Το χρώμα άσπρο χρησιμοποιείται (όχι και τόσο συχνά) ως συνεκδοχή για το σπέρμα. Η σύνδεση δεν είναι ευθεία (οπότε κάποιος που κάθε φορά που ακούει τη λέξη "άσπρος" σκέφτεται χυσίματα κτλ είναι μάλλον πορνόμυαλος) αλλά είναι υπαρκτή.

Βλέπε πχ τα λήμματα ασπρίζω τοίχους, το άντε γαμήσου ν' ασπρίσεις, θα τα βλέπεις άσπρα, "- τι είναι άσπρο και κρατάει μαστίγιο; - η μαλακία που σε δέρνει", και ό,τι κατεβάσει ο νους του καθενός.

Σχετικό λήμμα το μπλε όπου χρώμα γίνεται μετωνυμία για μια αφηρημένη έννοια, μέσω άλλου μηχανισμού βέβαια. Η πράσινη δεν είναι ακριβώς ίδια περίπτωση, γιατί εκεί έχουμε ουσιαστικοποίηση από την πράσινη νότα, αλλά δεν είναι και μακρυά.

(σε διασταύρωση)
- Κόκκινο είναι το φανάρι μωρή μαλακομούνω, όλα άσπρα τα βλέπεις;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο αγγλικός όρος είναι baking powder και σημαίνει σκόνη ανεβάσματος κέικ. To μπέϊκιν παόυντερ, είναι διογκωτικό υλικό και πιο συγκεκριμένα είναι σκόνη που περιέχει διττανθρακικό νάτριο (σόδα μαγειρέματος) και χρησιμοποιείται για να φουσκώνει τη ζύμη στο ψήσιμο, σε κέικ, και αφράτα γλυκά του τηγανιού όπως οι βάφλες, τηγανίτες κλπ.

Οταν στη συγκεκριμένη περίπτωση ο ποιητής χρησιμοποιεί τον όρο, παρομοιάζει το φούσκωμα της ζύμης, με τη φουσκωμένη κοιλιά μιας γυναίκας στην περίοδο εγκυμοσύνης της και θεωρεί ως μπέϊκιν παόυντερ το ευθύβολο σπέρμα του άντρα που είναι υπεύθυνο για αυτήν την εγκυμοσύνη.

- Ρε μαλάκα, μπορεί να 'χεις παιδί απ’ την πρώτη σου γυναίκα, αλλά ξεκόλλα απ’ την αρνητικότητα σου. Έχεις ξαναπαντρευτεί και μάλιστα με νέα γυναίκα. Είναι σωστό να της στερείς τη χαρά της μητρότητας;
- Γιατί ρε; Τώρα στα μεσοκοπήματα πάλι μωρά και κούνιες;
- Πώς να στο πω, πιο απλά ρε… Αν δε θες περικοκλάδες, στάξε λίγο μπεϊκιν παόυντερ … και δε θα μετανιώσεις. Αλλιώς φιλαράκο θα βοηθήσει άλλος τη σπερματοδιψάζουσα γυναίκα σου να φτιάξει το γλυκό.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία