Με όλα τα αρνητικά της σημασίας που περιέχονται στον ορισμό της Ironick ο όρος συγκαμένος ή συγκαμένοι στον πληθυντικό χρησιμοποιείται μειωτικά για το κόμμα Ανεξάρτητοι Έλληνες του Πάνου Καμμένου, καθώς και για όσους μπορεί να έχουν παρόμοια ιδεολογία, ας πούμε Λαϊκής Δεξιάς. Επίσης, συγκαμμένοι με δύο μι, ώστε να φαίνεται πιο ευκρινώς το λολοπαίγνιο με το επώνυμο του προέδρου του κόμματος Πάνου Καμμένου.

Κατά μία πιο πρόσφατη ερμηνεία, το συγκαμ(μ)ένοι μπορεί να σημάνει δίκην ημιαρκτικόλεξου τη συνεργασία του κόμματος Σύριζα και των Αν.Ελλ. (ΣΥριζα & Καμένοι) και δη στην κυβέρνηση, ή γενικότερα ένα ιδεολογικό φάσμα που περιλαμβάνει στοιχεία όπως Ελληναρισμό, αντιμνημονιακό πρόταγμα, λαϊκισμό και (συριζο)ταλιμπάν. Οι πιο πολεμικοί από τους χρήστες του μειωτικού αυτού χαρακτηρισμού θα χαρακτήριζαν τους συγκαμμένους και ως ψεκασμένους ή ψεκασμένους Έλληνες, ενώ πιο διαπιστωτικό/ λιγότερο πολεμικό είναι το τσιπροκαμμένοι.

  1. - Καμμένος και Τσίπρας λοιπόν αντάμα Ενας αριστεριστής της οκάς με μπερδεμμένες ιδέες λίγο από δω λίγο από κει κι ένας επαναστάτης του καναπέ που ορύεται δίχως λόγο που δεν μπόρεσε να κουμαντάρει το κόμμα του να μας κυβερνήσουν για να σωθεί η Ελλαδα αλλά πρώτιστα η τσέπη τους.Ας κυτάξουνε πρώτα όλοι αυτοί οι καιροσκόποι οι γελοίοι δημαγωγοί οι οπορτουνιστές να δημιουργήσουν ενα ηθικό πολιτικό πλαίσιο ας μάθουν τι είναι να μάχομαι για την πατρίδα μου κι όχι την πατρίδα τηας ανωμαλίας και του ξεπεσμού και να πάνε όλα αυτά τα στοιχεία στον αγύριστο. - Αν κανουν συγκυβερνηση με τον Καμμενο, θα ειναι συγκαμμενοι; Εχω απορια...

  2. Ο Καμμένος και οι συγκαμμένοι του σφίγγονται από το πρωί για ένα κωλόχαρτο. (Από το Τουίτερ).

3.χαχαχαχα….α ρε βρωμιαρεοι συγκαμμενοι

(από Khan, 28/01/15)(από Khan, 14/02/15)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Χαρακτηρισμός που χρησιμοποιείται κυρίως για πολύ κοντές κοπέλες.

Τα αρχικά σημαίνουν: παίρνει πίπα όρθια.

- Πε κοίτα αυτό το μωρό! - Τι λες ρε, αυτό είναι Π.Π.Ο.

"Ο Σκότι Πίπεν με την στρατηγικού αναστήματος καλή του", κλόπι πέιστ από Βράσταμαν. (από Khan, 25/11/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πάρ' Τον Πούλο.

Ιδιαίτερα προσφιλές αρκτικόλεξο, ειδικά στα σχολεία της δεκαετίας του '70, όταν ήθελε να πει κανείς βρωμοκουβέντες, αλλά οι ποινές (αποβολές κλπ) ήταν μεγάλες και ο φόβος εμφανής. Η «διαρροή» των αρχικών δεν τεκμηρίωνε έγκλημα στο στο συμβούλιο καθηγητών, αλλά και στο σύλλογο γονέων και κηδεμόνων.

Η προφορά του περιελάμβανε ένα-ένα τα γράμματα ξεχωριστά: Πι, Ταφ, Πι. Υπήρχε και ενισχυμένη εκδοχή Π.Τ.Π.Κ.Φ. (Παρ' τον Πούλο και Φύγε).

Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό είναι ότι συνήθως συνοδεύεται με την προσφώνηση «μαλάκα», θέλοντας να τονίσει την διαχειριστική ικανότητα του αποδέκτη του Πούλου επί του συγκεκριμένου θέματος συζήτησης.

  1. - Της την έπεσα της Βασούλας, αλλά δεν μου έκατσε...
    - Ρε μαλάκα, έκανες αυτά που σου είπα ή φάνηκες ζήτουλας;
    - Μου φάνηκε πολύ χοντρό ρε φίλε να το κάνω έτσι.
    - Ε... Π.Τ.Π. τώρα μαλάκα!

  2. - Πω ρε φίλε... Δεν πρόλαβα να δηλώσω συμμετοχή στο σεμινάριο και έληξε η προθεσμία!
    - Ας πρόσεχες μαλάκα... Π.Τ.Π. τώρα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γράφεται σαφώς συνηθέστερα με τα τρία πρώτα γράμματα κεφαλαία αφού προέρχεται απ' τα γνωστά Μ.Μ.Ε. (μουμουέ: Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης ή κατά άλλους –επαναλαμβάνοντας τον Khan και συμπληρώνοντας– Μέσα Μαζικού Εκβιασμού / Εκμαυλισμού / Εκφυλισμού / Ελέγχου / Εξευτελισμού / Εξονειδισμού / Επηρεασμού / Εφησυχασμού ή Μέσα Μαζικής Εθελοτυφλίας / Εξαγρίωσης / Εξαθλίωσης / Εξαπάτησης (η πλέον χρησιμοποιούμενη βαριάντα) / Εξαχρείωσης / Εξημέρωσης / Εξιλέωσης / Εξόντωσης / Εξουθένωσης / Επιτήρησης / Ευθυγράμμισης).

Διαβάζεται μουμουές ή (σπανιότερα) μιμιές με πληθυντικό μουμουέδες ή μιμιέδες αντίστοιχα.

Αναφέρεται απαξιωτικότατα στο γνωστό, πασίγνωστο διαπλεκόμενο και παρατρεχάμενο της Εξουσίας ον, που παπαγαλίζει με υφάκι την εκάστοτε γραμμή που παίρνει, μεγεθύνει το ασήμαντο, αγνοώντας, κάνοντας γαργάρα ή συκοφαντώντας το σημαντικό, λιβανίζει φελλούς, κωλογλείφει τενεκέδες ξεγάνωτους, κανιβαλίζει τον πόνο, τρέφεται με αίμα και σπέρμα, λαϊκίζει ξεφωνίζοντας, αγωνιζόμενο μόνο για τις εντυπώσεις.

Χρωματισμένος, εξασκείται στο πέταγμα λάσπης, είναι τρομολάγνος, εκφράζεται δημοσίως με κλισέ και για πετ φροντίζει κοριούς. Ξέρει περισσότερα απ' όσα λέει και μένει μαλάκας όταν μαθαίνει όσα έπρεπε να ξέρει.

Ακόμη όμως και το σχόλιο του δημοσιογράφου Παύλου Τσίμα για «το πάρτυ στην πλατεία... που διοργανώνεται κάθε βράδυ με επιτυχία» ήταν αρκετό για να ξεσηκωθούν οι «διαδικτυακοί» αγανακτισμένοι, κάνοντας λόγο για «τηλε-καννίβαλους» και «τελειωμένους ΜΜΕδες».

(Απ' το δίχτυ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Της μάνας σου το μπουγαδοκόφινο.

Προφέρεται ως του-μου-σου-του-μου.

Προσωπική βρισιά.

Πιο ήπιας μορφής το: της θειάς σου το μπουγαδοκόφινο (τ.θ.σ.τ.μ.)

(Mπουγαδοκόφινο: ειδικό κοφίνι στο οποίο έμπαινε παλαιότερα η μπουγάδα)

Ποιός εισαι σύ που 'ρθες εδώ σε μας να κάνεις πλάκα''; Ρεεε, τουμουσουτουμου!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είναι για τον πούτσο καβάλα.

Χρησιμοποιείται για άτομα αρσενικού γένους με απεριόριστη βλακεία και που προχωρούν με το πουλί στο χέρι, όπως και για άτομα θηλυκού γένους τα οποία δεν βλέπονται (κοινώς μπάζα) ή που αδυνατούν στο να κρατήσουν το στόμα τους κλειστό (για οποιοδήποτε λόγο).

- Πωω, ρε, τι κατίνα αυτή η καινούρια. Ακόμα δεν ήρθε και τους έκανε όλους άνω κάτω...
- Άσε, είναι για τον πι κάπα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αρχικά των λέξεων: Για Τον Πούτσο Καβάλα.

Χρησιμοποιείται κυρίως απο μαγκάκια που είναι, ή πρόσφατα διετέλεσαν, φαντάροι για να εκφράσουν τηλεγραφικά την αποδοκιμασία ή/και απόρριψή τους προς κάποιο άτομο ή κατάσταση. Προσδίδει αέρα «αφ' υψηλού» σε αυτόν που το εκφράζει και αντίστοιχα «κλειστής κάστας» σε αυτούς που τον καταλαβαίνουν (και συμφωνούν, εννοείται).

Σε περίπτωση ανάγκης έμφασης, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και το ΓΤΠΚ-Μ (γου-του-που-κου-μου) που βασικά σημαίνει: για τον πούτσο μου καβάλα, και δίνει μια πιο «προσωπική» και άμεση διάσταση στο όλο θέμα.

- Πήγα στο καψιμί να πάρω τσιγάρα και περίμενα μισή ώρα, δικέ μου. Καλά, μιλάμε και για πολύ ΓΤΠΚ ο καινούργιος καψιμιτζής. Πώς τα βρήκενε με τον Δίκα και του έδωσε το ΚΨΜ άνεξήγητο. Αλλά και ο Δίκας, μεγάλος μαλάκας, δικέ μου... - ΓΤΠΚ-Μ και οι δύο τους, σειρούλα, σε 13 μερούλες απολελέ...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αρκτικόλεξο του «Ε, τον μαλάκα!»

Χρησιμοποιείται όταν σε πονάει η κοιλιά σου από τα γέλια και δεν μπορείς να πεις πολλά-πολλά, ως επιβράβευση για κάτι που ειπώθηκε η παρέα θεώρησε αστείο, αλλά και ως επιφώνημα έκπληξης.

- Πω ρε φίλε! Αυτός διπλοπάρκαρε!
- Ε.Τ.Μ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παλιά σκληρή παιδική έκφραση κατά αδέξιου ή αργόστροφου παιδιού. Χρησιμοποιείται ιδίως στα αθλήματα, σε περίπτωση απρόσμενης αστοχίας σε εύκολο στόχο ή καθυστέρησης στην κατανόηση συνθηματικών εκφράσεων.

Προέρχεται από το αρκτικόλεξο Π.Ι.Κ.Π.Α. = Πατριωτικόν Ίδρυμα Κοινωνικής Αποκαταστάσεως & Αντιλήψεως, (1914 - 2003), που στόχο είχε κυρίως την αποκατάσταση και μέριμνα παιδιών με ειδικές ανάγκες.

Δηλαδή η έκφραση σημαίνει ούτε λίγο-ούτε πολύ: Είσαι καθυστερημένο!

Συνώνυμα: Άγαρμπο, καθυστερημένο, παράλυτο, ημιπλήγας, παραπλήγας, μαλακιασμένο, παπαρόμπεης, παλτό, μηναρόμπεης, κουλό, κουλομαρία, κουλαρία, κουλαμάρα, σαπατελό, μανταλάκια, παρμένο, αφαιρεμένο, άμπαλο, παρμενίων, ερείπιο, σαπάκι κ.τ.λ.

Ας θυμηθούμε και παλιό σχολικό πείραγμα, όπου πρότεινε η παρέα σε αφελή συμμαθητή, να προφέρει την ερώτηση «πού με πάει το πουλμανάκι;» με τη γλώσσα του κολλημένη στον ουρανίσκο, οπότε η απάντηση δίνονταν ατάκα και ομαδόν: «Στο Π.Ι.Κ.Π.Α.!»

Για άλλη μια φορά, αποδεικνύεται οτι ουδέποτε τα σχολιαρόπαιδα υπήρξαν ούτε άδολα ούτε τρισχαριτωμένα, βλ. βασανιστήρια σε ζωάκια π.χ. καλάμι στον κώλο βατράχου και φούσκωμα ως να σκάσει, αφαίρεση φτερών μύγας ή χωνάκι στον κώλο της (!) κλείσιμο σφήκας σε μπουκάλι, πετάλωμα γάτας, ντενεκέδες στην ουρά σκύλων, επιθετικότητα στους σωματικά ή ψυχικά ασθενέστερους (βλ. Lord of the Flies του William Golding 1954 – σινεμεταφορά του Peter Brook 1963), ανταγωνισμός και επίδειξη λόγω κοινωνικών και ήδη εθνοτικών διαφορών, που κυμαίνονται μεταξύ προνομιακής κατοχής σάκας «Χατζηγιάννης» και σούπερ κασετίνας και μέχρι το σημερινό λεγόμενο school bullying και τον Άλεξ στη Βέροια.

Ώστε, η Πάνια δεν μας ήρθε ουρανοκατέβατη...

  1. - Παίρνω στην ομάδα μου το Χρήστο και το Γιάννη. Εσύ πάρε όποιους θέλεις.
    - Σοβαρά; Κι εγώ τί θα' χω τότε ρε φίλε, που μου' χεις αφήσει εδώ πέρα όλο το πίκπα;

  2. - Καλά ρε, έχασες το γκολ με κενή εστία;
    - Αφού γλίστρησα...
    - Τί πίκπα είσαι συ ρε παιδί μου!

(από xalikoutis, 24/08/09)(από johnblack, 24/08/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

γτπ: για τον πούτσο.

Στο Youtube υπάρχει σίγουρα, μπήκε και στο slang.gr.

-Τη βλέπεις εκείνη τη γκόμενα εκεί κάτω; Τρελό καβλί.
-Κόψε κάτι ρε, γτπ είναι, πλάκα βυζί, χάλια μούρη, μην το ψάχνεις, θέλει πολύ σιλικόνη για να στρώσει

Και στο slang.gr με άλλους δύο ορισμούς

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία