Επιπλέον ετικέτες

Η μαλακία, η παπαρολογία, η υπερβολή.

Κυπριακό ιδίωμα, εκ του λαφαζάνης που σημαίνει μπουρδολόγος.

- Το 2007, ο σεβαστός Harry Frankfurt του πανεπιστημίου Princeton εξέδωσε ένα εξαίρετο δοκίμιο-σύγγραμμα με τίτλο “On Bullshit”, το οποίο προκάλεσε έντονες συζητήσεις στους ακαδημαϊκούς κύκλους της πολιτικής φιλοσοφίας. Αρχίζει το πρώτο κεφάλαιο σημειώνοντας ότι «ένα από τα πιο χαρακτηριστικά γνωρίσματα της κοινωνίας μας είναι ότι υπάρχουν παντού λαφαζανιές (bullshit)». O Frankfurt καταλήγει, καθοδόν προς την ανάπτυξη μιας «περί λαφαζανιάς» θεωρίας (σοβαρομιλώ).
(δαμαἰ)

- Η ιστορία της αξιολόγησης της Τουρκίας, το ορόσημο του Δεκέμβρη και οι κυρώσεις, που θα έπρεπε να της επιβληθούν και οι πολιτικές «λαφαζανιές» των ηγετών μας, συνθέτουν την νέα πολιτικο-διπλωματική καταστροφή, που υπέστη η Κύπρος εξαιτίας της ανεπαρκούς πολιτικής της Κυβέρνησης Χριστόφια.
(τζειαμαί)

-Τεράστιες τσιόφτες, λαφαζανιές και ηθοποιηλίκια περιλάμβανε η χτεσινή ανακοίνωση της επίσημης Ομόνοιας.
(τσαχαμαί)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οι όρχεις.

Πρόκειται για λέξη που βρίσκει κανείς φού και φού σε παλαιότερα κείμενα (προσώπικαλλυ την συνάντησα διαβάζοντας εξιστορήσεις του 1821, ιδίως Μακρυγιάννη), και επιβιώνει ως τοπικός ιδιωματισμός στην Κύπρο, και σε περιοχές της δυτικής Ελλάδας, όπως Επτάνησα, ή Δυτική Στερεά. Τα παραδείγματα που βρήκα στον γούγλη αναφέρονται σε όρχεις ζώων.

Ο Νίκος Σαραντάκος στο βιβλίο Λέξεις που Χάνονται (Αθήνα: Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, 2011, σ. 147) γράφει ότι «η λέξη είναι μεσαιωνική και κατά πάσα πιθανότητα προέρχεται από το ελληνιστικό επίθετο λιμβός (άπληστος, λαίμαργος), από το οποίο προέρχεται και το λιμπίζομαι», καθώς και ότι στην Κύπρο το γράφουν ως «λυμπά» με ύψιλον.

  1. Ο Γυμνασιάρχης Καρπενησίου Κώστας Παπακαρνάς απ` τη Φουρνά, ήταν συντηρητικόc; στις πολιτικές του πεποιθήσεις και οπαδός του Καφαντάρη. Κάποτε απέβαλε τον μαθητή του Νίκο Σαλούκο, που μυήθηκε στις Κομμουνιστικές αρχές.

Όταν τέλειωσε η αποβολή του, τον κάλεσε στο γραφείο του και του είπε αυστηρά:

«Ο πατέρας σου, ωρέ ζεβζέκη, σκοτώνεται για να μάθεις πέντε γράμματα, να γίνεις άνθρωπος, όχι να σπουδάζεις κομμουνισμό. Ξέρεις ωρέ, τι θα πει κομμουνισμός; Να σου πω εγώ. Ο κομμουνισμός, ωρέ, είναι σαν τα λιμπά του κριαριού. Κρέμονται, αλλά δεν πέφτουν. Η αλεπού όμως που τα βλέπει να κουνιόνται πέρα-δώθε λέει: «Δεν μπορεί. Εδώ θα πέσουν, εκεί θα πέσουν» και τρέχει όλη την ώρα από πίσω του. Αυτά τα έρμα κουνιόνται, αλλά δεν πέφτουν. Και η αλεπού ψοφάει από την πείνα. Τώρα κατάλαβες τι εστί κομμουνισμός, ωρέ! Να, έτσι βρε θα ψοφήσετε και σεις καρτερώντας να γίνει κομμουνισμός, να πέσουν του κριαριού τα λιμπά. Δεν πέφτουν ωρέ. Πάρτο χαμπάρι!». (Εδώ).

  1. Το τσοκάνισμα γινόταν με τον τσόκανο. Τον άνοιγαν σαν ψαλίδι, έβαζαν ανάμεσα το λουρί (το νεύρο των όρχεων) απ΄ όπου κρέμονταν τα λιμπά του ζώου και έδεναν την άλλη άκρη του. Βαρώντας μ΄ ένα ξυλόσφυρο το λιανό ξύλο του τσόκανου, κοβόταν το νεύρο κι έτσι νεκρώνονταν τα λιμπά. (Εδώ).

  2. «Έγιναν οι εκλογές και σκοτώθηκαν οι άνθρωποι. Και θα σκότωναν κι εμένα και δεν μπόρησαν, και μ' έπιασαν από τα λιμπά κι έκαμα τόσον καιρό οπού με πονούσαν». Ιωάννης Μακρυγιάννης στα Οράματα και Θάματα (παρατίθεται από τον Ν.Σ.).

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χρησιμοποιείται υβριστικώς για να δηλώσει χοντρή γυναίκα, που έχει και συναφή χαρακτήρα, δηλαδή χαρακτηριστικά όπως παχύδερμη, αδιάφορη, άτσαλη, ατσούμπαλη κ.τ.λ. Βεβαίως, ως βρισιά ενίοτε αποδεσμεύεται από την συγκεκριμένη σημασία της χοντρής και γίνεται πιο απροσδιόριστη.

Ο Ν. Σαραντάκος εδώ διερωτάται ποιο ζώο είναι η γκαμούζα και φαίνεται ότι προέρχεται από αιγυπτιακή αραβική λέξη για το βουβάλι, ενώ σε ελληνικά τοπικά ιδιώματα, όπως στην Κρήτη και την Κύπρο η τζαμούζα μπορεί να σημαίνει την βουβάλα ή την αγελάδα. Βλ. και εδώ.

  1. ΚΑΤΕΒΑ ΜΩΡΗ ΓΚΑΜΟΥΖΑ ΑΠ' ΤΟ ΜΗΧΑΝΑΚΙ ΚΑΙ ΤΟ ΧΩ ΚΕΡΩΣΕΙ !!!! (Εδώ)

  2. Η Μπεμπέ Λιλύ είναι ένα βουβαλομωρό που ψάχνει τον παππού. Όχι τον παππού της, έναν παππού γενικά. Του τηλεφωνεί στο σπίτι και απαντά μια κοπελιά (πιθανότατα η αποκλειστική που του προσέχει το χόλτερ) αλλά αυτή η γκαμούζα δεν τον δίνει στο τηλέφωνο αν δεν μάθει πρώτα ποιά τον ζητάει. (Εδώ).

  3. «Χέστηκα» θα μου πεις και θα 'χεις και δίκιο αλλά καλοκαίρι είναι και δεν υπάρχει λόγος να γίνεσαι γκαμούζα με τη πίκρα του πλησίον σου. (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Ζαργκόν των οφθαλμίατρων: η πρεσβυωπία, από τα 2 πρώτα γράματα: πρ- . Προφ λογοπαίγνιο και με το πουρό, εφόσον η πρεσβυωπία αφορά ηλικίες άνω των 40.

  2. Κατά τη βίκυ είναι η κόρνα στην κυπριακή διάλεκτο, εξου και η έκφραση «παίζω πουρού», κορνάρω.

  3. Έχω την υποψία, αλλά μπορεί να λέω και κάτι βλακώδες τώρα, ότι «παίζω πουρού» σημαίνει και κάτι άλλο, βλ. παράδειγμα 3. Όποιος γνωρίζει ας το σημειώσει στο σχόλιο και το προσθέτω στον ορισμό. Πιθανόν να έχει σχέση με αυτό εδώ.

  1. Μετά μια άλφα ηλικία αρχίζει σιγά-σιγά και εμφανίζεται η πουρού.

2.α. Βρίζω χυδαία, κτυπώ τα σιέρκα μου στο τιμόνι, παίζω πουρού συνέχεια. Ο λόγος; Υπάρχουν τόσα πολλά πράγματα που κάμνουν οι οδηγοί (αλλά τζιαι οι υπόλοιποι χιούμανς) στον δρόμο που τα θεωρώ απαράδεκτα τζιαι με εκνευρίζουν αφάνταστα.

2.β. Παίζω πουρού για να δώ τί θα κάμουν. Κάμνουν διάφορα. Νομίζω έχω βρεί τους διάφορους τύπους οδηγών που 'κάτι έχουν ζαβό'.

  1. Μόλις έπαιξαν «πουρού» έξω από τη Βουλή οι πολύτεκνοι και οι φοιτητές, διαμαρτυρόμενοι για τη μείωση των επιδομάτων και των χορηγιών, οι βουλευτές υπαναχώρησαν από τη συμφωνία του Προέδρου της Δημοκρατίας και των κομμάτων, και δήλωσαν ότι θα επανεξετάσουν το όλο θέμα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είμαι ετοιμοθάνατος, ψυχομαχάω, είμαι στα τελευταία μου, πεθαίνω.

Επιλέξει σημαίνει «τεντώνω (κορδώνω) την ουρά». Προέρχεται από το αντανακλαστικό ζώων όπως η γάτα, το ποντίκι, και άλλα, να τεντώνουν την ουρά όταν βρίσκονται στα τελευταία τους (χαρακτηριστικά, μετά από δηλητηρίαση).

Δες ακόμη: ετοιμάζω βαλίτσες για πάνω, σώνεται το καντήλι μου, παραδίδω πινακίδες / μου παίρνουν τις πινακίδες.

— Οικοϊένεια όλα καλά;
— Έ, καλά. Ο παππούς εκόρτωσεν τον νούρον, η γιαγιά κατα τσεί πάει... Καλά.
(από τον κύπριο που είχα πρόχειρο)

Δες και εκόρτωσα νούρο στο cySlang.com.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είναι το αντίστοιχο του ελληνικού «γουστάρω», ή αν προτιμάτε περιφραστικά, «μου αρέσει».

Έχει έρθει στο προσκήνιο χάρη στην εφαρμογή του Φατσοβιβλίου που επιτρέπει στους χρήστες να κάνουν like ή εν προκειμένω, να αρέσκουν τις δραστηριότητες των «φίλων» τους.

Υπάρχει δε και η πασίγνωστη για τους μικρότερους κυπριακή ιστοσελίδα «Αρέσκω» όπου μπορούν να διαλέξουν ανάμεσα σε εκατοντάδες εκφράσεις εκείνη που θα τους αρέσκει, ώστε να την κοτσάρουν περήφανα στον τοίχο του Φατσομπουκίου τους.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η κυπριακή λέξη για την παλάντζα - ζυγαριά. Ναρκοσλανγκικώς νοείται η ζυγαριά ακριβείας που ο ντίλερ συμπεριλαμβάνει στον επαγγελματικό εξοπλισμό του, προκειμένου να είναι ακριβοδίκαιος στις δοσοληψίες του.

-Όχι και λίγο ρε συ, όχι και λίγο, δέκα τζι! Όπως κάθε φορά. Όλα σε μια πιλάντζα πάνω γίνανε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η μελαμψή οικιακή βοηθός στην Κύπρο.

- Πρέπει να καθαρίσω το σπίτι και δεν έχω καθόλου χρόνο! Τί να κάνω;
- Μη σκας. Θα σου στείλω εγώ τη μαυρούα μου να σε βοηθήσει!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κυπριακή καθομιλουμένη που χρησιμοποιείται αδιάκριτα για τον αλλοδαπό εργάτη και μετανάστη, όποιας φυλής και να είναι· μάλιστα, συμβαίνει να αναφέρεται συνηθέστατα σε βαλκάνιο. Δεν λέγεται για τον ελλαδίτη, ούτε για τον τουρίστα.

Χρησιμοποιείται όπως θα μπορούσε κάποιος στην ελλάδα να πει «έβαλα τρεις αλβανούς και μου 'καναν το σπίτι τζιτζί με εκατό πενήντα ευρώ», αδιαφορώντας αν οι εργάτες προέρχονται πράγματι από την αλβανία ή όχι. Μόνο που προσωπικά δεν έχω υπόψη αν το αλβανός έχει εδραιωθεί στην ελλάδα μ' αυτήν την περιληπτική σημασία τόσο όσο το αράπης στην κύπρο.

  1. Η κ. Νικολάου εξέτασε αυτεπαγγέλτως επεισόδιο που συνέβη στις 8 Ιουνίου 2008 στον Ύψωνα, κατά το οποίο, ομάδα νεαρών Ελληνοκυπρίων επιτέθηκε εναντίον αλλοδαπών, στέλνοντας δύο Βρετανούς, έναν Ρουμάνο και έναν Βούλγαρο στο νοσοκομείο. [...] Από τον έλεγχο του ανακριτικού φακέλου της υπόθεσης προκύπτει ότι οι νεαροί στις 8 Ιουνίου θέλησαν να εκδικηθούν για τον ξυλοδαρμό του αδελφού ενός εξ αυτών, το προηγούμενο βράδυ από δύο Πολωνούς. Όπως κατέθεσαν οι νεαροί στην Αστυνομία, αποφάσισαν να συναντηθούν στις 8 Ιουνίου με σκοπό «να χτυπήσουν οποιοδήποτε αλλοδαπό βρισκόταν μπροστά τους» «για να μάθουν να μη δημιουργούν προβλήματα» και «για να τους διώξουν από τα σπίτια τους». Παραδέχθηκαν ότι αρχικά συνάντησαν δύο «αράπηδες» και χωρίς κανένα λόγο άρχισαν να τους κτυπούν όλοι μαζί. Οι «αράπηδες» κατάφεραν να ξεφύγουν και δεν έκαναν καταγγελία στην Αστυνομία. Στη συνέχεια οι ταραξίες επιτέθηκαν εναντίον ακόμη τριών αλλοδαπών που βρέθηκαν μπροστά τους. Και σε αυτή την περίπτωση, οι αλλοδαποί δεν κατήγγειλαν την υπόθεση στην Αστυνομία. Ένας Βρετανός που παρακολουθούσε κάλεσε τους νεαρούς να σταματήσουν και τότε δέχθηκε επίθεση και τραυματίστηκε στο κεφάλι. Δύο άλλοι Βρετανοί που πήγαν να βοηθήσουν τον συμπατριώτη τους δέχθηκαν επίσης επίθεση από τους νεαρούς. Οι τρεις Βρετανοί τραπήκαν σε φυγή και η αρχική ομάδα των νεαρών Ελληνοκυπρίων μεγάλωσε και εξοπλίστηκε με λοστούς και πέτρες, προκαλώντας ζημιές στα αυτοκίνητα και τα σπίτια των αλλοδαπών. Η ρατσιστική επίθεση συνεχίστηκε και στα γύρω σπίτια που διαμένουν άλλοι αλλοδαποί, με αποτέλεσμα να τραυματιστούν με λοστό ένας Ρουμάνος και ένας Βούλγαρος. Οι μάρτυρες που κατέθεσαν στην Αστυνομία ανέφεραν πως οι νεαροί φώναζαν συνθήματα όπως «έξω οι ξένοι από τον Ύψωνα» και «εν να σας θάψουμε ούλλους». (από δω)

  2. Όποιος περπατά στα πεζοδρόμια της Κύπρου η κυκλοφορά με το ποδήλατο αυτομάτως θεωρείται κατώτερης τάξης ή Κινέζος ή Αράπης. (από δω)

  3. Tην κόκκινη γραμμή δεν την περάσαμε στη Λουκέρνη ή σε κάποιο άλλο θέρετρο της Eλβετίας. Tη κόκκινη γραμμή την περάσαμε μέσα στες πολυτελείς επαύλεις μας με τα κιονόκρανα στυλ αμερικάνικου deep south. Tην περάσαμε εδώ και πολύ καιρό σαν κοινωνία, σαν κράτος, σαν πολιτικός κόσμος όταν ενώ επιδιώκαμε λύση ομοσπονδίας κοροϊδεύοντας τους πάντες, γνωρίζαμε ότι ο ρατσισμός μας, η μισαλλοδοξία μας και η αππωμάρα μας, δεν θα επέτρεπε, ούτε θα επιτρέψει στο μέλλον μια λύση συνύπαρξης με οποιονδήποτε άλλο, ούτε με τους Tουρκους, ούτε με τους Σριλανκέζους ούτε με τους αράπηες που μας δουλέφκουν στα κτίσματα και φυσικά ούτε με τους εταίρους μας στην ευρωπαϊκή ένωση και το ευρωπαϊκό “τους” κεκτημένο που εμείς θέλουμε απλά να σφετεριστούμε για να βολέψουμεν την πάντα μας, ή την πούγκα μας. Γιατί δεν ενδιαφερθήκαμε ποτέ να μάθουμε αν το ευρωπαϊκό “τους” κεκτημένο καταδικάζει σε θεσμικό και ηθικό επίπεδο τον ρατσισμό και τη μισαλλοδοξία. (από δω)

  4. Το βίντεο με τους Αράπηες να κτυπούν κάπκοιον: http://www.sigmalive.com/news/local/353982 (από δω· σαν ελλαδίτης, κανέναν στο βίντεο δε θα 'λεγα «αράπη»)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πέος (εδώ δε διαφωνούμε με τον προλαλήσαντα)

Η λέξη, ως έκφραση, είναι παραπεμπτική (δλδ λέμε κάτι για να αντιληφθεί ο συνομιλητής μας τι εννοούμε χωρίς να το αναφέρουμε κυριολεκτικά).

Από το λατινικό vilis - vilis - vile (επίθετο τριγενές και δικατάληκτο είναι) = ποταπός, χωρίς αξία, ουτιδανός, διαδεδομένο ανά τη Μεσόγειο με τη συγκεκριμένη σημασία από τους βενετσιάνους εμπόρους και τους οκσιτανούς και καταλανούς ναύτες.

Η λέξη είναι πρακτικά άγνωστη στην κυρίως Ελλάδα. Εν τούτοις έχει χρησιμοποιηθεί όπως θα φανεί από το παράδειγμα που παρατίθεται (παραμύθι)

Ένας καλικάντζαρος ήταν απελπισμένος επειδή η γυναίκα του γεννούσε όλο κόρες. Και ήταν πάλι έγκυος. Πάει λοιπόν στη μαμή και της λέει: Αν μου βγάλεις αρσενικό, θα έχεις ένα πουγκί φλουριά. Αν μου βγάλεις θηλυκό, θα πέσει φωτιά αν σε κάψει! Έχε το νού σου!
Τι να κάνει η μαμή... δεν είχε επιλογή φαίνεται. Ξεγεννάει την καλικατζαρίνα και προς απελπισία και των δυο, το παιδί ήταν πάλι κορίτσι. Φτιάχνουν λοιπόν ένα κέρινο πέος (τοτε δεν υπήρχαν sexshops να το αγοράσουν), το εφαρμόζουν κατάλληλα και παρουσιάζουν στον πανευτυχή καλικάντζαρο το παιδί ως αγόρι. Κάποτε όμως η απάτη απεκαλύφθη. Οπότε ο καλικάντζαρος παίρνει το τεκμήριο της απάτης κι έτρεχε προς το σπίτι της μαμής έξαλλος, ουρλιάζοντας: Κυρά μαμή, κυρά μαμή... ψεύτικο είναι το βιλί.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία