ομορφοβία, ομορφοβικός

Ορισμός

Η ομορφοβία είναι ο φόβος (έως του σημείου της παθολογικής φοβίας), η αποστροφή ή οι διακρίσεις κατά των ναζωραίων, κομψών ή / και καλοντυμένων ανθρώπων. Τα άτομα που ενεργούν με τέτοιους τρόπους περιγράφονται ως ομορφοβικά.

Αίτια

Έρευνες έχουν δείξει ότι η ομορφοβία μπορεί να προέρχεται από φυλετική επιλογή (βλ. έχει ασχημindie), πολιτική αγκύλωση (βλ. ταγάρω), θρησκευτική προκατάληψη (βλ. χριστιανόφουστα), αισθήματα κοινωνικής ανασφάλειας, ή έλλειψη επαφής με ωραίους. Σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι δυνατόν να παρατηρηθούν φαινόμενα ομοφροβίας προερχόμενα και από τους ίδιους τους ζαγωραίους.

Αναπαραγωγή

Οι ομορφοβικοί κατά κανόνα και εκ πεποιθήσεως ζευγαρώνουν μόνο με σαλούφες (βλ. σαβουρογαμόσαυρος, μπαζοφονιάς).

Ευθυμολογία

Πρόκειται φυσικά για λολοπαίγνιο στην ομοφοβία (το σόλοικο αντιδάνειο του homophobia). Ενίοτε όμως καταγράφεται κι ως λολαδερός ανορθογραφισμός (βλ. παράδειγμα 5).

1.
Και ο έρωτας είναι ομορφοβία: φοβία για την επίδραση της ομορφιάς των άλλων και μαζί η βία της μίας και μόνης ομορφιάς. Η πίστη στην ομορφιά, η ακατάβλητη έλξη για την ομορφιά είναι ό,τι προσπαθεί -άλλοτε μάταια, άλλοτε όχι- να αντισταθεί στον ερωτικό παραλογισμό.

2.
- Δεν μου τη πέφτει. Μάλλον θα είναι ομορφοβικός.

3.
- Δεν μου τη πέφτει. Μάλλον θα είναι ομορφοβική...

4.
- Ομορφοβικός: αυτός που εχθρεύεται τον Βαξεβάνη και τον φθονεί λόγω της αισθητικής του υπεροχής.

5.
- Η Ελλάδα είναι από τις πιο ομορφοβικές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μιας και το 64% των Ελλήνων δηλώνει πως είναι αρκετά διαδεδομένη η δυσμενής μεταχείριση στο εργασιακό περιβάλλον, λόγω των σεξουαλικών προτιμήσεων.

(από σφυρίζων, 04/02/15)"Μεγαλώνοντας μπορεί να γίνεις καλός ή καλύτερος συγγραφέας, αλλά πιο όμορφος άνδρας σίγουρα όχι." (από Khan, 22/02/15)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το μπάζο που καίει μαζούτ, σε ένα super pack υπερπροσφοράς 2 σε 1.

Και για όποιον δεν κατάλαβε: η βραδύπω ψαροκασέλα, η αργοκίνητη μπατάλω, η ανήκουσα στον Κώδικα ξανθιά, η ούτε-με-ξένο-πούτσο χαζομούνα, η τα-ζώα-μου-αργά χλαμούτσα.

Λολοπαίγνιο του εν Φραπέ αδελφός GATZMAN από το δουπού.

  1. - Η Φεβρωνία εθεάθη εις το νυφομπάζαρο, σπεύδω μην με προλάβει έτερος ήρωας...
    - Σπεύσε όμως βραδέως Καυλαγόρα, το μπαζούτ δεν αναμένεται να απομακρυνθεί από το πόστο του any time soon...

2.
ΡΕ ΜΟΥΝΟΣΚΥΛΟ ΑΝΤΕ ΓΑΜΑ ΚΑΝΑ ΠΟΥΤΣΟ ΝΑ ΣΤΑΝΙΑΡΕΙΣ! Η ΚΑΙ ΚΑΜΙΑ ΠΡΟΒΑΤΙΝΑ! [...] ΕΙΣΑΙ ΤΕΛΕΙΩΣ ΜΠΑΖΟΥΤ ΡΕ ΓΥΦΤΟ!! ΑΙΩΝΙΑ ΠΕΜΠΤΟΣ ΘΑ ΕΙΣΑΙ!!ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΡΗ ΕΝΝΟΕΙΤΑΙ!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το πόμολο εσφαλμένα ταύτισε το τραμπάκουλο με το ταράκουλο, με αποτέλεσμα η έκφραση παθαίνω τραμπάκουλο να έχει ψιλοκαθιερωθεί (βλ. εδώ).

Άλλο όμως οι Τουπαμάρος κι άλλο το μουνί της Μάρως. Το βέρο τραμπάκουλο (> Ιταλ. trabàccolo) υπήρξε espèce de αργοκίνητο ιστιοπλοικό που προ αιώνων μετέφερε εμπορεύματα κι επιβάτες στην Αδριατική.

Η πρώτη εκσλάνγευση του όρου αφορούσε σε εύχοντρους και δυσκίνητους ανθρώπες, κυρίως του ασθενούς φύλου, της συνομοταξίας φακλάνα, μαούνα, θωρηκτό Ποτέμκιν.

Δευτερεύουσα σημασία: υπάρχουν αποχρώσες ενδείξεις στην ιστιογραφία ότι το τραμπάκουλο εκφέρεται κι ως συνώνυμο τση καρπαζιάς.

  1. - Το μεγάλο, ογκώδες, άχαρο, κατσιβέλικο αντικείμενο, ιδίως όχημα.
    (Kitty Darling, εδώ)

  2. - ΟΚ, είναι το αργό καράβι και λέγεται επίσης για μια γυναίκα κάποιων κιλών που περπατάει σεινάμενη-κουνάμενη.
    (ΡΤΠ, εδώ)

  3. - Έτσι λοιπόν, την ώρα που ο Αστέρας πάλευε με τα σύγνεφα, μπήκε ο λεγάμενος στο μαγαζάκι, μποτζάροντας δώθε κείθε, σαν τραμπάκουλο σε σοροκάδα.
    (Μ. Καραγάτσης, εδώ)

  4. - Ενα πράμα δμως άπορώ : πώς κρατείς στά λιανά σου τά πόδια, στά καλάμια σου, αυτό τό τραμπάκουλο.
    (Γ. Ξενόπουλος, εδώ)

5.
- θα σου ρίξω ένα τραμπάκουλο

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είμαι γαμαωδέρνουλας (όχι εγώ, η έκφραση το λέει), ο γαμιάς της γειτονιάς κ.τ.ό. Αλλά κυρίως χρησιμοποιείται με ευρύτατη έννοια για κάποιον ή κάτι που είναι πάρα πάρα πολύ καλός σε κάτι, σε ό,τι. Συνήθως λέγεται για αθλητικές ομάδες ή παίκτες, μουσικά συγκροτήματα- άλμπουμ ή τραγούδια, ταινίες, τέτοια πράματα.

  1. Ολο το album γαμάει. Το Dark City γαμάει μανούλες. Αυτή η μελωδία στο 4:40 ΠΟΣΟ ΓΑΜΑΕΙ ΠΙΑ!! Θα την τραγουδάω για πάντα. (Εδώ).

  2. ΤΑ ΚΑWASAKIA ΓΑΜΑΝΕ ΜΑΝΟΥΛΕΣ.... ΕΓΩ ΑΥΤΟ ΞΕΡΩ..... ΤΑ ΥΠΟΛΟΙΠΑ....ΠΕΡΙ ΟΡΕΞΕΩΣ... (Εδώ).

  3. ΤΟ ΜΠΑΤΜΑΝ ΡΗΤΕΡΝ ΟΒ ΔΕ ΝΤΑΡΚ ΝΑΗΤ ΓΑΜΑΕΙ ΜΑΝΕΣ
    ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΤΑΙΝΙΑ ΔΡΑΣΗΣ ΤΟΥ 21ου ΑΙΩΝΑ ΚΑΙ ΟΠΟΙΟΣ ΔΕΝ ΠΑΕΙ ΝΑ ΤΗΝ ΔΕΙ ΣΤΟ ΣΙΝΕΜΑ ΕΙΝΑΙ ΑΔΕΡΦΗ ΚΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΝΑ ΑΡΧΙΣΕΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΣΤΟ ΣΟΥΠΕΡ ΚΑΤΕΡΙΝΑ. (Εδώ).

(από joe909, 21/09/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χρησιμοποιείται ως μη ανδροπρεπής χαιρετισμός, αλλά και ως εκδήλωση θαυμασμού. Συχνά την χρησιμοποιεί κανείς όταν θέλει να μιμηθεί κάποιον gay γιαυτό και η λέξη αυτή είναι άμεσα συνδεδεμένη με τους ομοφυλόφιλους.

- Γιαννάαααααακηηη; Τσουτσουμπρούτζου!

- Τι καλέ αυτός δηλαδή είναι τσουτσουμπρούτζου τελείως;

- Άσε με ρε μαλάκα, εγώ είμαι άντρας, δεν τα μπορώ αυτά τα τσουτσουμπρούτζου.

ΑΜΑΝ (τσουτσουμπρούτσου) (από patsis, 09/09/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραζει, με τους ανάλογους χαρακτηρισμούς βέβαια, τα προσόντα μιας γυναίκας. Εμπνευσμένο από λαϊκο άσμα.

Κώστας: - Δικέ μου, κοίτα κάτι μπαλκόνια που έχει αυτός ο μούναρος!!
Νίκος: - Όντως... Έχει άριστη βυζική κατάσταση...

(από HardcoreGR, 25/03/13)"Έχεις βυζιά, μπαίνεις παντού". Αλλά με λίγη φαντασία μπορεί να διαβαστεί και ως "βυζίκ". (από Khan, 27/01/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λέγεται όταν επί χρήμασι κορασίδες παρατάσσονται με ελλιπή ενδυμασία προκειμένου να τις δει ο πελάτης και αργά ή γρήγορα να επιλέξει.

Μπορεί να συμβεί λ.χ. σε πιάτσες, στο εξωτερικό και σε πραγματικές βιτρίνες (!), σε καναπέδες στριπτιτζάδικου νωρίς, αλλά πλέον κυρίως στο Ίντερνετ. Έχω την εντύπωση ότι η (μη βίρτουαλ) κρεαταγορά αυτή συμβαίνει πολύ λιγότερο στην Ελλάδα σε σύγκριση με το εξωτερικό.

- Χτες πήγα νωρίς στο Μπέιμπι Ωχ και πρόλαβα και την κρεαταγορά πριν βγουν στην γύρα για πουτό-χουρό.

Τα αρνητικά της κρεαταγοράς. (από joe909, 13/09/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το υπερβολικό και ιδιαίτερα προσεγμένο μανικιούρ που ανακαλεί μνήμες μανδαρίνων της αυτοκρατορικής Κίνας, ασφαλώς δεν ταιριάζει σε εργαζόμενη αφού δεν της επιτρέπει να χρησιμοποιεί αποδοτικά τα χέρια της, τουλάχιστον στα περισσότερα επαγγέλματα.

Εξ' ου η απαξιωτική μομφή της έκφρασης που στόχο έχει συνήθως φυγόπονες που την είδαν πολύ μα πολύ Κυρίες και πέραν της εμφάνισής τους δεν ασχολούνται και με πολλά πράγματα, έχοντας μια στάση ζωής που δυστυχώς μεταλαμπαδεύουν στις απογόνους τους. Χαρακτηριστικό είναι πως εκτοξεύεται συχνότατα από άλλες γυναίκες αλλεργικές στο φαινόμενο μπάρμπι που βάζουν τα πράγματα στη θέση τους, χωρίς να κωλύονται από ανδρικά ταμπού ως προς τη συμπεριφορά προς το αδύνατο φύλλο.

Παίρνει ακόμη προσβλητικότερη χροιά όταν απευθύνεται σε άντρες, αφού θίγει τον ανδρισμό τους σε πολλά επίπεδα μια και τόσο η τεμπελιά, όσο κι η φροντίδα της εμφάνισης δεν ταιριάζουν σε αρσενικό με τα όλα του, ακόμη και σήμερα που πολλοί προσπαθούν να επιβάλλουν το βαμμένο νυχάκι σαν αθώα μόδα.

  1. - Πείτε καλύτερα στις κυράδες σας να πιάσουν το σφουγγαρόπανο από το να δίνουν για πλάκα το 50ευρo στην αλβανίδα καθαρίστρια για να μη χαλάσει το μανικιούρ και φεύγει τσάμπα συνάλλαγμα.

  2. - Για τα χιόνια, τοπ επιλογή το δερμάτινο μπουφάν που δεν λερώνει! Τα γάντια που έρχονται με τις κουβέρτες, είναι απαραίτητα σε όσους δεν έχουν χώρο στον θόλο για κανονικό γάντι σαν κι εμένα!
    -Α, εγώ σηκώνω το μανίκι, δεν φοβάμαι μη χαλάσει το μανικιούρ μου και βρωμιστεί ο πήχης μου.

(όλα απ’ το δίχτυ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

«Σκεμπελοσκάμπιλο» ή «σκαμπιλοσκέμπελο», λέξεις σύνθετες εκ των σκαμπίλι + σκεμπές. Είναι το χαστούκι με τον σκεμπέ. Ένα είδος χτυπήματος που μόνο οι ευτραφείς άνθρωποι μπορούν να δώσουν. Λέγεται συνήθως ειρωνικά για τους παχύσαρκους.

Καλύτερα να φύγουμε από εδώ μη μας αστράψει ο χοντρός κανένα σκεμπελοσκάμπιλο!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δείχνω αδερφή, αν και, τύποις τουλάχιστον, δεν είμαι. Κάτι όμως, εκεί στο βλέφαρο μάλλον, προδίδει όλη την αλήθεια -την οποία πιθανόν να αγνοώ και γω ο ίδιος και να χαραμίζομαι σε λάθος στόχους.

Συνώνυμο: πουστοφέρνω - ε, και όλα τα σχετικά με το το πνίγει το κουνέλι.

  1. Τι σκατά, πόσα μούσια να αφήσω για να μην αδερφοφέρνω;

  2. Στις 29.12.10 ο κ. Γιακουμάτος πρώην υπουργός εργασίας επί Ν.Δ δήλωσε στις ειδήσεις των 8 του τηλεοπτικού σταθμού Mega για την παραπάνω αρθρογραφία «Κοιτάχτηκα στον καθρέφτη και δεν μοιάζω με ντιντή και τα μαλάκια μου είναι άσπρα, αφού δεν αδερφοφέρνω ας ψάξουν οι άλλοι να βρουν».

(αμφότερα και τα δύο (sic) από το δίχτυ)

(από stratos98, 17/03/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία