Ξεκουμπίσου, στο πολύ μάγκικο.
Ξεκούμπα, πούστη, γιατί δε θα βγεις αλλιώς ζωντανός από δω μέσα, κατάλαβες;
Ξεκουμπίσου, στο πολύ μάγκικο.
Ξεκούμπα, πούστη, γιατί δε θα βγεις αλλιώς ζωντανός από δω μέσα, κατάλαβες;
Βλ. και ξεκουμπίδια, ξεκουμπιδιέν
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Χρησιμοποιείται όταν λέμε σε κάποιον να καθήσει ή να περιμένει λίγο.
- Άραγκον ρε μάγκα λίγο να πάρουμε μια ανάσα και την κάνουμε σε 5 λεπτά.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Σημαίνει «ρε άει γαμήσου» και προφέρεται ως μία λέξη: ραγαμήshhh.
-Ραγαμής που θα πάω να σου πάρω και τσιγάρα! Μαλάκα!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ρούφα ή ρούφα το/τη. Είναι εκδικητικό επιφώνημα που φανερώνει τη χαρά του υποκειμένου για κάτι που έπαθε το αντικείμενο και του άξιζε. Χρησιμοποείται πολύ στα σπορ από φιλάθλους και παίχτες, καθώς και σε περιπτώσεις πολύ πετυχημένης τάπας.
1) Θα χάναμε παλιομαλάκα ε; Ρούφα την τριάρα τώρα. Πονάει, πονάει;
2) Γιώργος: Θα σε γαμήσω...
Θέμης: Καθώς θα μου γλείφεις την πλάτη...
Παρατηρητής: Ρούφα την (τάπα σου) Γιωργάκη και μην πεις κουβέντα...
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία
Νεότερη και πιο γιολαριστή εκδοχή του άραξε την πέτσα σου, σλανγκοτουμπανιζέ δια του προσφιλούς γαμοσλανγκοτέτοιου - όνι. Και για όποιον δεν κατάλαβε: τσίλαρε, κούλαρε, ηρέμησε.
Φοριέται πολύ από την σημερινή πιτσιρικαρία. Στο ιντερνέτι καταγράφεται κυρίως σε εφηβικά κοινωνικόμηδα τ. σνάπτσατ και ασκεφέμ.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Στάσου, περίμενε.
Στέκα να πάρω τον τραχά και θα δεις τι θα πάθεις ανεπρόκοπε!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Λέξη-κλειδί που χρησιμοποιείται αντί της λέξης ξύπνα. Προέρχεται από το video του youtube στο οποίο ο μέγας γκουρού της στρογγυλής Θεάς, Αλέφαντος, καλεί τον προπονητή της Ρεάλ Μαδρίτης να ξυπνήσει και να βάλει τον Γκάρεθ Μπέιλι στην επίθεση, μαζί με τους συναδέλφους του, Ρονάτο, Ντε Μαρία Ίσκιο και Μπεζεμά.
- Μπέιλι κύριοι ξεσκαλώστε!
- Μαλάκα τι γκολάρα έβαλε ο τύπος;
- Μπέιλι ρε λόστρε, ήταν οφσάιντ!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Όνομα παιχνιδιού που παιζόταν τη δεκαετία του 60 στην Αθήνα. Ήταν κάπως σαν κρυφτό και πόλεμος. Αν έλεγες πρώτος στον άλλο «στάκαμαν» τον είχες στακαμανίσει και έβγαινε από το παιχνίδι. Φυσικά τα παιχνίδια τελείωναν πάντα με γενικευμένα επεισόδια.
- Στάκαμαν!
- Στάκαμαν!
- Εγώ σε στακαμάνισα πρώτος!
Και ακολουθούσαν καρπαζιές.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Πιο γαμοσλανγκομπρουτάλ εκδοχή του τουμπεκί ψιλοκομμένο, δηλαδή κάνε μόκο, βούλωσ' το, βγάλε το σκασμό σου.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Τι θέλει να πει ο ποιητής: Από εδώ και στο εξής δε θα μιλάς, τουμπέκα.
Το λογοπαίγνιο λέγεται όταν κάποιος μας τα έχει κάνει τσουρέκια και λοιπά, και λοιπά.
Φροξυλάνθη προς τον σύζυγο της:
- Τι κάνεις εφτού ρε ανεπρόκοπε, μας έχει φάει τη ζωή.
Σύζυγος, έχει πάρει ανάποδες:
- Γυναίκα, απ' εδώ και τουμπεξής μη με ζαλίζεις, άντε τώρα κατάλαβες;
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία