Αν όμως είμαστε σε βάρκα τότε δεν είναι και τόσο εφικτό να επιχειρηθεί βουτιά γι' αυτό το θέμα. Εκεί χρειάζεται μαεστρία (στο μέτρο του δυνατού) ώστε να επιχειρηθεί ξεσκάλωμα του αγκιστριού και να μη σπάσει η πετονιά.

Λέμε για ένα ψάρι που κυνηγάμε να το χτυπήσουμε με το ψαροντούφεκο, πως βράχωσε, όταν το ψάρι παγιδευτεί στο στόμιο θαλάσσιας σπηλιάς, ανήμπορο να πάει μπρος πίσω. Αν δεν μπορέσει τελικά να κάνει το σωστό ελιγμό και να μπει στη σπηλιά, ή να ξεφύγει εκτός σπηλιάς αντιμετωπίζοντας τους κινδύνους στην ανοικτή θάλασσα (από άλλα ψάρια, ψαροντουφεκάδες κλπ), ταλαιπωρείται και ματώνει από το συνεχόμενο μπρος πίσω.

Οι λέξεις-κλειδιά για το συγκεκριμένο ορισμό είναι: σφήνωμα, ανοχή, εγκλωβισμός, προσπάθεια για βελτίωση των υπαρχουσών συνθηκών ή προσπάθεια για ριζική αλλαγή των συνθηκών.

Παρόμοια, όταν στη συγκεκριμένη περίπτωση λέμε τη λέξη βράχωσα, εννοούμε πως έχουμε εγκλωβιστεί σε μια κατάσταση. Από τη μια πλευρά θέλουμε να ελευθερωθούμε και να αντιμετωπίσουμε το ρίσκο της αλλαγής, ενώ απ' την άλλη σκεπτόμαστε τα όποια καλά έχουμε, τα οποία εκ των πραγμάτων θα στερηθούμε ή θεωρούμε πως έχουμε κάποια υποχρέωση απέναντι τους.

Κάποιες βασικές περιπτώσεις στις οποίες θα μπορούσε κάποιος να αισθανθεί έτσι και να αναφέρει το συγκεκριμένο όρο είναι:

α) Εγκλωβισμός κάποιου σε ένα γάμο,που δεν τον ικανοποιεί πια. Αισθάνεται να πνίγεται από το σύντροφο του, τη σχέση του με τα πεθερικά του κλπ. Εχει τρεις δύσκολες επιλογές: Ή να μείνει βραχωμένος, ή να προσπαθήσει να λάβει τις σωστές πρωτοβουλίες (ελιγμοί από την παρούσα επίπονη φάση) ώστε να βελτιωθούν οι συνθήκες (κάτι που δεν είναι μόνο στο χέρι του), ή να φύγει αναλογιζόμενος πάντα τις συνέπειες (σύζυγος, παιδιά, μια νέα σχέση, που ίσως εξελιχθεί χειρότερη συναρτήσει του χρόνου).

β) Εγκλωβισμός κάποιου σε μια εταιρεία που οι εργασιακές συνθήκες ή η σχέση του με τους συναδέλφους του και τους ανωτέρους του είναι προβληματική. Πάλι υπάρχουν τρεις επιλογές: Ή μένει βραχωμένος ανεχόμενος την κατάσταση, ή προσπαθεί να δει τι μπορεί να κάνει στην κατεύθυνση βελτίωσης των συνθηκών (πάλι δεν εξαρτάται μόνο από το χέρι του), ή να ψάξει για μια νέα εταιρεία, αντιμετωπίζοντας τις συνέπειες (νέες άγνωστες εργασιακές απαιτήσεις, απαξίωση παλιάς τεχνογνωσίας, προσαρμογή στο νέο περιβάλλον, χάσιμο αξιόλογων συναναστροφών από το προηγούμενο περιβάλλον, νέα εργασιακά κυκλώματα, πιθανή απόλυση κλπ).

Αν στις δυο αναφερόμενες περιπτώσεις ακολουθήσει την πρώτη επιλογή, τότε μένει βραχωμένος και επομένως θα πρέπει να ανεχθεί μια συνεχόμενη ταλαιπωρία, η οποία θα αυξάνεται συναρτήσει του χρόνου, εκτός και αν υπάρξουν νέες παράμετροι που μπορεί να συμβάλουν στη βελτίωση των συνθηκών (πχ: παραίτηση κάποιου διευθυντή με τον οποίον δεν τα πηγαίναμε καλά και αντικατάσταση του από κάποιον με τον οποίον έχουμε καλή επικοινωνία). Ωστόσο το τι θετικό θα μπορούσε να συμβεί, δεν μπαίνει σα θέμα όταν κάποιος προσπαθεί να δει συναρτήσει των τρεχουσών συνθηκών σχετικά με το τι θα κάνει.

  1. -Τι κάνεις;
    -Άστα φίλε... Έχω προβλήματα στο γάμο μου.
    -Τι προβλήματα ρε φίλε; -Την αγαπώ τη Ρούλα, τα αγαπώ τα παιδιά μου αλλά από την άλλη δεν μπορώ να ανεχθώ τη μέγαιρα την πεθερά μου, που επηρεάζει τη γυναίκα μου όσο δεν πάει. Άστα... βράχωσα.

  2. -Περνάω απαίσια στην εταιρεία. Τσακώνομαι συνέχεια με τον προϊστάμενο.
    -Ε, ψάξε να βρεις κάτι άλλο και φύγε.
    -Εύκολο να το λές. Έχω πολύ καλό μισθό και έχω άριστες σχέσεις με τους συναδέλφους. Το ξέρω το περιβάλλον. Το να πάω σε μια νέα δουλεία, θα κληθώ να αντιμετωπίσω ένα αβέβαιο μέλλον.
    -Τι θα κάνεις λοιπόν;
    -Φοβάμαι πως βράχωσα.

(από GATZMAN, 10/12/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία