Το σουμπλιμέ εκ του γαλλικού sublimé (μτχ. του ρήματος sublimer =εξατμίζω εκ του λατινικού sublimo =σηκώνω, αίρω, μετεωρίζω, αιθεροποιώ) είναι στη χημεία "ο διχλωριούχος υδράργυρος που παρασκευάζεται με κατεργασία του οξίδιου του υδράργυρου με υδροχλωρικό οξύ. Είναι πολύ δηλητηριώδης λευκή ουσία και χρησιμοποιείται ως απολυμαντικό" (δες).

Αλλά όχι! τώρα πια πιστεύω, πως δε βγαίνει τίποτα. Το δοκίμασα κι αυτό και ησύχασα· τώρα ξέρω στα σίγουρα, πως η αυτοκτονία είναι η μοναδική λύση, γιατί ούτε καταφέρνω ύστερα από τόσες μέρες να ηρεμήσω, ούτε να κοιμηθώ, ούτε καν να περισπάσω την προσοχή μου. Λοιπόν δεν πρέπει και να περιμένω. Καθώς είμαι ιδιοσυγκρασίας νευρασθενικής, δεν αποκλείεται και να τρελαθώ, μόνο ποιος τρόπος να ’ναι άραγε ο καλύτερος. Λένε η μορφίνη... Το βερονάλ... επειδή φέρνουν ύπνο. Παίρνεις μερικές συνηθισμένες αμπούλες μορφίνης, τις σπάζεις μέσα σ’ ένα ποτήρι, και τις πίνεις. Αυτά τα δυο είναι ιδεώδη· γιατί το σουμπλιμέ ή η στρυχνίνη είναι φρικώδη φάρμακα. Ούτε λόγος να γίνεται γι’ αυτά. Θυμάμαι τη Μερόπη, το καημένο το κορίτσι! αυτή αυτοκτόνησε πολύ νωρίς δεκαοχτώ χρονώ, και τι ωραίο, καθώς το θυμάμαι, το μουτράκι της! Όταν μου ’παν πως δε μπορεί κι έτρεξα... τι φριχτές αναμνήσεις διατηρώ! τι πόνους τράβαγε! συσπαζότανε, στριφογύριζε πάνω στο κρεβάτι και φώναζε: «Σώστε με!», «Σώστε με!» «Σώσε με γιατρέ!» μα ήτανε αργά, είχε πάρει μεγάλη δόση σουμπλιμέ, κι είχε μελανιάσει κι είχε παραμορφωθεί το ψημιδευτό της προσωπάκι. Μια Μερόπη αγνώριστη! Βιάστηκε ν’ αυτοκτονήσει... πολύ βιάστηκε! (Έλλη Αλεξίου, "Κενές Ώρες", στου κυρ-Σαράντ)

Ο Ηλίας Πετρόπουλος το περιέχει στα Καλιαρντά (1971) με την παρατήρηση ότι χρησιμοποιείτο επί τρεις αιώνες και ως τις αρχές του 20ου αιώνα ως αντισυφιλιδικό. Δίνει όμως και ως μια γενική μεταφορική σημασία αυτή της σούπας. Φαίνεται ότι στα καλιαρντά χρησιμοποιείται για να σημάνει διάφορα υγρά και φαρμάκια. Βρίσκω μια χαρακτηριστική καλιαρντοχρήση στο Μπου, όπου αναφέρεται σε αυτοχαρακτηριζόμενο ως φαρμακοψώλη.

Εσείς να δείτε πως θα σας αρέσει, όταν θα σας βουέλω ντουπ την φακιροπίπιζά μου στην πούλη και θα σας σουμπλιμεδάρω με μπουλκουμέ την μόστρα. (Καλιαρντοαπειλές στο Μπου).

Βλ. και το λήμμα κατουράω υδράργυρο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το δόκιμο Flocaccino είναι κυριολεκτικά (με λίνκι) με χύσα μέσα. Πρόκειται για ρόφημα τ. τούρτα που προσφέρουν τα Flocafé, των οποίων αποτελούν την σπεσιαλιτέ, σε μια μεγάλη σειρά από γεύσεις, όπως Oreo, μπισκότο, βανίλια, καραμέλα, σοκολάτα και δεν συμμαζεύεται.

Το σλανγκικό φλοκατσίνο είναι κυριολεκτικά (χωρίς λινκ) με χύσα μέσα. Πρόκειται για ρόφημα ή και ρόφτυμα τ. φραπέ, που προσφέρει η αλυσίδα Flocafe, των οποίων αποτελούν την σπεσιαλιτέ. Ετυμολογείται λαδή από το φλόκι (= χοντρό χνούδι από στριμμένο μαλλί < ιταλικό flocco < λατινικό floccus, και λόγω προφανούς ομοιότητας τα εκτοξευόμενα συμπλέγματα σπέρματος) και την κατάληξη -τσίνο που παραπέμπει σε φραπέ.

Ως υπηρεσία φραπενείου (στριπτιτζάδικου, κωλόμπαρου, μασατζίδικου, τσιμπουκάδικου και άλλων -αδικων) αποτελεί συνώνυμο για το φραπέ με γάλα, δηλαδή σημαίνει την υποβολή σε αυνανισμό υπό κορασίδος έως και της ποθούμενης εκσπερμάτισης. Διακρίνεται έτσι από το απλό φραπέ, όπου καθώς η πριβεδιά προσμετράται σε ορισμένο αριθμό τραγουδιών (στα στριποκλαμπάκια τουλάχιστον), κινδυνεύει ο φραπέλληνας αν το τραγούδι τελειώσει αιφνιδίως να χρειαστεί να συνεχίσει σόλο. Αντιθέτως, η υπηρεσία φραπέ με γάλα ή χαριτωμενιστί φλοκατσίνο αποτελεί δέσμευση εκ της κορασίδος ότι ο υπεσχυμένος φλοκοπόταμος θα επιδιωχθεί έως εσχάτων ανεξαρτήτως ασματικών ενδεχομενικοτήτων. Φλοκατσίνο, βεβαίως, αποκαλείται δίκην αστεϊσμού μόνο από τους μπουρδελιάρηδες, καθώς από τα ίδια τα κορίτσια αποκαλείται αραμπιστί μεν «σε κάνω τελειώσει», ουκραναϊζεριστί δε φίν-j-ιsh.

Ο όρος φλοκατσίνο εκφέρεται είτε ως χτύπημα, είτε ως ρόφημα, και στην αφήγηση γενικά σεχουαλικώνε ιστοριώνε ανεξαρτήτως φραπενέδων. Περιγράφει αυτές τις πηδυλλιακές στιγμές, που άλλοι από μας (όσοι διαθέτουν «ατζέντες με ονόματα», που λέει κι ο ΜΧΣ) τις ζουν σε κανονικές συνθήκες πιέσεως και θερμοκρασίας, ενώ άλλοι μπροστά από λαπιτόπια, όταν η κοπελιά χτυπάει τον βασιλόπουλο των ονείρων της στο γκραν φινάλε και περιμένει έχοντας παραδοθεί άνευ διασπερματεύσεων. Τότε το μεν χτυπάω ένα φλοκατσίνο με υποκείμενο την ερωμένη αναφέρεται σε φραπέ, το δε κερνάω φλοκατσίνο με υποκείμενο τον ερώντα αναφέρεται σε (καλή) πίπα. Σε κάθε περίπτωση ο βασιλόπουλος δύναται να ανακράξει ως γαμησιάτικη ρίμα «χύνω, χύνω, κερνάω φλοκατσίνο!».

Dedicated to Gatzman, my sweet Frappentine (με την καλή έννοια).

  1. - Ρίξτε μαύρο στο Dolls. Βάζουν όλους τους φραπεδοκράτορες μαζί στον ίδιο χώρο, πάνω στους χιλιοχυμένους καναπέδες και μπορεί να σού 'ρθει και το φλοκατσίνο του διπλανού σου κερασμένο. Πίκρα!

  2. φεραρι ειμαι εγω ενω εσυ............ο ΑΛ ΠΑΤΣΙΝΟ
    θα πιεις ολο τ σπερμα μ σν να ταν φλοκατσινο
    (Ποιητικό hip-hop αρρωστούργημα εδώ).

  3. - Το καλαμάκι με σκουφο η χωρίς συναγωνιστή;
    - σε παρακαλω πολυ >:( εχεις δει εσυ(ΝΑΙ ΕΣΥ!!!!) πουθενα να πινουν καφε(φραπε-φρεντο εσπρεσσο,φρεντο καπουτσινο,φρεντιντο,φλοκατσινο,φλοραπινο) και να εχουν ναυλον πανω στην ουρηθρα του καλαμακιου;Σε παρακαλω που θα μας μιλησεις για σκουφους και γαντια καλοκαιριατικα ;D (Εδώ δεν τίθεται ακριβώς όπως στον ορισμό, αλλά ωστόσο προϋποτίθενται τα σχετικά φραπε-λογοπαίγνια).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Υπάρχουν δύο μεγάλες κατηγορίες γιαουρτιών:

  1. Συνθηματική ναρκοσλάνγκ για την κοκαΐνη, σχετικά πρόσφατη. Μια από τις πολλές φλωρατζήδικες μεταφορές για την μεγάλη κυρία των ναρκωτικών, βασισμένη στο λευκόν του πράγματος. Άμα σκεφτείς και το γιαουρτάκι της γιαγιάς με την πέτσα και την ζάχαρη από πάνω, μπορεί να σου θυμίσει το κρυσταλλοειδές της κόκας. Για άλλες φλωρατζήδικες μεταφορές βλ. χιόνι, χιονάτη, νιφάδες, χιονόμπαλα, παγόβουνο, αναψυκτικό και ταλιμπάν και ταλιμπάν...

  2. Στην σεξοσλάνγκ είναι τα φλόκια. Κυρίως, στο ωραίο θέαμα που προσφέρουν όταν απλώνονται χυτά στο λείο γυναικείο δέρμα. Πιθανολογώ ότι ο συνειρμός είναι από το γιαούρτωμα. Οπότε και εδώ έχουμε εκτίναξη σπέρματος δίκην γιαουρτιού στο ταλαιπωρημένο δέρμα, πάντα για το καλό της γυναίκας, σύμφωνα με τον γνωστό εξουσιαστικό φαλλογοκεντρισμό. Το Πονηρόσκυλο έχει καταγράψει και την έκφραση στα μπούτια τα γιαούρτια, όπου μιλάμε μάλλον για υπερεκχείλιση σπέρματος από το αιδοίο και ολίσθησή του στους μηρούς. Το γιαούρτι είναι ένα μόνο από τα γαλακτοκομικά προϊόντα που συνδέονται σλανγκικώς με το σπέρμα, βλ. και τα τυρί, φέτα, γαλατάς.

This definition has the tendency of becoming silly, θα με διέκοπτε ο Graham Chapman...

Σλανγκασίστ: Ένα ακόμη ψιχίο από την σλανγκοτράπεζα του Χότζα.

  1. - Πού 'σαι ρε Μήτσο; Γουστάρεις να χτυπήσουμε κανά γιαουρτάκι;

  2. - Έτσι, έτσι μωρό μου, έεετσι! Ο γαλατάς, ο γαλατάς! Σου φέρνω τα γιαούρτια μανάρι μου!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αναισθητική ουσία που χρησιμοποιείται και ως επιβραδυντικό.

Εικάζεται ότι χρησιμοποιείται ως επί των πλείστων από τύπους γκραν γαμάω οι οποίοι για να αυξήσουν το χρόνο συνουσίας κατά 2-3 ώρες και καλά αδειάζουν το σωληνάριο πάνω στο ραδιενεργό πέος τους πριν την εισχώρηση και ενώ βρίσκονται σε στύση με αποτέλεσμα να μη νιώθουν και έτσι δεν αισθάνονται την μέγιστη διέγερση που τους αναγκάζει να χύσουν σε χρόνο dt. Αυτό τους επιτρέπει να περηφανεύονται ότι γαμάνε και δέρνουν με τις ώρες και προσφέρουν απεριόριστη ευχαρίστηση στα θηλυκά.

-Τσακαλάκο τι λέει, γαμάς κανένα μουνί;
-Ε, κάτι γίνεται αλλά μέτρια πράματα. Εσύ όμως πώς τα καταφέρνεις και σε παρακαλάνε τα μωρά συνέχεια;
-Ε, μυστικά του επαγγέλματος. Καταρχήν, λούστηκες με ξυλοκαΐνη;
-Όχι, τι είν' αυτό;
-Λούσου με ξυλοκαΐνη και θα δεις...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία