Επιπλέον ετικέτες

Ο ορισμός, στα βασικά του στοιχεία, υπάρχει εδώ. Ένα updating ωστόσο δεν θα έβλαπτε, που θα εμπλούτιζε τις περί του θέματος γνώσεις μας και θα το έθετε σε μια ευρύτερη ιστορική προοπτική.

Σιδεράδικο είναι το παλαιού τύπου γυμναστήριο, το λεγόμενο και σφιχτάδικο. Στην κλασική του μορφή, μεσουρανεί κατά την ένδοξη δεκαετία του 1980, η οποία εχει εύστοχα χαρακτηριστεί - πάντα όσον αφορά τη χώρα μας - ως η «μητέρα» μας, η πολιτισμική γενέτειρα της εντελώς σύγχρονής μας εποχής.

Οι πιτσιρικάδες είναι τρελαμένοι με Arnold Schwarzenegger (Κόναν ο Βάρβαρος, Εξολοθρευτής) και Sylvester Stallone (Rocky, Rambo, Cobra). Το ίδιο το bodybuilding τότε ουσιαστικά καταξιώνεται, με το μεγάλο boost να έχει δοθεί από το Pumping Iron, το θρυλικό φιλμ-ντοκιμαντέρ του Άρνολντ, που σκάει στα 1977. Τα γυμναστήρια-σιδεράδικα, η νέα μαζική παράκρουση, ξεφυτρώνουν παντού, στεγαζόμενα κατά κανόνα σε υπόγες, λόγω των πενιχρών οικονομικών μέσων. Θρυλικό είναι π.χ. το σιδεράδικο του Σπύρου Μπουρνάζου, living legend του ελληνικού μπίλντινγκ, που ακόμα και σήμερα λειτουργεί στο ιστορικό υπόγειο, στη συμβολή των οδών Τροίας και Πατησίων στην Κυψέλη.

Τα όργανα γυμναστικής είναι, με τα σημερινά κριτήρια, πρωτόγονα. Απουσιάζουν τα εξειδικευμένα και πανάκριβα φιρμάτα μηχανήματα. Κυλιόμενοι διάδρομοι δεν υπάρχουν, τα στατικά ποδήλατα είναι ελάχιστα και συνήθως χαλασμένα. Κυριαρχούν τα λεγόμενα ελεύθερα βάρη: αλτήρες και μπάρες σε τεράστια μεγέθη. Τα όργανα είναι πολλές φορές hand made, χειροποίητα, π.χ. ο μύθος θέλει τον Μπουρνάζο να κατασκεύασε μονάχος του, με τα χεράκια του, τις τροχαλίες και τα άλλα σιδερικά του γυμναστηρίου του, αυτά τα οποία ο γάλλος φιλόσοφας Pascal Bruckner έχει χαρακτηρίσει ως τα «σύγχρονα όργανα των βασανιστηρίων».

Οι χώροι των σιδεράδικων μοιάζουν να χλευάζουν τον υγειινισμό και τον αποστειρωτισμό της εποχής μας. Ζέχνουν από ιδρωτίλα, βαριές αρσενικές οσμές που επιδεινώνονται από τη χρήση αναβολικών. Οι μουσικές επιλογές, μια φορά κι έναν καιρό, ξεκινούσαν και τέλειωναν στο soundtrack από τις ταινίες του Rocky (Eye of the Tiger, Burning Heart, Gonna Fly Now κλπ).

Ο μποντιμπιλντεράδικος χώρος και ο χώρος της νύχτας υπήρξαν εξ αρχής συγκοινωνούντα δοχεία. Πολλοί σφίχτες δραστηριοποιούνται ακόμη και σήμερα σε τομείς όπως το νταβατζιλίκι, η προστασία, τα ντράγκς, οι λαθραίες μεταφορές με νταλίκες κλπ. Τα σιδεράδικα κατηγορήθηκαν και στιγματίστηκαν ως φυτώρια παραβατικότητας. Πολλά απ' αυτά ανατινάχθηκαν κατά καιρούς, από βόμβες που έβαζαν αντίπαλες «ομάδες», στα πλαίσια του κλασικού «ξεκαθαρίσματος λογαριασμών». Ακριβώς όπως εξακολουθεί συχνά να συμβαίνει με καφετέριες και έτερα νυχτομάγαζα.

Αφού έπαιξαν χωρίς ουσιαστικό αντίπαλο για δυο σχεδόν δεκαετίες, αυτά τα γυμναστήρια-δεινόσαυροι, άρχισαν να εκτοπίζονται, στα τέλη των 90's, από τα νέα φρούτα των fitness clubs. Η μετάβαση σηματοδοτεί και μια ποιοτική μεταβολή στην όλη στάση του κόσμου απέναντι στην άθληση γενικότερα, θέμα πολύπτυχο επί του οποίου δεν θα επεκταθούμε. Το βέβαιο είναι πως τα σιδεράδικα παρήκμασαν κι άρχισαν να βάζουν λουκέτο το ένα μετά το άλλο. Διαμορφώθηκε μια νέα κοινωνική γεωγραφία του χώρου. Τα λίγα και καλά σιδεράδικα που επιβίωσαν, αναζήτησαν το ζωτικό τους χώρο στις λιγότερο ή περισσότερο υποβαθμισμένες περιοχές στα πέριξ του κέντρου της Αθήνας: Κυψέλη, Κολωνός, Πλατεία Βάθης, Άγιος Παύλος. Οι θαμώνες τους είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία αλλοδαποί: ρώσοι, αλβανοί, ρουμάνοι, γεωργιανοί, πακιστανοί, άραβες. Οι όποιοι έλληνες παραμένουν, ανήκουν συνήθως σε χαμηλές εισοδηματικές τάξεις.

Εκτός, βέβαια, κι αν πρόκειται για τους κλασικούς πωρωμένους, hardcore μπιλντεράδες, που θεωρούν τα νέας κοπής πολυτελή γυμναστήρια, φλώρικα και χώρους συνεύρεσης ομοφυλοφίλων (σ' αυτό δεν έχουν και πολύ άδικο). Προτιμούν λοιπόν να συναγελάζονται με τους ομοίους τους, σε περιβάλλοντα όπου ο ανταγωνισμός παραμένει υψηλός και όπου μπορούν να βρουν την κατάλληλη υποστήριξη / καθοδήγηση (προπονητικές συμβουλές, φάρμακα). Πολλοί τέτοιοι κάβουρες είναι διπλογραμμένοι, συχνάζουν δλδ και στο σιδεράδικο, αλλά και στο κυριλέησον fitness club της γειτονιάς τους, όπου πουλάνε μούρη, μοστράρουν το σώμα τους, την πέφτουν σε καμιά γκόμενα κλπ.

Οι τελευταίες εξελίξεις, χοντρικά από το 2004 και μετά, θέλουν και τα καινούργια κυριλογυμναστήρια να μην αντέχουν στον εξοντωτικό μεταξύ τους ανταγωνισμό και να συρρικνώνονται. Η ελληνική αγορά δεν σήκωσε τόση άθληση, μπούχτισε. Η νέα τάση ευνοεί μια ενδιάμεση μορφή γυμναστηρίου, κάτι ανάμεσα στο σιδεράδικο και το χλιδάτο φιτνετζίδικο. Είναι το συνοικιακό γυμναστήριο, που ενίοτε σηκώνει να το πεις και ημι-σιδεράδικο: φτωχομπινεδιάρικο στην ουσία και ψιλοπαρατημένο (άλλωστε λέγεται πως τα περισσότερα gym είναι βιτρίνες και πλυντήρια), τηρεί εντούτοις κάποια standards για τα μάτια του κόσμου.

  1. (από εδώ)
    ....Απο τα λιγοστά σιδεράδικα που έχουν απομείνει πλεόν.....Μουγκρίζουμε ελεύθερα,βρίζουμε ελεύθερα,κάνουμε προπόνηση χωρίς φανέλα ελεύθερα,πετάμε τα κιλά κάτω(το πάτωμα είναι τσιμέντο+μοκέτα...)ΚΑΙ η μουσική πάντα είναι 80s Rock+Disco......Δεν θα μπορούσα να φανταστώ τον εαυτό μου να κανει προπ σε κάποιο σύγχρονο gym,θα ήμουν σαν τη μύγα μεςτο γάλα

  2. (από εδώ)
    Η διαφορά είναι πως στα μεν παλιά καλά σιδεράδικα γυμναζόμασταν σε καθαρά μηχανικά όργανα με τροχαλίες που απέπνεαν μια βαρβατίλα και έδιναν μια ατμόσφαιρα μεταξύ Blade Runner και Mad Max, ενώ στα περισσότερα γυμναστήρια πλέον τα όργανα είναι «υδραυλικά» και φλώρικα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Αν η πασίγνωστη αγγλιά «until hell freezes over» θεωρηθεί συνώνυμο της λέξης «ποτέ», ο λημματογράφος είναι στην εξαιρετικά ευχάριστη θέση να ανακοινώσει, ως άλλος Πήτερ Παν, σε όλους τους κατοίκους του οικισμού Κάτω Σλανγκόρεμα ότι ολόκληρος ο πλανήτης έχει μεταβληθεί στην Χώρα του Ποτέ.

Οι εκ των χρηστών του σάη βλάσφημοι και αμαρτωλοί μπορούν πλέον να αναπνεύσουν ελεύθερα. Ουδεμία τιμωρία τους περιμένει μετά θάνατον. Η χαρμόσυνη είδηση μας ήρθε νετικώς από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Το κείμενο που ακολουθεί είναι πραγματική απάντηση που δόθηκε σε τεστ Χημείας στο Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον. Ήταν τόσο βαθύ σε νόημα που ο καθηγητής του μαθήματος θεώρησε χρέος του να το μοιραστεί με την υπόλοιπη Ανθρωπότητα.

Η ερώτηση είχε ως εξής και βαθμολογούνταν έξτρα:

Η Κόλαση είναι εξώθερμη ή εσώθερμη; (στη Χημεία η εξώθερμη εκπέμπει θερμότητα ενώ η εσώθερμη απορροφά).

Οι περισσότεροι φοιτητές έδωσαν απαντήσεις βασισμένες στο Νόμο του Boyle (ένα αέριο ψύχεται όταν μεγαλώνει ο όγκος του και θερμαίνεται όταν συμπιέζεται). Ωστόσο, ένας έγραψε τα εξής :

«Πρώτον πρέπει να γνωρίζουμε αν ο όγκος της Κόλασης αυξάνεται προς τον Χρόνο. Επομένως, χρειάζεται να ξέρουμε τον ρυθμό με τον οποίο οι ψυχές εισρέουν στην Κόλαση και τον ρυθμό με τον οποίο διαφεύγουν.

Νομίζω ότι μπορούμε ασφαλώς να υποθέσουμε ότι όταν μια ψυχή πάει στην Κόλαση, δεν πρόκειται να διαφύγει. Επομένως, δεν διαφεύγουν ψυχές. Τώρα, για το πόσες ψυχές μπαίνουν, ας δούμε πόσες θρησκείες υπάρχουν σήμερα στον κόσμο. Οι περισσότερες από αυτές δηλώνουν ότι αν δεν είσαι οπαδός τους θα πας στην Κόλαση. Εφόσον υπάρχουν περισσότερες από μία τέτοιες θρησκείες και εφόσον οι άνθρωποι δεν ανήκουν σε περισσότερες από μία θρησκείες, τότε μπορούμε να συμπεράνουμε ότι όλες οι ψυχές πάνε στην Κόλαση. Και όπως έχουν οι ρυθμοί γεννήσεων και θανάτων, θα πρέπει να αναμένουμε ότι ο αριθμός των ψυχών στην Κόλαση θα αυξηθεί εκθετικά.

Τώρα, ο λόγος για τον οποίο εξετάζουμε τον ρυθμό αλλαγής του όγκου της Κόλασης είναι γιατί ο Νόμος του Boyle ορίζει ότι για να παραμείνει σταθερή η θερμοκρασία και η πίεση στην Κόλαση, ο όγκος της πρέπει να αυξάνεται αναλόγως με τις ψυχές που προστίθενται.
Αυτό μας δίνει 2 περιπτώσεις:

  • Αν η Κόλαση διαστέλλεται με πιο αργό ρυθμό από αυτόν με τον οποίο εισέρχονται ψυχές, τότε η θερμοκρασία και η πίεση θα αυξάνονται μέχρι να εκραγεί η Κόλαση και να ξεχυθούν οι ψυχές.
  • Αν διαστέλλεται με ρυθμό πιο γρήγορο από αυτόν της εισροής των ψυχών, τότε η θερμοκρασία και η πίεση θα πέφτουν μέχρι να παγώσουν τα καζάνια της.

Ποια από τις δύο περιπτώσεις ισχύει;

Αν αποδεχτούμε το αξίωμα το οποίο μου είπε η Τερέζα όταν ήμουν πρωτοετής «Θα πρέπει να παγώσει η Κόλαση πριν κοιμηθούμε μαζί», και συνθεωρήσουμε και το γεγονός ότι χτες το βράδυ κοιμήθηκα μαζί της, τότε ισχύει η δεύτερη υπόθεση και επομένως είμαι σίγουρος ότι η Κόλαση είναι εξώθερμη και ότι ήδη έχει παγώσει. Άρα δεν δέχεται άλλες ψυχές και επομένως έχει εκλείψει ... αφήνοντας μόνο τον Παράδεισο.

Αυτό με τη σειρά του αποδεικνύει την ύπαρξη ενός Θεϊκού Όντος, πράγμα που εξηγεί γιατί χτες το βράδυ η Τερέζα φώναζε συνεχώς :
«Θεέ μου, Θεέ μου».

Αυτός ο φοιτητής πήρε το μοναδικό «Α».

Πάσα: malakia (Για νόσον τίποτα; Γιατί θείο;)

What the hell, θέλετε και παράδειγμα ;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το θεαματικό, το τεραστίων διαστάσεων, το εξόφθαλμα εντυπωσιακό, μπορεί να αφορά στην είσοδο κάποιου σε ένα μαγαζί, ή να πρόκειται για κάποια ατάκα που έκανε μεγάλη εντύπωση στην ομήγυρη (είτε θετικά είτε αρνητικά!).

  1. – Καλέ την είδες την Τασία στην εκκλησία;
    – Αμ πώς δεν την είδα; Τέτοια καραγκαγκάν είσοδος θα περνούσε απαρατήρητη;

  2. – Άσε σου λέω Μαρία, τελευταία φορά που έρχεται ο αδερφός σου μαζί μας!
    – Μα γιατί τι σου έκανε το παιδί;
    – Τι, τι μου έκανε; Τέτοιες καραγκαγκάν μ@λ@κίες που πετάει κάθε τρεις και λίγο μας εκθέτει στην παρέα, δεν το καταλαβαίνεις;
    – Ε, άμα είναι έτσι...

Κα καν κα καν (από Hank, 18/05/09)

Δες και ουάου. Καραεπιτατικά: καραγκαγκάν, καραμπαμπάμ, καραμπαντάν.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η φράση αυτή χρησιμοποιείται για να δοθεί έμφαση όταν συμβαίνει κάτι εξωπραγματικά ωραίο ή κάτι πολύ ακραίο γενικά.

  1. - Κοίτα ρε πού έχει ανέβει ο άλλος! - Καλά... δεν υπάρχει...

  2. Αυτός ο κώλος.. δεν υπάρχει...

Δες και δεν υπάρχει ούτε στο γκουγκλ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ένα από τα πιο παραγωγικά και ενδιαφέροντα προθήματα της ελληνικής αργκό, από το ρήμα γαμάω.

Σημασίες

α) Το γαμο- χρησιμοποιείται κυρίως μειωτικά: μπορεί να εκφράζει από ελαφρά υποτίμηση ή απαξία, έως εκνευρισμό, αγανάκτηση και εχθρότητα. Μάλιστα, σε κατάσταση θυμού, χρησιμοποιείται με υπεραυξημένη συχνότητα, εντελώς ανεξάρτητα από το ποιο μπορεί να είναι το δεύτερο συνθετικό.

Με τη σημασία αυτή, ίσως να πρόκειται για την επίσης πολύ συνηθισμένη μετοχή γαμημένος, που κατέληξε για λόγους συντομίας σε πρόθημα. Με την ίδια μειωτική σημασία χρησιμοποιούνται και τα κωλο-, σκατο- και βέβαια η ίδια η μετοχή γαμημένος (συγκρίνετέ τα με το fucking των αγγλικών).

Σχετικές λέξεις που έχουν καταγραφεί στο σάιτ: γαμοπαίδι, γαμοπερίπτωση, γαμόπουστας, γαμόφλαρος (δείτε και στο παράδειγμα).

β) Μπορεί επίσης να παίρνει τη σημασία του από την κυριολεξία του γαμάω και να αναφέρεται δηλαδή στη συνουσία. Στην περίπτωση αυτή μπορεί να αντικατασταθεί κάποιες φορές από το (σαφέστερο) γαμησο-.

Παραδείγματα: γαμογελώ (αμφίβολης χρήσης), γαμολεβιές, γαμοτζάζ, γαμοπιλώθω, γαμοχέρουλα.

γ) Μπορεί τέλος να κληρονομεί δευτερεύουσες σημασίες του ρήματος: γαμοσείρι (γαμάω ως «φέρνω σε δύσκολη θέση»), γαμοσπέρνω (γαμάω ως «είμαι πολύ καλός, ικανός»).

Εξαίρεση στις πάνω περιπτώσεις βλέπω να αποτελεί το γαμωσταυρίδι (και τα συναφή, γαμώχριστοι, γαμωπαναγίδια...), το οποίο μάλλον προέρχεται από απευθείας συμφυρμό του γαμώ και σταυρός από την κλασική υβριστική φράση γαμώ το σταυρό σου –και δέν πρόκειται δηλαδή για προσδιορισμό του σταυρός από το γαμάω (συγκρίνετε με τις επάνω περιπτώσεις).

Φετιχιστικά

Όπως έγραφα και στα σχόλια της γαμοπερίπτωσης, δεν είναι πολλές οι σύνθετες λέξεις στα ελληνικά που ξεκινάν από ρήμα. Στην αργκό ειδικά έχουμε το γλείφω (γλειφομούνι, γλειφοκώλι, γλειφοπούτσι...), το μαδάω (μαδομούνι), το σπάζω/έσπασα (σπαζαρχίδης/σπασαρχίδης, σπασικαύλιος, σπασοκλαμπάνιας), έχουμε και το λαχταράω (λαχταροψώλα) που σχηματίζουν σύνθετα, αλλά σίγουρα όχι πολλά άλλα. (Μπορεί να ισχυριστεί κανείς οτι το κλαψομούνης βγαίνει όχι από το κλάψα, αλλά από τον αόριστο του κλαίω, έκλαψα, αλλά ίσως να το τραβούσε απ' τα μαλλιά.)

Όπως και να 'χει, η περίπτωση του γαμάω, η «γαμοπερίπτωση» αν θέλετε, είναι σίγουρα η πιο καραφλιαστική, μια και στην πράξη συνδυάζεται χωρίς ενδοιασμούς με οτιδήποτε, πολύ πιο εύκολα και από κάθε αντίστοιχο ρήμα στα τυπικά ελληνικά (φιλώ, φέρω, φεύγω/έφυγον, ...).

Και γαμώ τις περιπτώσεις, έτσι;...

ΛΟΥΛΗΣ (βλέπει μάτς με την εθνική): Λούλα;
ΛΟΥΛΑ: ...
ΛΟΥΛΗΣ: Λούλα;... Τί έγινε βρε με το παστίτσιο; Πείνασα!
ΛΟΥΛΑ: ...
ΛΟΥΛΗΣ: Λούουλα;...
ΛΟΥΛΑ: ...
ΛΟΥΛΗΣ: Ρε Λούλα!
ΛΟΥΛΑ: ...
ΛΟΥΛΗΣ: 'Μώ το κέρατό της για γυναίκα, τ' αφτιά της τα πέτσινα μέσα... (Σηκώνεται απ' τη βαθιά αναπαυτική πολυθρόνα στο σαλόνι και πάει προς την κουζίνα. Η ΛΟΥΛΑ λύνει σουντόκου.) Ρε Λούλα, σου μιλάω ρε άνθρωπε του θεού, δέν ακούς;
ΛΟΥΛΑ: Μ;
ΛΟΥΛΗΣ: Τί κάνεις εκεί;!...
ΛΟΥΛΑ (ψιθυρίζει): ...χί σύν ψί, επί μείον χί, μόντουλο εννιά... ίσον... χμ... αχά... α όχι...
ΛΟΥΛΗΣ: Πάναγία μου! Πάλι μ' αυτά ασχολείσαι; Ξέχασες τι είπε βρε ο γιατρός;! Φτού, γαμώ τα γαμοσταυρόλεξά μου μέσα, γαμογιαπωνέζοι κερατάδες κι' εσείς και τα γαμοϋφάσματά σας και το γαμογιέν σας. Φέρ' το εδώ! (Της αρπάζει το περιοδικό απ' τα χέρια και αρχίζει να το τρώει.)
ΛΟΥΛΑ (έκπληκτη): Τ- τί;.. Μή Λούλη! Μή!
ΛΟΥΛΗΣ: Γκνάμ-νιάμ-γκμ-γκνιάμ...
ΛΟΥΛΑ (ξαφνικά, χαμογελάει λυσσαλέα): Τώρα θα δείς! (Ορμάει στον ΛΟΥΛΗ αστραπιαία, και με μία κυκλωτική κίνηση νίντζα τον αρπάζει με τα πόδια απ' το λαιμό, λυγίζει προς τα πίσω, στηρίζεται με τα χέρια στο πάτωμα και τον αναποδογυρίζει· ο ΛΟΥΛΗΣ σωριάζετ' ανάσκελα πάνω στο κιλίμι-προίκα απ' την πεθερά που πάντα μισούσε απ' τα τρίσβαθα της ψυχής του και πέθανε μόλις πέρυσι, οπόταν κι' άρχισε η μανία της ΛΟΥΛΑΣ με τα «σταυρόλεξα»· του κάθεται το σουντόκου στο λαιμό. Σε λίγο, μελανιασμένος, ξεψυχάει. Η ΛΟΥΛΑ κάθεται στο στήθος του και τον παρατηρεί.) Πέθανες;
ΛΟΥΛΗΣ: . –
ΛΟΥΛΑ: Μάλιστα. (Χώνει τα χέρια της στο στόμα του και βγάζει το μασημένο περιοδικό. Το ξετσαλακώνει, το καθαρίζει απ' τα σάλια σκουπίζοντάς το πάνω στη ρόμπα της, και το εξετάζει. Χαλαρώνει τη λαβή απ' το λαιμό του ΛΟΥΛΗ και σηκώνεται.) Μού 'φαγε το μισό σουντόκου ο γαμομαλάκας. Ευτυχώς τα έχω όλα στο μυαλό μου... Χμ... ναί... λοιπόν... μόντουλο εννιά... χί μόντουλο εννιά... όχι-όχι, μ ε ί ο ν χί μόντουλο εννιά... χμμ... (Απ' την τηλεόραση στο σαλόνι ακούγεται ο εκφωνητής ενθουσιασμένος· η Ελλάδα προηγείται.)

(Μίμηση Δανιήλ Χάρμς)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η στοά, εκ του gallery που λένε και οι Αγγλοσαξόνοι.

Ο όρος χρησιμοποιείται με την κυριολεκτική του έννοια για τις στοές των ορυχείων.

Σλανγκιστί όμως, λέγεται μόνο για τα τελευταία εννέα καθίσματα των λεωφορείων των κτελ, και γενικότερα για τις τελευταίες θέσεις παντός είδους λεωφορείων και τρόλεϋ.

Το συγκεκριμένο τμήμα των οχημάτων αυτών είναι περιζήτητο σε νέους, ειδικά σε πενταήμερες (κι όχι πενθήμερες) λυκειακές εκδρομές καθώς εκεί γίνεται ο χαβαλές, πέφτει το φάσωμα και γενικά συμβαίνουν όλα τα καλά.

Τα παλιότερα χρόνια επίσης, που υπήρχαν τα λεωφορεία με τα ανοιγόμενα παράθυρα, στη γαλαρία επιζητούσαν να κάθονται οι «άρρωστοι»καπνιστές, επιβάτες των ΚΤΕΛ πανελλαδικά, έτσι ώστε να λάθουν της μύτης του οδηγού ή αυτής των ρουφ συνεπιβατών τους.

Θα πα' να κάτσω γαλαρία με τους μαλάκες για τη φάση και όλο και κάνα μωρό θα ξεστρατίσει προς τα πίσω. Θα φάμε καλά αργοτερότερα.

(από perkins, 08/06/10)(από perkins, 08/06/10)(από Vrastaman, 09/06/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επιφώνημα αηδίας. Χρησιμοποιείται με τον ανάλογο τόνο και την ανάλογη ένταση φωνής και κυρίως από γκόμενες κάθε είδους.

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως αστεϊσμός ή ειρωνεία από άτομα οποιουδήποτε φύλλου και για σχεδόν οποιονδήποτε λόγο. Θεωρείται λέξη-μπαλαντέρ.

  1. - Κοίτα Νίνα! Μια σκουληκαντέρα!
    - Ίιιιιου! ΠΑΡ' ΤΗΝ ΑΠΟ 'ΔΩ, ΠΑΡ' ΤΗΝ ΑΠΟ 'ΔΩ!!!

  2. - Το λατρεύω αυτό το συγκρότημα, είναι τέλειοι!
    - Ίου.
    - Άντε χάσου ρε!

  3. - Τσέκαρε το μουστάκι του απέναντι! Είναι κιτρινωπό και έχει ένα κομμάτι υγρής μύξας στην άκρη!!!!
    - Σίγουρα μύξα; Μήπως είναι...;
    (με μια φωνή)- ΙΟΥΥΥΥ!!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σήμερα θα κάνουμε ένα μάθημα γερμανικών μεγάλης αξίας. Στα γερμανικά λοιπόν, το ρήμα καθαρίζω (δηλ. ξεβρωμίζω) είναι το εξής πολύ όμορφο: putzen, και προφέρεται /πούτσεν/.

Με βάση λοιπόν το ρήμα πούτσεν, έχουμε την πούτσφραου (putzfrau), την καθαρίστρια -μην πάει αλλού ο νους σας- και χίλια δυο άλλα παράγωγα.

Ωσεκτουτού, πολλοί αποκαλούν το στεγνοκαθαριστήριο πουτς ινστιτούτ (putzinstitut), αν και η λέξη δεν υπάρχει στα λεξικά.

Αν πάρουμε λοιπόν αυτό το ηχητικό γλωσσικό δάνειο, συνειδητοποιούμε πόσο ευρεία εφαρμογή μπορεί να έχει στα ελληνικά δεδομένα. Πουτς ινστιτούτ μπορεί να είναι, εν Ελλάδι, τα εξής:

  1. η εφορεία
  2. ένα κωλόμπαρο
  3. μια μπακουροπαρέα
  4. ένα γκέι μπαρ
  5. μια γυναικοπαρέα
  6. ένα μπουρδέλο
  7. μια εταιρεία παραγωγής πορνοταινιών
  8. ένα ινστιτούτο ανδρικής καλλονής
  9. το καραπουτσαριό
  10. το κωλοχανείο
    και πάει λέγοντας.
  1. - Πού ήσουνα χθες;
    - Είχα πάει μια βίζιτα σε ένα πουτς ινστιτούτ να ξεχαρμανιάσω λιγάκι.
    - Καλά ρε μαλάκα, ακόμα στην εποχή των μπουρδέλων ζεις;;;

  2. -Αμάν ρε Σάκη, γαμώ το φελέκι μου γαμώ, απόψε επιστρέφουν οι γονείς και συ κανονίζεις μπαφοκατάσταση; Πάλι εγώ θα μαζεύω τελευταία στιγμή σαν την τρελή το πουτς ινστιτούτ που θα αφήσετε εσείς οι τελειωμένοι;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ως επίρρημα: (α) τέλεια, πολύ καλά. Συνώνυμα: γαμάτα, μπόμπα, σούπερ, τζάμι, τζιτζί, φίνα. (β) (επιτατικό) πολύ, εντελώς. Συνώνυμα: κάργα, φουλ. Χρησιμοποιείται και ως επίθετο (βλέπε γαμάτος).

Συντάσσεται είτε ως κατηγορούμενο, είτε συνηθέστερα με το ουσιαστικό έναρθρο, στον πληθυντικό και σε αιτιατική: (και) γαμώ τους/τις/τα <ουσ. σε πληθ.>. Συγκεκριμένα, η κανονική σύνταξη <επίθ.> + <ουσ.> αποφεύγεται.

  1. (απο συνέντευξη του Evnus, εδώ)
    Την τελευταία φορά που πέρασα και γαμώ ήταν ένα πρωί που είχα πάρει ένα τόξο με βεντούζα και σημάδευα σκατόφατσες [...] στην τηλεόραση.

  2. (από το διαδίκτυο)
    Πρέπει να ομολογήσω ότι ο τύπος είναι και γαμώ τα άτομα. Παρ' όλο που έχασε την πτήση από το Λονδίνο και έφτασε στις 1 μετά τα μεσάνυχτα, βγήκε στην σκηνή [...] και έδωσε και γαμώ τις συναυλίες.

  3. (από το διαδίκτυο)
    Αυτό πρέπει να το πω. Οι Γερμανίδες είναι και γαμώ τις γκόμενες. Σταμάτα να είσαι Στάθης Ψάλτης και να τις σκέφτεσαι με σαντάλι και ξεπλυμένο σορτς. Ντυμένες κανονικά είναι φα-ντα-στι-κές. Και γδυμένες ακόμη περισσότερο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Aν βγείτε έξω και περάσετε ένα δεκάλεπτο παρέα με Αλβανούς ή άτομα που κάνουν παρέα με Αλβανούς θα ακούσετε περίεργες λέξεις όπως «ταβέ» «πίδι» «κουρβ» και άλλα πολλά. Επειδή λοιπόν οι Ελληνικές βρισιές δε μας αρκούν είπαμε σαν λαός να κάνουμε λίγο τούτι-φρούτι το υβρεολόγιο μας προσθέτοντας βρισιές της γειτονικής χώρας. Παρακάτω αναγράφω τις ποιό δημοφιλείς βρισιές:

Ταβέ: Στο(ν) ακουμπάω (πολύ συχνά λέγεται ως απάντηση στο ναι, ε;, και;, ρε)
(Τε) Κίφσα: (Σου) γαμώ
Ροπ: Οικογένεια, το σόι
Μπιθ: ο κώλος
Κούρβ: η πουτάνα
Μότρεν: η αδερφή (προσοχή! όχι ο ομοφυλόφιλος!)
Πίτσκ(α): το μουνί
Πίδ(ι): και πάλι το μουνί
Λόκε: η πούτσα
Κοκ(ε): το κεφάλι (και οι δυο σημασίες)
Τόπε: το αρχίδι (τόπε τόπε ο παπαγάλος)
Κάρι: ο πούτσος (βάρι κάρι: κρέμασε το στο πούτσο σου: μη δίνεις σημασία)
Ταφούτ κόχι: δεν είμαι σίγουρος για την ακριβή σημασία της, πρέπει να έχει σχέση με το ταβε. Κλασσική απάντηση στο όχι (μάλλον όχι αυτό του Μεταξά.)
Μπόλε: η μπάλα, το αρχίδι
Τε ραφτ πίκα: να πέσει πάνω σου κατάρα
Τε ραφτ κανσέρι: να πάθεις καρκίνο (και όχι κασέρι)

[I]ΣΥΝΤΑΞΗ[/i]
(αφορά το τε κίφσα)
Η σύνταξη είναι πολύ απλή:
Τε κίφσα + (οτι θέλουμε να γαμήσουμε εκείνη τη στιγμή)
π.χ. - Τε κίφσα ροπ: γαμώ το σόι σου
- Τε κίφσα μπίθεν: γαμώ τον κώλο σου, κ.ο.κ

Αυτά είναι τα βασικά. Ενδέχεται να έχω κάνει αρκετά λάθη καθώς δε την ομιλώ την γλώσσα. Διορθώσεις δεκτές.

Δε χρειάζονται...

(από HODJAS, 09/03/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία