(Και τεσσάρα και οχτάρα κλπ, αλλά από κάπου έπρεπε ν' αρχίσω).

Με αυτόν τον ποδοσφαιρικής συντριβής όρο χαρακτηρίζονται οι καρδερίνες, με βάση το πόσες λευκές βούλες έχουν στα φτεράκια της ουράς. Θυμάμαι που το λέγαμε πιτσιρικάδες, εκεί στα τέλη '70, αλλά όπως φαίνεται από το τελευταίο παράδειγμα, αυτού του είδους η ταξινόμηση είναι αρκετά παλιότερη (ξεφυλλίζοντας πάλι τον Μίσσιο τα θυμήθηκα). Υποτίθεται ότι οι εξάρες καρδερίνες είναι οι πλέον καλλικέλαδες, αλλά τι να σας πω ρε παιδιά, προσώπικλjυ δεν θυμάμαι να μου προέκυπτε τέτοιο πράμα. Όλες εξίσου γλυκύτατες μου ακουγόσαντε.

Δες κι εδώ.

  1. Από θέμα εμφάνισης θα κοιτάξουμε η καρδερίνα να είναι «εξάρα», δηλαδή να έχει 6 φτερά άσπρα στην ουρά της. Θεωρείται ότι αυτά τα πουλιά γίνονται πιό ήμερα από τα άλλα. Επίσης θα είμαστε τυχεροί αν βρούμε και πάρουμε καμιά «κερασούλα». Είναι τα πουλιά που στο σβέρκο τους (εκεί που τελειώνει το μαύρο χρώμα) έχουν κόκκινα φτεράκια (Σ.Σ. Αυτό δεν το ήξερα, γιά δες ρε τι μανθάνει τινάς...) Το

  2. Πιάσαμε κάτι φλώρους ολόχρυσους, αρσενικούς, και κάτι καρδερίνες που είχανε το κόκκινο βελουδένιο στην κορφή, εξάρες πρώτης (Σ.Σ. Αυτό το λίνκι περιέχει κάτι ενδιαφέρουσες λέξεις, όσοι πτηνολάγνοι...Δες και σχόλιο εδώ) πουλάκι

  3. Στο θεμα φωνης δεν υπαρχει διαφορα. Το μονο που διαφερει ειναι οτι οι 6αρες ημερευουν πιο ευκολα και ζευγαρουν πιο ευκολα σε κλουβι. τσίου

  4. Καλά, ήσουνα ακόμα πιτσιρικάς εσύ, αλλά όλο και μας μπανίζατε όταν στήναμε τα δίχτυα στον Κουλέ γιά καρδερίνες, φλώρια, σπίνους, αδερφέ μου, τα θαύματα του κόσμου. Θυμάσαι, ρε, εκείνες τις εξάρες καρδερίνες; Βιολοντσέλα, ρε Σαλονικιέ, βιολοντσέλα...

(Χρ. Μίσσιος, Χαμογέλα, ρε...Τι σου ζητάνε; εκδ. Γράμματα).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πολύ μεγάλη ευκαιρία. Λαυράκι. Ευκαιρία ή προσφορά από αυτές που σπάνια συναντάς μπροστά σου και καλά θα κάνεις να την αρπάξεις από τα μαλλιά πριν τη χάσεις και δεν την ξαναδείς. Τake it or leave it.

- Kαι; Είναι καλό το γκομενάκι που θες να μου γνωρίσεις;
- One-off, σου λέω

Σχετικά: μπρισίμι, μπίνγκο!, κελεπούρι, φιλέτο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αλεφάντειος ρήση που αναφέρεται σε ενέργεια που έπιασε υψηλή απόδοση. Η φράση έχει ποδοσφαιρική καταγωγή (για πλασέ του Δημήτρη Σαλπιγγίδη απέναντι στον Ολυμπιακό) όμως πλέον χρησιμοποιείται ευρέως για κάθε ενέργεια που κατάφερε να προκαλέσει πλήγμα στον αντίπαλο σε επίπεδο ισοπέδωσης και εξευτελισμού, πλέκοντας ταυτόχρονα το εγκώμιο του εκτελεστή.

- Τον γάμησε ο Ομπάμα τον Ρόμνεϊ στο ντιμπέιτ! Του είπε ο άλλος ότι η Αμερική έχει λιγότερα πλοία από το 1917 και ο μαύρος απάντησε «όπως και άλογα και ξιφολόγχες, γιατί ο πόλεμος έχει αλλάξει». - Πέτσωμα κανονικό.
- Τι να πω; Κίνηση μεγάλου παίχτου…

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση από τον Auto χώρο. Σημαίνει ότι κάποιος είναι τόσο πολύ ευχαριστημένος με ένα αυτοκίνητο ή άλλο όχημα, που ακόμη κι αν αναγκαζόταν να το αλλάξει θα ξανάπαιρνε την ίδια μάρκα / μοντέλο. Το καθιέρωσε ο Χάρρυ Κλυνν σε διαφήμιση, όπου παραλληλίζει τα Φουντούνια με αυτοκίνητο και λέει «κι αν ποτέ τ'άλλαζα, πάλι φουντούνια θά 'παιρνα». Έκτοτε η έκφραση χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει ο,τιδήποτε είναι πάρα πολύ καλό και αξίζει, και είμαστε απόλυτα ικανοποιημένοι μαζί του.

  1. κι αν ποτέ τ ' άλλαζα , πάλι sorlin θα ' παιρνα !!! (paokmania.gr).

  2. Μαζί με τον WinRAR και 1-2 άλλα είναι από τις εφαρμογές που πλήρωσα για τη χρήση τους. Κι αν ποτέ τ'άλλαζα, πάλι το ίδιο θα'παιρνα :p (Εδώ).

  3. - Τρομερές γυναίκες οι Δανέζες που κατεβαίνουν το καυλοκαίρι στο νησί. Κι αν ποτέ τ' άλλαζα, πάλι Δανέζα θά 'παιρνα...

(από Khan, 19/04/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σημαίνει το σούπερ ντούπερ, το άπιαστο, το τέλειο. Ο όρος καθιερώθηκε μάλλον από τον Νίκο Αλέφαντο, αλλά χρησιμοποιείται και εκτός αγωνιστικού χώρου, π.χ. «το ραλί του Άγγελου είναι πύραυλος, μάνα καημένη».

- Παίκτης σαν τον Ροναλντίνιο δεν υπάρχει άλλος αυτή τη στιγμή στον πλανήτη. Ο άνθρωπος είναι μάνα καημένη, ασύλληπτος!

- Καλά, μια Χαγιαμπούσαμας έπαιζε φώτα στα 220! Μας πέρασε σαν να ήμαστε σταματημένοι. Απίστευτο εργαλείο, μάνα καημένη, σου λέω!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ως επίρρημα: (α) τέλεια, πολύ καλά. Συνώνυμα: γαμάτα, μπόμπα, σούπερ, τζάμι, τζιτζί, φίνα. (β) (επιτατικό) πολύ, εντελώς. Συνώνυμα: κάργα, φουλ. Χρησιμοποιείται και ως επίθετο (βλέπε γαμάτος).

Συντάσσεται είτε ως κατηγορούμενο, είτε συνηθέστερα με το ουσιαστικό έναρθρο, στον πληθυντικό και σε αιτιατική: (και) γαμώ τους/τις/τα <ουσ. σε πληθ.>. Συγκεκριμένα, η κανονική σύνταξη <επίθ.> + <ουσ.> αποφεύγεται.

  1. (απο συνέντευξη του Evnus, εδώ)
    Την τελευταία φορά που πέρασα και γαμώ ήταν ένα πρωί που είχα πάρει ένα τόξο με βεντούζα και σημάδευα σκατόφατσες [...] στην τηλεόραση.

  2. (από το διαδίκτυο)
    Πρέπει να ομολογήσω ότι ο τύπος είναι και γαμώ τα άτομα. Παρ' όλο που έχασε την πτήση από το Λονδίνο και έφτασε στις 1 μετά τα μεσάνυχτα, βγήκε στην σκηνή [...] και έδωσε και γαμώ τις συναυλίες.

  3. (από το διαδίκτυο)
    Αυτό πρέπει να το πω. Οι Γερμανίδες είναι και γαμώ τις γκόμενες. Σταμάτα να είσαι Στάθης Ψάλτης και να τις σκέφτεσαι με σαντάλι και ξεπλυμένο σορτς. Ντυμένες κανονικά είναι φα-ντα-στι-κές. Και γδυμένες ακόμη περισσότερο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία