Στα καλιαρντά, η αδίκως διαθέτουσα αληθινό αιδοίο (άνευ εγχειρίσεως), δηλαδή η βεριτάμπλ γυναίκα. Είναι γνωστό ότι κατά τσι πούστηδοι, οι γυναίκες είναι σιχαμερά και ανάξια όντα και εν προκειμένω, ενώ διαθέτουν μουνί αληθές, δεν το αξιοποιούν, όπως θα μπορούσαν (τοι)ούτοι. Εκφράζει ευσεβή πόθο αποκτήσεως μουνιού και ζήλια-ψώρα προς τις γυναίκες.

- Που λές, δίκελλα χθές την Αντωνία μ' ενα λατσότεκνο μούρλια!

- Δικιά μας είναι;

- Έ, όχι δα. Και το κογιονάρει κιόλας το χρυσό μου, η αδικομούνα!

- Καλέ μη χειρότερα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο επαρχιώτης κίναιδος, κατά τον Ηλία Πετρόπουλο, ή αυτός που συντηρείται από επαρχιώτη εραστή- βουκολομπαρά. Συνήθως χρησιμοποιείται μειωτικά.

Ο Χότζας μας εξηγεί τις λεπτότερες αποχρώσεις των διαφορετικών όρων στα σχόλια του λήμματος γίδι: «Οι τζαζλές λέγανε την έκφραση γιδοτεκνοσυντήρητη για τη λούγκρα που είχε προστάτη-καβαλάρη κάποιον καράβλαχο, τον οποίον χαρακτήριζαν κατσικαδερό ή γιδερό (εξ ου και βλαχα-δερό), ενώ τον επαρχιώτη ομοφυλόφιλο (συνήθως ψηλό και γεροδεμένο ορεσίβιο) τον έλεγαν βλαχοντάνα».

  1. ΑΣΤΑΔΙΑΛΑ που θα μου κανεις και υποδειξεις.γιδοτεκνοσυντηρητη. (Αποκατέ).

  2. Στη χούμση κιμπαροπουρό με λιμπερτόζα και ματσιάρα κουρκουλετζού βακουλοκρεμαστή κωλοτσιτσίρισε με νταμιρόκλυσμα το σκελοσάλιαγκα χωρίς σπανοκουκούλα κι ο τραχανάς η γιδοτεκνοσυντήρητη ζήτηξε τσουκτροκλάκα. (Αποκατέ).

  3. EΙΣΑΙ ΕΝΑ ΧΥΔΑΙΟ ΑΝΘΡΩΠΟΜΟΡΦΟ ΧΤΗΝΟΣ.. ΓΙΔΟΤΕΚΝΟΣΥΝΤΗΡΗΤΗ ΦΑΚΙΡΟΠΙΠΙΖΑ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η γυναίκα, σε αντιδιαστολή με τον μονότρυπο γκέουλα. Καλιαρντίζων σεξισμός, ο δεύτερος απαξιωτικότερος για την γυναίκα μετά το νέτο-σκέτο τρύπα.

Από το δουπού: patsis.

Όμως, ο πούστης- όπως τον αποκάλεσε καταδηλωτικά ο εντολοδόχος του- παραδόξως τα έβαλε με τη λεσβία την Εύη! Κάνε στην άκρη, κυρά μου δίτρυπη, της είπε, εμείς θα τα βρούμε με το παλικάρι εδώ! Αυτή η βρισιά, το δίτρυπη, μου έμεινε από τότε ως ό,τι πιο υποτιμητικό και αδιάντροπο είχα ακούσει για τη γυναικεία ύπαρξη! (εδώ)

(από σφυρίζων, 24/07/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Η νταρντάνα γυναίκα στα Καλιαρντά, θηλυκός Ηρακλής δηλαδή.

Καλέ ντίκα την ηράκλω. Τη τζινάβω για τζιβιτζιλού.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Από το μπόντι που σημαίνει σώμα και το μεγεθυντικό καρα-, είναι η κορμάρα, η σωματάρα, ήτοι το γυμνασμένο λατσότεκνο στα καλιαρντά. Μοιάζει παρεμπίπταμπλυ και με το μποντέος / μπονταίος.

  1. «Η Σαλονίκη είναι καραμποντού, γεμάτη απ' το ερωτικότερο τρεμόζουμο». (Δήλωση του Ηλία Πετρόπουλου για την ερωτική πόλη αποκατέ).

  2. Η καραμποντού θέλει καραμποντού και όλα τα άλλα εγώ τα ακούω βερεσέ. Και καλά κάνει, δηλαδή, δεν το παρεξηγώ καθόλου. [...]
    Το κακό με τις καραμποντούδες, όμως, είναι που είναι και προκλητικές! Με τον πλέον φυσικό τρόπο, σου λένε ότι δήθεν σαβουριάζουν τα πάντα και ότι ποτέ μα ποτέ δεν πήραν στη ζωή τους ούτε μια πρωτεινη. Καλά τώρα… και όλοι εμείς, που έχει σιχαθεί η ψυχή μας το ψητό με τα λαχανικά και πάμε και στα γυμναστήρια, γιατί ντρεπόμαστε να βγούμε στις πλαζ; Που μια φορά πήγα στα βαθιά σε ένα νησί του Αιγαίου κι έκανα τον ξερό και να ‘σου έρχεται μια τουρκική ακταιωρός, κατεβαίνουν κάτι κομμάντα και μου έβαλαν μια σημαία στο κεφάλι! Με είχαν περάσει για βραχονησίδα. Των Ιμίων κόντεψε να γίνει! (Καραμποντούδες ή περί ματαιότητος).

  3. - Καλέ, εκείνη η τσαούσα που έρχεται τις Κυριακές και θέλει μιζ αν πλι η τσουράπω…που τα είχε με εκείνη την καραμποντού από το γυμναστήριο απέναντι.
    - Αααα, τώρα κατάλαβα. Αλλά δεν ήξερα ότι τα είχε με εκείνο το αγλαροτεκνό. (Αποκατέ).

  4. Λατσάβελες καραμποντού στο πρεζαντέ. (Από )

(από Khan, 12/11/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Συγγενικός όρος με την «πουτάνα» αλλά με μία τεράστια διαφορά: Ενώ η «πουτάνα» πάει με ΟΛΟΥΣ, η «καριόλα» πάει με όλους ΕΚΤΟΣ από ΕΣΕΝΑ
Γράφεται και «καργιόλα».

- Το Μαράκι χθες φίλε έκανε ρεκόρ. Πήγε με εμένα, τον Ηλία, τον Σπύρο, τον Κώστα, τον…
- Μόνο εμένα δε μου κάθεται γαμώ!
- Ναι το πουτανί! Περίεργο ε;
- Δεν είναι πουτανί! Καριόλα είναι γαμώωωωωω!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Πρόκειται για βαθμό στην ιεραρχία της πουστροσύνης. Ανήκει στις υψηλές βαθμίδες (από ταξίαρχος και πάνω) και για να αποκτηθεί πρέπει η αδέλφω να έχει περάσει πολλά σχολεία και ειδικότητες, όπως:
Το Σ.Α.Μ. (Σχολείο Αιχμαλώτων Μυκόνου) Το Σ.Τ.Α. (Σχολείο Τσιμπουκιού με Άπνοια) Την Σ.Ε.Α.Α (Σχολή Επιμόρφωσης Ανωτάτου Αδελφάτου) κ.α.

Μετά από το χρίσμα, έχει την εξουσιοδότηση να προσηλυτίζει και να επιμορφώνει άλλες μικροαδελφές που ξεκινάνε τώρα την καριέρα τους και ανήκουν σε υποδιέστερες βαθμίδες, όπως πουστρόνια, ψευδοgay, metrosexual κ.τ.λ.

Ικανή προϋπόθεση για να γίνει κάποιος κουδούνα, είναι να έχει διατελέσει κρυφόπουστας και δη παντρεμένος με παιδιά (προάγεται άμεσα από αρχιπούστρας σε κουδούνα).

Δεν νομίζω ότι χρειάζεται...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Από το αγγλικό mature, η ώριμη γυναίκα.

Καλά ρε, αυτή του γυάλισε;; Αυτός είναι νιάνιαρο ακόμη κι αυτή είναι ματούρι!!

Πούρα maduro (από Vrastaman, 11/02/10)Stefania Sandrelli: Άμα σου κάτσει, απαξίωσέ την! (από HODJAS, 12/02/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Υποκοριστικό φραστικό, ενδεικτικό για γυναίκες. Ένα μουνιδάκι κάνει ένα γυναικάκι δηλαδή. Χρησιμοποιείται από ξεφτιλισμένα ατομάκια που αναφέρονται στο αυτοκίνητό τους ως «Κορολίδι» αν είναι το Corola κλπ κλπ

Έλα ρε Χελά Καβούρι, πότε θα κατέβουμε για κανα ύπουλο καφεδίδι Αγ. Παρασκευή να κοζάρουμε τίποτα μουνιδάκια...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η γυναίκα στα καλιαρντά.

Ο Λάκης προσπαθεί να το γυρίσει και τώρα τα έφτιαξε με μούτζα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία