Επιπλέον ετικέτες

Σα να λέμε φτυσ' τα μπούτια σου, πού πα ρε Καραμήτρο κ.ο.κ. Θυμίζει λίγο από σενάριο ξανθοπουλέικο κι άμα το καλοσκεφτείς, τον καιρό που φορμαρίστηκε η έκφραση, που οι δάσκαλοι πληρώνονταν τρεις κι εξήντα, χωρίς μαύρα λεφτά και ιδιαίτερα, λογικά με καμιά φτωχιά θα στήνανε τσαρδί.

Ο χρήστης -συνήθως ταβλαδόρος- είναι φουλ έξτρα κάργα ειρωνικός απέναντι στον δέκτη που δε λέει να καταλάβει ότι το παίγνιο ή και η παρτίς η ίδια εχάθη κι αυτός εξακολουθεί να παθιάζεται και να ζητάει ζάρι.

Επιβάλλεται επίσκεψη στο Νέο Μοναστήρι για να τα ακούσεις απ’ την πηγή και ειδικά από τους Πρόσφυγες Ανατολικής Ρωμυλίας.

- Έλα μια μαύρες (εξάρες, όλα μαύρα) ρε κωλόζαρο... μας ξέσκισες σήμερα!
- Τι τς θες; χαμένο το ’χεις...
- Έτσι, για να γυρίσει λιγούλι και να σε μάθω τάβλι..
- Κι ένας δάσκαλος θυμάσαι τι έκανε... αγάπησε μια φτωχιά...
- Καλάαααα...
-. ..και την πήρε. Φάνη στο 'χω ξαναπεί: άσ' το τάβλι για τους πελάτες και πιάσε δυο ουζάκια!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ταβλαδόρικη έκφραση, που λέγεται ταυτόχρονα με το κλείσιμο του δικάπακου εξάπορτου, όταν εγκλωβίζονται μέσα σ’ αυτό ένα ή περισσότερα πούλια του αντιπάλου και ο αντίπαλος μένει μαγκωμένος κι ανήμπορος στη γωνίτσα του, ενώ ο εξαπορτούχος του σφίγγει σιγά-σιγά τον κλοιό, ώσπου να τον «φάη» εν τέλει.

Εξηγείται ότι πρόκειται μόνο για δικάπακο (δηλ. πόρτες-πλακωτό όπου χρειάζονται κατ’ ελάχιστον two to tango για να κάνεις «πόρτα», είτε με δικά σου πούλια είτε με ένα τουλάχιστον δικό σου κι ένα του αντιπάλου πιασμένο), διότι στο μονόκουκκο ή μονόπορτο παιγνίδι της «φεύγας», μπορείς να κάνεις εξάπορτο μεν, αλλά δεν μπορείς να «φας» τα πούλια του αντιπάλου.

Προφανώς αποτελεί παρομοίωση προς το στρίμωγμα του συμπαθούς –πλην πονηρού– ζωακίου στην φωλίτσα του, από κανά πιο ζόρικο ζώο. Άλλωστε κι άλλα ζώα π.χ. ο αστακός και το χταπόδι, όταν απειλούνται, χώνονται ολοένα και βαθύτερα στο θαλάμι τους, με αποτέλεσμα πολλές φορές να την πατάνε και να γίνεται ο τάφος τους. Ίσως όμως και να προέρχεται από την παροιμία «ο θάνατος της αλεπούς είναι της κότας ζήση».Ποιος μύτη;

Λέγεται και «θάνατος της αρκούδας», αλλά μάλλον πρόκειται για σύμφυρση με την αργκοτική έκφραση – ομπρέλα της αρκούδας = πάρα πολύ (π.χ. ξύλο, χώσιμο, γαμήσι, κρύο, ύπνος κλπ / βλ. και ιταλ. di brutto).

Έτσι και κάτσει όμως καμιά γκέλα στον εξάπορτο και αναγκαστεί να «τσακίσει» (δηλ. να χαλάσει το φρούριό του – έκφραση δανεική απ’ το βορειολλαδίτικο χαρτοπαίγνιο «μπουρλότ») και ν’ αφήσει δίοδο στον αντίπαλο, τότε ο τελευταίος την πουλεύει ψέλνοντας με χαρά το «Αναστάς ο Ιησούς» κλπ (μέρες που είναι)...

- Τώρα θα φέρω τις εξαιρετικές (Σ.Σ. εξάρες) μου, να την κάνω από δωμέσα!
- Ασσόδυο σου κάνει;
- Ωωωωχχχ! Δε με βλέπω καλάααα!
- Ώπα της, διόδια (Σ.Σ. διπλές)! Δυο στο πεντάρι και δυο στο εξαράκι σου. Ετοιμάσου τώρα για τον θάνατο της αλεπούς!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λήμμα που οι ρίζες του εντοπίζονται στα παιχνίδια στρατηγικής (συνήθως ηλεκτρονικά). Για να γίνω πιο κατανοητός, ας παραθέσω ένα εξ αυτών το οποίο έχει απασχολήσει γενεές επί γενεών Ελλήνων. Στο παρόν παιχνίδι, η φράση απαντάται εναλλακτικά και ως «Στέλνω σπαθάκια», διότι όταν κανείς βρίσκεται υπό πολιορκία, εμφανίζονται δύο σπαθιά σε συγκεκριμένο σημείο του παραθύρου του παιχνιδιού ώστε να το αντιληφθεί και να πάρει τα μέτρα του.

Η σημασία της φράσης, όπως ίσως να έχετε ήδη υποθέσει, είναι η εκδήλωση εχθροπραξιών από το μέρος αυτού που τη χρησιμοποιεί, σε άλλους παίκτες, με σκοπό την ολική τους καταστροφή και την επιβολή και επέκταση της κυριαρχίας του.

- Έλα παιδί μου, θα κρυώσει το φαγητό και δεν θα τρώγεται μετά!
- Περίμενε ρε μάνα, έχω να στείλω κάτι επιθέσεις σε ένα νουμπά εδώ πέρα, και πρέπει να γίνουν σε... Δύο λεπτά και τριάντα-τρία δευτερόλεπτα ακριβώς.
- ...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ξεπερνάω τον εαυτό μου. Αγγλιά ολκής.

Επίσης, αν δεν απατώμαι (διορθώστε με), είναι όρος στο Στοίχημα.

  1. Ο Μάκης που δε μιλάει ποτέ, έκανε όβερ χθες το βράδυ και όλη νύχτα της τα έσουρε της Σάσα κανονικότατα.

  2. Αφού έκανες όβερ μέχρι και τη Μπουλόν, δεν έχεις να φοβάσαι τίποτε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο τοίχος του μπιλιάρδου σε μορφή υποκοριστικού. Προκύπτει από το «μπρικόλα» που σημαίνει το ίδιο.

Μάλλον παράγεται από το αγγλικό μπρικ (τούβλο), εξ ου και ο τοίχος. Η κατάληξη ιταλίζει όμως και ίσως να οφείλεται στο ότι το έχω ακούσει να λέγεται έτσι από επτανήσιους.

Χρησιμοποιείται μεταφορικά στη φράση «μου 'φυγε το μπρικολέτο» και έχει την έννοια ξαφνιάστηκα, εξεπλάγην, μου 'φυγε το τσερβέλο, το καφάσι, κλπ.

Η λέξη και η έκφραση κυκλοφόρησε για λίγο στα τέλη του '80 και μετά εξαφανίστηκε, τουλάχιστον εγώ δεν την ξανάκουσα. Όποιος γνωρίζει κάτι παραπάνω, ελεύθερα να συμπληρώσει και να τροποποιήσει τον ορισμό.

  1. Έλα, δεν είναι δύσκολη στεκιά, παίξε την πράσινη με μπρικόλα στη μέση και θα μπει.

  2. Τι λε ρε φίλε, δεν το πιστεύω, μού 'φυγε το μπρικολέτο!

Βλέπε και γαλλικό.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κάποιος /-α που έχει γεμίσει με πολλές τρύπες.

Μερικές υποπεριπτώσεις:

  1. Κάποιος που έχει φάει πάρα πολλές σφαίρες. Λέγεται σαν γκανγκστερική απειλή: «Θα σε κάνω σουρωτήρι». Σε μη πραγματικές συνθήκες χρησιμοποιείται και από gamers. Βλ. και θα σε γεμίσω κουμπότρυπες, ράβω.

  2. Κάποιος που έχει κάνει πολλά piercing. Υπάρχει και η έκφραση γκόμενα- σουρωτήρι.

  3. Στα ομαδικά αθλήματα (ιδίως ποδόσφαιρο και μπάσκετ) μια διάτρητη άμυνα ή το τέρμα του τερματοφύλακα, ή συνεκδοχικώς, ο τερματοφύλακας.

  4. Παρ' όλο που δεν στέκει ακριβώς (πολλές τρύπες), σουρωτήρι χαρακτηρίζεται ενίοτε και ο πολυγαμημένος κώλος, ιδίως σε υβριστικές απειλές τ. «θα σου κάνω τον κώλο σουρωτήρι».

  5. Θεσμοί, διαδικασίες που είναι διάτρητοι ως μη έδει. Λ.χ. νομοθεσία, σύνορα, σφράγιση θεμάτων σε εξετάσεις κ.τ.ό.

  1. Ίσως το καταλάβουν μόνο αν τους απειλείσεις ότι θα τους κάνεις σουρωτήρι έτσι και ξαναπεράσουν τα σύνορα παράνομα (εδώ)

  2. δυστηχως δεν με συγκινει καθολου η ιδεα πλεον να κρυβομαι πισω απο αντικειμενα προκειμενου να φαω καποιον αθορυβα, προτιμω να ερχομαι face 2 face και να τον κανω σουρωτηρι αδιαφορωντας αν θα χτυπησει συναγερμος (εδώ)

  3. Γυναίκα- σουρωτήρι: Η Elaine Davidson μπήκε στο βιβλίο των ρεκόρ Γκίνες γιατί έχει επάνω της 6.005 σκουλαρίκια από τα οποία τα 1500 είναι βαλμένα σε εσωτερικές κοιλότητες!
    (εδώ).

  4. Το αποτέλεσμα είναι οτι από το 70' και μετά παρουσιάσαμε μια μεσαία γραμμή Ελβετικό τυρί και μια άμυνα σουρωτήρι που έμπαζαν από παντού (εδώ).

  5. ΟΣΟ ΜΕ ΚΟΙΤΑΖΑΝ ΚΑΥΛΩΜΕΝΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΔΥΟ ΤΟΣΟ ΤΑ ΠΕΡΝΑ ΚΙ ΕΓΩ ΣΤΗΝ ΚΡΑΝΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΛΕΓΑ ΟΤΙ ΘΑ ΤΗΣ ΚΑΝΩ ΤΟΝ ΚΩΛΟ ΣΟΥΡΩΤΗΡΙ (εδώ)

  6. Ελλήνων αφύπνιση. Σουρωτήρι η νομοθεσία από τον κάθε επιτήδειο (εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οι τεσσάρες των ζαριών.

Στο απαγορευμένο τυχερό παίγνιο μπαρμπούτι αξιολογούνται ως κακή ζαριά, ζαριά που χάνει.

Μεταφορικά οι ατυχίες, οι αναποδιές.

Από το τούρκικο dort=τέσσερα.

...φέρε και καμμιάν εξάρες
φτάνουν πια ντόρτια και δυάρες φτάνουν πια τόσοι καυμοί...

τραγουδάει στη ζωή, ο αείμνηστος σερ Μπιθί.

(από iwn, 23/10/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Προσθήκη στον άλλο ορισμό σχετικά με την προέλευση του όρου.

Προέρχεται από τα διάφορα χαρτοπαίγνια (όπως π.χ. το στούκι) όπου, όταν έρθει η σειρά κάποιου να πάρει φύλλο, έχει δικαίωμα να το κάψει, δηλαδή να μην το χρησιμοποιήσει και να τραβήξει ένα καινούργιο.

  1. Άρα καμένο χαρτί είναι εκ πρώτης το εντελώς άχρηστο φύλλο, αυτό που δεν έχει καμία πιθανότητα να οδηγήσει σε κάτι θετικό.

  2. Επίσης ο τελειωμένος, η ανίατη περίπτωση.

  3. Σχετική έκφραση: καμένος από χέρι

Προέρχεται από την περίπτωση που κάποιοι πολύ χαρντκόρ τζογαδόροι, κυρίως για λόγους εντυπωσιασμού και σπασίματος του τσαμπουκά των συμπαικτών τους, όταν έρθει η σειρά τους να πάρουν φύλλο, καίνε το πρώτο από χέρι, δηλαδή καίνε το φύλλο που θα τους πέταγε η μάνα ενώ βρίσκεται ακόμα στα χέρια της, χωρίς να το δουν.

Σημαίνει λοιπόν ότι κάτι είναι καταδικασμένο εξ' αρχής, πριν ακόμα ξεκινήσει. Να μη συγχέεται με το «καμένος» «από χέρι», που είναι μεν παρεμφερές, αλλά όχι εντελώς ίδιο. Βλ. παράδειγμα 3 για ειδοποιό διαφορά.

  1. Εικοσιμία: Η μάνα μοιράζει πρώτο φύλλο (κλειστό) στον Αντρέα. Ο Αντρέας το κοιτάει. «Το καίω» λέει. Η μάνα το παίρνει κλειστό, το βάζει στην άκρη και του δίνει καινούργιο.

  2. - Ρε, μην ασχολείσαι με τον Κάστορα! Είναι καμένο χαρτί.
    - Τι να κάνω ρε Κώστα; αφού τον λυπάμαι...

  3. Το εγχείρημα ήταν «καμένο από χέρι» (δηλαδή ξέραμε από την αρχή ότι θα αποτύχει).

Ο Μήτσος είναι «καμένος» «από χέρι» (δηλαδή το 'χει κάψει εντελώς).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Καυχησιάρικη έκφραση στο τάβλι. Όταν κάποιος προηγείται θεαματικά, τότε και καλά καθησυχάζει αυτόν που χάνει ότι δεν πρόκειται να του το πάρει τριπλό (όπως θα μπορούσε, δηλαδή, αν επετρέπετο από τους κανονισμούς του ταβλιού). Υπάρχει δηλαδή ένα πλαφόν στη συντριβή.

Χρησιμοποιείται και εκτός ταβλιού όταν θέλουμε να καθησυχαστούμε ότι υπάρχει ένα πλαφόν στη νίλα που έχουμε πάθει, ή, αντιστρόφως, να λοιδωρήσουμε τον συνομιλητή μας για την ζημιά που έφαγε. Στη ζωή βέβαια ισχύει το αντίθετο, ότι υπάρχουν πάντα και χερότερα...

  1. - Δε μου λες, αυτά τα πούλια εκεί πότε θα τα βγάλεις έξω; Τί τα κλωσάς που έχω αρχίσει το μάζεμα;
    - Περιμένω να φέρεις εξάπαντος, να σε πιάσω.
    - Άνοιξε το τριώδιο. Καλά περίμενε συ, τώρα θα σου βγάλω και νεραντζάκι...
    - Τώρα θα φέρεις μικρομέγαλο!
    - Εξάρες! Μην ανησυχείς εσύ! Παραπάνω από διπλό δεν πάει...
    (Παράδειγμα Χότζα εδώ).

  2. - Άσε ρε συ, δεν φτάνει που μου φόρεσε ένα κέρατο η Λίτσα 24 κερατίων, αλλά της επιδίκασε το δικαστήριο και τα παιδιά, και το σπίτι μου, και θα της πλερώ και διατροφή να χαίρεται τον κερατοβόλο της έρωτα.
    - Μην ανησυχείς φίλε μου! Παραπάνω από διπλό δεν πάει...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στα χρηματοοικονομικά, διαφυγόντα κέρδη θεωρούνται κάποιες απώλειες από τα κέρδη, οι οποίες δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν, βάσει κάποιου αρχικού πλάνου. Ουσιαστικά αφορούν ζημιές που οφείλονται σε αστάθμητους παράγοντες. Σας τα εξηγώ ωραία;

Πάμε τώρα στον τζόγο... Θα έχετε ακούσει σίγουρα κάποιον τζογαδόρο να λέει την εξής φράση:

- Ρε μαλάκα μου, χθες έχασα 5.000 ευρώ!! Τι καντεμιά ήταν αυτή! Άνευ προηγουμένου!!!

Και δικαίως θα σκεφθείτε, ότι το τυπάκι μάλλον πήγε χθες στο καζίνο και έχασε 5.000 ευρώ από τις οικονομίες του ή από κληρονομιά ή από τα δεδουλευμένα του προηγούμενου μήνα... Εάν όντως έτσι έγινε, έχει καλώς. Έλα όμως που το τυπάκι μπορεί να εννοεί τα διαφυγόντα κέρδη από δελτίο (π.χ. του στοιχήματος), που κατά τη γνώμη του θα έπρεπε να είχε κερδίσει!!

Ανακεφαλαίωση: Ο φίλτατος τζογαδόρος πήγε και έπαιξε ένα δελτίο στοιχήματος, αξίας 30 ευρώ. Το οποίο, αν τελικώς κέρδιζε θα του απέφερε 5.000 ευρώ. Αλλά για έναν αγώνα που χάθηκε (το -παρά λίγο- που λέμε), χάθηκε και όλο το δελτίο. Ο τύπος λέει «έχασα 5.000 ευρώ», αλλά ουσιαστικά δεν τα είχε ποτέ!!! Έχασε 30 ευρώ, τα οποία ποντάρισε. Αυτό λοιπόν το ποσό που ο τύπος θεωρεί χαμένο (το πέντε χιλιάδες), είναι τα διαφυγόντα κέρδη!!!

- Άσ' τα πάλι. Χθες έχασα ίσα με είκοσι χιλιάρικα... - Εσύ ρε τελειωμένε, μας έλεγες μέχρι χθες, ότι δεν έχεις φράγκο, πού βρήκες τα είκοσι, και τα έχασες κιόλας;
- Όχι ρε βλάκα. Η γαμημένη η Αϊντχόφεν, στο 92' έστειλε στον κουβά δελτίο που έβγαζε είκοσι χιλιάρικα.
- Α, για διαφυγόντα κέρδη μιλάμε...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία