Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Παλιά επαγγελματική αργκό για το άχρηστο αυτοκίνητο που είναι διαλυμένο που ενώ προχωρεί ακόμα θα ήταν καλύτερα να δοθεί στην ανακύκλωση.

Το λήμμα ισχύει και στους ανθρώπους. Μόνο που εδώ δεν έχουμε την πολυτέλεια της ανακύκλωσης, άμα γεράσει το σαρκίο τα εξαρτήματα είναι συνήθως άχρηστα.

Εκ του αλβανικού karrute, το ξύλινο τετραγωνικό πατητήρι.

- Πήρα φίλε μου ένα ελαφρά μεταχειρισμένο σχολικό λεωφορείο μούρλια μπορεί να είναι 20ετιας αλαααα!

- Τι λε ρε συνάδελφε αυτή την καρούτα που πάει και δεν πάει τη λες για ευκαιρία; Kαι θα βάλεις και τα παιδάκια μέσα;

(από Jim Blondos, 17/11/09)Καρούτα από το Cars. (από Vrastaman, 25/11/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μεταφορικώς χρησιμοποιείται για διάφορα εξογκώματα, και κυρίως για εξογκώματα σε δερμάτινες ή ελαστικές επιφάνειες (ή και σε άλλες επιφάνειες που θα έπρεπε να είναι λείες). Λ.χ. σε μπάλα ποδοσφαίρου που υποφέρει από το κλωτσίδι, ιδίως αν είναι κακής κατασκευής, ή σε ελαστικά οχημάτων που πετάνε βυζί ως μη όφειλαν. Ένας περαιτέρω αστεϊσμός μπορεί να επιτευχθεί αν το κακής ποιότητας ελαστικό παρομοιαστεί με διάσημη φο-βυζού τουμπανοβύζα τ. Πάμελα Άντερσον, Πετρούλα Κωστίδου κ.τ.ό.

Συνώνυμο: καρούμπαλο.

Πάσα: deinosauros, sokin, Παπαντώνης.

  1. Πεταξε βυζι το λαστιχο
    Εκλασε η ασφαλτος
    Για το πεταξε βυζι ισως λεγεται για τα ελαστικα με σαμπρελα και το λενε στην κατασταση στην οποιο το λαστιχο ειναι οπως η μπαλα,που σκιζεται το δερμα και πεταγεται το μπαλονι εξω και κανει ενα καρουμπαλο...Εντελως στην τυχη και πιθανως να ειναι τρελη μ@λ@κια... (Εδώ).

  2. Τελικά τα κατάφερα και έπεσα όλος μέσα σε γνωστή λακούβα των νότιων προαστείων. Πέταξε «βυζι» (σαν την Πετρούλα..... ενα τούμπανο) (Εδώ).

  3. Καλύτερα να κάνει βυζιά το λάστιχο (αν και αυτό έχει σχέση περισσότερο με την ποιότητα των ελαστικών παρά με τη γόμα... αλλά έστω ότι έχουν σχέση, δεν είμαι και ειδικός, αν ξέρει κάποιος ας μας δώσει τα φώτα του) παρά να βρεθεί σε ένα δεντρό κρεμασμένος με το τιμόνι στο χέρι. (Εδώ).

  4. Ήμουνα καλός τερματοφύλακας, έπιανα τη μπάλα με το ένα χέρι κι έβγαζε «βυζί» ! (Από το βιβλίο του Γιάννη Παπαϊωάννου, Ντόμπρα και Σταράτα, ευγενικώς πασαρισθέν υπό του Δεινοσαύρου).

(από Vrastaman, 14/02/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το ξεφούσκωμα λάστιχου ποδηλάτου ή αυτοκινήτου. Η λέξη προέρχεται από τον ήχο που κάνει το λάστιχο όταν τρυπάει και χάνει αέρα. Χρησιμοποιείται κυρίως στη Β. Ελλάδα.

- Ρε συ! Κανε λίγο στην άκρη. Κοίτα την πίσω ρόδα.
- Τι ρε μαν;
- Μαλάκα έπαθες φούιτ!
- Πωωωω...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παρκάρω κάποιον = αφήνω κάποιον (τα παππουλούκια μου ή τα παιδιά μου ή το σκυλί μου ή το γατί μου) σε κάποιον άλλον για να τον/την φροντίζουν όσο λείπω για βραδινή έξοδο, διακοπές, καφεδάκι, ψώνια, κλπ.

Η έκφραση είναι υποτιμητική για το υποκείμενο. Λέγεται είτε όταν δεν θέλουμε να δείξουμε συναίσθημα κι ας το νιώθουμε, ή όταν πράγματι δεν το νιώθουμε και αντιμετωπίζουμε όλα αυτά τα πλάσματα σαν να ήταν αυτοκίνητο για παρκάρισμα όπου, αρκεί να το παρκάρουμε και να τελειώνουμε.

Ρε συ Κάτια, δεν παρκάρουμε τα μικρά σήμερα στους δικούς σου γονείς; Σειρά τους είναι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τεχνική ορολογία των μαστόρων αυτοκινήτων (συνεργειατζήδων).

Προέρχεται από αστοχία στη ρύθμιση του οδοντωτού ιμάντα χρονισμού του κινητήρα, σε σχέση με τα οδοντωτά γρανάζια εκκεντροφόρων και στροφάλου. Ο ιμάντας αυτός έχει μόνο μια σωστή θέση όπου πρέπει να τοποθετηθεί ώστε να λειτουργήσει ο κινητήρας σωστά, αλλιώς σημειώνεται αρρυθμία και δουλεύει λάθος, κοινώς ρετάρει.

Το χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε να πούμε ότι κάποιος δεν πάει καλά, το έχει χαμένο.

  1. - Ρε τι έγινε με τον άλλον σήμερα, πήγε να με αρπάξει στα καλά καθούμενα. - Α, καλά άστο, μην ασχολείσαι με αυτόν, πηδάει δόντι.

  2. Πήδηξες δόντι ρε παπάρα;Τι σαματάς είναι αυτός μέρα μεσημέρι;

(από Παπαντώνης, 27/09/11)

Σχετικό: ρετάρω

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τρελαίνομαι, τα παίζω, ξεφεύγω, δεν ξέρω τι μου γίνεται, παλαβώνω, κόβω καπίστρι, χάνω τη μπάλα.

- Τον καημένο, τον παράτησε η γκόμενα, τον διώξανε από τη δουλειά, του κλέψανε το αυτοκίνητο και έμαθε ότι έχει και AIDS... Πώς να μη βαρέσει μπιέλα...

(από Khan, 21/01/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ενεργώ αντίθετα από κάποια δύναμη προσπαθώντας να ισορροπήσω κάτι. Χρησιμοποιείται κυρίως στη μηχανολογική ορολογία, για να δηλώσει ότι το αυτοκίνητο «κλωτσάει», δηλαδή αντιστέκεται στο ομαλό άφημα του συμπλέκτη, με αποτέλεσμα να ξεκινά άτσαλα.

- Καλορίζικο ρε φίλε το αμάξι! Πώς πάει;
- Άσε ρε φίλε δεν το έχω συνηθίσει ακόμα και σκορτσάρει συνέχεια... Κατά τα άλλα είναι βολίδα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Φράση που παρομοιάζει την επίδοση ενός αυτοκινήτου στο να διατηρεί την μη ευθεία τροχιά του παρά την επίδραση της φυγοκέντρου, με αυτήν ενός μέσου σταθερής τροχιάς και δη τρένου.

Το να μπεις / βγεις / στρίψεις τρένο, προϋποθέτει δύο βασικές παραμέτρους, την ελαχιστοποίηση της πλαγιολίσθησης και τη βελτιστοποίηση του χρόνου εισόδου-εξόδου. Για την ακρίβεια χρειάζεται η ανεπαίσθητη πλαγιολίσθηση κυρίως κατά την έξοδο, ούτως ώστε ο πίσω άξονας -εάν είναι (και αυτός) κινητήριος- να γλιστρήσει ακριβώς κάθετα πάνω στην εφαπτομένη του διαγραφόμενου τόξου και να σπρώξει το αυτοκίνητο χωρίς χαμένες μη εφαπτομενικές συνιστώσες. Αξιοσημείωτο είναι ότι το πραγματικό τρένο έχει 2 κατευθυντήριους άξονες ανά βαγόνι (bogies) και έτσι έχει όλους τους τροχούς πάνω στην εφαπτομένη του τόξου (δεν μπορεί να κάνει κι αλλιώς, θα εκτροχιαστεί) και από αυτήν την αρχή εμπνεύστηκαν οι κατασκευαστές να βελτιώσουν πολλά επίδοξα τρένα των δρόμων βάζοντας τετραδιεύθυνση (Peugeot 405 Mi16, Nissan Skyline R34, Renault Laguna III).

Αναγνωριστικά στοιχεία του τέλειας διαγραφής στροφής, στην οποία και το λήμμα αναφέρεται, είναι η μη αντιληπτή δια γυμνού οφθαλμού πλαγιολίσθηση και το χαρακτηριστικό σφύριγμα των ελαστικών, που οφείλεται στις μικροποσότητες συμπιεσμένου και θερμασμένου αέρα που πασχίζει να βγει από την διεπιφάνεια ελαστικού-οδοστρώματος, του οποίου η έναρξη σηματοδοτεί και την επίτευξη σωστής θερμοκρασίας των ελαστικών.

Απαραίτητο στοιχείο για να μπορεί ένα αυτοκίνητο να μπει τρένο, είναι να είναι στημένο.

Το στήσιμο, εκ του αγγλικού set-up, σημαίνει, την επίτευξη του μάξιμουμ της πρόσφυσης αφενός απευθείας από τα ελαστικά (πλάτος πέλματος, γόμμα) και αφεδύο, μέσω της ανάρτησης, από την σωστή φόρτισής των.

Στα αγωνιστικά μονοθέσια, αλλά και στα hypercar (McLaren F1, Ferrari F50, Enzo, Koenigsegg κ.α.), το κέντρο βάρους είναι κάτω από το επίπεδο που ορίζουν τα ανώτερα σημεία έδρασης των αναρτήσεων, οπότε η εφαρμοζόμενη σε αυτό συνισταμένη φυγόκεντρου και βάρους προκαλεί ελάχιστη ροπή κατά τον διαμήκη άξονα του πατώματος (το πλαίσιο δηλαδή δεν γέρνει προς το εξωτερικό της στροφής). Γι' αυτό και χρησιμοποιούνται οριζόντιες αναρτήσεις που επιτρέπουν μικρές κατακόρυφες διαδρομές, και σε αγωνιστικές συνθήκες και ελαστικά-μπαλόνια (όπως στην F1), των οποίων το πλευρικό μέρος παραμορφώνεται υπό την επίδραση της φυγόκεντρου, όμως διατηρεί την πρόσφυση.

Στα αυτοκίνητα παραγωγής, το κέντρο βάρους είναι ψηλά, και το αυτοκίνητο στη στροφή γονατίζει. Το στήσιμο του λοιπόν επικεντρώνεται στο πόσο θα μπορέσει να μην υπερφορτιστεί η εξωτερική δυάδα τροχών και ολισθήσει και πως δεν θα αποφορτιστεί η εσωτερική (σήκωμα τροχού). Για να επιτευχθούν όλα αυτά, το αμάξι πρέπει να ενισχυθεί σε θέματα ακαμψίας με θολόμπαρες, ψαλιδόμπαρες, κέητζ και ρέστα, να γίνει δηλαδή τραπέζι, να περιορίσει τις κλίσεις με σκληρότερη ανάρτηση, αντιστρεπτικές ράβδους κλπ., να γίνει δηλ. «ξύλο» ή «κούτσουρο», και να φορέσει ένα χαμηλοπρόφιλο λάστιχο, που θα έχει το ελάχιστο περιθώριο παραμόρφωσης.

Όλα αυτά βεβαίως θυσιάζουν την άνεση (το αυτοκίνητο «διαβάζει» τις ανωμαλίες του δρόμου), την ανάβαση κράσπεδου, διαλύουν τις πέτρες στα νεφρά, και στην περίπτωση βροχής επιφέρουν το φαινόμενο «κακλαμανάκης» (η σανίδα μου πλανάρει). Γι΄αυτό και τα ακραία στημένα ονομάζονται πολεμικά, ενώ οι πιο χρηστικές και καθημερινές περιπτώσεις βολτάδικα (όροι που αναφέρονται και σε μηχανικές μετατροπές).

  1. Για να λέμε και του στραβού το δίκιο όμως με την ίδια ανάρητηση και δικό μας toe, έγραψε πολλά χιλιοστά παραπάνω στο Vbox... - Οτι πληρώνεις παίρνεις... Κανένας όμως απο εσάς δεν θα ήθελε αυτό το αυτοκίνητο στα Βριλήσια πχ... θα ήθελε και ένα σετ after market νεφρά... (απο το όλο σετάρισμα τραπέζι) (από εδω)

  2. Τώρα φυσικά αν αυτές οι αναρτήσεις συνδυαστούν και με τα ελαστικά της Dunlop SP Sport, 225/40/18 για πίσω και 215/40/18 για εμπρός, το αμάξι πραγματικά «μπαίνει τρένο» στις στροφές με αρκετά χιλιόμετρα (από εδώ)

  3. Με τα εργοστασιακά ελατήρια ελαφραίνει πολύ ο πίσω άξονας και το αυτοκίνητο γονατίζει στην μπροστινή ανάρτηση (απόεδώ)

  4. Βέβαια καταλαβαίνω οτι οσο πιο κούτσουρο ειναι το αμορτισέρ τοσο καλύτερο κράτημα εχει στις στροφές. (απόεδώ)

  5. Το S3 σεταπ σε Ibiza προσωπικα δεν θα το συνιστουσα...Το αυτοκινητο εχει πολυ ροπη και χανει τον βολταδικο χαρακτηρα του. Παει ειτε ταπα, ειτε κυρια. (από εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ακουμπάω ή χτυπάω με το όχημά μου κάποιο άλλο όχημα είτε σε παρκάρισμα είτε σε τρακάρισμα αντίστοιχα.

Το λήμμα φανερώνει μια πιο ερωτική διάθεση απέναντι στην επαφή δυο οχημάτων αποφορτίζοντας, κάποιες φορές, την όλη κατάσταση.

Πιο συχνή είναι η χρήση του τρίτου πληθυντικού και κυρίως σε αόριστο χρόνο, χωρίς φυσικά αυτό να αποτελεί κανόνα.

  1. - Φιλαράκο, ήθελα να σου πω ότι τώρα που έκανα όπισθεν δεν τα υπολόγισα καλά και, ξέρεις, σε φίλησα λίγο..
    - Μισό λεπτό να δω...[βλέπει] Πωωω! Μου έβαλες όλη τη μούρη μέσα ρε φίλε! εσύ δε με φίλησες, με γάμησες!

  2. - Ωπ! Τι μπαμ ήταν αυτό;!
    - Να ρε, εκεί! Φιλήθηκαν στη διασταύρωση!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γενικά ο όρος αναφέρεται σε κάθε κατάσταση που είναι πιεστική. Προέρχεται από την πρέσα που σφίγγει τα πράγματα ώς εκεί που δεν φτάνει.

Οι δύο πιο δημοφιλείς κατηγορίες που θα ακούσετε τον όρο είναι οι ακόλουθες:

  • μονότερμα γκρίνιας ή/και μιζεροκατάστασης που έχει πολύ πρήξιμο ή/και στεναχώρια
  • καγκουροβόλτα με μηχανές ή αυτοκίνητα, όπου η πρέσα αναφέρεται στην οριακή (προς τα πάνω) λειτουργία του κινητήρα.

Ασχετο! Τιπ για στιχουργούς: ριμάρει με το κομπολόι και το συγγενολόι εύκολα, και λίγο πιο δύσκολα με το κονβόι.

  1. - Ρε, είδα τον Μάκη χτες. Σαν να γέρασε δέκα χρόνια.
    - Δεν τα 'μαθες. Έχασε τον πατέρα του και την μάνα του μέσα σε διάστημα έξι μηνών. Και η δουλειά του πάει κατά διαόλου.
    - Πολύ πρεσολόϊ ρε παιδάκι μου.

  2. - Την Κυριακή έχει πρεσολόϊ.
    - Βγάλατε διαδρομή;
    - Ξεκινάμε οκτώ από εθνική για Ωραιόκαστρο.
    - Ωραία... Πείτε μου τι καφέδες πίνετε, γιατί, αφού με το μωρό μου θα φτάσουμε πρώτοι, να παραγγείλω.
    - Πρόσεξε μη σκίσεις το στριγκάκι σου...

  3. - Μαλάκα μου, είμαι προχθές στο μπαράκι, και με πιάνει ένα πρεσολόϊ το Μαράκι, για το πού ήμασταν χθες, άνευ προηγουμένου.
    - Και τα ξέρασες όλα ρε Μπάμια;
    - Δεν είπα τίποτα, αλλά κάτι την έχει πονηρέψει.

(από electron, 23/04/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία