Γίνομαι / έγινα γκολ: έχω λιώσει στο μεθύσι.

Άστα δικέ μου, ήπιαμε τα ξύδια μας χθες και γίναμε γκολ.

Δες και λιάρδα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που είναι μεθυσμένος.

- Ήρθε μέσα στο μαγαζί ο Νίκος και ήταν τελείως γκολ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κυριολεκτικά η ανώτερη κατηγορία σε κάποιο άθλημα. Μεταφορικά χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει κάτι (γκόμενα, φαγητό, αυτοκίνητο, γκατζετάκι κλπ) το οποίο είναι τοπ από πλευράς ποιότητας και γενικά δεν συγκρίνεται.

Δεδομένου του ξεπεσμού του ελληνικού πρωταθλήματος, ο όρος έχει εκφυλισθεί προσφάτως και αντ' αυτού συνιστάται η χρήση παρεμφερών όρων όπως Premier League, Ligue 1, 1. Bundesliga, Serie A, SuperLiga, Primera Liga, Primera Division. Όλα αυτά είναι απείρως σοβαρότερα από την Α' Εθνική και προσδίδουν επιπλέον κύρος στο χαρακτηρισμό. Με μέτρο παρακαλώ.

1
- Πώς το είδατε το αυτοκίνητο κύριε Σκορδοπούτσογλου; Σας άρεσε;
- Α' Εθνική αδελφέ. Τύλιξε μου ένα να φύγω.

2
- Σου άρεσε το ιμάμι Νώντα μου;
- Α' Εθνική μανίτσα μου, Α' Εθνική. Γεια στα χέρια σου.
- Η μαμά μου το 'φτιαξε, αυτή να ευχαριστήσεις.
- Μού 'κατσε...

3
- Ωρε ένας κώλαρος. Α' Εθνική.
- Τι Α' Εθνική ρε μεγάλε; Αυτός παίζει Premier League και χτυπάει Champions League εύκολα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αναλόγως της περιπτώσεως:
1. Ο τύπος ο οποίος ζει και αναπνέει για να φτιάξει το «τέλειο κορμί». Όπου τέλειο κορμί εννοεί το τίγκα στο μούσκουλο (συνήθως με τη συνδρομή «βοηθημάτων» από τη Σου-Λι), ποσοστά λίπους στα χαμηλά μονοψήφια και μια φανατική ενασχόληση με μεθόδους αποτρίχωσης, solarium, λάδια και τάνγκα σε φωσφορίζοντα χρώματα. Απαντάται και σε θηλυκές (ο Θεός να τις κάνει), εκδόσεις. Όπως είναι εύκολα αντιληπτό, θα τον βρείτε κυρίως σε «ενημερωμένα» γυμναστήρια που προσφέρουν όλα τα προαναφερθέντα (υπόγειο «φαρμακείο», επιθυμητό αλλά όχι υποχρεωτικό!)

  1. Ο έχων καταναλώσει μεγάλες ποσότητες αλκοόλ (βλ. επίσης γίνομαι κροκόδειλος) ή ουσιών (βλ. επίσης κόκκαλο) με συνέπεια να διπλώνει στα δύο (κόβεται) προσπαθώντας να διατηρήσει την ισορροπία του.
  1. Στο γυμναστήριο: Ρε συ καινούργιος είναι ο κομμένος που σηκώνει 200 κιλά στον πάγκο;

  2. Πήγαμε με τον Γιώργο προχτές σ' αυτό το καινούργιο μπαρ και μετά από τρία μπουκάλια ήτανε κομμένος. Πάλι καλά που δεν είχε σκαλιά στην έξοδο.

thodorabo, trob master (από jesus, 13/06/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πρόσωπο, ζώο ή πράγμα που αποδεικνύεται εκ των υστέρων αναξιόπιστο, αναληθές, ψεύτικο και κατώτερο των αρχικών προσδοκιών.

  1. Ρε φιλαράκι, που με έστειλες; Πολύ σότο η ταινία ρε.

  2. Ρε φιλαράκι, που τον έστειλες; Πολύ μεγάλο σότο το γκομενάκι. Σωστό μουστάκι.

  3. Πω πω ρε ψηλέ, τι σότο είναι αυτός ο παίχτης που πήραμε;

Δες και μούφα

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκτός από το γνωστό και κυριολεκτικό καμάκι, (αυτό ντε που χρησιμοποιούν διάφοροι κακοί για να σκοτώνουν φάλαινες) και το ποιητικό (αυτό το ηλιακό του Ρίτσου με το οποίο η αθάνατη Ρωμιοσύνη καμακώνει τον εχθρό), υπάρχει και το ανά την υφήλιο διάσημο καμάκι του Έλληνος, το οποίο αποτελεί τρόπο εξεύρεσης γκόμενας διά της μεθόδου την-πέφτω-σε-όλες-κι-όποια-κάτσει.

Το καμάκι είναι παράγωγο προϊόν της τουριστικής ανάπτυξης που γνώρισε η χώρα μας τα τελευταία 30 περίπου χρόνια. Ανυποψίαστες τουρίστριες (όχι αναγκαστικά απ' αυτές τις διψασμένες του Τζιμάκου), οι οποίες έρχονταν στην Ελλάδα για τον ήλιο, τη θάλασσα, το ψάρι και την εξαιρετική μελιτζανοσαλάτα, βρίσκονταν ξαφνικά πλευρισμένες από τραγικό κατά τεκμήριο τυπάκι, το οποίο με ατάκες που διασώζονται μέχρι σήμερα μόνο ως ανέκδοτα και πενιχρές έως ανύπαρκτες γνώσεις ξένων γλωσσών προσπαθούσε να τις «καμακώσει», δλδ να τις καβατζώσει για πάρτη του και βέβαια να τις περτσινώσει.

Λόγω της σεξουαλικής ένδειας εκείνων των πέτρινων χρόνων, το καμάκι πολλές φορές, πιστό στην κυριολεκτική του αποστολή, χτυπούσε θηλυκά του γενικού τύπου όρκα ή Φάλαινα Άντερσον...

Υπό αυτή την έννοια, το καμάκι υπάρχει μεν ακόμα στα νησιά μας, αλλά όπως δεν υπάρχει πλέον ψάρι στη θάλασσα (κατά ομολογία των επαγγελματιών), έτσι και το άθλημα αυτό δεν έχει το αποτέλεσμα που είχε σε άλλες δεκαετίες. Λίγο ότι μας έμαθαν οι τουρίστριες, λίγο ότι πλέον (όπως θα δούμε και παρακάτω) τη βρίσκουν κι αλλιώς, έκοψε η μαγιονέζα.

Το καμάκι πλέον έχει αλλάξει επίπεδο και αφού διάγουμε την εποχή της πληροφορίας και ο δαιμόνιος Έλληνας δεν μπορούσε να μείνει πίσω, έχουμε διάφορες μορφές ηλεκτρoνικού καμακιού.

Ξεκίνησε με το chat. Εφαρμογές IRC (Internet Relay Chat) στους υπολογιστές, μέσω των οποίων το επίδοξο e-καμάκι (αν δεν είναι εντελώς e-tard) μπαίνει σε θεματικά «δωμάτια» και προσπαθεί να γνωρίσει γκομενάκια και να ρίξει κατά βάση κανέναν e-πούτσο και ΑΝ είναι μάγκας και τυχερός να γνωρίσει το προαναφερθέν γκομενάκι irl (in real life) και να πέσει και κανονικός πήδουλας.

Μετά ήρθε το φατσοβιβλίο που λέει κι ο θεάνθρωπος και το πράγμα έγινε πιο διαδραστικό, ιντεράκτιβ επί το ελληνικότερον. Φωτογραφίες, γκρουπς, ιστορίες, όλα για το ίδιο και γνωστό προαιώνιο λόγο: το Μουνί (κατά την θεωρία πάντα του μουνισμού).

Με την τρελή ανάπτυξη των κινητών, ένα ακόμη είδος e-καμακίου ευδοκιμεί πλέον: μέσω bluetooth. (σ.σ. δεν περιορίζεται μόνο στους φιλοκυβερνητικούς παράγοντες - απλή σύμπτωσις). Ανοίγουμε bluetooth και ψάχνουμε τι παίζει εδώ γύρω. Παρά την περιορισμένη εμβέλειά του, σε χώρους με πολύ κόσμο και χαζές γκόμενες που έχουν βάλει τ' όνομά τους ως όνομα συσκευής για τις ανάγκες του bluetooth, κάτι γίνεται.

1 - Κυριολεκτικό
- Ρε Μήτσο, πιάσε το καμάκι γιατί αυτό το γουφάρι θα μας γαμήσει μέχρι ν' ανέβει. Να 'σαι έτοιμος μόλις σου πω.
- Νταξ αφεντικό.

2 - Ποιητικό / Ηλιακό
... κι αντριεύει και θεριεύει και καμακώνει τον εχθρό με το καμάκι του Ήλιου

3 - Σλανγκικό
- Do you have weather for a coffee;
- Are you serious;!
- No, I'm Greek.

4 - Διάφορες καμακερές ατάκες (και δυστυχώς για τους επίδοξους γαμίκους οι αντ-ατάκες), όπου Α=άντρας και Γ=γυναίκα.

A: Eχουμε συναντηθεί κάπου εμείς;
Γ: Ναι, γι αυτό δεν πηγαίνω πια εκεί.

Α: Είναι αυτή η θέση κενή;
Γ: Ναι και αυτή που κάθομαι εγώ θα είναι επίσης κενή αν καθίσεις εδώ.

Α: Λοιπόν, θέλεις να έλθεις στο σπίτι μου;
Γ: Μμμμ, δεν ξέρω. Χωράνε δύο άνθρωποι κάτω από την ίδια πέτρα;

A: Σπίτι σου ή σπίτι μου;
Γ: Και στα δύο. Εσύ σπίτι σου και εγώ στο δικό μου.

Α: Θα ήθελα να σου τηλεφωνήσω. Ποιο είναι το τηλέφωνό σου;
Γ: Είναι στον κατάλογο.
Α: Ναι αλλά δεν ξέρω το όνομά σου.
Γ: Και αυτό είναι στον κατάλογο.

Α: Έλα λοιπόν, αφού για τον ίδιο λόγο ήρθαμε σε αυτό το μπαρ σήμερα.
Γ: Σωστά, ας βρούμε λοιπόν καμιά γκόμενα.

Α: Ξέρω πώς να σε ευχαριστήσω, μωρό μου.
Γ: Τότε ευχαρίστησε με, αφήνοντας με μόνη μου.

Α: Θέλω να σου δωρίσω τον εαυτό μου.
Γ: Συγγνώμη, αλλά δεν δέχομαι φτηνιάρικα δώρα.

Α: Μπορώ να μαντέψω ότι με θέλεις.
Γ: Ωωωωω, ναι, έχεις δίκιο. Σε θέλω φευγάτο.

Α: Αν σε δω ποτέ γυμνή, θα πεθάνω ευτυχισμένος.
Γ: Ναι αλλά αν σε δω ποτέ εγώ γυμνό, θα πεθάνω από τα γέλια.

Α: Το σώμα σου είναι σαν ιερός ναός για μένα.
Γ: Λυπάμαι αλλά δεν έχει λειτουργία σήμερα.

Α: Θα μπορούσα να σου δώσω τα πάντα.
Γ: Ωραία, ας ξεκινήσoυμε από τον τραπεζικό σου λογαριασμό!

Α: Θα μπορούσα να πάω ακόμη και στο τέλος του κόσμου για χάρη σου.
Γ: Ναι, αλλά θα μπορούσες να μείνεις εκεί για πάντα;

(από τη #1 πηγή άχρηστων πληροφοριών - το διαδίκτυο)

Το κυριολεκτικό (από acg, 08/10/08)

Σχετικό: θερμά συγχαρητήρια στον μπαμπά και στη μαμά...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ποδοσφαιριστής που παίζει σε θέση στόπερ, αλλά τα έχει αρπάξει από την αντίπαλη ομάδα για να πουλήσει το παιχνίδι. Έτσι, όταν επιτίθεται η αντίθετη ομάδα, αντί να βρίσκεται στην περιοχή του να κόψει τον επιθετικό, βρίσκεται οπουδήποτε αλλού, και κάνει οτιδήποτε άλλο, πχ δένει αμέριμνος τα κορδόνια του στη σέντρα.

- Έμαθα ότι ο Μάρκος θα το πουλήσει το παιχνίδι αύριο.
- Όχι ρε μαλάκα, ο Μάρκος είναι σπαθί.
- Καλά δες τον αύριο στο γήπεδο που θα δένει τα κορδόνια στη σέντρα...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Άνθρωπος, στον οποίο οι άλλοι δεν δίνουν σημασία, τον υποτιμούν και του φέρονται περιφρονητικά.

  2. Κακό ποδοσφαιρικό παιχνίδι.

  1. Η Εκκλησία είναι δύσκολο να γίνει κλωτσοσκούφι στα πόδια αυτών που έχουν έρθει για να ευτελίσουν τα πάντα σ΄ αυτόν τον τόπο. (Χριστόδουλος, 5/12/2006. Πηγή: http://ecclesianet.blogspot.com/2008/01/blog-post_3654.html)

  2. Δεν άξιζε τον κόπο το ντέρμπι, η μία ομάδα μόνο κλωτσοσκούφι ήξερε να παίζει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Για παρακμιακούς σφίχτερμεν και σβάρτσους, που δεν τους πάει καθόλου η σφιχτεροσύνη, αλλά τους χαλάει.

Από τον Χ. Τσέκο, που είχε αναλάβει την Εθνική ομάδα Άρσης Βαρών και τους έδινε διάφορα περίεργα σκευάσματα, που αποδείχτηκαν παράνομα. Σε μια αποθήκη του βρέθηκαν πολλές ληγμένες ουσίες, το 2004, ενώ φημολογείτο ότι πολλοί σβάρτσοι συνέχιζαν να κάνουν ουρές για να πάρουν τις ουσίες. Από τότε, όταν βλέπουμε ένα παρακμιακό μπιλντέρι χρησιμοποιούμε αυτήν την έκφραση.

-Πώς είναι έτσι αυτός ο κακαμοίρης; Απ' τα ληγμένα του Τσέκου πήρε;

Χ. Τσέκος (από Dirty Talking, 15/03/09)Χ. Τσέκος (από Dirty Talking, 15/03/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Το ποδοσφαιρικό παιχνίδι όπου η μία ομάδα διασύρεται εντελώς. Που αρπάζει από 3 μπαλάκια και πάνω. Που παρακαλάς -αν είναι η ομάδα σου- να τελειώσει η ξεφτίλα, αλλά όχι μόνο δεν τελειώνει, αλλά πιάνει και βροχή και δεν έχεις ομπρέλα.

  2. Η ομάδα για το άθλιο θέαμα που παρουσιάζει.

  1. Είχε ένα πορνό χτές, Μάντσεστερ - Λίβερπουλ, 1 - 4.

  2. Άστα, πορνό είμαστε χτές. Ρουφήξαμε 5 μπαλάκια.

Εδώ οι μπάλες κάνουν ουρά (από Marco De Sade, 16/03/09)Πόσες μπάλες είπαμε;   (από Marco De Sade, 16/03/09)

Βλ. και τσόντα

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία