Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Έκφραση-κατάρα που 'λεγαν οι παπούδες μας. Υπονοεί ότι αυτός που την εξακοντίζει επιθυμεί τον θάνατο και μαζί ασθένεια που προκαλεί την τριχόπτωση του υποκειμένου.

Παραλλαγή του μόρα και κασίδα που χρησιμοποιείται ως ανταπάντηση στο «μωρή» και στο «μωρέ». Το νέκρα και κασίδα αντίστοιχα σε «ναι» που σπάει τα νεύρα, ακόμη καλύτερα και σε επαναλαμβανόμενα «ναι» που σπαν' τα νεύρα.

Στη βουλή ψηφίζεται το ειδικό τέλος στα ακίνητα.
Η τηλεόραση μεταδίδει απ' ευθείας:

- Τσουρνόπουλος.
- Ναι.
- Λαμογιόπουλος.
- Ναι.
- Κλεφτοκοτόπουλος.
- Ναι.

Και η γιαγιά μου απ' τον καναπέ:
- Νέκρα και κασίδα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ανθεί η σλανγκ γύρω από τα εξανθήματα! (pun intended ο πούστης!).

Όπως κατεδείχθη πρόσφατα, υπάρχει η έκφραση βγάζω σπιθουράκια με, που μπορεί να ειπωθεί και ως: βγάζω μπιμπίκια, βγάζω σπυριά, βγάζω σπυράκια, βγάζω φλύκταινες, παθαίνω αναφυλαξία. Έχουν ενδιαφέρον οι ετυμολογίες όλων αυτών των σιχαμερώνε πραγμάτωνε. Ετυμολογίες:

σπυράκι < σπυρί < σπυρίον, υποκοριστικό του αρχαίου < σπυρός, με ανάπτυξη προθεματικού σίγμα (όπως σβώλος- βώλος) από < πυρός = κόκκος σιταριού.

φλύκταινα < φλύω = είμαι χυμώδης, ανθηρός/ βράζω, κοχλάζω/ κάνω εμετό/ φλυαρώ. Ομόρριζα τα φλοίσβος, φλοιός, φλούδι, λατινικό fluere αγγλικό fluently κ.ά.

αναφυλαξία, αντιδάνειο από το αγγλικό < anaphylaxis < αρχαίο ελληνικό φύλαξις.

σπιθουράκι < σπιθούρι < σπίθα + ούρι (πρβλ μνήμα- μνημούρι).

μπιμπίκι, υποκοριστικό του < μπίμπικας < αρχαίο ελληνικό βέμβιξ = σβούρα, ρόμβος. Ή < ιταλικό bimbo = μωρό. Πρβλ. bimbo.

Και ερχόμαστε στο θέμα, όπου η σλανγκολογία σηκώνει τα πόδια ψηλά! Υπάρχει λέξη μπισμπίκι; Και αν ναι, από που προέρχεται; Ο Μπάμπης δεν έχει λήμμα μπισμπίκι στο Λεξικό του, αλλά ως γνωστόν, λήμμα, ο απεδοκίμασεν ο Μπαμπινιώτης, τούτο εγενήθη εις κεφαλήν της σλανγκ. Αποφάσισα αντ' αυτού να ζητήσω την βοήθεια του Πονηρόσκυλου και αφού έδωσε τα φώτα του καταλήξαμε στα εξής.

Αφενός, υπάρχει το μπιμπίκι, για το οποίο ο Μπάμπης δίνει το βέμβιξ = σβούρα, αλλά κρατάει και μια πισινή με το ιταλικό bimbo. Αφετέρου, υπάρχει ο γερομπισμπίκης, δηλαδή ο πορνόγερος που θυμίζει πατέρα Καραμάζοφ, και στον οποίο ενδέχεται το λαγνογλοιώδες βλέμμα να συνδυάζεται με πολλά γέρικα μπιμπίκια και παραμορφώσεις του δέρματος λόγω του γήρατος μάλλον ή της εφηβείας.

Μπισμπίκι σκέτο υπάρχει, όθεν το γερομπισμπίκης;

Το Πονηρόσκυλο μου επέστησε την προσοχή σε ετυμολογία του γερομπισμπίκη από το τούρκικο beşbıyik, το οποίο σημαίνει μούσμουλο. «Φαίνεται να υπάρχει ομοιότητα ανάμεσα στο beşbıyık και το μπισμπίκι - με μια δόση υπερβολής, μπορεί να φανταστεί κανείς ένα μεγάλο, σάπιο μούσμουλο, μαυρισμένο να παρομοιάζεται με μπιμπίκι - ή, έστω, με μπισμπίκι, αν έτσι το πούμε» οσφράνθηκε το Πονηρόσκυλο. Προσωπικά, έχω ακούσει πολλές φορές την λέξη μπισμπίκι και μου φαίνεται πιθανή η ετυμολόγηση αυτή. Στο κάτω κάτω τι καλύτερο έχουν από τα μούσμουλα οι σβούρες, οι κόκκοι σιταριού, οι σπίθες, τα μωρά και οι φλοίσβοι;

Τατιάνα, η γνωστή (αν μιλούσε σλανγκ): Ήταν πραγματικά φρικτό! Ήρθε ένας γερομπισμπίκης, γεμάτος μπισμπίκια, φλύκταινες, μπιμπίκια, αναφυλαξίες, σπυριά, σπιθουράκια, και ήθελε και φραπέ ο απεόφοβος! Είχε δει τη μούρη του στο facebook; Και το χειρότερο: Δεν είχε άνεση στις τετάρτες- πέμπτες και βγάλανε μπισμπίκια τα χέρια και τα πόδια μου ως να τον παρηγορήσω.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τεραστίων διαστάσεων καυλόσπυρο, που έχει ξεπεράσει πλέον τα όρια του απλού καρούμπαλου και οδεύει ολαταχώς προς κάτι άλλο, πιο μεγάλο, πιο μεγάλο...

Το βυζί αυτό όμως, δεν ορίζεται μόνον ποσοτικά (δλδ εκ του μεγέθους του) αλλά και ποιοτικά/μορφολογικά: φανταστείτε καταρχήν ένα τεράστιο κόκκινο καυλόσπυρο, που έχει μαζέψει μπόλικο πύον στο κέντρο του, μια θαυμάσια και συμμετρική κιτρινωπή κηλίδα. Στην κορυφή τώρα αυτής της πυώδους κηλίδας, στέκεται περήφανο ένα μικρό κακκαδάκι, η αποξηραμένη «μυτούλα» του καυλόσπυρου.

Οι ομοιότητες με το κανονικό βυζί βγάζουν μάτι: το κακκάδι/μυτούλα είναι η ρώγα, η πυώδης κηλίδα είναι η φωτεινή άλως γύρω απ' τη ρώγα, και ασφαλώς το κύριο σώμα του καυλόσπυρου αντιστοιχεί στο καθαυτό κρεμαστάρι. Δε θέλετε να επεκταθώ τώρα στο τι ακριβώς θα γίνει αν ζουπήξεις το πυώδες καυλόσπυρο και γεμίσει ο κόσμος γάλατα...

- Μαλάκα τι κέρατο είν' αυτό που πέταξες πάλι στο κούτελο; Σα ρινόκερος έχεις γίνει...
- Ναι ρε φίλε, πίκρα, ακυκλοφόρητος έγινα.. Πάντως έχω βελτιωθεί κάπως με τις αλοιφές, παλιά ήμουν τελείως τσιμπούκι.
- Θυμάμαι κάτι βυζιά που έβγαζες, σωστές τορπίλες. Τα 'σπαγες και σοβάτιζες τοίχο. Άνετα.

Και μετά από αυτό το παρόν λήμμα εξαφανίζεται ως δια μαγείας, για να μην το ξαναδώ ποτέ. (από Galadriel, 25/05/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ευφημισμός για κάποιον που είναι γκαντέμης σε ό,τι αφορά την προσωπική του υγεία υπό την έννοια ότι αποτελεί πρώτο υποψήφιο για να εμφανίσει:

  • Συρροή σπάνιων συνδρόμων π.χ. ρευματικά νοσήματα, αυτοάνοσες παθήσεις, κ.α. παρόμοια,
  • Σπάνιες μορφές νεοπλασιών (π.χ. μαστού σε άνδρες),
  • Απαράλλαχτα θα εμφανίσει τις πιο κουφές παρενέργειες με τη λήψη ακόμη και των πιο συνηθισμένων φαρμάκων (π.χ. τοξική επιδερμική νεκρόλυση με λήψη ερυθρομυκίνης),

...και γενικά τραβά ασθένειες, ατυχήματα και τραυματισμούς σαν μαγνήτης. Ακόμη και σε ένα χώρο με πολλά άτομα το καλοκαίρι, τα κουνούπια θα τον προτιμήσουν από όλους και θα πέσουν πάνω σ' αυτόν να τον κάνουν βούκινο.

- Όντως λοιπόν, όπως οι περισσότεροι υποψιαζόμασταν όλα αυτά τα χρόνια, οι «γλυκοαίματοι» δεν είναι απλώς ένας παραδοσιακός μύθος: τα κουνούπια έχουν πραγματικά την τάση να «επιτίθενται» συχνότερα σε ορισμένους ανθρώπους! (από εδώ)

- Ρε παιδιά εμένα γιατί δεν με τσιμπούν ποτέ;;;; Είμαι κι εγώ πικροαίματη ;;;;; ( Εκαταλάβαν μας και τα κουνούπια....:π) (ο αντίποδας από εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ενεστώτας του «έφαγα φρίκη».

Η έκφραση «Έφαγα φρίκη», όπως και σχεδόν όλα τα τρώω (πακέτο, φλας κλπ) έχει τις ρίζες της στη χρήση ναρκωτικών ουσιών και συγκεκριμένα στα βρώσιμα ναρκωτικά - χάπια. Προκύπτει από το γεγονός ότι πολλά χάπια τύπου έκσταση δεν έχουν πάντα τις ίδιες παρενέργειες στον οργανισμό και ειδικότερα στον εγκέφαλο και στα συναισθήματα. Έτσι όταν κάποιος χρήστης «τρώει« ένα χάπι που στη συνέχεια του δημιούργησε δυσάρεστα συναισθήματα, τρόμο, ταραχή, δυσάρεστες παραισθήσεις κ.λ.π., έλεγε χαρακτηριστικά ότι »έφαγε φρίκη«.

Αντίστοιχης λογικής είναι και το »έφαγα φλας« που αναφέρεται στην αναλαμπή το »έφαγα πακέτο« που περιέχει όλο το πακέτο (φρίκη, φλας) κ.λ.π.

Σταδιακά η έκφραση έφυγε από τον κύκλο των χρηστών και υιοθετήθηκε από τους νέους για να αποδώσει καταστάσεις κατά τις οποίες τα πράγματα πήραν δυσάρεστη τροπή, η για να δείξουν ότι συνειδητοποιήθηκε κάτι απότομα.

  1. Χαρακτηριστικό παράδειγμα που άκουσα από χρήστη πολύ πριν γίνει της μόδας η έκφραση είναι το εξής:

- Είχα κάνει ένα τατού και είχα πιει πρέζα. Έφαγα φρίκη ότι σάπιζε το χέρι μου και έξυνα το τατου συνέχεια, με αποτέλεσμα να το καταστρέψω.

  1. Χτες εκεί που οδηγούσα πετάχτηκε μια γάτα. Έφαγα τρελή φρίκη.

  2. Τι φρίκη έφαγες ξαφνικά και άρχισες να μαλώνεις με τον Γιάννη;

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η αγγλική λέξη για τη διακοπή ρεύματος, αφού μεταφέρθηκε στην ελληνική ως άκλιτη, τείνει ν’ αναλάβει ρόλο πασπαντού για κάθε μπλοκάρισμα και δυσλειτουργία που μπορεί να πάθει ο άνθρωπος.

Ειδικότερα:

  1. Αιφνιδιαστικό μπλοκάρισμα που οφείλεται σε πολύ στρες ή έντονη συγκίνηση, όπως χαρά, λύπη, γκάβλα κλπ. και μας κάνει να μένουμε παγωτό, σαν σε κώμα, ανίκανοι ν’ αντιδράσουμε και να κάνουμε αυτό που απεγνωσμένα κι επιτακτικά επιθυμούμε ή πρέπει.

  2. Βαριά κατάθλιψη που μας αποδιοργανώνει τελείως και μας αφήνει ανίκανους να κάνουμε ο,τιδήποτε. Τούνελ βαθύ και σκοτεινό μέσα σε συναισθήματα απαισιοδοξίας, απόγνωσης και ματαιότητας, με αμφίβολη την έξοδο. Περιγράφεται στο παράδειγμα 2, όπου κττμγ ο όρος δεν περιορίζεται να χαρακτηρίσει μόνο την περίπτωση των εξετάσεων, όπως θεωρεί ο ασθενής, αλλά την όλη του κατάσταση.

  3. Αφλογιστία του ανδρικού μορίου, ανικανότητα -πρόσκαιρη- για ερωτική πράξη (γι’ αυτό δίστασα λίγο, εφόσον αυτές οι τσούλες στο κοσμοπόλιταν και την ενθαδική ύπαρξη φερ’ ειπείν με το μουνί τους θα τη συσχετίσουν, εφόσον όμως λημματογραφούμε αδόκιμους όρους νομίζω ότι περνάει).

  4. Αμνησία, προσωρινή ή και οριστική, όπως επί αλτσχάιμερ.

  5. Αφασία. Υπαρξιακή κρίση ταυτότητας που εκδηλώνεται με την απόλυτη απάθεια. Κατάσταση πολύ συγγενής με τη νιρβάνα, μόνο που αντί για απόλυτη ικανοποίηση ο πάσχων αισθάνεται ακριβώς το αντίθετο: ανυπέρβλητη ανία και βαρεμάρα. Πολύ κρίσιμη ψυχική κατάσταση, εφόσον μπορεί ν’ ακολουθηθεί από έκρηξη δημιουργικότητας, αλλά μπορεί και να διαρκέσει για όλη την υπόλοιπη ζωή του πάσχοντος.

  1. Ωστόσο, αυτό που θεωρώ ότι μου προκάλεσε αυτό τον φόβο ήταν κάποια στιγμή στην ηλικία των 10 όπου θα έλεγα ένα ποίημα μπροστά σε μία κατάκλειστη αίθουσα στην οποία βρισκόταν η μητέρα μου και ήθελα να την εντυπωσιάσω, εγώ ανεβαίνοντας στην σκηνή ξέχασα το ποίημα και έπαθα ένα γενικότερο μπλακ άουτ όπου δεν μπορούσα να σκεφτώ και έτρεμα.
    (μπλακάουτ από στρες) εδώ

τρωω φρικες κ παθαινω μπλακ αουτ και αγχωνομαι σε σημειο να μν αναπνεω οταν μου αναθετουν κατι κ το μυαλο μ παιρνει σβουρες να κανει σχεδια να τα βγαλω εις περας, κ αν δεν τα καταφερω τρελαινομαι ρε παιδια!!!!!!πρεπει οπωςδηποτε να κανω αυτο που χω σχεδιασει κ δν μπορω!
εδώ

Εδώ ίσως να είναι σκόπιμο να πώ οτι εξαιτίας ενός προηγούμενου ατυχήματος η βελόνα έφυγε για αλλαγή πηνίου και αναβελόνωση.Κοινώς σχεδόν καινούργια βελόνα. Αφού λοιπόν ξεκίνησε η κουβέντα ο Κυριάκος έπιασε τα εργαλεία του και ξεκίνησε. Ευθυγράμιση πικάπ - Ευθυγράμιση βραχίονα και ρύθμιση βάρους. Ρύθμιση του antiskate με δίσκο-ρύθμισης. Έπειτα ξεκίνησε η ακρόαση. Νομίζω οτι μέχρι πρίν 2 βδομάδες θα ήμουν σαφής. Το pink triangle και ένα πικάπ αυτής της κατηγορίας είναι αρκετό. Παραπάνω δέν φαίνονται και τόσο οι διαφορές. Είναι ίσως ανούσιο για το ίδιο το μέσο. Όμως έπαθα black out!!! (μπλακάουτ του χαϊφιντελίστα βινυλιομάχου από την κάβλα). εδώ

  1. «Δεν έχω όρεξη για διάβασμα. Δεν μου αρέσει η σχολή μου, αισθάνομαι ότι έχω «μπουχτίσει» από τα πάντα. Δεν μπορώ να αυτοσυγκεντρωθώ. Δεν μπορώ να αποφασίσω ούτε για το τι παντελόνι θέλω να βάλω. Αναβάλλω συνεχώς ότι έχω να κάνω, ακόμα και να περιποιηθώ τον εαυτό μου. Δεν έχω διάθεση για παρέες, φοβάμαι μήπως με κοροϊδεύουν για την ακμή μου. Δεν μπορώ να πλησιάσω κοπέλες. Δεν έχω καθόλου αυτοπεποίθηση. Αγχώνομαι να πλησιάσω μια κοπέλα λόγω της εμφάνισης μου. Δεν βρίσκω τι να πω στους φίλους μου. Αισθάνομαι ότι οι άλλοι είναι καλύτεροι από μένα, τα βλέπω όλα μαύρα. Πάω να εξετασθώ και παθαίνω black out με αποτέλεσμα να δώσω λευκή κόλλα. Το μυαλό μου είναι άδειο». εδώ

  2. αμα δεν θελει τοσο πολυ σεξ και απο την ολη συμπεριφορα μπορεις να το καταλαβεις αλλα απο το αμα του σηκωνεται η οχι σκετο δεν μπορεις,εχει τυχει σε φιλο μου να ριξει γκομενα που την ηθελε τρελα κ να παθει μπλακαουτ οταν πηγε να γινει...
    εδώ

  3. Κάθε φορά που πηγαίνω στο γιατρό λες και παθαίνω μπλακ αουτ και ξεχνάω όσα θέλω να ρωτήσω!
    εδώ

  4. Έχει πάει ήδη 4.50 τα ξημερώματα κι εγώ δεν έχω γράψει ούτε λέξη!
    Δεν είναι κατάσταση αυτή!
    Ειλικρινά, θα αρπάξω τον υπολογιστή και θα τον ξεφορτωθώ μια και καλή, κάτω απ’ το μπαλκόνι!
    Είχα διαβάσει κάποτε σ’ ένα άρθρο για το λεγόμενο μπλακάουτ των συγγραφέων, αλλά ποτέ δεν περίμενα ότι θα συμβεί σε μένα!
    εδώ

βλ. και βλακ άουτ, κοκομπλόκο, κλακάζ, μπλε οθόνη.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ξενέρωτη καὶ γελοία αμερικλανιά, συνιστῶσα παρ' ἡμῖν ἰατρονοσηλευτικὸ slang.

Σημαίνει ὅτι κάποιος ἀσθενὴς ἀτυχεῖ βαρέως καὶ πρέπει νὰ σπεύσῃ ἐπὶ τόπου ἡ ἤδη προκαθωρισμένη ἰατρονοσηλευτικὴ ὁμάδα CPR, δλδ Καρδιο-αναπνευστικῆς ἀνανήψεως. Ὅλα παγώνουν ἐκείνη τὴν ὥρα. Παγώνουν καὶ ὅσοι γνωρίζουν τί σημαίνει ἡ ἐκφώνησι ἀπὸ τὰ μεγάφωνα «Προσοχὴ παρακαλῶ! Κωδικὸς μπλέ στὸν 4ο Α» (μὲ ἐπανάληψι).

Ἀποτελεῖ κατὰ λέξιν μετάφρασι τῆς ἐκφράσεως «Code blue», δῆθεν γιὰ νὰ μὴν καταλαβαίνουν καὶ ἀνησυχοῦν οἱ «ἄσχετοι» (lay persons). Ἀρκετά παλαιότερα θυμᾶμαι ὅτι στὴν Ἀμερική λεγόταν «Code red», τὸ ἄλλαξαν ὅμως, προφανῶς για ξεκάρφωμα, ἴσως καὶ γιὰ νὰ μή μπερδεύονται μὲ τὴν ἔκφρασι «Red tape», ποὺ χαρακτηρίζει τὴν ἐκεῖ γραφειοκρατικὴ καθυστέρησι.

Σὲ περίπτωσι ποὺ ὁ κωδικὸς μπλὲ ἀποδειχθῇ πούτσες μπλέ, ὑπάρχει σαφὴς διοικητικὴ ἀπαγόρευσι γιὰ ἐρωτήσεις ποὺ θὰ φέρουν σὲ δύσκολη θέσι αὐτὸν ποὺ τὸν «χτύπησε» (= σήμανε). Παρὰ ταῦτα οἱ καλοὶ συνάδελφοι τοῦ ρίχνουν τὸ σχετικὸ «κωλοδάχτυλο», μὲ ὅλη τους τὴ συμπάθεια κι εγώ σ' αγαπώ.

Ἀπὸ τὰ μεγάγωνα τοῦ νοσοκομείου:
«Προσοχὴ παρακαλῶ! Κωδικὸς μπλέ στὸν 4ο Α. Ἐπαναλαμβάνω: Κωδικὸς μπλέ στὸν 4ο Α»

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ασθένεια η οποία εκδηλώνεται συνήθως σε άτομα της τρίτης ηλικίας και οφείλεται στην επί μακρόν και αδιάλειπτη παρακολούθηση της πρωινής εκπομπής του Γιώργου Αυτιά. Κύριο σύμπτωμα της πάθησης που εμφανίζουν οι ασθενείς είναι η τυφλή εμπιστοσύνη σε όσα λέει ο εν λόγω παρουσιαστής στην εκπομπή του και η άκριτη αναπαραγωγή τους. Κάποιοι θεωρούν ότι δεν πρόκειται για ασθένεια αλλά για λανθάνουσα μορφή αίρεσης.

Στην τράπεζα:
- Καλημέρα παιδί μου, θέλω να μου δώσεις το επίδομα των χαμηλοσυνταξιούχων.
- Δεν το δίνουμε σήμερα, θα δοθεί από βδόμαδα.
- Μα το είδα στον Αυτιά!
- Μπορεί να το είδατε στον Αυτιά, αλλά δεν το δίνουμε ακόμα.
- ΜΑ ΤΟ ΕΙΠΕ Ο ΑΥΤΙΑΣ!
- Ε ΤΟΤΕ ΠΗΓΑΙΝΕ ΚΑΙ ΠΑΡ' ΤΟ ΑΠ' ΤΟΝ ΑΥΤΙΑ!!!

(από Khan, 11/05/11)Σύμπτωμα αυτιασμού είναι το να μιλάς μόνος σου... (από Khan, 12/05/11)

Λογοπαίγνιο με την λέξη αυτισμός

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Καλείται η κατάληξη ενός μοσχεύματος (ορθοπεδικού) που ποτέ δεν χρειάστηκε για τον συγκεκριμένο ασθενή ή ίσως ίσως παραγγέλθηκε διπλό, τριπλό κλπ, με σκοπό τον οικονομικό προσπορισμό υπέρ του χειρούργου ορθοπεδικού από τα ασφαλιστικά ταμεία.

Και προς άρση παρεξηγήσεων, τα ανωτέρω γραφόμενα αποτελούν έναν εφιάλτη που είχα τις προάλλες και είπα να τον μοιραστώ μαζί σας. Όχι φυσικά πως συμβαίνει κάτι τέτοιο, προς slangού.

- Και αυτό γιατρέ τι να το κάνω ;;
- Κουβανέζικο, βοηθέ τι σε πληρώνω, για να μην ξέρεις την δουλειά σου;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δεν αναφερόμαστε στο clopy paste (όπως στον παρόντα ορισμό), αλλά σε όρο κυνικής ιατρικής αργκό, όπου ο γιατρός ανοίγει τον ασθενή, διαπιστώνει ότι δεν υπάρχει καμία ελπίδα επιβίωσης και τον ξανακλείνει αμέσως. Προφάνουσλυ μεταφορά από την κομπιουτεράδικη αγγλική ορολογία για τις λειτουργίες αποκοπής και επικόλλησης στον υπολογιστήρα.

- Πώς πήγε η εγχείριση του Κολλυβάτου, γιατρέ μου;
- Κλασική περίπτωση cut paste.
- Η χήρα τι λέει, καλή;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία