Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Ως Flockerface ορίζεται ο άνδρας, του οποίου το κεφάλι κατά τον αυνανισμό (ή το παίξιμο του πέους του από κάποια γυναίκα) βρίσκεται εντός της ακτίνας δράσης μαλακίας, με αποτέλεσμα τα σπέρματα να εκτοξευθούν στο απροστάτευτο πρόσωπό του.

Ο φλοκοπόταμος θεωρείται ότι επιδεινώνει το συγκεκριμένο φαινόμενο.

Ο Flockerface συνήθως δε λέει σε κανέναν για την εμπειρία του υπό τον φόβο μη γίνει περίγελος στους φίλους του.

-Καλά ρε μαλάκα, πόσο καιρό είχες να τραβήξεις;
-Γάμησέ τα, είχαμε αγαμίες τον τελευταίο καιρό...
-Και έχυσες το πρόσωπό σου ρε flockerface; Ντροπή του αντρικού πληθυσμού! Απεόφοβε!
-Μην το πεις στα παιδιά όμως ρε μαλάκα, στο λέω εμπιστευτικά...

Κάνει και πρώτης τάξεως ξύρισμα (από Vrastaman, 04/06/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Υβριστική έκφραση προς άτομο που θεωρείς εγκληματικά άσχημο.

- Τί κοιτά ρε μάπα;!... Τη γκόμενά μου ρε χαλβαδιάζεις;
- Ό'ι ρε φιλαράκ', 'ντάξ' να 'ούμε, δέν... άραξε....
- Τί άραξε ρε φρίκουλο, ζώον, άντε κοιτάξου στον καθρέφτη να πούμε, που 'σαι σα μουνί κλαμένο και μου θες και καμάκια, γελοίε... Που αν είχα τη φάτσα σου για κώλο μου θα ντρεπόμουν να χέσω ρε!... Κουασιμόδε!... Άιντε πίσω στο τσίρκο σου, ουστ!...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Υβριστικός χαρακτηρισμός για άτομα ΑμεΑ με διανοητική αναπηρία, ιδιαίτερα όταν η αναπηρία αυτή αποτυπώνεται στη φυσιογνωμία των ατόμων αυτών. Η απίστευτη αυτή καφρίλα ακούγονταν στις δεκαετίες του '80 και του '90 και ήταν διπλά άνανδρη: αφενός απευθυνόταν στα ίδια τα άτομα, που εξ ορισμού δεν μπορούν να αντιδράσουν ή να υπερασπιστούν τον εαυτό τους και την υπόληψή τους, αφετέρου στόχευε έμμεσα ή άμεσα στους ίδιους τους γονείς των ατόμων αυτών, καθότι στην συνειδητή ή ασυνείδητη χριστιανοταλιμπάν λογική (που δυστυχώς, όπως έχει δείξει η ιστορία και η πραγματικότητα, δεν αφορά μόνο θείτσες και θείτσους) η ανωμαλία, το «κουσούρι», είναι θεόσταλτο για να τιμωρήσει τωρινά ή παλιότερα σφάλματα και αμαρτίες, και ο γονέας, όντας φορέας της αμαρτίας, είναι άμεσα υπεύθυνος που έφερε στον κόσμο ένα τέτοιο πλάσμα.

  2. Από το τέλος της δεκαετίας του '90 και μετά προέκυψε μεταφορά σημασίας, και το ανωμαλάκι δηλώνει πλέον τον ανωμαλιάρη ή την ανωμαλιάρα ως καθαρά σεξουαλικό υποκείμενο, ασχέτως προτίμησης ή βίτσιου, ή ακόμη και σεξουαλικής ταυτότητας και αυτοπροσδιορισμού. Πάντα, βέβαια, σύμφωνα με το τι ο ίδιος ο χρήστης της λέξης θεωρεί ότι πρόκειται για ανωμαλία. Ενίοτε δε, το ανωμαλάκι δεν αφορά καν σεξουαλικές προτιμήσεις, αλλά απλά συνήθειες, εμμονές ή γούστα που μπορεί να θεωρούνται ιδιάζοντα από την πλατιά μάζα -και ίσως και να είναι, ίσως και να μην είναι ιδιάζοντα, μπορεί να είναι στην πραγματικότητα αθώα, μολονότι ασυνήθιστα.

Βέβαια αυτό δεν σημαίνει, ωστόσο, ότι η παλιά σημασία έχει εκλείψει στον λόγο, γιατί στη σκέψη είναι σίγουρο ότι υπάρχει και θα εξακολουθεί να υπάρχει, μιας και η καφρίλα δεν έχει ούτε τελειωμό ούτε πάτο σ' ότι αφορά την ανθρώπινη (λέμε τώρα) κατάσταση.

  1. Μωρή μαλακισμένη, δεν βλέπεις που πας; Άντε πάρε το ανωμαλάκι σου και πηδήχτε από καμιά ταράτσα, παλιομαλάκω. Άι σιχτίρ θα σε πληρώνουμε και γι' άνθρωπο...
    (Μογκόλος ταρίφας απευθυνόμενος σε σχετικά νεαρή μητέρα που κρατούσε από το χέρι παιδάκι με εμφανή διανοητική αναπηρία και προσπαθούσαν να περάσουν στην άλλη μεριά του δρόμου. Οδός Ιπποκράτους, στο ύψος της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, circa 1993)

  2. Αντε τραβα στα ελληνικά νησια να δεις το ομαιμον τι καϊνάρια βγάζει...Εκει που γαμιούντε δυο - τρεις οικογενειες μεταξύ τους
    και βγάζουν «ανωμαλάκια» (για να το πώ στην γλώσσα σου)... (Από εδώ, σε κάποιο από τα σχόλια)

2.«Θα σταθώ στο ότι το μεγαλύτερο μέρος του ομοφυλόφιλου κινήματος δεν κατάφερε ποτέ να ξεχωρίσει τους φίλους του από τους εχθρούς του... Μας βάζετε όλους στο ίδιο τσουβάλι. Αν δε βγω να φωνάξω ότι θέλω γάμους, θεωρούμαι αυτομάτως και εχθρός»
Κάποια στιγμή πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι δεν απαλλάσσεστε της ομοφοβίας τασσόμενοι κατά της ποινικοποίησης της ομοφυλοφιλίας υιοθετώντας μια στάση τύπου «Ε, ας ζήσουν κι αυτά τα καημένα τα ανωμαλάκια, ψυχή έχουν» περιμένοντας την ευγνωμωσύνη μας. (Από εδώ)

  1. Το μπάντινγκ (μπράντινγκ,branding, ειπωμένο ξεχνώντας να βγάλεις αυτό που έχεις στο στόμα σου), είναι μια ενδιαφέρουσα τεχνική όχι τόσο ακραία άπαξ και ο σταδιακός πόνος του καψίματος συνήθως είναι πιο ήπιος. Απο όσους έχουν κάνει branding και τους ενόχλησε κάτι, αυτό ήταν κυρίως η μυρωδιά περισσότερο! Απο την άλλη ,υπάρχουν άλλα ανωμαλάκια που αναφέρουν πως την απολαμβάνουν δεόντως! Για αυτούς η επίσκεψη στον οδοντογιατρό είναι πάρτυ μάλλον! (Από εδώ)

  2. Το σχιστομάτικο ανωμαλάκι που ευθύνεται για την αναβίωση αυτού του ξεχασμένου από τον Βούδα φετίχ και το μπάσιμο του στην pop κουλτούρα είναι ο Toshio Maeda. Τον καιρό που ο Toshio είχε αρχίσει να σχεδιάζει πορνογραφικά manga, η εμφάνιση πέους σε οποιοδήποτε οπτικό μέσο απαγορευόταν δια ροπάλου και λογοκρινόταν. Για τα πλοκάμια δεν υπήρχε νομοθεσία όμως! Έχοντας αυτή την έμπνευση ο Maeda βρήκε ένα καταπληκτικό παραθυράκι στην νομοθεσία και έφερε στο φως ένα καινούριο είδος διαστροφής! Πλοκάμι και κακό! Οι πιο γνωστοί τίτλοι hentai του Maeda είναι το “La Blue Girl” και το “Urotsukidoji”. Αφότου έκανε την αρχή ο Maeda, άρχισαν και άλλοι σχεδιαστές να βάζουν πλοκαμοτέρατα από το Αέναο Κενό να βιάζουν ανυπεράσπιστα κοριτσάκια. Τα πλοκαμο-hentai είδαν τις χρυσές τους ημέρες την δεκαετία του ’90. (Από εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σλανγκιά για να περιγραφεί η απίστευτη μπόχα όσων μπίχλερμαν (εξαιρούνται πάντα οι κυριες) δεν ασχολούνται με την σωματική τους υγιεινή. Φονικός αρωματικός συνδιασμός που περιλαμβάνει σκατίλα και ουρδεσάνς.

Χρησιμοποιείται ενίοτε και μεταφορικά για να χαρακτηρίσει άτομα (συμπεριλαμβάνονται και οι κυρίες) που δρούν χωρίς ηθικούς ή αξιακούς φραγμούς.

  1. Α! τον πούστη πως βρωμάει και ζέχνει... μας ξεπάτωσε, αρμάνι χαρμάνι δικέ μου!
  2. Παπαπαπα...πολύ βρώμα η προϊσταμένη, αρμάνι χαρμάνι σου λέω!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

αρχιδοκράτειρα, αρχιδοκράτορας

Καταπιόλα ή πουτσοστραγγίχτρα που της αρέσει τρελά το μπουκάκι. Η λέξη προέρχεται απο την στάση που κρατάει μια τέτοια κυρία κατα την διάρκεια της πράξης, όπου βαστάζει τους αδένες των αναρίθμητων συμμετεχόντων όπως κρατούσε η διχόνοια το σκήπτρο στους στίχους του Σολωμού η διχόνοια που βαστάει ενα σκήπτρο η δολερή.

Αντίθετα, ο αρχιδοκράτορας είναι ο σουλατσαδόρος δημόσιος υπάλληλος, ο αραχτός που τη βγάζει ζάχαρη, που κρατάει τους προϊσταμένους του από τα αρχίδια είτε μέσω εκβιασμού είτε μέσω γλειψίματος και μπορεί έτσι να ασχολείται όλη μέρα με τα να κρατάει τα δικά του.

-Είναι κουρασμένος, δουλεύει όλη μέρα στο υπουργείο πολύ σκληρά.
-Ναι, ξέρω. Μέγας αρχιδοκράτορας.

(από Khan, 09/12/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ανθρωποδιώκτης. Από το ομώνυμο ζώο, που καθώς βρωμάει, διώχνει τους πάντες.

Πηγή: Mes.

Βάγγελας: Τι διάολο; Ασβός κατάντησα και δεν μπορώ να σταυρώσω γκόμενο;

Come to me my little summer rose... (από Vrastaman, 13/03/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ή αχαμνοξύστης. Ότι προτιμάτε :)

Ξύνω χαμηλά (κοινώς στα άχαμνα). Είμαι δηλαδή ξυσαρχίδας. Φυσικά, δεν χρειάζεται να είμαι ΔΥ για να τα ξύνω.

Είναι η πιο ευγενική εκδοχή, καθώς δεν περιλαμβάνει το "πρόθεμα" αρχιδ-

Οι φοροχωροφύλακες χρειάζονται ζεστό αίμα (ευρώ) για να πληρώσουν τα δανεικά στα αφεντικά τους, τα χιλιάδες ρουσφέτια, τους δεκάδες χιλιάδες αχαμνοξύστες και τις προεκλογικές σπατάλες της κάθε κυβέρνησης, αλλά μένουν με τα ντουβάρια στο χέρι (βλ. κτήρια Γαβαλά σε Κολωνάκι και Κορωπί (*))

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το είχα διαβάσει στο Nitro προ 15 ετίας σε άρθρο με σλανγκιές.

Βάμβακας είναι το τελειωμένο πρεζόνι, που έχει φτάσει να σουτάρει τα υπολείμματα της ηρωίνης που βρίσκονται σε βαμβάκια από προηγούμενες χρήσεις του (ή και χρήσεις άλλων, οπότε μιλάμε για πραγματικά τελειωμένη φάση). Σκληρό μεν, αλλά σλάνγκ.

- Πω ρε φίλε, κοίτα τον βάμβακα πώς έχει γύρει! Θα φάει τα μούτρα του!
- Δεν παίζει! Μπορεί να κάνει «καθίσματα» για δύο μέρες συνεχόμενα, αλλά δεν πρόκειται να πέσει - στο τσακ πάντοτε το σώνει!

(σ.σ. μεγάλη αλήθεια, προερχόμενη απ' την παρατήρηση)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Φράση που χρησιμοποιείται για να δείξουμε ότι κάποιος είναι τραγικά κοντός.

Συνώνυμα: ένα κι ένα milko, ζουμπάς, κοντοπίθαρος, τάπα, Κοντορεβιθούλης, κουβάς, πικιπόκο, μισοριξιά, και χαμένε (διότι είναι τόσο μικρός - που δεν τον βλέπεις)

  1. - Τα έμαθες για τον Νικόλα; - Τι, για πε;
    - Να ρε, επιχείρησε να αυτοκτονήσει ο φουκαράς...
    - Γιατί μωρέ ο καημένος;
    - Έχασε στο χρηματιστήριο και πήγε και πήδηξε από το μπαλκόνι του στον πρώτο όροφο.
    - Καλά ρε με δουλεύεις, αφού μου λες «επιχείρησε»!
    - Ναι ρε, καλά λέω, τελευταία στιγμή άλλαξε γνώμη και πιάστηκε από το ρείθρο του πεζοδρομίου και γλύτωσε.
    - ;;;;;;;;;
  1. Είναι τόσο κοντός αδελφέ μου που, όταν αλλάζει λάδια στο αυτοκίνητό του, στον δρόμο μπροστά από το σπίτι του, πάει κάτω από αυτό και έχει τα χέρια στην ανάταση και ξεβιδώνει την τάπα του Κάρτερ...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η εντυπωσιακή, προκλητική, πρόστυχη και λάγνα θηλυκή ύπαρξη.

- Καλά χτες στο μπαράκι γνώρισα μια βρωμερή. Ήθελα να την δαγκώσω σου λέω. Αλλά με περίμενε η δικιά μου στο σπίτι...
- Άστο φίλε, γενικά κυκλοφορεί πολλή βρωμιά εκεί έξω τώρα που καλοκαίριασε. Πόσο να αντέξει ένας άντρας;

Dirty Girls - Courtney Love  (από tryager, 29/07/10)Το «Subbacultcha» απο Πίξιζ. (από vikar, 29/07/10)(από GATZMAN, 31/07/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία