Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Η κατάσταση κατά την οποία, μετά την κολπηδόν συνουσία (σπανιότερα κατά την διάρκεια αυτής), το μουνί διαπράττει αντιποίηση αρχής και παριστάνει τον... κώλο, τ.έ. αρχίζει να κλάνει δυνατά!

Το φαινόμενο οφείλεται σε συσσώρευση αέρα στον κόλπο καθώς ο μπούτσος τρομπάρει μέσα-έξω. Και, ως γνωστόν, ότι μπει, θα βγει. Είναι λίγο embarrassing για τη γκόμενα, αλλά άμα είναι παλιά καραβάνα, βάζει τα γέλια και πάτε γι' άλλο ένα.

- Και που λες, με το που βγαίνω απ' το μουνάκι της, αρχίζει το κλασομούνι και μένω μαλάκας. Δεν είχα ξανακούσει τόσο δυνατές!
- Και δεν ξενέρωσες, ρε;
- Ε, λιγάκι, αλλά αυτή άρχισε να γελάει και να με χουφτώνει άγρια, οπότε της έριξα άλλον ένα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Πολύ γλαφυρός τρόπος να δηλώσει άρρεν άτομο ότι έχει πολύ μακρύ μαλλί, μαλλί σε πλήρη ανάπτυξη «μέχρι τον κώλο». Η φράση γεννά τη νοητική εικόνα τριχών στην άκρη μιας μεγαλοπρεπούς κόμης να χορεύουν ανεπαισθήτως στο φύσημα του πορδικού ανέμου.

Αντλεί τη δύναμη και γοητεία της από την κοινή στα πολιτισμένα (zivilisierte) υποκείμενα αίσθηση ότι δεν πρέπει να υπάρχει κάτι πιο δύσοσμο από τρίχες επί μακρόν εκτεθειμένες σε κλανιές. Σε ένα πιο βαθύ επίπεδο, λοιπόν, ο κλάνων μαλλί συγκεντρώνει πολλαπλασιαστικά αρρενωπότητα και ρώμη από τη συνέργεια της πλούσιας κόμης και της μπρουταλίνης που εκπέμπει η χυδαιότητα/ημιαγριότητα του ασύδοτου πέρδεσθαι και δη της παραδοχής του που γίνεται με τη φράση.

Να σημειωθεί ότι, ως προς τους ρηματικούς χρόνους, απαντά συχνότερα στον παρατατικό («έκλανα μαλλί»), αναφερόμενη στο ένδοξο μεταλλάδικο συνήθως, αριστεροφρικουλιάρικο ενδεχομένως παρελθόν του χρήστη τής φράσης (με αυτήν την έννοια η φράση πέρα από ρώμη φανερώνει πιο ειδικά νεανικό σφρίγος).

  1. Πιθανόν εσφαλμένα στην αρχή, αλλά πλέον απλά προχώ- σουρεαλιστικά και αλανιάρικα, η φράση χρησιμοποιείται με την έννοια του «φοβάμαι», αντί των κλάνω μέντες, μπιφτέκια, πατάτες κλπ. (βλ. παράδειγμα 2). Θα έλεγα μάλλον ότι στον γενικά εφηβογενή αδόκιμο διαδικτυακό λόγο με την έννοια του μακριού μαλλιού η φράση δεν πολυχρησιμοποιείται, ενδεχομένως γιατί αποπνέει γραφικότητα (βλ. παράδειγμα 1).

Προσοχή: το νόημα της φράσης είναι ουσιαστικά αντίστροφο του βρωμάνε τα μαλλιά του ποδαρίλα, που έχει να κάνει με μικρό σωματικό ύψος ανεξαρτήτως κόμης, ενώ το «κλάνω μαλλί» με μεγάλο μήκος του τελευταίου, ανεξαρτήτως σωματικού ύψους.

  1. ...Άσε με ρε φιλαράκι, μέχρι τον στρατό, κι εγώ που με βλέπεις, μαλλί έκλανα...

  2. ...Ισχυει ρε, ημουν εκει και οι μπατσοι ειχαν κλασει μαλλι απο το σκηνικο γενικοτερα... (από indymedia)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ευγενικά, το ρήμα κλάνω.

Γιατρέ μου, έχω μια στομαχική διαταραχή και πέρδομαι πολυ συχνά!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Απλή και περιεκτική έκφραση ώστε τα αρσενικά να βρουν την δικαιολογία, ή μάλλον να βρουν την αιτία, του γιατί το μπροστινό μέρος του εσωρούχου αλλάζει χρώμα όσο το φοράνε. Ό,τι και να έχει σκαρφιστεί ο νους του άνδρα, ό, τι τάμα και να έχει κάνει, όσο και να συλλογίζεται τις φωνές της μάνας/συζύγου, όταν πάει για το ψιλό του η τελευταία σταγόνα αναπόδραστα, ανερυθρίαστα, ατελέσφορα, ανήθικα θα πέσει πάνω στο εσώρουχο. Όσες φορές και να την έχεις τινάξει, σε συνέχεια των παραπάνω προσπαθειών, απλά δεν μετράει. Σκέφτεσαι και πως πάνω από 3 τινάγματα θεωρείται μαλακία και τα παρατάς. Βρε αδερφέ πάρ' το απόφαση πως μια ζωή μία σταγόνα θα περιμένει υπομονετικά μέσα, θα κάνει του κεφαλιού σου (το πιάσατε το υπονοούμενο ε;) για να νιώσει τη θαλπωρή του εσωρούχου σου.

Επειδή πολλά πονηρά γύναια θα αντιπαραβάλλουν τον νόμο αυτό με τους νόμους του κράτους πρέπει να ειπωθεί ότι η λέξη νόμος στην έκφραση έχει το νόημα του Νόμου της Βαρύτητας, του Νόμου του Μέρφυ, του Νόμου Αχαΐας (είχα κάνει κάποτε λάθος στον τονισμό στο δημοτικό και ο δάσκαλος μου έβαλε τιμωρία αλλά τώρα παίρνω την εκδίκηση μου!) οπότε απλά δεν παρακάμπτεται. Άρα από εδώ και στο εξής σταματήστε άνδρες απανταχού της γης να ντρέπεστε! Είναι κάτι που τονώνει τον ανδρισμό σας! Είναι στο DNA πώς να το κάνουμε!

(Η καψερή μάνα ξεχωρίζει τα σώβρακα του ανεπρόκοπου γιου της και κάτι της κάνει εντύπωση...)
- Γιωργάκηηηηηηηηηηη, αχ! 20 χρονών είσαι βρε παλιόπαιδο ακόμη με τις ταινίες που έχεις κρυμμένες πίσω από την εγκυκλοπαίδεια ασχολείσαι; Θα τυφλωθείς πουλάκι μου!
- Όχι ρε μάνα, είναι ο νόμος της τελευταίας σταγόνας. Ό,τι και να κάνω πάντα μια σταγόνα θα πέφτει... Δεν φταίω εγώ, η φύση. Άστα να μουλιάσουν πρώτα μπας και καθαρίσουν.

To καλό το παλλικάρι...φοράει κίτρινα σώβρακα (από Vrastaman, 07/11/08)Οι μελλοθάνατοι την τινάζουν > 3 φορές! (από Vrastaman, 07/11/08)Αυτός χέκλασε (q.v.) (από Vrastaman, 07/11/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Το αποκρουστικό τσαπόνυχο ή άλλως ταξιτζίδικο νύχι που χρησιμοποιείται για να ξύνεις ή να ξύνεσαι. Αρχικά απετέλεσε βλαχοκυριλέ status symbol όσων ήθελαν να διατυμπανίσουν ότι δεν ασχολούνται με χειρωνακτικές δουλειές. Σήμερα φοριέται κυρίως από απομεινάρια των ογδόνταζ, καδενάκηδες και παλαιάς κοπής πασοκανθρώπες.

  2. Πρόσθετο προστατευτικό και καλά σποίλερ του προφυλακτήρα, γνωστό και ως ξύστρα. Εκ των ων ουκ άνευ για κάθε υπερήφανο ιδιοκτήτη κάγκουαρ.

Πάσα: Vikar.

- Νυχάκι σαν του δράκουλα, μα μόνο το μικρό, για να μη λεν' πως είμαι και άπλυτος εγώ
(HMIZ, εδώ)

- Tελικά Νίκο βρήκες κάτι να βάλεις μπροστά; Νυχάκι-σπόιλερ; Είμαι και εγώ στο ψάξιμο αλλα θέλω κάτι σημαζεμένο, να μην είναι πολύ ογκώδες κτλ
(εκεί)

Πρακτική εφαρμογή νυχακίου (από Vrastaman, 13/07/10)Κάγκουαρ με νυχάκι (από Vrastaman, 13/07/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είναι η κλασσική κολλημένη-κολλώδης βρωμιά! Ξέρετε ποια, αυτή που υποβόσκει σε τηλεχειριστήρια του Playstation, στο ποντίκι του PC και γενικά σε πράματα που πιάνουμε συχνά χωρίς να τα καθαρίζουμε.

Άλλο ένα αγαπημένο σημείο της είναι οι πάτοι των σανδαλιών, εκεί όπου η σκόνη των δρόμων μαζί με τον ιδρώτα δημιουργούν αυτήν την μπιχλίτσαπου άμα την δει η γκόμενα σου θα αρχίζει να τρέχει ουρλιάζοντας!

  1. - Μπλιάχ...το ποντίκι έπιασε κοράτσα καθάρισε το..
    - Ναι ρε...κάτσε να βάλω σε μια λεκάνη λίγη χλωρίνη να το βουτήξω εκεί μέσα και θα γίνει τζιτζι!

  2. - Ρε βρομιάρη, καθάρισε τα σανδάλια σου ρε...μαύρα γίνανε από την κοράτσα!

Βλ. επίσης ούρδα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αντικειμενικός και σαφής όρος που περιγράφει ό,τι και οι ανούσια εξευγενισμένοι όροι χαρτί υγείας, χαρτί τουαλέτας κτλ. Εφόσον η χρήση περιορίζεται σε κάτι τόσο συγκεκριμένο, τι χρειάζονται οι ευγένειες;

Πάντως το κωλόχαρτο χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά το 1880 στην Αγγλία όχι ως ρολό αλλά ως φύλλα χαρτιού σε κουτί. Παλιότερα υπήρχαν οι εξής μέθοδοι καθαρισμού:

  • Φύλλα ή κλαδιά.
  • Εφημερίδες.
  • Το αριστερό χέρι (παραδοσιακή μέθοδος Ινδίας).

Σε δύσκολες περιπτώσεις ο μέσος πολιτισμένος άνθρωπος επανέρχεται στις πρωτόγονες μεθόδους.

Σε κάποιες περιπτώσεις χρησιμοποιείται και για έγγραφα ή βιβλία που μας είναι εντελώς άχρηστα (πτυχία, δημόσια έγγραφα, σχολικά συγγράμματα κ.ά.).

Πληροφορίες: http://www.focusmag.gr/articles/view-article.rx?oid=222430

Παρακαλώ όποιος βρεθεί πρωινή ώρα στο Πολυτεχνείο να περάσει από την υπηρεσία καθαρισμού και να τους πει ότι τελείωσε το κωλόχαρτο.
Αν δεν είναι κάποιος εκεί να το πει στην επιστασία.
Και οι δύο υπηρεσίες βρίσκονται στο ισόγειο της πρυτανείας.
Όποιος το κάνει να με ενημερώσει μετά.
(την επόμενη φορά θα στείλω στη λίστα του αναξιοπρεπούς!)

(https://theatre.ntua.gr/pipermail/zucco/2008-April/000053.html)

Δες και πατόχαρτο, σκατόχαρτο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κιτρινιάρης, χλωμός.

Υπερθετικός: Ο χλεμπόνας, η χλεμπόνα.

Δεν κοιτάει τα μούτρα του στον καθρέφτη, ο χλεμπονιάρης;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επίστρωση βρώμας η λεγόμενη και ως «μπίχλα» (απλά είναι πεπαλαιωμένη μπίχλα). Εναλλακτικά χρησιμοποιείται και για την κίτρινη βρώμα που συσσωρεύει το πέος εσωτερικά του επικεφάλιου δέρματος. Συνήθως το λέμε μετά το ρήμα «πιάνω».

-Έχω να κάνω μπάνιο 11 μέρες και εχω πιάσει μάκα...

Βλ. και σκόρτσα

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο μπανιαρισμένος στα σκατά. Χρησιμοποιείται ως όρος όταν δεν υπάρχει αίσθηση της πρωτοτυπίας στο μπινελίκι. Ζώα.

Μπήκε στο σπίτι μου ο σκατιάρης και έκανε ένα μήνα να ξεμυρίσει η σκατίλα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία