Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Ακολουθώντας το παράδειγμα του Ιησού, θα ήθελα να παραθέσω μία οσοδήποτε μεγάλη ΟΧΙ εξαντλητική λίστα λέξεων για τον πούστη. Προκειμένου να καταγραφούμε στο Record Guiness έχω συμπεριλάβει: 1) Λέξεις με συνθετικό το -πούστης, ακόμη κι αν μπορεί να σημαίνει έναν στρέιτ με «πούστικη» συμπεριφορά. 2) Και μη σλανγκ λέξεις που σημαίνουν τον ομοφυλόφιλο από όλες τις εποχές του ελληνισμού, αρχαία, ρωμαίικη, τουρκοκρατία κτλ.
3) Όλο το φάσμα από τον ύποπτο και μετρό (που δεν είναι εγνωσμένος πούστης) ως και την εγχειρισμένη τρανσέξουαλ.
4) Ο,τιδήποτε έχει υποπέσει στην αντίληψή μου ως λημματογραφημένο στο slang.gr, ακόμη κι αν αποτελεί ακραία τεχνητή λεξιπλασία που δεν είναι ομιλουμένη σλανγκ.
5) Ξένες λέξεις για το πούστη, που έχουν μπει στην σλανγκ μας, και που τις κατανοούμε αμέσως.
Δεν έχω συμπεριλάβει τις γυναίκες λεσβίες.

Το αποτέλεσμα είναι 465 (!) μέχρι στιγμής λέξεις, στις οποίες είμαι σίγουρος ότι θα βρείτε να προσθέσετε πολλές ακόμη.

  1. πούστης
  2. πουστρόνι
  3. πουσταράς
  4. πουστάρα
  5. πουστράκος
  6. γερόπουστας
  7. σκατόπουστας
  8. παλιόπουστας
  9. πουστόγερος
  10. ομοφυλόφιλος
  11. ομορφυλόφιλος
  12. αμφιφυλόφιλος
  13. μπάι
  14. γκέι
  15. τοιούτος
  16. τοιουτιέν
  17. του σωματείου
  18. της συνομοταξίας
  19. αποκλίνων
  20. ανώμαλος
  21. ανωμαλιάρης
  22. ανωμαλάρας
  23. ντιγκιντάγκας, ο
  24. ντιντής
  25. πισωγλέντης
  26. κολομπαράς
  27. γιουσουφάκι
  28. πεοθηλαστής
  29. παρτόλας
  30. τρανσέξουαλ
  31. τράντζα
  32. τραβεστί
  33. μετροσέξουαλ
  34. μετρό
  35. τρανς
  36. εγχειρισμένος
  37. παρενδυσιακός
  38. Συβαρίτης
  39. αρσενοκοίτης
  40. μαλακός
  41. κεκινημένος
  42. κίναιδος
  43. κιναιδουάρδος
  44. σοδομιστής
  45. σοδομίτης
  46. pédé
  47. παιδεραστής
  48. οπισθογαμικός
  49. πλατωνικός/ πλατωνιστής
  50. ευαίσθητος / ευαισθητούλης
  51. με ιδιαιτερότητες
  52. γαμιόλης
  53. φαγκότο
  54. φαγκοτίνος
  55. fag
  56. τρίτο φύλο
  57. τρίτο στεφάνι
  58. τρίτο πρόγραμμα
  59. ανδρόγυνος
  60. ερμαφρόδιτος
  61. θηλυπρεπής
  62. γυναικωτός
  63. φλώρος
  64. χλεχλές
  65. λελές
  66. φλωράτσα
  67. σουσέλ
  68. πιπίλας
  69. Ασλάνης
  70. πουσταριό
  71. πούστρα
  72. πούσταρος
  73. ξεκωλιάρης / ξεκωλιασμένος
  74. ευρύπρωκτος
  75. κωλόφαρδος
  76. ξεφωνημένη/-ος
  77. θηλύγλωττος
  78. τελειωμένος /-η
  79. gay over
  80. πουστανελάς
  81. πουσταρέλι
  82. πούσταρχος
  83. πουστέρι
  84. πούστης κινέζος
  85. πουστιέρα
  86. πουστοκαλαμαράς
  87. πουστρίτσα
  88. πουστωδία
  89. αγριόπουστας
  90. ψωλαρπάχτρας
  91. μπακλαβάς/ back-love-ass
  92. δηλωμένη
  93. κραγμένος/-η
  94. μποτομιέρα
  95. βερς
  96. αδελφή του ελέους
  97. brokeback/ brokeback mountain
  98. bareback
  99. queen
  100. βασίλισσα
  101. raging queen
  102. queer
  103. back-feaster
  104. φτερού
  105. λουλού
  106. αδερφή
  107. αδερφάρα
  108. κακή αδερφή
  109. κακός πούστης
  110. στρίγκλα
  111. αδερφή νοσοκόμα
  112. κουνιστός
  113. κουνίστρα
  114. κουδουνίστρα
  115. κούκλα
  116. λούγκρα
  117. Λουγκρητία
  118. φλωρούμπας
  119. συκιά/συκή
  120. χαϊδοκώλης
  121. μπινές
  122. μπινεδιάρης
  123. φτωχομπινές
  124. αλλαξοκώλης
  125. poutsless
  126. γαμόπουστας
  127. γαμιολόπουστας
  128. λιχνομέσης
  129. πισωγλεντζές
  130. πισωκίνητος
  131. πισωγιομίδης
  132. παππούστης
  133. πουστρίγκος
  134. τσαπερδονοκωλοσφυρίχτρας
  135. κωλοσφυρίχτρας
  136. πιπεροτρίφτης
  137. φούστης
  138. καταπυγών
  139. φούστα-μπλούζα
  140. νάιλον
  141. Μαρίνος
  142. γκαρσονιέρα, garconniere
  143. τσαχπινογαργαλόπουστα
  144. τσαχπινογαργαλιάρης
  145. Συκαρία
  146. πουστάρδα
  147. αδελφίνι
  148. Πουστώ
  149. τραβέλι
  150. πους τις
  151. Οιδίπους τις
  152. καριολόπουστα(ς)
  153. βρωμόπουστα(ς)
  154. κωλομπαράς
  155. παιδέρας
  156. εναλλασσόμενος
  157. εναλλακτικός
  158. ο πους της καθέτου
  159. φιρουλί φιρουλό
  160. σφυριχτρούλα/ης
  161. Μπομπ Σφουγγαράκης
  162. Αχιλλέας από Κάιρο
  163. τσιμπούκια ο τίγρης
  164. πίπες με δόσεις ο Θεοδόσης
  165. πισωκέντης
  166. γκέιλορντ
  167. απεόφοβος
  168. gay pride
  169. gay parade
  170. κουνάμενος λυγάμενος
  171. κουνάμενος σουρνάμενος
  172. πούδρα/ φούστα μπλούζα κι ελαφριά πούδρα
  173. φιρφιρής
  174. τσιχλιμπίχλης
  175. γκλεγκλές
  176. άλλη ομάδα
  177. καμπανόκωλος
  178. ντούρντουλο
  179. φολκσβάγκεν κλούβα
  180. γκέο βαγκέο
  181. γαμιολία
  182. νεράιδος
  183. Χάρρυ Πρώκτερ
  184. φτωχομπινεδιάρης
  185. πανηγυρικός γκέι
  186. γκέι για τα πανηγύρια
  187. stray/ στρέι
  188. αγορίτσι
  189. σκατίπουστα
  190. ύποπτος
  191. γαβαλάκης, ο
  192. φλωρόπουστας
  193. πίπες, τσιμπούκια, γαμήσια, ο Ανάργυρος
  194. πεολειχούδης
  195. τσιμπουκομικρούλης
  196. ΛΟΑΤ
  197. εμ σαμπού εμ κοντισιονέρ
  198. Φουστάνος
  199. Tom Pousti
  200. μητροσεξουαλικός
  201. πεολιχούδης
  202. πεοχειλουδάκη
  203. πεοχειλουδάκι
  204. Χειλουδάκη
  205. κοπέλα τελειωμένη
  206. πουστρόνιο
  207. φρόιλάιν
  208. κρυφόπουστας
  209. ο-γκέι
  210. αρσακειάδα
  211. (οπαδός του) vivere periκωλοsamente
  212. πουστέρω
  213. πουστερίας
  214. χαλαρή σούστα
  215. σκυλόπουστας
  216. αρχιδόπουστας
  217. αδελφάτο
  218. ετερόπουστας
  219. ζαρκαδόπουστα
  220. θρασύπουστας
  221. καβατζόπουστας
  222. λουμπίνα
  223. πουστόνεο
  224. αραχνοΰφαντος
  225. στάκι
  226. τσιγκανόπουστας
  227. καραπουσταριό
  228. τομπαίρνουλας
  229. βε
  230. πούσταπς
  231. μπινταράς
  232. κουρτσουμπανάς
  233. Αναΐς από το Παναής
  234. καταπιόλης
  235. κωλόμπα
  236. κωλόμπο(ς)
  237. cowgay/ καουγκέης
  238. ναζιάρης
  239. γκεϊστάπο
  240. σπερμοδιψής
  241. σουσούμης
  242. πεσίχαρος
  243. πασιχαρής
  244. γκεϊμπέκης
  245. πουστόμωρο
  246. τιτίκα
  247. πετούγια
  248. καψοκώλης
  249. γκεϊλλιτέχνης
  250. αδερφρίκη
  251. εισπρώκτωρ
  252. πουστοστρατός
  253. κακσάκας
  254. cocksucker
  255. κακσάκαρας
  256. σύντεκνος
  257. ενεργοπαθητικός
  258. τοπ
  259. μπότομ
  260. ντιγκέι, ο
  261. ντιγκιντάγκαρ
  262. τζέη
  263. e-gay
  264. πρωκτικάντζα
  265. κωλοβρέχτης
  266. πουτσογλέντης
  267. πουστηρέλα
  268. γερομπινές
  269. (Μαρσέλ) προύστης
  270. λούλα
  271. γκέουλας
  272. [αποσιστωμένη]
  273. Ροζαλία
  274. asinus asinum fricat
  275. οπισθογεμής
  276. Γκέιμπελς
  277. κουνιοτράμπαλη
  278. γκότσης
  279. ξεσκισμένη
  280. φούλα
  281. κυρία
  282. αδερφούλα
  283. ρουμπινές
  284. αρφή
  285. σκαραβαίος
  286. πούστης με αρχίδια
  287. οσκαρόπουστας
  288. πουσταλαζών
  289. ψωλοπερήφανος
  290. πουστροζιγκόλι
  291. πασπαρτού
  292. λυσσάρα
  293. αγριογκέι
  294. πεταχτούλης
  295. πισωκούντης
  296. πισωσκούντης
  297. του συλλόγου
  298. τσιριμπίμ τσιριμπόμ
  299. double-energy man
  300. κωλοτούρης
  301. πασαγαμιόλης
  302. αβροβάτης
  303. αβροβόστρυχος
  304. εδρόστροφος
  305. πυγιστής
  306. λαικαστής
  307. λαϊστέρα
  308. πούστης από κούνια
  309. παλιαδερφή
  310. γλυκούλης
  311. αβρός
  312. αβρότροπος
  313. αβρόφρων
  314. λεκανατζής
  315. ντήζελ
  316. Ριρής
  317. κωλόμπος
  318. τριλειρόπουστας
  319. τριλειρογκέι
  320. πουστοπατέρας
  321. πουστοκοτέτσι
  322. αρχιπαλιόπουστας
  323. ποστόπι, ποστόπα, post-op
  324. φλωρόκουπας
  325. πριόπι, pre-op
  326. εγκλωβισμένος
  327. παλαιόπουστας
  328. τρύπιος
  329. τρυπαντωνάκης
  330. τρυπημένος
  331. άθλιον πουστί
  332. πούστρινγκ
  333. γιαουρτομούνα
  334. C.D., cross-dresser
  335. drag queen
  336. she-male
  337. homo
  338. ροζ τρίγωνο
  339. ουράνιο τόξο
  340. sub
  341. κωλόμουνο
  342. φικιρίκης
  343. βιγκολεβίγκος
  344. ίριδα
  345. σκατόφλωρος
  346. πουτσογλείφτης
  347. γλεντζές
  348. γλέντης
  349. σπερμοσταγής
  350. σπερμοβόρος
  351. σερνικοθήλυκος
  352. ντεμί
  353. κεχαριτωμένος
  354. κουκλεντές
  355. πουσταρίκος
  356. γκεόσταλτος
  357. bear / αρκούδος
  358. πατόφλωρος
  359. πατ ντε φλερ
  360. καράπουστα
  361. βαρβατόπουστας
  362. πουστώνιο
  363. εξάτμιση
  364. χαριτοδιπλωμένος
  365. ρήτωρ Φελλάτιος
  366. στράκι
  367. α πουστεριόρι
  368. σκατίφλωρος
  369. αντιπαθητικόπουστας
  370. ευφράπουστ
  371. Τζουζέπε Λουγκρατόρε
  372. Ουρανία
  373. πούσθης
  374. οπισθιοδρομικός
  375. φιρφιρίκουλας
  376. προϊσταμένη, η
  377. νεραϊδιάρης
  378. σαπουνομαζώχτρα
  379. σκύφτης
  380. φίρμα την ημέρα, τη νύχτα καμαριέρα
  381. Φιφή, η
  382. ντίγκης
  383. πεταλούδα/ πεταλουδίτσα/ πεταλούδα της νύχτας
  384. αρσενοκνίτης
  385. σουβλίτσα
  386. Λωξάντρα
  387. Ρούλης
  388. θείος Μπέρνι
  389. καμούφλω
  390. εμμανουέλος
  391. περάστε κόσμε
  392. αστράφικ/ asstraffic
  393. πεοπαίρνουλας
  394. πισωκούμπουρος
  395. κουνενές
  396. λουκία
  397. κωλοφύρης
  398. πισωλούρης
  399. δεντρογαλιά
  400. λεβεντόκωλος
  401. αμαζόνος
  402. ευκώλος
  403. τσαγιέρα
  404. τετραγωνική ρίζα
  405. ερμής
  406. γαμημένος μαλάκας
  407. πουστομαλάκας, μαλακόπουστας
  408. λιγδοκώλης
  409. κρέμα καραμελέ
  410. τέτοιος
  411. μπαμιάκιας
  412. Νάμουνα Μουνάκι
  413. ρετροσέξουαλ/ ρετρό
  414. butty boy
  415. μπάντζι
  416. γκέινγκστερ
  417. κάστρο κλόουν
  418. κοτοπουλάκι
  419. τσαμπ
  420. κυνηγός μυγών
  421. οιηματοιούτος
  422. θελγεσίπυγος
  423. θελγεσίτρυπος
  424. μοδίστρα
  425. καστράτος
  426. Συγγρουφίξ
  427. ομοσκυλόσκυλος
  428. AC/DC
  429. μπάι μπάι ντάρλινγκ
  430. αμφίβιος
  431. παντός καιρού
  432. Freddie Mercury
  433. οδοντόπουστα
  434. αρκούρδος
  435. αρκουδίτσα
  436. αρκουδοπεταλούδα
  437. φουσκωτόπουστας
  438. φλωρεντία
  439. πάστα φλώρα
  440. στηπού
  441. ξεφτιλομπατιρόπουστας
  442. πουστοσέξουαλ
  443. λόμπας
  444. λο
  445. λομπίσκος
  446. μπισκότο
  447. πετσοπάς
  448. τσολιάς στα υποβρύχια
  449. πισωκολλητός
  450. τρωκτικάντζας
  451. μυοπνίχτης /-χτρα
  452. μπισκοτοτεκνό
  453. παιδοτρίβης
  454. κιοτσέκι
  455. γκρέτα
  456. λουγκρέτα
  457. λουγκρέσκω
  458. λουκρητία
  459. καλιαρντός
  460. μελανζέ
  461. φιλέλληνας
  462. γκέισα
  463. ταραντέλα
  464. Ιβ Σεν Φλωράν
  465. μπάιρον
  466. downtown
  467. ντιστεγκές
  468. γκέτσης
  469. πουστόμαγκας
  470. πουστριλέ
  471. πουστρελέ
  472. πουστλέ
  473. λαχταροψώλης
  474. αλητόπουστας
  475. ανέμη
  476. ανεμόμυλος
  477. πισωβρόντης
  478. γλειψαρχίδας
  479. σερβιτόρος
  480. πρωκτοπενταετηρίς
  481. αβροείμας
  482. αβροκόμας
  483. αβρόπους
  484. αΐτας / αΐτης
  485. ανδροβάτης
  486. ανδροθήλυς
  487. ανδροκοίτης
  488. ανδροκόμος
  489. ανδρολάγνος
  490. ανδρομανής
  491. ανδροπόρνος
  492. αρρητοποιός
  493. αρρητουργός
  494. αρρενομίκτης
  495. αρρενοφθόρος
  496. βάτταλος
  497. γλούτης
  498. γονοπότης
  499. γυναικανήρ
  500. γυναικίας
  501. γυναικόμιμος
  502. γυναικόφωνος
  503. γυναικοφυής
  504. γύνανδρος
  505. γύννις
  506. εθελόπορνος
  507. ημίγυνος
  508. ημιθήλυς
  509. θηλάρσην
  510. θηλυδρίας
  511. θηλυμίτρης
  512. θηλύστολος
  513. θρυπτικός
  514. κατάπρωκτος
  515. καταπυγόσυνος
  516. κέλωρ
  517. κίναδος
  518. κινησίας
  519. κοπραγωγός
  520. χαλκιδεύς
  521. λακαταπυγών
  522. λάστρις
  523. λάσταυρος
  524. μαλακίας
  525. μαλακίων
  526. οπισθοβάτης
  527. οπισθοβατικός
  528. παθικός
  529. παιδίσκος
  530. παιδοκόραξ
  531. παιδομανής
  532. παιδοπίπης
  533. παιδοφιλής
  534. παιδοφθόρος
  535. παρατετλιμένος
  536. πρωκτόσοφος
  537. πυγαίος
  538. πυγαλγής
  539. τσαγερό
  540. πυγοστόλος
  541. σαυκρόπους
  542. σαύλος
  543. σίφνιος / σιφνιαστής
  544. σφίγκτης
  545. φίληβος
  546. φιλομείραξ
  547. φοινικιστής
  548. σουρλουλού
  549. γυναίκα σκέτη
  550. τελειωμένη μέχρι το στρίφωμα
  551. πουρολουμπίνα
  552. κορακοβλαστήμω
  553. ξεκωλιάρα πριγκήπισσα
  554. κλασόπουστας
  555. αδελφή ψυχή
  556. βιρτζινόλουμπα
  557. ταραφόλουμπα / γκραν ταραφόλουμπα
  558. λουμπινίστρα
  559. καραλούμπω
  560. ετρούσκα
  561. κροτάλω
  562. τζαζκαραμπαζού
  563. μούσμουλο
  564. φραγκολουμπίνα
  565. πούιστς
  566. ματζιρόπουστας
  567. αμφιλοχίας
  568. αμφιλόχιος
  569. αμφίλοχος
  570. παούστης
  571. χωνί
  572. τσιγκολελέτα
  573. γουρούνα
  574. σαλιγκαρόπουστας
  575. οπισθοχαρής
  576. λούσυ
  577. τρίπουστας
  578. ωμοσέξουαλ
  579. δαντέλα
  580. θυμιατό
  581. κωλοκουνίστρα
  582. τζίρτζιφλος
  583. λιβανιστήρι
  584. βουλγάρικο θυμιατήρι
  585. δίευρος

Περιττεύει.

(από knasos, 04/06/09)(από Jonas, 12/01/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κείνο που μας τρώει, κείνο που μας σώζει.

  1. Calypso lit dans un mou nid au bord de l'eau.
  2. Chamonix
  3. mea colpa
  4. άβυσσος το μουνί της γυναίκας!
  5. αγαθομούνα
  6. αγαρμπομούνα
  7. αιδοίο το οδοντοφόρο - δαγκανόμουνο - vagina dentata
  8. αιδοιόκυνος
  9. Αιδοίον πέλαγος
  10. αιδοιοφόρο
  11. αιδοιοφόρος ορίζοντας
  12. ακατάσχετη μουνορραγία
  13. άλλο Τουπαμάρος κι άλλο το μουνί της Μάρως
  14. Αμοκάτσι ... Αμουνίκε ... Ρουφάι
  15. ανάγκη πού'χει η Μάρω, πού 'ν' το μουνί της μαύρο
  16. αναμουνή
  17. αναρχομούνι
  18. αντρικό μουνί
  19. άπατα
  20. Από τον κώλο στο μουνί, δυό δάχτυλα και κάτι τι.
  21. από φωνή... μουνάρα!
  22. αραχνομούνα
  23. αρχιμύδεια
  24. αρχοντομούνα
  25. αχλαδομουνοπατσαβούρα
  26. βρακί αυτοκινήτου - εσώρουχο με τρύπα
  27. βρήκαμε μουνί, το θέλουμε και ξυρισμένο
  28. βρωμομούνα
  29. γαμώ το μουνί που σε πέταγε
  30. γαμώ το μουνί της Εύας
  31. γαμώ το μουνί της Καλιρρόης
  32. γαμώ το μουνί της οικογένειάς του!
  33. γατάκι
  34. γκαστρωμένο μου μουνί, του πούτσου μου μεζές
  35. γκόμενα με αρχίδια
  36. γλειφομούνι
  37. γλωσσίδι
  38. δαγκωτό
  39. εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί ξυρίζεται
  40. εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί χτενίζεται
  41. έλα μουνί στον τόπο σου
  42. εμού του αιδοίου
  43. επική μουνάρα
  44. έχει να δεί μουνί από βάφτιση
  45. έχει πήξει το μουνί μας
  46. έχει πιξελιάσει το μουνί μας!
  47. ζαχαρομούνα
  48. Η λάρα, η νάρα και το καυτό συναπάντημα
  49. η ωραία μέρα του μήνα
  50. θεομουνία
  51. θεόμουνο
  52. θρυλική μουνάρα
  53. καβλομούνα
  54. και οι παντρεμένες έχουν μουνί
  55. κάλπη
  56. καμένο ντουί
  57. καμηλό
  58. κι άμα γεράσει το μουνί, η τρύπα δεν εφράζει, μα της ψωλής τα γηρατειά είναι πικρό μαράζι
  59. κλαμμένο μουνί
  60. κλαψομούνα
  61. κουτί
  62. λεβεντομούνα
  63. λιβαδομούνι, φυλάω
  64. μαδομούνι
  65. μαλλιαρομούνα
  66. Μανάρα
  67. μαυρομούνα
  68. με υπομονή κι επιμονή, ο κώλος γίνεται μουνί
  69. μύδι
  70. μι εις τη νιοστή
  71. μινέτο
  72. -μούνα, -γκόμενα
  73. μουνάθροιση
  74. μουνάκιας
  75. μουνάντερο
  76. μουνάρα
  77. μουναρδέλι
  78. μουνάρχιδο
  79. μουνάτο
  80. μουνί απ' τα Καλάβρυτα
  81. μουνί καλλιγραφία
  82. μουνί καπέλο
  83. μουνί κλαμένο
  84. μουνί με ρύζι
  85. μουνί της λάσπης και του αγρού
  86. μουνί τραγιάσκα
  87. μουνί τσοκολάτα
  88. μουνιδάκι
  89. μουνίκακας
  90. μουνίλα
  91. Μουνιόθ
  92. Μουνιόθ Καπέλο
  93. μουνιού, του
  94. μουνισμός
  95. Μουνίτις, Πέδρο
  96. μουνίτσα
  97. μουνοβατερλώ
  98. μουνόγαλα
  99. μουνοείλωτας
  100. μουνόλυσσα
  101. μουνομάχος
  102. μουνοπλαγιά
  103. μουνοπλακέτα
  104. μουνοπλημμύρα
  105. μούνος
  106. μουνόσκυλο
  107. μουνότριχα
  108. μουνοτρύπανο
  109. μουνούχω / ευνουχομούνα / μύδουσα
  110. μουνόχειλο
  111. μούνστορμ
  112. μουνώνας
  113. μουτζό
  114. μούτι
  115. μπαγαποντοξούρα
  116. μπαγαποντοπλαστική
  117. μπαργομούνα
  118. μπερδεψομουνιά
  119. μπικίνι
  120. μπουζουκομούνι
  121. μπροστομούνα
  122. μύδι
  123. νάρα
  124. νιμού
  125. ξανθό μουνί, τρελό γαμήσι
  126. ξεκωλόμουνο
  127. ξεμουνιάζω
  128. ξινομούνα
  129. ξινομουνίαση
  130. ο κώλος είναι το μουνί του μέλλοντος
  131. οδοντογλειφίδα
  132. παλιομούνι
  133. παρακαλετό μουνί, ξινό γαμήσι
  134. πες μου πότε έχεις περίοδο, να 'ρθω να μεταλάβω
  135. πηγαδομούνα
  136. πηγάδω
  137. πήρε άδεια το μουνί να παίξει πασαβιόλα
  138. πιάνω αράχνες
  139. πινελάκι
  140. πινέλο
  141. πλακομούνα
  142. πλακομούνι
  143. πολλά μουνιά τριγύρω μας, στον πούτσο μας κανένα
  144. πουνάνι
  145. πουτόπιστος
  146. πουτσοπαγίδα
  147. πούττος
  148. πυξλαμούν
  149. ραδίκι σγουρό
  150. σάντομουνιτς
  151. σεισμομούνα
  152. σίστος / σσιήστοςσισυφομούνα
  153. σκαντζόχοιρος
  154. σκεφτόμουνα
  155. σπαθί
  156. στο μουνί μου το ιδιότροπο
  157. στρειδομούνα
  158. τεστ ντράιβ
  159. την έγλειφα και άπλυτη
  160. της έδωσα το μουνί στο φουαγιέ
  161. της θειάς σου το μπουγαδοκόφινο
  162. τι να πει κανείς για το μουνί της αλληνής;
  163. το μουνί και το πριόνι, όποιος δεν τα ξέρει ιδρώνει
  164. το μουνί και το χταπόδι όσο το χτυπάς απλώνει
  165. το μούνι πηγάδι, της έκανα
  166. το μουνί σέρνει καράβι
  167. το μουνί στο πιάτο
  168. το μουνί της Χάιδως
  169. το μουνί το δίφορο, παίρνει τον κατήφορο.
  170. το μουνί το λένε βιόλα και τον πούτσο πασαβιόλα
  171. το μουνί το λένε Γιώτα και τον πούτσο Παναγιώτα
  172. του μουνιού το πανηγύρι
  173. Τουβλομούνα
  174. τούνελ
  175. τρε μουνι
  176. τριφασικό μουνί
  177. τρύπα
  178. βγάζω το φίδι από την τρύπα
  179. τρώω το μύδι με το τσόφλι
  180. φαρμακομούνα
  181. φλίτσι-φλίτσι
  182. χαζομούνα
  183. χαυνομούνης
  184. χοάνη
  185. χωρίστρα
  186. ψωλότσεπη
  187. ωδείο

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

…το Χριστό (μου, σου, του, σας, τους) ή/και την Παναγία (μου, σου, του, σας, τους):

Προσοχή, ακολουθεί σεντονάρα, διαβάζετε υπ΄ ευθύνη σας:

Με αρετή και τόλμη, (που θέλει η ελευθερία), χωρίς φόβο και πάθος, έφτασε η ώρα για τον γενναίο λημματογράφο, σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος, να αναμετρηθεί με την ποιητικότατη, (ίσως την ποιητικότερη όλων), φράση αυτή και τα τεράστια υπαρξιακά - ανθρωπολογικά ερωτήματα που γεννά, σε φάση Δον Κιχώτης που επιτίθεται στους ανεμόμυλους.

Απαραίτητες προκαταρκτικές παρατηρήσεις :

1) Πρώτο κλειδί για το ξεκλείδωμα του μυστηρίου είναι η συντακτική ανάλυση της πρότασης, που έχει ως εξής :

α) Ένα γνωστό μεταβατικό ρήμα : γαμάω.

β) Αντικείμενο του ρήματος: ο Χριστός ή/και η Παναγία

γ) Μία προσωπική κτητική αντωνυμία (-μου, -σου, -του, -σας, -τους, ποτέ -μας, αφού, όπως θα δούμε, βρισκόμαστε στο βασίλειο της απόλυτης ατομικότητας και δεν χωρούν εδώ συλλογικότητες παντός είδους). Η αντωνυμία ορίζει σε ποιόν ανήκει το αντικείμενο, δηλαδή ο Χριστός και η Παναγία. Η χρήση της αντωνυμίας είναι προαιρετική, αφού η φράση συναντάται και χωρίς αυτήν.

2) Δεύτερο κλειδί για την κατανόηση της φράσης είναι η μορφή που λαμβάνει η εξύβριση των θείων σε άλλες γλώσσες. Ενδεικτικά και μόνον :

Αγγλικά : Υπάρχει το Holy shit, αγαπημένη έκφραση του Μπουκόβσκι, που ο Τέος Ρόμβος μεταφράζει ως “θεία σκατά”.

Ιταλικά : porco Dio, porco Cristo, Dio maiale, και το χειρότερο όλων, porca la Donna, δηλαδή παραλληλισμός των θείων προσώπων με γουρούνι και χοίρο.

Ισπανικά : me cago en Dios, me cago en Cristo, me cago en copon (δισκοπότηρο), me cago en la ostia (η όστια), και το χειρότερο όλων, me cago en la Virgen, δηλαδή οι φίλοι μας οι Ισπανοί, για λόγους που αυτοί ξέρουν, δεν γαμούν, αλλά χέζουν τα θεία.

Εισαγωγικό συμπέρασμα : Η εξύβριση των θείων με την άνω συντακτική μορφή που απαντάται στην ελληνική, δηλαδή το συγκεκριμένο ρήμα, το συγκεκριμένο αντικείμενο/α + (προαιρετική) προσωπική αντωνυμία, δεν απαντάται, τουλάχιστον στις άνω γλώσσες.

3) Η φράση αυτή λέγεται από κάποιον υβριστή σε κάποιον υβριζόμενο και θεωρείται από τις χειρότερες βρισιές που μπορούν να ειπωθούν στα ελληνικά. Η ένταση της στιγμής είναι μεγάλη, η ατμόσφαιρα βαριά και ασήκωτη. Δεν είναι από τις βρισιές που λέγονται για πλάκα. Κυριαρχεί και ξεχειλίζει το μέγα πάθος. Τόσο βαριά είναι η βρισιά, ώστε θεωρείται μεγάλη ύβρις (βλασφημία, αμαρτία) ακόμα και από τον ίδιο τον υβριστή, και για αυτό το λόγο έχουν εφευρεθεί και οι γνωστές παραλλαγές που βοηθούν τον υβριστή να παρακάμψει την αμαρτία που διαπράττει με το να σκεφθεί και μόνον την φράση. Βλ. γαμώ την Παναχαϊκή μου, γαμώ την πανακόλα, το χριστόφορο κολόμβο, κ.λπ. Οι ανώδυνες αυτές παραλλαγές δεν μας αφορούν εδώ. Μας αφορά μόνον η φράση όπως ακούγεται στην πληρότητά της, (ρήμα + αντικείμενο + αντωνυμία).

Όποτε λοιπόν ακούμε την φράση πλήρη, ένα καμπανάκι συναγερμού χτυπάει, ο Ρουβίκωνας είναι πια πίσω μας, τα σύνορα έχουν παραβιαστεί, γνωρίζουμε ότι μπαίνουμε στην περιοχή του αληθινού πάθους, του αληθινού θυμού, της αληθινής απόγνωσης, της αληθινής άσκησης εξουσίας από άνθρωπο σε άνθρωπο, (η λεκτική βία όταν είναι πηγαία και αληθινή είναι από τις πιο έντονες και σπαρακτικές μορφές άσκησης εξουσίας, δείτε π.χ. τις ταινίες του Οικονομίδη), των αληθινών ανθρώπινων συναισθημάτων.

Είναι αδιάφορο εάν τα συναισθήματα είναι θετικά ή αρνητικά, μικροπρεπή και ταπεινά ή μεγαλόπνοα, σημασία έχει ότι είναι αφενός αληθινά, αφεδύο ανθρώπινα. Άλλωστε «τίποτα το ανθρώπινο δεν μου είναι ξένο». Ο υβριστής είναι άνθρωπος με πάθη και παθήματα, και την στιγμή που εκστομίζει την φράση, τον πνίγει το υποκειμενικό του δίκαιο, (εννοείται ότι αντικειμενικά μπορεί να έχει, και συνήθως έχει, άδικο), τα πάθη του ξεπερνούν τα όρια, δεν γνωρίζει αυτός από φτιασίδια, προφάσεις και καθωσπρεπισμούς, γκρεμίζει τις συμβάσεις και επικεντρώνεται στην ουσία, που στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη προσβολή του υβριζόμενου, μέχρι εκμηδενισμού του, αν είναι δυνατόν. Μυρίζει ανθρωπίλα ένα γύρω, δεν είναι ευχάριστο.

Το ίδιο συμβαίνει και όταν, ο υβριστής και υβριζόμενος ταυτίζονται στο ίδιο πρόσωπο. Εδώ ο υβριστής θυμωμένος αυτοοικτίρεται και αυτοεκμηδενίζεται, κυριαρχημένος από το συναίσθημα της ιερής αγανάκτησης και συνειδητοποιώντας την ανθρώπινη αδυναμία του, (βλ. 2ο παράδειγμα), χρησιμοποιεί την προσωπική αντωνυμία στο πρώτο ενικό πρόσωπο, – μου.

Μπαίνουμε λοιπόν στην περιοχή της απόλυτα επικίνδυνης πραγματικότητας. Στην αληθινή αλήθεια της αλήθειας που έλεγε και ο Σκαρίμπας. Από εδώ και πέρα, enter at your own risk. Δεν είναι τυχαίο ότι η πλήρης φράση ακούγεται συχνά από ανθρώπους της δουλειάς, κυρίως χειρώνακτες, π.χ. από μάστορες προς νέους μαθητευόμενους για ένα λάθος τους, ή πάνω σε μία δύσκολη και έντονη στιγμή της εργασίας, όπου η αμείλικτη πραγματικότητα έχει το πάνω χέρι και δεν δίνει λογαριασμό σε κανένα. Οι σπουδαγμένοι, οι πολιτισμένοι και οι καθωσπρέπει, θα την αποφύγουν πάση θυσία, έστω και με τις άνω παραλλαγές. Θέλει πρωτογονισμό για να το πεις αυτό το πράγμα, πόσο μάλλον να το λες και να το πιστεύεις. Δεν θα το ακούσεις από χείλη φλώρου, και αν το ακούσεις, δεν θα σε πείσει.

Και ας μπούμε επιτέλους στο ζουμί. Τι εννοεί ο ποιητής, συγγνώμη, ο υβριστής;;;

α) Ο υβριστής (λέει ότι) γαμεί.

Ναι, αλλά τι είναι το γαμήσι, τουλάχιστον στην συγκεκριμένη περίπτωση;

Το γαμήσι είναι η επικοινωνία με τα βαθύτερα ένστικτά μας, η κραυγή του ζώου, η επιβεβαίωση ότι ο άνθρωπος είναι ένα υπέροχο και συνάμα ρυπαρό ζωώδες πλάσμα, (ρυπαρό γι΄αυτό υπέροχο), η επιβεβαίωση της ανθρώπινης ουσίας μας, η οποία βέβαια πάει πακέτο με την θνητότητά μας, (όλοι θα πεθάνουμε αδέρφια, γι΄ αυτό γαμάτε, γιατί χανόμαστε). Να γιατί κατά τη διάρκεια, αλλά και για λίγο μετά από κάθε γαμήσι, για λίγο πιο ανάλαφροι, για λίγο πιο χαρούμενοι, ιδρωμένοι, πασαλειμμένοι, λερωμένοι από τα σωματικά μας υγρά και τις εκκρίσεις, αισθανόμαστε λίγο πιο άνθρωποι, ή αλλιώς, το ίδιο κάνει, αισθανόμαστε έστω για λίγο θεοί, πάει να πει έστω και για λίγο αθάνατοι !!!.

β) Τι (λέει ότι) γαμεί ο υβριστής ;;;;

Ο υβριστής γαμεί και αναπόφευκτα λερώνει αυτό που η ανθρώπινη σύμβαση που λέγεται θρησκεία (εδώ χριστιανισμός, ορθοδοξία), καθορίζει ως το πιο αμόλυντο, το πιο άχραντο, το πιο σεπτό, το πιο ιερό, το πιο σεβαστό, το πιο ανέγγιχτο, το άμωμο, το πιο πνευματικό, πνευματώδες και άυλο, εν τέλει το πιο μη ανθρώπινο ον που μπορεί ποτέ να υπάρξει, δηλαδή το Χριστό ή/και την Παναγία.

Άρα ο υβριστής μέσα από το πάθος και την ένταση της στιγμής, φέρνει το θείο στα ανθρώπινα δικά του μέτρα, ο υβριστής άνθρωπος θεώνεται, ενώ το θεϊκό υπέρτατο και άυλο αντικείμενο, (ο Χριστός ή/και η Παναγία) εξανθρωπίζεται. Όλα αυτά με τρεις λέξεις. Αν δεν είναι ποίηση αυτό, τι είναι;;

Εδώ μπαίνουμε στην ουσία της ελληνικής σλανγκικής ιδιαιτερότητας. Το γεγονός ότι η εξύβριση των θείων έχει αυτή την μορφή στην Ελλάδα, δεν μπορεί παρά να με οδηγήσει συνειρμικά σε μία μακρινή εποχή, όπου η θρησκεία, (όχι θεϊκό, αλλά πάντα ανθρώπινο δημιούργημα, μην το ξεχνάμε), μιλούσε για τσαχπίνηδες θεούς και θεές, που λιάζονταν τεμπέλικα, κόβοντας από ψηλά την κίνηση (σημαντικός ο ήλιος για να φτιαχτεί η όλη κατάσταση).

Εάν λοιπόν κόζαραν κανένα θνητό κομμάτι τούμπανο, δεν δίσταζαν να κατέβουν στα χαμηλά και να ζήσουν από κοντά την περιπέτεια του έρωτος, να μοιραστούν έστω και για λίγο την χαρούμενη αλλά και αναπόφευκτη μοίρα της θνητότητας και να εξανθρωπιστούν γαμώντας ή/και γαμούμενοι/ες.

γ) Και ποιο το νόημα της προσωπικής κτητικής αντωνυμίας;

Η αντωνυμία επιβεβαιώνει και κλειδώνει όλα τα παραπάνω. Η χρήση της σημαίνει ότι κάθε άνθρωπος έχει τον δικό του ατομικό θεό (Χριστό, Παναγία, γουατέβερ), το δικό του προσωπικό υπέρτατο και άχραντο πνευματικό άυλο ον. Η διαφορά είναι ότι εδώ το υπέρτατο ον ανήκει αποκλειστικά και ad hoc στον υβριζόμενο.

Δηλαδή πάει να πει ότι δεν πρόκειται γενικά για τον θεό όλων των ανθρώπων, είναι συγκεκριμένα ο συγκεκριμένος αποκλειστικός θεός του υβριζομένου. Και εδώ λοιπόν έχουμε μία σημαντική ιδιαιτερότητα, δηλαδή έναν ολόκληρο αθάνατο θεό μόνον για την δική μας την θνητή πάρτη, για ατομική χρήση. Για αυτό είπα παραπάνω ότι βρισκόμαστε στο βασίλειο της απόλυτης ατομικότητας.

Μην ξεχνάμε, ξαναλέμε, την πολύ συχνή ταύτιση υβριστή και υβριζόμενου στο ίδιο πρόσωπο, όταν χρησιμοποιείται το πρώτο πρόσωπο της προσωπικής αντωνυμίας - μου, όπου είναι πλέον φανερή η ύπαρξη του ατομικού θεού, μόνο για πάρτη μας, για ατομική χρήση, έναν θεό που δεν διστάζουμε να (λέμε ότι) τον γαμάμε, πάνω στα νεύρα μας.

Ο υβριστής λοιπόν, πάνω στην ένταση της στιγμής, δεν κωλώνει να κατεβάσει κάτω το αποκλειστικό υπέρτατο θεϊκό ον του υβριζόμενου, (ή και του εαυτού του), από τα ψηλά που βρίσκεται και να το εξανθρωπίσει, κατά την έννοια που πιο πάνω αναλύσαμε. Ένα είδος βίαιης αποκαθήλωσης που οδηγεί στον εξανθρωπισμό του θείου. Η σχεδόν βάρβαρη και βίαιη λεκτική αντίθεση που δημιουργείται από την άμεση αντιπαράθεση μέσα στην ίδια φράση των εννοιών: α) του ιερότατου, πάνσεπτου και άυλου όντος, και β) της αδυσώπητης εξανθρώπισης του όντος αυτού, δια του γαμησιού, οδηγεί στην επίτευξη του αρχικού στόχου, δηλαδή την λεκτική εκμηδένιση του υβριζόμενου και στην δημιουργία μεγάλης έντασης και υπερβολής, ή αλλιώς ποίησης.

Υπενθυμίζεται ότι η εξύβριση των θείων τιμωρείται από τα άρθρα 198 και 199 του ελληνικού ποινικού κώδικα, με φυλάκιση τριών μηνών μέχρι δύο ετών.

  1. «Κρίμας το κορίτσι» λένε το κεφάλι τους κουνάν τάχατες για μένα κλαίνε δε μ΄ απαρατάν !

Βρε παιδιά προσέξετέ με
κόβω κι απ΄ τις δυο μεριές
το πρωί που δε μιλιέμαι βρίζω Παναγιές

και το βράδυ όπου κυλιέμαι
στα γρασίδια καθενού λες και κονταροχτυπιέμαι ντρούγκου-ντρούγκου-ντρου

Τη χαρά δεν τη γνωρίζω και τη λύπη την πατώ Σαν τον άγγελο γυρίζω πάνω απ΄ τον γκρεμό.

(Οδυσσέας Ελύτης, Μαρία Νεφέλη).

  1. Και ΄γω σ΄ αγαπώ, γαμώ το Χριστό μου Και ΄γω σ΄ αγαπώ, γαμώ το Χριστό.

(Τζίμης Πανούσης, Ερωτικό).

Βλ. σχετικά χριστοπαναγίες, Χριστοπαναγίδια, γαμοσταυρίδι, καντήλι

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η λέξη ανωμαλιάρης αποτελεί ευθεία μετάφραση του αγγλικού όρου kinky.

Παράγεται από τη λέξη ανώμαλος [στερητικό «α» και το επίθετο ομαλός] και περιγράφει το άτομο που αρέσκεται να εφαρμόζει ή να παρακολουθεί ερωτικές σκηνές, οι οποίες παρεκκλίνουν του κανονικού - φυσιολογικού.

  1. Διάλογος ανωμαλιάρηδων:

- Ξέρει κανείς που θα βρω την σκηνή από την ταινία «Μη αναστρέψιμος» που την βιάζουν;
- Το ψάχνω αλλά δεν το βρίσκω γαμώτο. Και είναι γαμάτη σκηνή, ειδικά αν είσαι ανωμαλιάρης όπως εγώ.

  1. Διαδικτυακό σχόλιο:

Ήταν όμως η πρώτη φορά που μου άρεσε κάτι που έγραψα σ' αυτό το μπλογκ (στο παλιό μπλογκ μου άρεσα πάρα πολύ και επειδή δεν άντεχα άλλη αυταρέσκεια το κατέβασα να μην το βλέπω). Αλλά θα μου πεις κ εσύ τη βρίσκεις με ακούσματα lo fi...καλός ανωμαλιάρης και του λόγου σου.

(από Khan, 28/12/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο φρικαλέος οχετός εμετικών χυδαιοτήτων που ακολουθεί αλιεύθηκε σε αυτόματο τηλεφωνητή. Διαβάζετε με δική σας ευθύνη, καθώς είναι σαφές ότι ο αποστολέας του μηνύματος δεν παίρνει αιχμαλώτους, οι δε τραυματίες...... Από τα συμφραζόμενα πιθανολογείται βάσιμα ότι η μάλλον έντονη αυτή αντιπαράθεση προέκυψε λόγω μιας διαφιλονικούμενης θέσης στάθμευσης.

(Ζητώ συγγνώμη για την καταγραφή).

Ρε ξεφτιλισμένο μουνόπανο ρε γαμημένο αρχίδι ξεκωλιάρη σε μένα ρε πήγες να πουλήσεις μούρη γαμώ τον χριστό σου κάτι γαμιόλες σαν και τα μούτρα σου τις έχω για τον πούτσο μου ρε καριολόπουστα εμένα ρε θα μου πιάσεις τον κώλο ρε σκατίφλωρα γαμώ το μουνί που σε πέταγε ρε καραπούσταρε να πεις και στη γκαργιόλα σου να ρθει να την ξεκωλιάσω την παλιοχαμούρα και σένα ρε πούστη θα σου κάνω τον πάτο να χωράει τριαξονικό ρε μπινέ θα βλαστημήσεις την ώρα που βγήκες από το μουνί της τσιμπουκλούς της μάνας σου ρε πουτσογλείφτη που έχεις φραπεδιάσει όλο το Αιγάλεω ρε ξεσκισμένε που ανοίγεις την κωλοτρυπίδα που έχεις για στόμα και τρέχουνε τα φλόκια ποτάμι φέρε και τον μαλάκα τον ξάδερφό σου τον σφίχτη τον γαμιά σου να του πω κι αυτουνού για το μουνί της παναγίας του πισωγλέντη έτσι και ξαναφήσεις το μπρίκι σου κάτω απ' το δέντρο θα στο βάλω στο γκώλο ρε μουνί να πάρεις τη χαλαμαντάρα σου και να την παρκάρεις στη σούφρα της αδερφής σου της μπαζόλας ρε μαλακισμένο άντε τίναξε το γκώλο σου να πέσουν οι καπότες δεν έσκασα πενήντα χιλιάρικα για τη τζιπούρα για να χω το παπάρι σου να μου πιάνει τη σκιά θα σε γαμήσω με συρματόβουρτσα ρε μαλάκα σκατά να φας μωρή πουτσοκαθίστρα λούγκρα θα φέρω τα κολλητάρια μου από τη χρυσαυγή να σου το κάνουνε το μπουρδέλο σου ίσωμα και να σου δώσουνε το κωλάντερο στο χέρι άμα ξαναφήσεις σημείωμα στο μπαμπρίζ ή ξαναπλησιάσεις τ' αμάξι μου θα φας ψωλιά διαπλανητική ρε βρομόμουνο σκατοκουράδα κωλογαμημ (τέλος διαθέσιμου χρόνου ηχογράφησης).

(Καριολίκια είναι οι βρισιές).

  1. «Εχω κάνει και φυλακή, κύριε Παπαδάκη μου, και τέτοια καριολίκια δεν τα έχω ακούσει, τι λέτε τώρα...» Απαράδεκτος

  2. [...]ερχόταν και αντικανονικά ο παπάρας [...] Ενιωθα το μηχανάκι να γλυστράει...άφηνα τα φρένα για λίγο για να ξεμπλοκάρει ο τροχός...και το έσωσα...Μετά από τα καριολίκια που του έσουρα...Προσπάθησα να ηρεμήσω λίγο...και χαρβαλόστομος

  3. Μου ήρθε να αρχίσω τα καριολίκια αλλά δε θα βγαινε και τίποτα αλητάμπουρας.

Θεϊκοί Υπότιτλοι #1 ("Orange is the New Black") (από Galadriel, 05/07/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η γυναίκα που ρουφιανεύει... Η πιπατζού, αυτή που παίρνει πίπες αβέρτα κουβέρτα...

Χρησιμοποιείται συχνότατα για να αποκαλέσουμε κάποια πιπατζού χωρίς να γίνει αντιληπτό από την ίδια... Την βρίζεις και νομίζει ότι την αποκάλεσες με ένα επίθετο λάιτ ή κάτι συνηθισμένο... Και ακόμα και αν κάποιος βρεθεί να της εξηγήσει την αλήθεια, δεν γίνεται πιστευτός! (από προσωπική εμπειρία).

Έτσι λοιπόν, χρησιμοποιείστε το ευρύτατα χωρίς να σας παίρνουν χαμπάρι, λέγοντας, σε περίπτωση που ζητήσουν εξηγήσεις, πως εννοείτε ότι πίνει πολύ (ποτό, νερό κλπ), ή ότι σας ρουφιάνεψε στην φιλενάδα της ή σε φίλο σας (για κάποιο ψευτοπράγμα για να μην δείχνει σοβαρό...), αλλά στην ουσία της λέτε κατάμουτρα πως παίρνει πίπες αβερταστάν και έτσι βγαίνει κανείς λάδι και το ξαναλέει όποτε και όσες φορές γουστάρει!!!

  1. - Μωρή ρουφιάνα Μαίρη, πώς είσαι;
    - Εεε, όχι και ρουφιάνα !
    - Πίνεις τόσο νερό που μόνο μια ρουφιάνα μπορεί...
    - Ααα, καλά τότε...

  2. Όπως ερχόμουν βγαίνει η ρουφιάνα και με ρωτάει για τη γυναίκα μου, ενώ βλέπει ότι είμαι με έτερο μανούλι!

  3. - Ποια από εσάς είναι ρουφιάνα;
    - Ποια, ποια;;;;;
    - Η Ελένη !
    - Μα πώς με αποκαλείς έτσι;;;!!!
    - Εσύ δεν είπες τον Τάκη ότι πήγα με τον Μανώλη για ουζάκι;!!
    - Ε, ναι...
    - Είσαι ρουφιάνα !!

Peter Rufai (από Vrastaman, 07/04/10)παρε ναχεις πούτσαρς (από ο αυτοκτονημενος, 07/04/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο υστερών ως προς το μέγεθος πέους.

Συνώνυμα: μικροτσούτσουνος, μπάμιας, μικροπούλης, μικρός και τριανταφυλλένιος ή Πέτρος Φιλιππίδης. Το αντίθετο είναι ο ένας και μοναδικός Δάσκαλος, ο Γκουσγκούνης ο Μέγας.

- Τάκη, για την Ελένη τά 'μαθες;
- Τι έγινε;
- Άρχισε να βγαίνει με το Νίκο. Εγώ λέω την κανονίζει.
- Όχι ρε πούστη μου. Και πριν από μια βδομάδα την είχα γαμήσει. Και τώρα μ΄ έφτυσε γι΄ αυτόν τον μικροψώλη;
- Γυναίκα φίλε μου, πουτάνα δηλαδή.
- Όχι πουτάνα ρε φιλάρα. Καριόλα είναι!

Δες και -ψώλης.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση επιτατική της σημασίας της σεξουαλικής ορμής ή της οργής αυτού που μιλάει, κάτι σαν μονάδα μέτρησης του τιμωρητικού ή του επιμορφωτικού σεξ που αρμόζει στην περίσταση, λέμε τώρα. Ότι και καλά παίρνεις ανάποδες και σού 'ρχεται να γαμήσεις κάποιον για να τον τιμωρήσεις ή «για να μάθει», π.χ., για γκόμενα, να στρώσει και να μην κυκλοφορεί τόσο γκάβλα έξω και σε κολάζει ή, για άντρα, να συμπεριφέρεται καλύτερα γιατί γάμησες εσύ τέτοια τσογλάνια και θα του κόψεις τ' αρχίδια και θα του τα δώσεις να τα φάει. Σκληρός.

Γίνεται ευδιάκριτη, κύριε Πρόεδρε, Σεβασμιώτατε, σύντροφε Κομισάριε και αχαρτογράφητοι φίλοι μας, η φαλλοκρατική εσάνς του λήμματος, διότι, άλλωστε, η φαλλοκρατία είναι ο νέος ρατσισμός στο μέτρο και το βαθμό που το ροζ είναι το νέο μπλε. Δώσε πόνο.

Με επήρεια από το «ένα χέρι ξύλο» ή δανεισμένο από το λεξιλόγιο της μαστοράντζας, συνήθως το ρίχνουμε ή το περνάμε, όπως περνάμε ένα-δυο χέρια μπογιά.

Δεν το έχω ακούσει να λέγεται «μπούτσο», αλλά «πούτσο», ακόμα και στη Βόρεια Ελλάδα, ακόμα και στην περίπτωση που τονίζεται το αρχικό σύμφωνο.

Η τυχόν κυριολεκτική εφαρμογή του χεριού θέλει προσοχή διότι τα εργατικά ατυχήματα καραδοκούν.

  1. Από εδώ:

Κάθε μπαλκόνι και μια αποσύνθεση του γούστου της οικοδέσποινας.Η ταμπέλα στην είσοδο της πολυκατοικίας λείπει «Ο Ρ Ε Ν» να αναβοσβήνει παρακαλώ, να έρθει ο νταλικέρης, ο μετανάστης, ο εργάτης να την περάσουν ένα χέρι πούτσο.

  1. Από εδώ:

ena xeri ... poutso tha exoun faei apo ton efraim gia na pigenoun kai na zhtokravgazoun ekei

  1. Από εδώ:

ama se paroume oloi 8a psifisoume alla tora pou se perasane oi arapides 2 xeria poutso asto kalitera

  1. Από εδώ:

Φαίνεται οτι δεν φάγατε το βρωμόξυλό σας τις προάλλες στην Ομόνοια και είστε καβλωμένες για κάνα χέρι ξύλο και δέκα χέρια πούτσο...χαχαχαχα

  1. Από εδώ:

an me ksipnouse emena etsi tha tin travousa k ena xeri poutso !!kommataraa

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Αμμοχάλικο: Αδρανές υλικό που χρησιμοποιείται κυρίως στην οικοδομική τέχνη. Σχετικά: χαλίκι, λατύπη, ψαμμίαση, γαρμπίλι. Το αμμοχάλικο είναι στερεό μίγμα που διακρίνεται σε χονδρόκοκκο και λεπτόκοκκο ανάλογα με το μέγεθος των κόκκων από τους οποίους αποτελείται.

Σλαγκικά: Χρησιμοποιείται ως εμφατικό στην απειλητική έκφραση «θα σε γαμήσω», οπότε και η έκφραση παίρνει την μορφή «θα σε γαμήσω με αμμοχάλικο».

Βοηθητικά υλικά κατά την διείσδυση - κατάταξη:

Προς διευκόλυνση / μεγιστοποίηση της απόλαυσης: Ως γνωστόν σε περιπτώσεις διείσδυσης του πέους στο αιδοίο ή τον πρωκτό, μπορούν να χρησιμοποιηθούν βοηθητικά μέσα (κρέμες, ζελέ ή η κλασική βαζελίνη) με σκοπό την ελάττωση της τριβής κατά την είσοδο, ώστε να αποφευχθούν οδυνηρά φαινόμενα που θα εμπόδιζαν τον δέκτη να συγκεντρωθεί στο απολαυστικό τμήμα της διαδικασίας. Με την βοήθεια της κρεμούλας, αυτός που τον τρώει τον ευχαριστιέται περισσότερο.

Προς πρόκληση δυσχέρειας / μεγιστοποίηση του πόνου: Αντιθέτως με τα προηγούμενα, στην περίπτωση χρήσης αμμοχάλικου, το επιδιωκόμενο είναι η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αύξηση της τραχύτητας και της σχετικής τριβής, με συνεπακόλουθο την κορύφωση της αντίστοιχης οδύνης και την πρόκληση του μέγιστου πόνου στον αποδέκτη του καβλιού που απειλεί.

Άλλα υλικά με τα ίδια αποτελέσματα, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν κυριολεκτικά ή να χρησιμοποιηθούν αντιστοίχως σε απειλή: γρέζια, σκλήθρες, γυαλόχαρτο.

Συνοψίζοντας, η προσθήκη του «με αμμοχάλικο» στην απειλή «θα σε γαμήσω» καθιστά ενήμερο τον αποδέκτη της φράσης ότι, όχι μόνο θα τον φάει, αλλά θα τον τσούξει, θα τον ματώσει, θα τον σκίσει, θα, θα, θα και γενικώς θα τον πονέσει όσο δεν παίρνει άλλο.

Και δεν το θέλουμε αυτό, δεν το θέλουμε α-α.

-Μου πήδηξες την γκόμενα ρε καριόλη; Το παραδέχεσαι έτσι ξερά; Θα σε γαμήσω, ρε σκατόπουστα, με αμμοχάλικο θα σε γαμήσω!!! Θα πεθάνεις ουρλιάζοντας και θα χέσω στον τάφο σου μετά ρε!!! (αρασέ / ζετέ / μπουκετέ / σάπισμα μέχρι να προλάβει ο ελεεινός να φύγει τρέχοντας κουτσαίνοντας για να μάθει να σέβεται)

Πού ξέρει κανείς τί κρύβεται πίσω από ένα αθώο πρόσωπο. Αυτουνού δεν του πονάει το εργαλείο ούτε με αμμοχάλικο. (από Galadriel, 28/02/09)To Λίλιαν με αμμοχάλικο (από Vrastaman, 11/03/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ενεργητικός ομοφυλόφιλος. Ειδικότερα, άτομο μιας κάποιας ηλικίας που γουστάρει να πηδάει νεαρά αγόρια.

Τέτοιοι τύποι ασφαλώς και δεν ήταν άγνωστοι στους κλασικούς χρόνους (βλ. παράδειγμα 1). Ίσως και γι' αυτό οι συνδηλώσεις της λέξης δεν είναι απολύτως αρνητικές (βλ. παράδειγμα 2). Βασικά, ο Έλληνας δυσκολεύεται να αποφασίσει αν ο κολομπαράς είναι μερακλής ή απλώς πούστης. Σε ορισμένες χρήσεις, το κολομπαριλίκι αναφέρεται ως επιβεβαίωση ανδρισμού και περικλείει και μια αίσθηση απειλής (βλ. παράδειγμα 3). Περιορισμένη χρήση της λέξης γίνεται και από την γκέι κοινότητα, ως μια πιο αυθάδης εκδοχή του τοπ (βλ. παράδειγμα 4). Η λέξη χρησιμοποιείται και μη κυριολεκτικά ως βρισιά παντός καιρού και έτσι σημαίνει: αλήτης, κωλοπαίδι, τεμπέλης, ξεδιάντροπος (βλ. παράδειγμα 5).

Μια σημείωση για την προέλευση της λέξης. Η ετυμολογία από το κώλος + μπάρα μπορεί να είναι προφανής, μπορεί να είναι ευρηματική, αλλά είναι και λάθος. Η λέξη προέρχεται από το τούρκικο kulampara= ομοφυλόφιλος, παιδεραστής το οποίο με τη σειρά του προέρχεται από το πέρσικο gulampare, μια παλιά ποιητική λέξη που σημαίνει αυτός-που-αγαπάει-αγόρια. Με δεδομένη αυτή την ετυμολογία, η σωστή γραφή είναι κολομπαράς, με -ο- και όχι με -ω-, στη βάση του κανόνα ότι η μετεγγραφή ξένων λέξεων γίνεται με τον απλούστερο τρόπο. Παρόλ' αυτά, γράφεται πολύ και κωλομπαράς.

Σχετικά λήμματα: κωλομπαράς, κωλόμπα, βερς, αγριόπουστας.

  1. Ο ποιητής Τυρταίος, κωλομπαράς σπουδαίος πήγε εις τον Σόλων, με όρθιον τον ψώλον
    «Σόλων Σόλων, πώς τον θες, μισόν η όλον;»
    Κι απήντησε ο Σόλων, σοφότερος εξ όλων:
    «Τυρταίε, μη φείδου ψώλον, έλα και χώστον όλον!» (μαθητική ρίμα)

  2. Active gay men (κωλομπαράδες) are much more tolerated (and at times respected) than passive gay men (κίναιδοι, πούστηδες, πουστάκια). (από μελέτη της ΕΕ για την ομοφοβία και τις διακρίσεις κατά των ΛΟΑΤ στην Ελλάδα, Φεβρουάριος 2007)

  3. Πιάσανε προχ8ές καμιά 100στη μπάσταρδους, αν μπαγλαρόνανε και αυτούς τους 200 που κάνανε διαμαρτυρία έξω από τα δικαστήρια, τότε θάχανε στο μπαλαούρο όλους τους γνωστούς-άγνωστους. Αν, λέω αν, τους κάνανε να ξεράσουν το γάλα πού ήπιαν απο την μαμά του, τους χρέωναν τις ζημιές, ρίχνανε και μεσα στη φυλακή για συγρατούμενους καμια-δυο ντουζίνες κολομπαράδες -με τα γνωστά επακόλουθα- τότε θα σου έλεγα εγώ αν για μια 10ετία κουνιόταν φύλο. (από συζήτηση σε forum στο www.insomnia.g με θέμα Ε.Λ.Α.Σ. Τα ...ρεζιλίκια σου !!!!)

  4. Γράφω ότι είμαι Τοπ 100%, και μπήχτης και κολομπαράς γιατί απλά θέλω να πείσω τον εαυτό μου ότι έτσι δεν είμαι τελείως «ανώμαλος», γιατί απλά δεν έχω τα κότσια να δοκιμάσω κάτι (που σιγά το πράγμα δηλαδή), γιατί έτσι θα γλυκαθώ και θα μ' αρέσει. (από το www.e-gay.gr)

  5. Εμένα αυτό που μου τη δίνει είναι που επαγγέλματα όπως στο προκείμενο αυτό του καθηγητή πληρώνονται βαριά-βαριά 1000 ευρώ με αντίξοες συνθήκες εργασίας, και κάτι άλλα κωλοεπαγγέλματα που τα κάνουν κάτι άχρηστοι κωλομπαράδες τεμπελχανάδες που ποτέ στην ζωή τους δεν άνοιξαν βιβλίο βγάζουν πάνω από χιλιάρικο και βάλε κάνοντας τί; Σε κλαμπ και σε μπαράκια και το παίζουν και μάγκες κιόλας. (από donemo.blogspot.com)

Fudgepacker στα αγγλικά. (από Vrastaman, 11/07/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία