Επιπλέον ετικέτες

Βρισιά στα Χανιά, σημαίνει χαμένος, σε σύγχυση, και γενικά άγαρμπος, βλάκας. Μπαραμπάκος ήταν υπαρκτό πρόσωπο στα Χανιά, γραφικός που όργωνε την πόλη και κάποιοι λένε ότι ζητιάνευε με τη φράση «βοήθεια το μπαραμπάκο».

Ως πιτσιρικάδες τη χρησιμοποιούσαμε πολύ στη μπάλα, π.χ. όταν κάποιος δεν έμπαινε στο νόημα σε έξυπνη πάσα και πήγαινε γι΄άλλα («πού πας ρε μπαραμπάκο!«), ως το διαμετρικά αντίθετο του Σαραβάκου και λόγω φωνητικής συγγένειας). Επίσης: μπαραμπάκουλας.
Μπορεί να είναι και σκληρή βρισιά, καθώς δηλώνει εντοπιότητα.

- Κοίτα ρε τον μαλάκα που πάλι περνάει και δε μιλάει...
- Άστονε μωρέ τον μπαραμπάκο...

Ωραίοι τρελοί της πόλης: Φτερού (Αθήνα), Ρέψας (Θεσσαλλλονίκη), Μπαμπαΐας (Καβάλα), Μπαραμπάκος (Χανιά).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η Πατρινή εκδοχή του γνωστού χαρακτηρισμού μαλάκας. Χρησιμοποιείται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο.

Τον είδες τον μινάρα πως μου χώθηκε πάνω στην προσπέραση; Χαλκομανία θα γινόμασταν!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κεφαλλονίτικη έκφραση. Εννοείται ο Άι Γεράσιμος. Προφέρεται «γαμώ τονάι μου».

  1. Κόπηκα γαμώ τονάι μου.

  2. Πού χάθηκες γαμώ τονάι σου;

κλπ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είδος οδηγού που ενδημεί στην τιμημένη πρωτεύουσα του νομού Αχαΐας. Μπορείς παντού να κάνεις μαλακίες με το αμάξι, από μανουριές και ταρζανιές μέχρι να γίνεσαι χάρος ή σπαζαρχίδας, όταν μιλάς στο κινητό και χάνει όλη η κοινωνία το φανάρι για να στρίψει αριστερά.

Για να γίνεις μιναρολεβιές, όμως, πρέπει να κλείνεις τη Μαιζώνος επειδή θες να ανέβεις την Αράτου και ξέμεινες στη μέση, να διπλοπαρκάρεις το έντρυ μοντέλο της Πόρσε μπροστά στη Ραδινού ή να διπλοπαρκάρεις (πάλι) στη Μαιζώνος (δυο βήματα απ' το προηγούμενο σημείο), επειδή πρέπει να αφήσεις τη γκόμενα στην 'Όλγας. Σημειωτέον ότι σε εκείνο το σημείο και η πρώτη σειρά παρκαρίσματος είναι παράνομη.

Το επιστέγασμα μιναρολεβιέ, το οποίο, δυστυχώς δεν θα συνοδευτεί από ντοκουμέντο, είναι το εξής έργο μοντέρνας γλυπτικής. Δύο παπάκια, παράλληλα μεταξύ τους, κάθετα στο πεζοδρόμιο και συνδεόμενα με μαδέρι που ακουμπάει ανάμεσα στη σέλα και το τιμόνι, βρίσκονται διπλοπαρκαρισμένα και φυλάνε την κενή θέση παρκαρίσματος μπροστά από ξυλουργείο. Τύπος τριπλοπαρκάρει το άθλιο αγροτικό του για να πάει στο τυροπιτάδικο που βρίσκεται απέναντι, και του οποίου ο ιδιοκτήτης μουφάρει ασύστολα ότι οι μπουγάτσες του είναι καλύτερες από της Θεσσαλονίκης, γιατί αυτός «τους ξέρει αυτούς». Η Κορίνθου είναι σχεδόν κλειστή.

Πρέπει, εν κατακλείδι, να είσαι ταυτόχρονα και μινάρας και λεβιές, μάλλον υποτιμητικός χαρακτηρισμός οδηγού. Αν και από μόνο του το λεβιές παραπέμπει σε αρνητικούς φαλλικούς συνειρμούς που θα έκαναν τον Μέγα Αντιπατρινό Φρόυντ να κοκκινίσει.

Τα ως άνω παραδείγματα αποσκοπούν στο να πείσουν τον αναγνώστη ότι το είδος όντως ενδημεί στην Πάτρα και ότι ο μαλάκας πατρινός οδηγός έχει μια διαφορετική χροιά, οπότε αξίζει μια ειδική ορολογία.

Με το παρόν λήμμα, εισηγούμαι την ένταξη του μαθήματος «Πατρινογνωσία» στο πρόγραμμα σπουδών όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης.

(πραγματικό γεγονός, το αρχοντικό-υπεράνω-γαμάω-τάω ύφος του τύπου ήταν όλα τα λεφτά)
- Ρε μινάρι, σου λέω ανέβαινα χτες την Καρόλου και ένας θεός μιναρολεβιές είχε διπλοπαρκάρει αριστερά στο δρόμο, αλάρμ τίποτα, στ' αρχίδια του, και έδινε επικά γλωσσόφιλα στην πατσόλα γκόμενα ενώ γύρω του γινόταν ο χαμός.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οταν κάποιος είναι ανίκανος, άχρηστος ή γενικά ανεπρόκοπος σαν να έχει καεί από φωτιά. Κυκλαδίτικος ορος.

— Τον πήρε 25 λεπτά να αδειάσει το τασάκι, ενώ εμείς περιμέναμενε!!
— Ε τον μαλάκα τον φωτιοκαμένο...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χαρακτηρισμός του βλάκα στη Ρόδο, στην τοπική διάλεκτο.

Ρε συ ο Τσαμπίκος πολύ χλωρός, όλο βλακείες κάνει...

%

Βλ. και Τσαμπικία.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Φράση κλισέ κατά τις δεκαετίες 60-80 (βλ. κλάσε μου).

- Φιλαράκο θα τις μαζέψεις μου φαίνεται...
- Κλάιν μάιν σύρζα! (θα μου τα κλάσεις σύριζα)
- ΟΚ...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το σκουπιδι, ο άχρηστος , ο κουράδας. Πιο παλιά, το περίττωμα ζώου.

- Εισαι σκούπρο !!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο τύπος του κάγκουρα -βλέπε λήμμα- που παρεπιδημεί στην Κρήτη. Χαρακτηριστικά:οδηγεί μηχανάκι, συνήθως παπί βελτιωμένο (κωλοφτιαγμένο) χωρίς εξάτμιση -ή με πυροσωλήνα-, χωρίς καθρέφτες και κράνος. Έχει λάστιχα πολύ μικρά στον πίσω τροχό για να τρέχει πιο γρήγορα, νικελωμένο πλαίσιο και δισκόφρενα μπρος-πίσω. Έχει προσβλητική / υποτιμητική σημασία, ιδίως στη φράση «φύγετ' από δω κωλόσβουροι!»
Ηλικία: από 12 έως 20 max

Στάση οδήγησης: σε παπί, με το δεξί μόνο, το αριστερό χέρι παράλληλα, κολλημένο στο σώμα.

Τρόπος οδήγησης: πάντα μαζί με άλλα τρία τέσσερα μηχανάκια, κάνουν σφήνες, σούζες, κόντρες μεταξύ τους και με οτιδήποτε άλλο όχημα είναι εκείνη τη στιγμή στο δρόμο, δεν σταματούν για κανέναν λόγο (πχ. πεζός, γέρος κλπ), προσπερνούν από δεξιά, «γράφουν» στην άσφαλτο με φρεναρίσματα.

Σκοπός ύπαρξης: κανένας συγκεκριμένος, να κάνουν φασαρία με γκαζιές και εξατμίσεις, κατά προτίμηση βραδινές ώρες και μέσα σε στενούς δρόμους, και να ενοχλήσουν τους μεγαλύτερους.
Είναι εύθικτοι στις παρατηρήσεις και βάζουν καυγά αν είναι σε αναλογία 5 σβούροι προς 1 και πάνω.

υποκοριστικό: σβουράκι, το, σβουράκια, τα
συνώνυμο: κωλόσβουρος
η κοπέλα τους, που κάθεται πολλές φορές πίσω στη σέλλα: σβουρογκόμενα

- Σε αυτό το μαγαζί δε λέει να κάτσει κανείς έξω γιατί περνάνε συνέχεια κωλόσβουροι και κάνουν φασαρία!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γρόθος είναι κάτι περισσότερο απ' τον μαλάκα, είναι ο παράξενος που είναι και μαλάκας δηλαδή, καταλαβαίνετε...

Ρε αυτός είναι μεγάλος γρόθος!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία