Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Πειρακτικός όρος για γεροντοφρικιά και άλλους συνομηλίκους τους που αγοράζουν μηχανές για πρώτη φορά στα 40+ αλλά δεν είναι ούτε τόσο φραγκάτοι, ούτε και τόσο ψώνια για να πάρουν Harley και βολεύονται με μηχανές μικρού κυβισμού.

Ενίοτε παν και διακοπές στα νησιά το καλοκαίρι μ’ αυτές, αλλά συχνά σπάνε και κάνα ποδαράκι...

Αν συνοδεύονται και από αίσθημα (σ' αυτήν την ηλικία λέγεται σύζυγος…) προσθέτουμε και το Σοφία (Αλιμπέρτη). Δεν συνοδεύονται όμως από χαίτη…

Ρε καλώς τον Γαρδέλη! Πού το φάγαμε το γόνατο πάλι; ΠΣΚ με την enduro και το Σοφάκι πάλι;

(από BuBis, 16/02/09)(από Khan, 14/11/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Από παλιά διαφήμιση των '80ς, που διαφήμιζε σαμπουάν με μπύρα στα συστατικά του. Και προειδοποιούσε χιουμοριστικά τον θεατή ότι είναι σαμπουάν από μπύρα για να λουστεί, κι όχι μπύρα για να την πιει. Πλέον χρησιμοποιείται στα πλαίσια διασπερμάτευσης, όπου προειδοποιείται ο παθητικός τι να κάνει με τα φλόκια. Μεταφορικά, για κάθε αναποδιά, δυσκολία. Δεν ξέρεις τι είναι χειρότερο, το λούσιμο είναι μεγαλύτερο μπλέξιμο, αλλά το πιοτό πάει σε μεγαλύτερο βάθος.

Ευχαριστώ τον Ειρωνικόλα, που μου το θύμισε...

- Θα πέσει έξω η εταιρεία τώρα με την κρίση;
- Θα είναι «μην την πιείτε, λουστείτε» φάση. Δεν θα πάει πολύ βαθιά.

(από jesus, 15/02/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στυλ μαθητών, που μοιάζουν με Γαρδέλη. Κοπάνα από σχολείο, η τσάντα στον ώμο και μηχανάκι.

Πάλι ρόδα, τσάντα και κοπάνα ο Σταμάτης σήμερα. Αλλά με ένα γκομενίδι στην πλάτη του μούρλια!

Ρόδα, ντόπα και κοπάνα για Κεντέρη και Θάνου! (από Hank, 19/01/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το «με Μαρξ, ορθοδοξία και μια ζεϊμπεκιά» είναι στίχος του Χάρρυ Κλυνν από το «Ελλάδα, η χώρα του πράσινου ήλιου» στα '80ς. Ο Χάρρυ Κλυνν στα '80ς σατίριζε την τότε νεοεμφανιζόμενη γειτνίαση μαρξιζόντων και ορθοδόξων, που εν μέρει προήλθε εκ των τελευταίων ως αντίδραση για τις κατηγορίες όσον αφορά στον ρόλο της Εκκλησίας κατά την Δικτατορία, και εν μέρει στα πλαίσια γενικότερων ζυμώσεων στην σοσιαλιστική δεκαετία των '80ς. Σήμερα, όμως, το οξύμωρο σχήμα «μαρξορθόδοξος», ως αντιδιαστελλόμενο από αυτό που οι ίδιοι θεωρούν ως ευρωλιγούρηδες ή φωταδιστές, δηλώνει ότι στην σύγχρονη Ελλάδα πλάι στην κλασική αντίθεση Δεξιά-Αριστερά, υπάρχει ένα παράπλευρο ιδεολογικό δίπολο που μπλέκεται με περίεργους τρόπους στα υπάρχοντα κόμματα. Οι «μαρξορθόδοξοι» είναι αυτοί που πιστεύουν σε ιδανικά της «καθ' ημάς Ανατολής», των ελληνικών «κοινοτήτων», σ' ένα είδος ιθαγενούς σοσιαλισμού. Το οποίο στην πράξη σημαίνει απλώς έντονη κριτική στην Δύση και τον φιλοδυτικισμό, η οποία κριτική τους φέρνει σε στενή γειτνίαση με καθαυτό μαρξίζοντες αντικαπιταλιστές. Από την άλλη, έχει γίνει και μια γειτνίαση μεταξύ δεξιών με την έννοια του φιλοδυτικού φιλελευθερισμού και ορισμένων αριστερών τύπου λ.χ. ΣΥΡΡΙΖΑ, που είτε απλώς διεκδικούν κάποια γενικά δικαιώματα (στην καλύτερη περίπτωση), είτε απλώς θεωρούν ότι είναι τρέντυ να ψηφίσεις ένα αριστερό κόμμα, που να μην βαρύνεται όμως με τον δογματισμό του ΚΚΕ.

Το αποτέλεσμα είναι ότι τόσο οι μαρξορθόδοξοι, όσο και οι ευρωλιγούρηδες διοχετεύονται σε πολλά κόμματα και εξουσίας και εναλλακτικά. Έχω την εντύπωση ότι οι μαρξορθόδοξοι τείνουν να διοχετεύονται περισσότερο σε Ν.Δ. και μετά ΚΚΕ, Παπαθεμελή ή και ΛΑΟΣ, ενώ οι ευρωλιγούρηδες πιο πολύ σε ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΡΙΖΑ και μετά Ν.Δ. και εναλλακτικά φιλελεύθερα ή οικολογικά κόμματα. Αλλά πιστεύω εξίσου ότι τα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ έχουν και μαρξορθόδοξους και ευρωλιγούρηδες στις τάξεις τους, κι αυτό τα καθιστά κατάτι αντιφατικά. Βεβαίως και τα δύο άκρα αυτά του διπόλου έχουν καθ' εαυτά τις αντιφάσεις τους. Μερικά φαινόμενα για χάρη παραδείγματος. Βλέπουμε μια γειτνίαση στους «μαρξορθόδοξους» προσωπικοτήτων τόσο ετερόκλητων όσο ο Κώστας Ζουράρις, η Λιάνα Κανέλλη, ο Χρήστος Γιανναράς, ο π. Μεταλληνός, ο Διονύσης Σαββόπουλος (πιο πολύ '80ς - '90ς), ο Γεωργουσόπουλος, ο Παπαθεμελής κ.ά., ενώ η κατά βάση αριστερή εκφραστική τους χρησιμοποιείται και από ακροδεξιούς λ.χ. του Καρατζαφέρη. Από την άλλη, βλέπουμε φαινόμενα, όπως λ.χ. της «συμμετοχικής δημοκρατίας», που επαγγέλθηκε ο Γ. Παπανδρέου το 2004 βάζοντας στο ίδιο κόμμα Ανδρέα Ανδριανόπουλο και Στέφανο Μάνο με Μίμη Ανδρουλάκη και Μαρία Δαμανάκη, πράγμα που του κόστισε τις εκλογές, εν μέρει. Και το άλλο οξύμωρο, που βλέπουμε στις μέρες μας είναι ότι έχουμε μια οιονεί φιλορωσική Δεξιά της Ν.Δ. και μια ας πούμε φιλοαμερικανική Κεντροαριστερά του ΠΑΣΟΚ, πολύ σχηματικά βέβαια, και κυρίως σε επίπεδο συμπαθειών των δύο ηγεσιών.

Αυτά. Απλώς διερωτήθηκα μήπως σε σλανγκ λεξιπλασίες μπορεί να βρεθεί ακριβέστερη περιγραφική δυναμική από ό,τι σε κλασικούς όρους, όπως Δεξιά-Αριστερά.

Στο τραγούδι του Χάρρυ Κλυνν εκφράζεται, νομίζω, σαφώς ο όρος που περιγράφει και φαινόμενα τύπου Μαρξ εντ Σπένσερ.

Ελλάδα η χώρα του πράσινου ήλιου
του ΠΑΟΚ, της ΑΕΚ, της Καλαμαριάς,
πατρίδα θρησκεία, σουβλάκι με πίτα,
του Datsun, Adidas και χάνι της Γραβιάς.

Τσαρούχι, Rolex, Νακμπάρ,
ρεπόρτερς και Τζέι Αρ,
με Honda η Ελλάδα προς την δόξα τραβά,
με Marx, Ορθοδοξία και με μια ζεϊμπεκιά
να την η Ελλάδα ανάσκελα...

Ελλάδα η χώρα του πράσινου ήλιου
του ΠΑΟΚ, της ΑΕΚ, της Καλαμαριάς,
πατρίδα θρησκεία, σουβλάκι με πίτα,
του Datsun, Adidas και χάνι της Γραβιάς.

Ξεσηκωθείτε Έλληνες, ξεσηκωθείτε πατριώτες!
Παιδιά σηκωθείτε να βγούμε στους δρόμους
με Rolex στα χέρια με γούνες στους ώμους.
Ίτε παίδες Ελλήνων υπέρ βωμών και εστιών,
υπέρ πατρίδος και θεών, υπέρ αναπαύσεως των ψυχών ημών.

Υπέρ αγοράς Super Market Electric,
υπέρ Prisunic Μαρινόπουλος.
Αναφωνήσατε λοιπόν μετ' εμού: «Ζητάω-ζητώ»!
Ζήτω!
Πάντα ζει, ζήτω!
Πάντα ζει με τον Πανταζή. Ζήτω!

Ελλάδα η χώρα του πράσινου ήλιου
του ΠΑΟΚ, της ΑΕΚ, της Καλαμαριάς,
πατρίδα θρησκεία, σουβλάκι με πίτα,
του Datsun, Adidas και χάνι της Γραβιάς.

Αυτή η χώρα δεν σώζεται με τίποτις
άμα λάχει να ούμε...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ευχαριστώ κατ' αρχήν το Χαλικούτη γι' αυτό το swinging από λήμματα που κάναμε (αντιδάνειο βέβαια το δικό μου προτεινόμενο). Ευχαριστώ και τον Ιησού, ο λόγος του οποίου γίνεται πάντα προσεκτός από τους έχοντες ώτα, όπως και τα θαύματα - λήμματά του.

Λοιπόν, το «κουλτούρα να φύγουμε» είναι ατάκα του Χάρρυ Κλυνν από τον δίσκο «Έθνος Ανάδελφον» το 1985. Ανήκε σε μια σειρά από νούμερα που σατίριζε την (κατά την γνώμη μου αξιόθαυμαστη) προσπάθεια της αείμνηστης Μελίνας Μερκούρη να αναβαθμίσει την πολιτιστική ζωή της Αθήνας. Πλην ο Χάρρυ Κλυνν σατίρισε ένα σχετικό σύνδρομο υπερκουλτουρίασης που κατείχε τους Έλληνες. Και τις τραγελαφικές καταστάσεις που δημιουργήθηκαν. Λ.χ. η «κυρία»-γκόμενα (στον δίσκο) πάει τον Βασίλη (κύριο χαρρυκλυννικό ήρωα) στο Ηρώδειο, κι αυτός νομίζει πως βρίσκεται σε κέντρο με την Ρίτα (Σακελλαρίου) και τον Γιαννάκη (Πάριο). Ή ο γιος πάει την ηλικιωμένη μάνα του στο Ηρώδειο, κι αυτή κάνει πολύ αστείες ερωτήσεις.

Θα αρχίσω κατ΄ανάγκη απ' το τέλος. Το «κουλτούρα να φύγουμε» είναι το άσμα που κλείνει όλο αυτό το αφιέρωμα στην Μελίνα. Προφανώς, το λογοπαίγνιο είναι ανάμεσα στο «κουλτούρα» και το «κατούρα». Αυτό φαίνεται από το σύνολο τετράστιχο, που είναι ως εξής:

«Κουλτούρα να φύγουμε, κουλτούρα να φύγουμε,
και τίναξέ την να πέσει, και η τελευταία σταγών,
κουλτούρα να φύγουμε, κουλτούρα να φύγουμε,
με Μπρεχτ και τσιφτετέλια, θα δικαιωθεί ο αγών!».

Εννοείται ο αγών της Μελίνας Μερκούρη και των Ελλήνων που συντονίστηκαν με το όραμά της. Οπότε την έκφραση την λέμε, όταν δεν έχουμε καταφέρει να αντέξουμε ένα υπερκουλτουριάρικο έργο, όσα αντισώματα υπερκουλτουρίασης κι αν διαθέτουμε. Λ.χ. βλέπεις τον «Αντρέι Ρουμπλιόφ» του Ταρκόφσκι στην ορίτζιναλ βερσιόν των 4,5 ωρών. Ε, κάποτε μετά την τρίτη ώρα, δεν θα πεις το «κουλτούρα να φύγουμε» και θα σηκωθείς να φύγεις; Η παρομοίωση είναι με το ότι κατουράς πριν κάνεις κάποιο εγχείρημα, ας πούμε κατουράς πριν μπεις στο αυτοκίνητο για να πας κάπου, μια εκδρομή, κτλ.

Στο παράρτημα οι υπόλοιπες λεπτομέρειες.

Με πήγε η Μαριλού να δούμε την τελευταία ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Ε, λοιπόν, ρε πούστη μου, όση ώρα ήθελε ένας αντάρτης να κατέβει από το βουνό στην πραγματικότητα, άλλο τόσο ήθελε και στην ταινία! Τέσσερις ώρες θες να κατέβεις απ' τα Καλάβρυτα; Τόσο έκανε κι ο αντάρτης στην ταινία! Της το πα και της Μαριλούς και τι μου απαντά! «Όχι κάνεις λάθος, στην ταινία θέλει περισσότερο. Είναι η τεχνική της επιβράδυνσης. Αυτό είναι το μεγάλο μυστικό του Αγγελόπουλου που κάνει τις ταινίες του μοναδικές!». Ε, τέλος πάντων, κάπου στην τέταρτη ώρα είπα στην Μαριλού «κουλτούρα να φύγουμε» και την κάναμε για μπουζούκια!

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΧΑΡΡΥΚΛΥΝΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

Το τραγούδι έχει ως εξής:

(Πρώτη στροφή ποπ)

Στο Σχιστό, στο Κερατσίνι,
διευθύνει ο Μαντσίνι,
κι η Γλυφάδα ξεφαντώνει
με Μπεζάρ και Κηλαηδόνη.

(μετά λαϊκά)

Στα Νταμάρια, στην Πεντέλη,
Ντάριο Φο και τσιφτετέλι,
και στο Ρέμα Χαλανδρίου,
οι γυμνόστηθες του Ρίου.

Εσκιμώοι, Εσκιμώοι και Κινέζοι,
Λάπωνες, Λάπωνες και Γιαπωνέζοι.
μωρ' και στου Βά- και στου Βάρβουλα τον λάκκο,
παίζουν Μπρεχτ, παίζουν Μπρεχτ και Μπακαλάκο.

Στο πρώτο μισό δείχνει την παρεξήγηση του Βασίλη με την γκόμενά του. Αυτή του λέει «πάμε να δούμε την »Κάρμεν« (του Μπιζέ), θα είναι και η Μελίνα». Κι αυτός σκέφτεται «δεν μπορεί δυο τραγουδιάρες, Κάρμεν-Μελίνα, καλό μαγαζάκι θα είναι!». Και ρωτάει «έχει η Κάρμεν κανά τραγουδάκι δικό της ή λέει της Ρίτας και του Γιαννάκη κι αυτή;». Μόλις φτάνουν, το Ηρώδειο αρέσει στον Βασίλη και λέει «ωραίο, ρουστίκ με τα κολωνάκια του!». Κι όταν βγάζει την φωνάρα η σοπράνο, λέει ο Βασίλης «Πω πω φωνάρα, κοίτα να δεις, ταλεντάρες και να τραγουδάνε στα νταμάρια! Χαθήκανε ρε παιδί μου τα καλά τα μαγαζά;».

Μετά η σκηνή πάει σε γιο και μάνα του, με την περίφημη ατάκα του την έδοκε του Ορέστη. Και «πω πω τις κάλτσες του έπαιξε ο άνθρωπος. Όταν βγαίνει η πρωταγωνίστρια, η μάνα λέει »πάμε να φύγουμε παιδάκι μου, θα μας φάει η μαϊμού!«. Ο γιος στην αρχή διαμαρτύρεται: »Ποια μαϊμού ρε μάνα, η πρωταγωνίστρια είναι!«. Αλλά μετά συναινεί με το »'ντάξει ρε μάνα, κουλτούρα να φύγουμε, άμα λάχει ναούμ« μετά το οποίο αρχίζει το ομώνυμο άσμα, όπερ παραπάνω!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο συχωρεμένος Απόστολος Σουγκλάκος ήταν μια από τις μεγάλες καλτ μορφές της ελληνικής σκηνής κι αρένας. Η έκφραση «Σουγκλάκος» αναφέρεται σε μπιλντέρια, σφιχτερμάνους, σβάρτσους κι όλα τα υπόλοιπα δεκάδες συνώνυμα που μπορεί κανείς να βρει στο σλανγκ-τζη-αρ. Με την λεπτή διαφορά ότι ο Σουγκλάκος είναι ο πιο συμπαθής, αισθηματίας και γνήσιος λαϊκός τύπος από όλους τους παραπάνω κυρίους, και αποσπά την αγάπη μας.

Η ιστορική φράση «ποιος θα δείρει τον Σουγκλάκο;» από καλτ διαφημίσεις εγχώριου ρέστλινγκ στα '80ς σημαίνει την πρόκληση, αλλά και την ουτοπία. Είναι τελικά ένα βαθιά υπαρξιακό ερώτημα, όπως το «να ζει κανείς ή να μην ζει» κ.τ.ό.

Εναλλακτικά, «Σουγκλάκος» είναι η λεσβόγκα, με ανδροπρεπή εμφάνιση και ύφος που γυρεύει τσαμπουκάδες, επειδή απλώς δεν μπορεί κανείς να την δείρει, αλλά το πιο πιθανόν είναι να τις φας, άμα τα βάλεις μαζί της. Ο τελευταίος λεσβοχωρίστρας που έπεσε στα χέρια του Σουγκλάκου νοσηλεύεται ακόμη στην Εντατική!

  1. (Από την Βικιπαίδεια) «Η μοναδική φορά που στενοχώρησε άνθρωπο ο Σουγκλάκος, είναι τώρα με τον θάνατό του», δήλωσε ο σκηνοθέτης Νίκος Τριανταφυλλίδης για την απώλεια του 57χρονου παλαιστή-ηθοποιού Απόστολου Σουγκλάκου που επί τρεις δεκαετίες στάθηκε από τις αγαπημένες και καλτ μορφές του ελληνικού θεάματος. «Ήταν ένα αυτοδημιούργητο λαϊκό παιδί με χρυσή καρδιά που ποτέ δεν ξεστόμισε κακία για κανέναν και είχε μεγάλο πάθος για την πάλη και τον κινηματογράφο», ανέφερε ο Νίκος Τριανταφυλλίδης για τον Σουγκλάκο, που είχε εμφανιστεί σε δύο ταινίες του («Ράδιο Μόσχα», «Μαύρο γάλα») και ετοιμαζόταν να παίξει στην τρίτη που ετοιμάζει ο σκηνοθέτης με τίτλο «Αισθηματίες» (όπου θα ερμήνευε έναν από τους... αισθηματίες του τίτλου)!

  2. Την έκανε ο Πούτιν την πουτινιά του! Μπήκε στην Γεωργία, και τώρα φίλοι Αμερικανοί και Ευρωπαίοι ποιος θα δείρει τον Σουγκλάκο;

  3. (Ατονιστής σε φόρουμ για θεατρική παράσταση):
    Παρασταση 3 ωρων, κουλτουρα να φυγουμε. Δεν ξερω, ωρες ωρες με πιανουν κατι φιλοσοφικα ερωτηματα τυπου αν υπαρχει θεος, τι ειναι αγαπη, αν μπορει να βρει κανεις αληθινους φιλους, ποιος θα δειρει τον Σουγκλακο, σε ποια θεση παιζει ο Ζιοβανι και χθες προστεθηκε ακομα ενα.

  4. (Αλλού στα διαδίχτυα):
    Πέντε χρόνια μετά, το ΜΕΝ 24 παρουσιάζει τα ερωτήματα που δεν πήραν ποτέ απάντηση...
    11 Σεπτεμβρίου και Θεωρίες Συνομωσίας. Δεν μάθαμε ποτέ τι πραγματικά έγινε. Απόστολος Σουγκλάκος. Δεν τον έδειρε κανείς... Το MEN 24 αποχαιρετώντας τον άρχοντα του κατς, απαντά στο ερώτημα »ποιος θα δείρει τον Σουγκλάκο«: Κανείς....

  5. -Πού πας ρε Καραμήτρο να το παίξεις λεσβοχωρίστρας, αφού την βλέπεις την Ευλαμπία τι Σουγκλάκος είναι και πως είναι διατεθειμένη να προστατεύσει την Δανάη τον ερωτά της. Τελικά τις έφαγε κι ησύχασε. Και του 'χα πει εγώ: Ποιος θα δείρει τον Σουγκλάκο;

Μη βιαστείτε να πείτε ότι βρέθηκε άνθρωπος που έδειρε τον Σουγκλάκο! (από Hank, 16/01/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ατάκα που ξεπήδησε από παλιά καλή διαφήμιση. Στη διαφήμιση τον φούρναρη της γειτονιάς υποδυόταν ο καλόκαρδος και χαμογελαστός φούρναρης της διαφήμισης των ζυμαρικών Stella. Μερακλής και μιλούσε εκ πείρας αφού όπως έλεγε και το σλόγκαν: “Σαράντα χρόνια φούρναρης, έχω ψήσει και έχω ψήσει’’.

Η πολύχρονη εμπειρία λοιπόν αποτελεί την κεντρική ιδιότητα της ατάκας. Η ατάκα μπορεί να αναφερθεί σε περιπτώσεις που επιδιώκεται να προσδοθεί κύρος σε μια εκφερόμενη άποψη. Κύρος που πλαισιώνεται από την πολύχρονη εμπειρία σε κάποιο τομέα. Έτσι η αναφορά στα χρόνια εμπειρίας λειτουργεί υποστηρικτικά, στοχεύοντας να επιβεβαιωθεί μια εκφερόμενη άποψη. Πολλές φορές ωστόσο η ατάκα μπορεί να λεχθεί με ειρωνικό τρόπο ειδικά, όταν τα επιχειρήματα μας είναι ανύπαρκτα ή ανίσχυρα, για να πείσουν τον άλλο.

Σημείωση: Πολλές φορές απαλείφεται κι η λέξη φούρναρης κι η ατάκα αποδίδεται: Σαράντα χρόνια…

Συνηθίζεται μετά την εκφορά της ατάκας να επικρατεί παύση και κούνημα των χεριών ώστε να αποδοθεί συνειρμικό link μέσω shortcut στην εμπειρία κάποιου.

Αναφορά στην εμπειρία γίνεται επίσης και με την επίσης γνωστή αλλά νεότερη ατάκα που προέρχεται από θεατρική επιθεώρηση που ειπώθηκε από τον Κώστα Τσάκωνα: Μιλάμε για την ατάκα, σαράντα χρόνια βαρελάς, τέτοιο πάτο δεν ξανάδα, όπου ο Τσάκωνας εκθείαζε κάποια γυναικεία οπίσθια. Εδώ είναι σα να λέμε όσο ζω μαθαίνω, ενώ παράλληλα κάνουμε έντονη στον άλλο, την έκπληξη μας. Η ατάκα αυτή εστιάζει στη γενικότερη εμπειρία κάποιου σε θέματα που αφορούν πάτο (π.χ: κακή θέση σε ποδοσφαιρικό βαθμολογικό πίνακα, κλπ). Η ατάκα αυτή μπορεί να λεχθεί και ως: Tόσα χρόνια βαρελάς τέτοιο πάτο δεν ξάναδα (ή δεν έχω ματαδεί).

  1. -Δεν έχω εμπειρία φίλε, οπότε δεν ξέρω τι να κάνω
    -Δεν έχεις παρά να εφαρμόσεις την άποψη μου. Σαράντα χρόνια φούρναρης….Τζάμπα τα πήραμε τα γαλόνια;

  2. -«Σαράντα χρόνια φούρναρης….. Δεν ήρθα τώρα στο γυναικείο βόλεϊ. Σίγουρα κινδυνεύσαμε πολλές φορές ακόμη και να μείνουμε εκτός τελικού, αλλά αυτή η ομάδα έχει τη στόφα της πρωταθλήτριας. Διαχειριστήκαμε σωστά το υλικό που είχαμε και πήραμε αυτό που θέλαμε. Η αλήθεια είναι ότι είχαμε αδυναμίες στην υποδοχή. Κάναμε και κάποια... μερεμέτια, καλύψαμε τις αδυναμίες μας και παρουσιαστήκαμε έτοιμοι για την ανατροπή».
    http://www.goalday.gr/article.asp;catid=10786&subid=2&tag=8106&pubid=1048224

Παρατίθεται κι ένα παράδειγμα για τη συνώνυμη ατάκα

  1. -Όμως στην τελική μήπως το ελληνικό ποδόσφαιρο έχει πάει κάτω από τον πάτο;
    -Σαράντα χρόνια βαρελάς τέτοιο πάτο δεν ξαναδα..........
    http://www.fmgreece.gr/phpBB3/viewtopic.php;f=7&t=20598&st=0&sk=t&sd=a&start=4350

σαράντα χρόνια φούρναρης...Αν τα μακαρόνια δεν είναι Stella....τότε Στέλλα φύγε, κρατάω μαχαίρι (από GATZMAN, 09/10/08)Πω πω...Τόσα χρόνια βαρελάς τέτοιον πάτο δεν ξαναδα (από GATZMAN, 09/10/08)Το αγαλμα του Σωκράτη στην Ακαδημία Αθηνών, βλέποντας κόμματο να διέρχεται από τη λεωφόρο, αναφωνεί σε απταιστα νεοελληνικά:Πω ρε πούστη...σαράντα χρόνια βαρελάς, τέτοιο πάτο δεν ξαναδα. Ερώτηση γράφοντος:Ηταν ο Σωκράτης βαρελοφιλόσοφος;    (από GATZMAN, 09/10/08)40 χρόνια έχει να πιάσει πάτο (από Vrastaman, 10/10/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο χοντρός, το παχύδερμο. Ο όρος προέρχεται από το ρόλο του Μπίλια, που ενσάρκωνε σε ταινίες της δεκαετίας του '80 ο τότε υπέρβαρος Στήβ Ντούζος.

- Ρε εσύ το βλέπεις αυτό το μανούλι; Πάω να της την πέσω.
- Ώπα ρε Mπίλια... Με τέτοια εμφάνιση, δε θα πέσει η γκόμενα, άλλο
πράγμα θα πέσει
- Τι θα πέσει;
- Κρύα χυλόπιτα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γνωστή ατάκα του χαριτωμένα ευτραφούς συντρόφου του Αστερίξ που, ως γνωστόν, είχε πέσει μικρός στο καζάνι με το μαγικό φίλτρο. Ο εν λόγω κύριος με χόμπυ τα μενίρ, τα αγριογούρουνα και το ξύλο στους Ρωμαίους, όχι απαραίτητα μ' αυτή τη σειρά, χρησιμοποιεί την συγκεκριμένη ατάκα χτυπώντας παράλληλα το κεφάλι του με δάχτυλο, γεγονός που παράγει τον ήχο «τοκ, τοκ», μη μπορώντας να καταλάβει τους Ρωμαίους εν γένει.

Μετά την πτώση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, η ατάκα χρησιμοποιείται από διαφόρους (ανεξαρτήτως σωματικού βάρους και χόμπυ) για να δείξουν ότι δεν κατανοούν τη συμπεριφορά ή τις απόψεις τρίτων.

- ... και πήγανε ρε πούστη μου 3 άτομα να κάνουνε μαγκιά στον Τάσο; Ρε ο Τασούλης έχει 258 νταν και 86 μαύρες ζώνες στο καράτε, στο βαράτε, στο ταβερνόξυλο, στο ακίντο, στο ζίου ζίτσου. Ρε 30 να ήτανε, όχι 3, πάλι θα τους έκανε γκάιντα στο ξύλο ο άλλος.
- Τι να πω... (τοκ, τοκ, τοκ) Είναι τρελοί αυτοί οι Ρωμαίοι...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το μέρος των εξεδρών του γηπέδου «Νίκος Γκούμας» στη Νέα Φιλαδέλφεια, όπου έπαιρναν θέση τα μέλη της ORIGINAL σε κάθε αγώνα της ΑΕΚ. Ονομάστηκε σκεπαστή εξαιτίας του ότι βρισκόταν κάτω από το πάνω διάζωμα των εξεδρών του γηπέδου. (ΑΝΤΙΟ ΝΑΕ)

Όλα τα πρωταθλήματα που πήρε η ΑΕΚάρα από το '91 έως το '94 από τη σκεπαστή τα είδα.

Νέα Φιλαδέλφεια (από poniroskylo, 23/02/09)Σκεπαστή (από PUNKELISD, 18/10/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία