Επιπλέον ετικέτες

Ποκερικής προέλευσης λέξη, η σημασία της οποίας διευρύνθηκε συν τω χρόνω εντυπωσιακά. Ένας εξειδικευμένος τεχνικός όρος χαρτοπαιγνίου διάγει στας ημέρας μας έναν δεύτερο βίο, περιγράφοντας πάντοτε σύνθετα και συνδυαστικά φαινόμενα. Αναλυτικότερα:

  1. Κερδοφόρος συνδυασμός φύλλων στο πόκερ. Η απλή κέντα (straight) αποτελείται από 5 φύλλα σε αριθμητική σειρά, π.χ. Α, 2, 3, 4, 5, όχι όμως του ιδίου χρώματος. Η κέντα-φλος ή αλλιώς κέντα-χρώμα (straight flush) αποτελείται από 5 φύλλα σε αριθμητική σειρά και του ιδίου χρώματος, π.χ. 5, 6, 7, 8, 9 κούπα.

  2. Συνδυασμένη ενέργεια δύο ή παραπάνω ατόμων που στέφθηκε από επιτυχία αποφέροντας αξιόλογα οφέλη, συνήθως οικονομικής φύσεως. Η επιτυχία της ενέργειας-κέντας δεν είναι απαραίτητα τετελεσμένο γεγονός, αρκεί να εικάζεται με μεγάλες πιθανότητες. Με την ίδια περίπου σημασία χρησιμοποιείται κι ο όρος μόντα, που όμως είναι πιο γενικός.

- Kέντα κάνουν δυο φίλοι που βάζουν από κοινού λεφτά και αγοράζουν μια επιχείρηση, π.χ. παίρνουν το franchise για το everest, ή παίρνουν τον «αέρα» από κάποιο μπαράκι.
- Κέντα κάνουν (πάλι) δυο φίλοι που αποφασίζουν να συγκατοικήσουν ώστε να μοιράζονται τα έξοδα. - Κέντα κάνουν (ξανά μανά) δυο φίλοι φοιτητές που συνεννοούνται να αντιγράφει ο ένας απ' τον άλλο στις εξετάσεις.

  1. Άλλη μια λέξη για το γαμήσι, τη συνουσία. Και λέω συνουσία, διότι θέλω να δώσω έμφαση στο συν-αινετικό της υπόθεσης. Δυο άνθρωποι τα μιλάνε, τα συμφωνάνε κι αφού γίνουν αυτά πέφτει ο πήδουλας. Ένας βιασμός ποτέ δεν είναι κέντα, είναι ποινικώς κολάσιμη μονομερής ενέργεια. Εν προκειμένω, χρησιμοποιείται εναλλακτικά και το κέντημα, καθώς και το ρήμα κεντάω = γαμώ.

  2. Μεγάλη αστυνομική επιτυχία, συνήθως σύλληψη κάποιου «μεγάλου κεφαλιού» του οργανωμένου εγκλήματος, π.χ. Παλαιοκώστας. Ενέργεια που προετοιμαζόταν μεθοδικά και σχεδιαζόταν από καιρό, ενώ ήχθη εις πέρας με τη συνεργασία διαφορετικών υπηρεσιών (Ασφάλεια, Τροχαία, Άμεση Δράση).

  3. Στο χώρο των πρεζάκηδων, η κέντα είναι η σύλληψη ή κάποια άλλη ζημιά απ' τους μπάτσους, που όμως γίνεται κατά τύχη, επειδή απλά είχε καύλες ο μαλάκας ο Δίας. Δηλαδή οι μπάτσοι είχαν στηθεί για κάποιον άλλο, πιο μεγάλο (βλ. περίπτωση 4), έπεσαν ωστόσο στη φάκα τους μικρότερα ψάρια, που έκατσε να βρίσκονται φορτωμένοι με ντραγκς στο λάθος μέρος, τη λάθος ώρα. Μιλάμε για τρελή ατυχία, γι' αυτό και σε τέτοιες φάσεις πρέπει πάντα να είσαι στην τσίλια. Ποτέ δε ξέρεις που έχει στηθεί η κέντα και σε περιμένει. Αν την ψυλλιαστείς, το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να πας πάσο, ήτοι να συμπεριφερθείς σα να μη τρέχει κάστανο...

  1. - Έμαθες ότι πουλιέται εκείνη η καφετέρια κοντά στον ηλεκτρικό στο Μαρούσι, που αράζαμε παλιά;
    - Α ναι ρε συ, κατάλαβα, μιλάς για την τρύπα που πηγαίναμε μετά το φροντιστήριο. Κάτσε να δεις πως τη λέγανε τώρα..
    - Τι σημασία έχει αγόρι μου πως τη λέγανε... Θα της βγάλουμε εμείς άλλο όνομα!
    - Για κάν' το μου πιο λιανά αυτό, τι εννοάς;
    - Ε να, έχεις εσύ κάτι φραγκάκια στην άκρη, θα χτυπήσω κι εγώ ένα δάνειο, στήνουμε χαλαρά την κέντα και το παίρνουμε το μαγαζί!
    - Το σκεφτόσουν πολλή ώρα αυτό;
    - Έλα ρε, σκέψου μόνο τα μουνιά που έχουμε να κεντήσουμε ως αφεντικά κι έτσι..

  2. Με τις πυτζάμες στο σπίτι τους, έπιασε τους δύο της Siemens, Σκαρπέλη και Γεωργίου σε Κηφισιά και Δάφνη, απόψε ο Γιάννης Ραχωβίτσας. Είχε ένταλμα από τον 4ο ανακριτή και το εκτέλεσε ακαριαία. Εαν δεν τους έπιανε θα τον έθαβαν ότι έκανε τα στραβά μάτια. Νωρίτερα δεν είχε ανοίξει μύτη με τα μέτρα στο Σύνταγμα στη πορεία των μουσουλμάνων. Κέντα για τον «Ραχώ». Να λέμε και κανα μπράβο. Το χρειάζονται. (Από εδώ)

  3. - Πώς κι έτσι στεγνός τώρα τελευταία; Εσύ μας κέρναγες πάντα τις καλύτερες κοακόλες όταν ερχόμασταν σπίτι σου, τι τρέχει τώρα;
    - Ξέρω γω, την άκρη μου ρώτα..
    - Ωχ, ο Σήφης ο κατσαρίδας; Τι έγινε, τον τσακώσανε; Λέγε ρε, αφού ξέρεις..
    - Οκ, αφού θες να τα μαθαίνεις όλα, έπεσε ο μαλάκας σε μια κέντα απάνω στο Σχιστό, στα γύφτικα. Για άλλον πήγαιναν και δέσανε το δικό μου, κωλοατυχία μου μέσα..

αυτή κι αν είναι κέντα. (από johnblack, 17/06/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ιδεολογία του Διαδικτύου, όπως και ο ασιγματισμόσ, η οποία αναπτύσσεται σε φόρα από αγοραίους τύπους. Έχει διαφορετικές φράξιες. Θα αναφερθώ σε ορισμένες, χωρίς δυνατότητα εξάντλησής τους.

  1. Ο ριζοσπαστικός επαναστατικός ανορθογραφιστής. Θεωρεί ότι η ορθογραφία είναι ένα εξουσιαστικό κατεστημένο status quo. Η ανορθογραφία είναι γι' αυτόν ένας επαναστατικός ακτιβισμός. Συχνά πρόκειται για άνθρωπο με παιδεία που έχει την δυνατότητα να ορθογραφήσει άψογα τις λέξεις, αλλά συνειδητά την απαρνείται για χάρη μιας επαναστατικής σκοπιμότητας. Όπως, δηλαδή, οι Μαρξ και Ένγκελς ήταν μάλλον Μαρξ εντ Σπένσερ, αλλά απαρνήθηκαν τον μεγαλοαστισμό τους από αλληλεγγύη στους προλετάριους σύντροφους, έτσι κι ο ανορθόγραφος αυτού του τύπου απαρνείται την πλούσια παιδεία του από αλληλεγγύη στους ανορθόγραφους όλου του κόσμου.

  2. Anorthographus Trolleatziticus. Ανήκει στο είδος των τρολεατζήδων, που ευδοκιμεί στα διαδίχτυα. Η ακραία ανορθογραφία είναι απλώς ένα μέσο για να προσελκύσει το ενδιαφέρον των άλλων. Και αυτός έχει συχνά παιδεία και άψογη ορθογραφία, αλλά έχει ασταθή αυτοπεποίθηση, και κατά τον αρχαίο θρύλο του Ηροστράτου, αν δεν μπορεί να μείνει στην Ιστορία ως διάσημος, επιδιώκει να μείνει στην Ιστορία ως διαβόητος. Είναι σαν τη Λερναία Ύδρα. Αν τον κατηγορήσεις για ανορθογραφία, θα συνεχίσει να ανορθογραφεί, για να αποσπάσει ακόμη περισσότερο την προσοχή σου. Καλύτερα να του πεις, «μπράβο τι ωραία που το γράφεις έτσι», ή ακόμη καλύτερα να αδιαφορήσεις πλήρως. Η διαφορά από το πρώτο είδος είναι ότι στον πρώτο ο λόγος είναι ιδεολογικός, ενώ στον δεύτερο ψυχολογικός. Αλλά κατά τους Γιαλομάδες τα δύο είδη δεν έχουν ειδοποιό διαφορά, αφού πίσω από κάθε και καλά ιδεολογικό λόγο υποκρύπτεται ένας ψυχολογικός.

  3. Ανορθόγραφος ο ταπεινοσχήμων. Προβάλλει ένα προφίλ λαϊκού παιδιού, που πραγματικά είναι ανορθόγραφος επειδή δεν του δόθηκε ποτέ η ευκαιρία να μάθει γράμματα, ή επειδή το κεφάλι του δεν σκαμπάζει κ.ο.κ. Σπάνια αυτό είναι αλήθεια. Συχνότερα πρόκειται για έναν είρωνα, με την σωκρατική - δημοσθένειο έννοια του όρου, δηλαδή πρόκειται για κάποιον που επιτηδευμένα ανορθογραφεί, για να προβάλλει το προφίλ ενός αγράμματου παιδιού του λαού. Αυτός ο τύπος συχνά παρουσιάζει μια γενικότερη ταπεινοσχημία. Μας αποκαλύπτει λ.χ. ότι είναι άσχημος, τον φτύνουν οι γκόμενες κτλ. Δύο τινά συμβαίνουν. Ή είναι καθαρή μυθοπλασία τα παραπάνω. Ή είναι εν μέρει αλήθεια, και ο ανορθόγραφος τα εντείνει περαιτέρω για να συμφιλιωθεί με αυτούς τους «δαίμονές» της πραγματικής ζωής του, να τους ξορκίσει και να προκαλέσει την συμπάθειά μας, και την τρυφερότητα που φαίνεται ότι την έχει ανάγκη. Το χαρακτηριστικό του τρίτου τύπου είναι ότι δεν ανορθογραφεί με συνέπεια και σύστημα, αλλά άλλοτε ναι κι άλλοτε όχι. Αν μάλιστα τον ρωτήσεις, θα ορκίζεται και θα ομνύει ότι δεν ανορθογραφεί εκ συστήματος και θα επικαλεστεί ως τεκμήριο και περιπτώσεις που θα έχει ορθογραφήσει σωστά. Ο τρόπος όμως για να αποκαλύψεις την υποκρισία του είναι ότι ορθογραφεί καλά τα δύσκολα, και ανορθογραφεί τα εύκολα, επίτηδες προφανώς.

  4. Ο έντεχνος ανορθόγραφος. Είναι ο τύπος που την έχει δει Μέντης Μποσταντζόγλου και προσπαθεί μέσω της ανορθογραφίας να βγάλει κάποια κρυμμένα νοήματα, που τα κρύβει η ορθογραφική αρτιότητα. Ως προς αυτό μοιάζει με τον έντεχνο σλανγκιστή. Απλώς ο έντεχνος ανορθόγραφος πραγματικά το παρακάνει!

Τελειώνοντας, θα ήθελα να παρατηρήσω αφενώς ότοι η παραπάνω κατηγοριοποίηση είναι σχηματικοί, κι ότι στην πραγματικώτητα οι κατηγορίες μπορούν να αλληλωπλέκοντε και να συνυπάρχουν. Και κυρίος να κρούσο τον κόδονα του κυνδίνου ότι ο ανωρθωγραφησμώς ήνε κωλλητικώς κε κανής δεν είναι ασφαλύς απαίναντή του, συμπαιρηλαμβανωμαίνου κε του γράφωντως!!! Θαίλυ πρωσωχί!!

Ουφ! Έμεινα για λίγο στην καραντίνα και ανένηψα! Λοιπόν, από όσα φόρα έχει τύχει να διαβάσω, θυμάμαι τρεις χαρακτηριστικές περιπτώσεις ανορθογραφιστών:

  1. Στο φόρουμ του Αθηνοράματος υπήρχε ένας εξαιρετικά μορφωμένος χρήστης, που υπέγραφε ως «Ώμικρον»! Ορθογραφούσε άψογα τα πάντα εκτός από τα όμικρον, που τα έγραφε όλα ως ωμέγα, και τα ωμέγα που τα έγραφε όλα ως όμικρον! Η πράξη του ερμηνευόταν ως επαναστατικός ακτιβισμός για την ανατροπή του εξουσιαστικού status quo της ορθογραφίας.

  2. Στο φόρουμ του bourdela.com υπήρχαν δύο χαρακτηριστικοί ανορθογραφιστές, ο «Πιτσιλιστής» και ο «Βόθρος». Και οι δύο χρησιμοποιούσαν λέξεις που φανέρωναν παιδεία. Ειδικά ο δεύτερος ήταν καθαρή περίπτωση ταπεινοσχήμονος. Έλεγε συνέχεια ότι είναι άσχημος και βρωμάει, εξ ου και το ψευδώνυμο, αλλά είχε παρ' όλα αυτά τον δικό του τρόπο να γοητεύει τις γκόμενες. Έκανε μπάχαλο κάθε συζήτηση με το να στρέφει την κουβέντα πάντα σε μια οχληρή περιαυτολογία του, έστω ταπεινόλογη.

  3. Στο slang.gr έχουμε τον γνωστό μας και μη εξαιρετέο Πάνο Β'. Αν θυμάμαι καλά, έχει αποτάξει την μομφή ότι ανορθογραφεί εκ συστήματος και έχει υποστηρίξει ότι δεν μπορεί παρά να ανορθογραφεί. Οπότε θα πρέπει να αποκλείσουμε την κατηγορία 1. Αλλά ύστερα από το λήμμα Εωσφόρος, νομίζω ότι ένας αντιεξουσιαστικός χαρακτήρας του ανορθογραφισμού του δεν πρέπει να αποκλειστεί. Επίσης, πιστεύω ότι ο Πάνος Β' έχει χαρακτηριστικά και από όλες τις υπόλοιπες κατηγορίες 2, 3 και 4, οπότε πρόκειται για πολυσυλλεκτικό ανορθογραφιστή.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σλανγκική ασθένεια που προκαλείται από την υπερβολική αγάπη.

Λέγεται ειρωνικά σε διάφορες περιπτώσεις. Λ.χ. σε μια σεξιστική εκδοχή χρήσης, μπορεί να χρησιμοποιηθεί από άντρακλες, που θεωρούν ότι μια γκόμενα έχει περιπέσει σε υπερβολή γουτσισμού και μιλάει καθ' υπερβολή με εκφράσεις όπως μωρουλίνι, φρεντουλίνι, αγαπουλίνι κ.τ.ό. Όμως άντρας είναι αυτός που έπαθε αγαπουλίαση και δεν του άρεσε, δηλαδή εντάξει θα περάσει μια φάση ο άντρας που θα του αρέσει η αγάπη μιας γυναίκας, αλλά άμα μείνει υπερβολικά κολλημένος σε αυτήν την αγάπη και στα γουτσιστικά παραφερνάλια θα γίνει μουνοείλωτας, οπότε λέμε ναι στην αγάπη, αλλά όχι στην αγαπουλίαση άκα στηρίζουμε την αγάπη, ελέγχουμε την αγαπουλίαση. Η τελευταία θα σημαίνει ότι θα παρατάς τις αντρικές παρέες σου για να κάνεις παρέα μόνο με τη γυναίκα σου, θα τα βλέπεις όλα καρδούλες όπως κι αυτή κ.τ.λ. Κι αν μια γυναίκα είναι σε κάποιο βαθμό συγγνωστό να πάσχει από αγαπουλίαση, για έναν άντρα από κάποιο σημείο και πέρα είναι φλωριά. Βεβαίως, η αγαπουλίαση μπορεί να είναι κάααπως πιο συγγνωστή σε έναν άντρα αν δεν είναι πάγια στάση ζωής, αλλά τακτική επιλογή έως την επίτευξη στρατηγικού στόχου.

Πέρα από αυτή την κάπως σεξιστική τζέντερ τοποθέτηση, υπάρχουν πολλές συμπεριφορές και πεδία όπου μπορεί να κολλήσει κανείς τον ιό της αγαπουλίασης. Λ.χ. ακούγοντας έντεχνο τραγούδι, (ή αραπησιάρικα), δραστηριοποιούμενος σε Κοινωνικά Μέσα Δικτύωσης, με το να βάζεις υπερβολικά πολλές καρδούλες <3 ή να κάνεις λάϊκ και κοινοποιήσεις σε ποστ ανθρωπιστικού περιεχομένου, να ποστάρεις στίχους του Τάσου Λειβαδίτη,

να ευλογείς κάθε μέρα με λάικ τα γένια του Γέροντος Κορτώσιου στα αγαπησιάρικα ποστ του στο Φέισμπουκ

Εσύ! Έκανες το λάικ σου στον Κορτώ σήμερα;

να κανδαυλίζεις την αγάπη σου για την/ τον γιαβουκλού σου επιδεικτικά κτλ. Μια μορφή αγαπουλίασης είναι και η καλίτιδα που μας πιάνει ορισμένες βρωμιάρες μέρες, όπως γύρω από την Μπέρθα του Μους-Τζουσή, όπου υπάρχει ένα ψυχαναγκαστικό Christmass Spirit να αγαπάμε ντε και καλά όλοι όλους.

Η λύση για την αγαπουλίαση, ειδικά αυτή που παρατηρείται σε κοινωνικά μέσα δικτύωσης, είναι τα αγάπη, αγάπη μόνο (ή αγάπη μόνο και ανθρωπίλα σε μια πιο ψαγμένη εκδοχή)

να συμπληρώνονται από ανάλογη καύλα που δρα αντισταθμιστικά προς την αγαπουλίαση. Λ.χ. σε φεϊσμπουκάτες εκφράσεις όπως αγάπη μόνο και λίγη καύλα κ.τ.ό.

  1. Υπάρχουν δύο μεγάλες κατηγορίες χρηστών του ελληνικού Φέισμπουκ: εκείνοι που παίρνουν κάθε μέρα μεγαδόσεις αγαπουλίασης από τον Κορτώ και γεμίζουν γέλια, σοκολάτες, αυτοσαρκασμούς, τρυφεράδες, ενίοτε δάκρυα συγκίνησης, αλλά βασικά καλή διάθεση, τόσο πολύ καλή διάθεση, που όλος ο κόσμος γίνεται μια τεράστια αγκαλιά που μας χωράει όλους. Kι εκείνοι που βρίσκονται στον αντίθετο πόλο των συναισθημάτων, εκείνοι που συφιλιάζουν με την Κωνσταντοπούλου, εκείνοι που τη θεωρούν διαβόλισσα, καριόλισσα, δαιμονισμένη, λυσσασμένη, βελζεβουλιασμένη, υστερική, ψυχωτική, ψυχικά ανάπηρη, ψυχικά φρικτή, αισθητικά φρικτή, πολιτικά φρικτή, σταλίνα. Και κάπως έτσι, μεταξύ πραλίνας και σταλίνας, μεταξύ κάλλους και ακαλαισθησίας, μεταξύ του ΝΑΙ σε ό,τι μας φέρνει όλους πιο κοντά και του ΟΧΙ σε ό,τι δεν είναι σύγκρουση και αντιπαλότητα, ισορροπούμε και στανιάρουμε. (Από το Φέισμπουκ).
  2. Η ανεξαρτησία δεν αποκλείει την αγαπουλίαση κι οι γάτοι είναι πολύ τρυφεροί, σαν αγοράκια που είναι. (Τουίτερ).
  3. Αλλά αυτό που δεν μου αρέσει στα ελληνικά τραγούδια, ροκ, έντεχνα και ο,τι άλλο να'ναι , είναι η καψούρα και η αγαπουλίαση που βγάζουν! (Εδώ).

Τέλος, να σημειώσουμε ότι στο ιδίωμα των μπουρδελιάρηδων η πάθηση της αγαπουλίασης έχει ένα κάπως πιο συγκεκριμένο σύμπτωμα. Πρόκειται για την πουτανοκαψούρα, ήτοι για τους μπουρδελιάρηδες ή άλλους χύστες που ερωτεύονται επί χρήμασι εκδιδόμενες και νομίζουν ότι μπορούν να τις ψήσουν να ανταποδώσουν τον έρωτά τους. Το μόνο σίγουρο αποτέλεσμα είναι ότι θα χάσουν πολλά λεφτά και θα εισπράξουν τη μήνη των συναγωνιστών που η κατηγορία της αγαπουλίασης ή του αγαπούλη θα είναι η πιο σεμνή βρισιά που θα τους απευθύνουν. Γενικότερα, η αγαπουλίαση προς τάνες θεωρείται ενδημική πάθηση στην Ελλάδα, όπως και η αντίστοιχη πυρφορίαση.

  1. εγω εχω εμπειρια στην αγαπουλιαση, στην πυρφοριαση , στην αγαπουλιαση με Ελεεινιδες, αρα μπορω ποιο ευκολα απο εσας να καταλαβω ποιος ειναι πιρφορος και ποιος οχι. Σχόλιο: εσυ επειδη εχεις εμπειρια στην αγαπουλιαση εισαι πιο επιρρεπης να ξαναγινεις αγαπουλης. μια στο μινσκ να σε παω και ξανακυλισες.
  2. αγαπουλίαση (κατά κάποιους) = σεβασμός στις κοπέλες που μας κάνουν να περνάμε καλά (κατα άλλους και εμένα). (Από μπουρδελοσάη. Στο δεύτερο παράδειγμα ο ομιλών υπερασπίζεται μια μετριοπαθή μορφή αγαπουλίασης).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

σκυλοκουράδα, σκυλοκούραδο

Αλλιώς το σκυλόσκατο, η κουράδα του σκύλου. Όπως λέει και ο Dry Hammer, "σου γεμίζει περισσότερο το στόμα" από ό,τι η μικρότερη λέξη σκυλόσκατο. Το βρίσκουμε ήδη στη Λωξάντρα της Μαρίας Ιορδανίδου, γραμμένη το 1962.

  1. "Η Λωξάντρα φοβότανε τα γιατροσόφια της κόνα-Αννίκας, της πλάτρας. Τα σιχαίνουνταν. Πράματα ήτανε εκείνα να μήν τα σιχαθείς; Από κατρουλιό αρσενικού παιδιού έκανε η κόνα-Αννίκα γιατρικό για τις χιονίστρες και για τα σκασίματα των χεριών. Από σκυλοκούραδο έκανε σκονάκια για το βήχα, και τα φυσούσε μέσα στο λάρυγγα με καλαμάκι. Από ψόφια ποντίκια και λάδι έκανε ποντικαλοιφή. Μέσα στο καύκαλο του μυδιού έκανε τρεμπεντιναλοιφή, καλλυντικό για το πρόσωπο. Έκοβε το σιριλίκι, γήτευε την ιλαρά, σήκωνε τον αφαλό...και τί δεν έκανε η αδικιωρισμένη, αλλά η Λωξάντρα τη σιχαίνουνταν." (Μαρία Ιορδανίδου, Λωξάντρα, Αθήνα: 1962).
  2. Εχθές όπως γυρνούσα σπίτι, πάτησα πάνω σε κάτι περιττώματα σκύλου και αυτό με έβαλε σε σκέψεις. Ενώ κάποιος άλλος θα προσπερνούσε ενοχλημένος ένα τέτοιο συμβάν, εγώ ένιωθα πως μου είχε συμβεί κάτι πολύ σημαντικό, ένα γεγονός κοσμοϊστορικής αξίας, καθώς μου άνοιξε τα μάτια για το νεφελώδη τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το σύμπαν. [...] Το μυαλό μου είχε απορροφηθεί σε τέτοια θεμελιώδη ερωτήματα και σκεπτόμενος ακατάπαυστα τη σχέση αιτίου αιτιατού που πιθανώς συνέδεε τη Παπαρίζου με το σκυλοκούραδο, έτρεξα γρήγορα σπίτι να καταγράψω τις σκέψεις μου. [...] Στη γαλήνη και ησυχία του δωματίου μου κοίταξα προσεκτικά το παπούτσι μου και το πώς είχαν απλωθεί τα σκυλίσια υπολείμματα πάνω του. Δε μπορούσα παρά να είμαι σίγουρος πως η ίδια συμπαντική δύναμη που έστειλε στο Νεύτωνα το μήλο και έκανε τον κατά τ' άλλα σεμνότατο Αρχιμήδη (ή τον Αριστείδη;) να τρέχει γυμνός στους δρόμους φωνάζοντας «Εύρηκα! Εύρηκα!», προσπαθούσε να μου πει κάτι. «Μίλα μου! Σ' ακούω» είπα στο παπούτσι μου και το κοίταξα ανυπόμονα. (Η συνέχεια του διανοητικού θρίλερ εδώ).
  3. Οι ευρωπαίοι νεοέλληνες που βγάζουν το κατοικίδιό τους βόλτα, θεωρούν εικαστική παρέμβαση υψίστης πολιτιστικής αξίας τις σκυλοκουράδες. (Εδώ).

Μεγαλύτερο σλανγκικό ενδιαφέρον έχει το ότι το βρίσκουμε και ως βρισιά, για να περιγράψει έναν άνθρωπο ξευτίλα, μηδαμινό, σκατιάρη, σκατένιο, ένα σκουπίδι, ένα απόρριμμα.

  1. "Είσαι ο επόμενος! Είσαι ο επόμενος σκυλοκούραδο!" Ύστερα ο Παξ μουγκρίζει το όνομά μου. Κι έπειτα το επαναλαμβάνει η φωνή του Τάκτου, μετά η Νάιλα από τον Ψηλό Πύργο. Και γρήγορα εκατό φωνές το τραγουδούν σε όλο το κατακτημένο κάστρο, από την αυλή μέχρι τα ψηλά προκαλύμματα και τους πύργους. (Πιρς Μπράουν, Κόκκινη Ανατολή, εκδ. Μεταίχμιο, μετάφραση: Τιτίνα Σπερελάκη).
  2. ΓΙΑΥΤΟ ΒΓΑΛΕ ΤΟΝ ΣΚΑΣΜΟ ΗΛΙΘΙΟ ΣΚΥΛΟΚΟΥΡΑΔΟ ΟΥΣΤ ΚΟΠΡΙΤΗ. (Άλλος ένας φωνακλάς που μας ξυπνάει με φωνακλάδικες βρισιές στο Ξυπνήστε Ρε!).
  3. Τράβα γαμήσου ρε σκυλοκούραδο ρουφιάνε βρωμότουρκε. Αυτοί οι μογγόλοι γαμάνε την μάνα σου. (Από βρις-οφ στο συσιφόνι).
  4. Εναλλακτικός τίπλος: "Με χρησιμοποίησαν σαν σκεύος και αφού ικανοποίησαν τις ορμές τους, με πέταξαν σα σκυλοκούραδο". (Εναλλακτικός τίτλος διαδικτυακού αρρωστουργήματος εδώ).

Αρρωστούργημα του Ολλανδού καλλιτέχνη Schippers, απεικονίζει ένα σκυλοκούραδο μνημειωδών διαστάσεων, τοποθετημένο στους περίφημους ολλανδέζικους κήπους Keukenhof, κοντά στην πόλη Lisse της Ολλανδίας

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο τοίχος του μπιλιάρδου σε μορφή υποκοριστικού. Προκύπτει από το «μπρικόλα» που σημαίνει το ίδιο.

Μάλλον παράγεται από το αγγλικό μπρικ (τούβλο), εξ ου και ο τοίχος. Η κατάληξη ιταλίζει όμως και ίσως να οφείλεται στο ότι το έχω ακούσει να λέγεται έτσι από επτανήσιους.

Χρησιμοποιείται μεταφορικά στη φράση «μου 'φυγε το μπρικολέτο» και έχει την έννοια ξαφνιάστηκα, εξεπλάγην, μου 'φυγε το τσερβέλο, το καφάσι, κλπ.

Η λέξη και η έκφραση κυκλοφόρησε για λίγο στα τέλη του '80 και μετά εξαφανίστηκε, τουλάχιστον εγώ δεν την ξανάκουσα. Όποιος γνωρίζει κάτι παραπάνω, ελεύθερα να συμπληρώσει και να τροποποιήσει τον ορισμό.

  1. Έλα, δεν είναι δύσκολη στεκιά, παίξε την πράσινη με μπρικόλα στη μέση και θα μπει.

  2. Τι λε ρε φίλε, δεν το πιστεύω, μού 'φυγε το μπρικολέτο!

Βλέπε και γαλλικό.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είναι κάτι που προκαλεί τρελή πώρωση, μας στέλνει κανονικά, ενίοτε δε μας κάνει να αισθανόμαστε λες και έχουμε καπνίσει πέντε λιβάδια μαύρο εισάγοντάς μας σε μια εναλλακτική πραγματικότητα από την οποία δεν μπορούμε να ξεκολλήσουμε.

Για να δούμε όμως τι προκαλεί χάσιμο.

• Καταρχήν, η μουσική (εξ ου και το Lost In Music των Sister Sledge). Χαρακτηριστικές κατηγορίες μουσικής που προκαλούν χάσιμο είναι η ψυχεδέλεια και τα πριόνια.

• Η πολύ προχώ τέχνη γενικά, που αν καταφέρεις να την πιάσεις, μένεις μαλάκας. Χαρακτηριστικά εδώ είναι το θέατρο του παραλόγου και το σουρεαλιστικό σινεμά.

• Έπειτα, τα διάφορα παιχνίδια σε PC ή παιχνιδομηχανές (βλέπε λάινεϊτζ). Στην περίπτωση αυτή το χάσιμο οδηγεί αναπόφευκτα στο κάψιμο.*****

• Τα ναρκωτικά, ειδικά τα παραισθησιογόνα, που είναι χάσιμο στην κυριολεξία. Ρωτήστε τους επιζήσαντες της ηρωικής rock σκηνής των 60s να σας διαφωτίσουν επί του θέματος.

• Διάφορα άλλα πράγματα που προκαλούν παρόμοιες αντιδράσεις (ναι, και το slang.gr)!

Πολύ συχνά το χάσιμο είναι τρελό, απίστευτο ή απόλυτο.

***** Και όμως, χάσιμο στον χώρο του παιχνιδιού υπήρχε και πριν από τα PC games! Ένα ενδεικτικό παράδειγμα είναι το παιχνίδι των 60s τάκα-τάκα, το οποίο ήταν τόσο πορωτικό που οδήγησε στο απόφθεγμα πως «το πολύ το τάκα-τάκα κάνει το παιδί μαλάκα»!

  1. (σχόλια για το κομμάτι «Καινούρια Ζάλη», από Τρύπες)
    «με πορωνει..... ( ιλια )
    Να χάνεσαι... ( Κάποια )
    τρελα, ψυχεδελεια, χασιμο...»

(Από εδώ)
«Ειδικά το «A Man Called Shit» είναι απίστευτο χάσιμο καθώς στο κομμάτι αυτό συμμετέχουν όλοι οι κιθαρίστες του συγκροτήματος, υλοποιώντας τα υγρά όνειρα όλων των οπαδών του ηλεκτρικού ήχου.»

  1. (Από το GameOver.gr, για ένα PC game)
    aragorn, προχειρο δεν θα το ελεγα με την καμια! Ειναι ΤΡΕΛΟ χασιμο, εχω τρελαθει εδω και πολυ ωρα!!! Αλλα ειναι οντως πανακριβο...

  2. (Από εδώ)
    «Δανάη αν σου αρέσουν οι γελοιογραφίες είναι το ιδανικό δώρο. Δες στο λινκ που έχω στον Παπασωτηρίου περισσότερα.
    Τρελλό χάσιμο!»

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μορφή κατάθλιψης των ναυτικών, κατά την οποία ο πάσχων αρνείται να βγει στο λιμάνι, παρόλο που έρχεται από μεγάλο ταξίδι, μακροχρόνια ράδα κλπ., αλλά προτιμά να παραμείνει μέσα στο βαπόρι. Ελαφρότερη μορφή ήταν να βγαίνεις μόνο για τηλέφωνο (τότε που δεν είχαν δορυφορικά στα βαπόρια) και μετά πάλι μέσα σαν κυνηγημένος.

Εμφανίζεται μετα από παραμονή στο πλοίο πάνω από 6μηνο, μετά από μεγάλα ταξίδια (30-40 μέρες) και δεν έχει να κάνει με οικονομικούς λόγους γιατί οι μη πάσχοντες μπορούν απλώς να βγουν και να περιφέρονται χωρίς να ξοδεύουν, έτσι για να «ξεσκάσουν», ενώ οι πάχοντες δεν κατεβαίνουν τη σκάλα αλλά κοιτούν τη στεριά από τα ρέλια.

Αυτοδιάγνωση: Το πρώτο σύμπτωμα είναι αίσθηση έστω και ελαφρού άγχους, στην προοπτική της εξόδου (κάτι σαν να κάνεις κοπάνα, σαν πρώτο ραντεβού).
Πρακτική θεραπεία: Έξοδος έστω και με το ζόρι και με κέρασμα, για βόλτα, για βοήθεια στα ψώνια, για ψώνια, για οτιδήποτε. Αν ο πάσχων πεισθεί να ψωνίσει (shopping therapy), να πάει για ποτό (drinking-boozing therapy) ακόμα καλύτερα άμα γαμήσει κιόλας (fucking therapy) έγινε καλά και το διαπιστώνει κι ο ίδιος στην επιστροφή στο βαπόρι.

Παρόμοιο φαινόμενο συντάται στην αποφυλάκιση.

Οι γνωρίζοντες ψυχολογία ας συμπληρώσουν επί το ορθότερον.

  1. - Καπτα-Γιώργη, ο Μήτσος ο λαδάς έχει τρία λιμάνια τώρα να βγει. Τελειώνει, κάνει μπάνιο, αλλάζει και κάθεται στο καπνιστήριο και βλέπει τηλεόραση. - Λαμαρινίαση έπαθε. Θα πω του πρώτου αύριο που θα βγει να ψάξει για κάτι σπέαρ* με τον ατζέντη** να τον πάρει μαζί του για να τα κουβαλήσει, γιατί στο τέλος θα τονε ξεμπαρκάρομε από το πέλαγος***.

  2. «Θα βγω άλλη μέρα» Ν. Καββαδίας


  • σπέαρ (spare parts) = αμοιβά, ανταλλακτικά εν γένει

** ατζέντης= ναυτιλιακός πράκτορας που αναλαμβάνει τις συναλλαγές, προμήθειες, επαφές κλπ του πλοίου στο κάθε λιμάνι, συμβεβλημένος με τη ναυτιλιακή εταιρεία.

*** Σε κατεπείγοντα περιστατικά (πχ σοβαρός τραυματισμός, κρίση σκωληκοειδίτιδας) όπου η προσέγγιση σε λιμάνι έστω και εκτός πορείας είναι χρονικά ανέφικτη, καλείται ελικόπτερο και παίρνει τον ασθενή από τη θάλασσα (άμα είναι το πλοίο σε απόσταση από την ξηρά που να είναι κι αυτό εφικτό γιατί στη μέση του ωκεανού, ό,τι προλάβει ο Αη-Νικόλας).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τι είναι η ανεμόκαυλα;

- Αρχιδομαλακοκεφαλοι βλακαμαδες κουραδογεννοι γουρουνομουροχαβλοι ελληνες οδηγοι, γαμω τη μαμη που σας ξεγεναγε και γαμω τα τριχωτα ποδια του Σπαιντερμαν, που να τρακαρετε και να διαμελιστειτε και να μην ψοφησετε κιολα, Η ΚΟΡΝΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΑΙΧΝΙΔΙ την ανεμοκαυλα σας μεσα!
(εδώ)

Οταν ο γκαυλωμένος άνεμος ξεσπά την ερωτική λύσσα του στις πεοκορφές. Αεροπεομαχία το δίχως άλλο! (από GATZMAN, 01/02/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ολοκληρωμένη η έκφραση έχει ως εξής: με άφησε νταντέλα ή είμαι νταντέλα, σε έκανα νταντέλα. Συνώνυμο του τους πήρα και τα σώβρακα, μας άφησαν άφραγκους, τίναξα την μπάγκα στην Καζαμπλάνκα, δεν έχω ούτε για ταξί, με ξεζούμισαν κ.λπ. Η λέξη προέρχεται από την δαντέλα, λόγω της περίτεχνης μπορντούρας και λόγω του ότι τα καλά εσώρουχα είναι δαντελένια.

Η έκφραση αναφέρεται συνήθως σε τρεις μεγάλους τομείς της ζωής. Τον τζόγο, τον έρωτα και το σεξ. Στους δύο πρώτους αφορά το οικονομικό, στον τρίτο την κατάσταση της κωλοτρυπίδας.

-Μεγάλη εμφάνιση ο δικός σου χθες.
-Τι έγινε, τους τάραξες;
-Πήρα όλο το τραπέζι. Μόνο ο Σάκης έμεινε στα λεφτά του. Οι άλλοι έφυγαν νταντέλα... Είχα πολύ ρέντα.

-Εκείνος ο ξάδελφος σου, τι απέγινε; Τι μούτρο κι αυτός! Αποφυλακίστηκε;
-Ναι, αφού του έκαναν τη σούφρα νταντέλα κάτι παλουκάρια...

-Κοίτα ρε που έμπλεξε πάλι ο Μπάμπης.
-Γάμησε τα. Και να πεις ότι δεν ήξερε, αλλά το το μουνί σέρνει καράβι.
-Θα πάθει και θα μάθει κι αυτός.
-Έτσι θα γίνει. Θα του φάει το Μαριζάκι ό,τι ακίνητο και κινητό διαθέτει και θα τον αφήσει νταντέλα, όπως τον πρώην της...

(από electron, 30/12/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Από το «βάλτος» και την «Μονή Βατοπαιδίου». Με αφορμή το γνωστό σκάνδαλο. Χρησιμοποιείται και ευρύτερα για όλες τις δυνάμεις αδρανείας που βαλτώνουν την Ελλάδα και δεν την αφήνουν ν' αγιάσει, ή έστω να προοδεύσει.
Λέγεται και «βαλτοπαίδιο» ή και «βαλτοπέδιο» κατά το «ναρκοπέδιο».

Και νά 'τανε μόνο ένα το βαλτοπαίδι, στο οποίο έχουμε βαλτώσει!

Τι έπαθε ο Hitler απ\' τη Μονή Βατοπαιδίου (από Hank, 01/01/09)Μον-αχ-όπολη (από poniroskylo, 05/01/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία