Λέγεται για όποιον πάει φιρί φιρί γυρεύοντας, συμπεριφέρεται παράτολμα και / ή απερίσκεπτα, με αποτέλεσμα να την πατήσει τελικά. Το πάθημά του είναι δικαιολογημένο γιατί δεν πρόσεχε, και προκάλεσε μόνος την κακοτυχία του.

Η έκφραση απηχεί επίσης την κρατούσα στην ουαχαβιτική εκδοχή του δικαίου της σαρία και υποφώσκουσα στο δυτικό ποινικό δίκαιο άποψη, κατά την οποία η υπαιτιότητα στο έγκλημα του βιασμού επιρρίπτεται πρωτίστως στο θύμα, με την αιτιολογία ότι αυτό προκάλεσε το δράστη.

Πιο εμφατική σύνταξη: τα θέλει και σένα ο κώλος σου.

  1. - Όχι ρε πούστη μου! Μου πήρανε τις πινακίδες τα μουνιά! - Ε, τα’θελε κι εσένα ο κώλος σου. Πάνω στη ράμπα βρήκες να παρκάρεις και φωνάζεις κι από πάνω;

  2. - Κατηγορείσαι ότι βίασες τη θεία σου. Τι έχεις να απολογηθείς; - Τα’θελε κι αυτηνής ο κώλος της κύριε Πρόεδρε, είναι μεγάλη ανάφτρα!
    - Ε, τότε να σε παντρέψουμε να της ρίχνεις και κανα χεράκι ξύλο, μήπως και συμμορφωθεί!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κοίτα το πουλάκι: τα βγάζω όλα έξω, εμφανίζομαι τσιτσίδι! Κλασικός μπαμπαδισμός.

Βλ. και βυζανάδειξη.

- Μολονότι η ηθοποιός Jessica Biel ομολογεί στην Daily Mail ότι φρίκαρε από το γεγονός ότι είδε τις γυμνές σκηνές με την ίδια να κατακλύζουν το internet, υποστηρίζει ότι δεν θα είχε πρόβλημα να τα «ξαναπετάξει» για κάποια άλλη ταινία στο μέλλον.
(εδώ)

- India Reynolds... για άλλη μια φορά τα πετάει έξω και μας αναστατώνει...! (εκεί)

- Η Holly Peers τα πετάει όλα έξω… μην την χάσεις με τίποτα!
(παραπέρα)

H Αγγέλα τα πετάει. (από Vrastaman, 15/11/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

(με κάποιον) Τα τσουγκρίζω, τσακώνομαι, χωρίζω τα τσανάκια μου. Χαλάω, διαλύω τη σχέση, τη συνεργασία.

Τα σπάσανε Λάτσης και Κωστόπουλος. Χαλάει το ντιλ (λέμε τώρα…)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επιβάλλω βαρύτατη ποινή, πρόστιμο, τιμωρία κλπ. Ως επί το πλείστον εκφέρεται στο τρίτο πρόσωπο, «μου τη ρίξανε στ’ αυτιά» ή «μου την έριξε στ’ αυτιά», όπου ο ρίψας είναι συνηθέστατα η Εφορία, αλλά και το όργανο (τροχόμπατσος, δημομπάτσος κλπ.) που κόβει κλήση, το δικαστήριο, ο δίκας, και γενικώς οποιοσδήποτε έχει εξουσία να επιβάλλει ποινές.

Συνώνυμο: κόβω τον κώλο τινός.

- Γάμησέ τα μαλάκα, μου τη ρίξανε στ’ αυτιά, μια κατοστάρα θα μου φύγει. - Ε δεν ήθελες περαίωση, γυρεύοντας πήγαινες.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τα πληρώνω, τα δίνω, τ' ακουμπάω. Επομένως και δωροδοκώ.

Δυσκολεύτηκα να το ταξινομήσω. Θα έλεγα «χαρακτηρισμοί πράξεων». Γιατί δεν είναι ούτε επαγγελματική αργκό.

- Καλά ρε και δεν είπε τίποτε για όλ' αυτά; Κάτω από τα μάτια του και δεν έβλεπε τίποτε; - Αφού σου λέω του τα χώσανε χοντρά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τα καταφέρνω, συνήθως μετά κόπου και βασάνων.

— Πωωω... Τι ζέστη είναι αυτή φέτος ρε;
— Εμένα μου λες; Τη βγάζω δεν τη βγάζω στο σπίτι. Βρήκε μέρες να χαλάσει και το κλιματιστικό!

Μάλλον από το τη βγάζω καθαρή.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παθαίνω διάρροια βαρέας μορφής.

Μεταφορικά σημαίνει ότι έπαθα κάτι άσχημο ή αντιμετώπισα μια πολύ δύσκολη κατάσταση. Προέρχεται πιθανότατα από το άνοιγμα των φύλλων του μαρουλιού που προσομοιάζει το άνοιγμα του ανθρώπινου σφιγκτήρα.

- Σ' άρεσαν τα πιτόγυρα που φάγαμε χτες;
- Ουουου! Όλο το βράδυ με πήγε μαρούλι!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δηλώνει την αιφνίδια κατάληψη από ακατάσχετη διάρροια.

Παρά το φαινομενικά οξύμωρο του ορισμού (μιας και το τσιμέντο είναι από τα πιο σκληρά υλικά), είναι προφανής η ομοιότητα της υφής του τσιμέντου που πέφτει από την μπετονιέρα με την υφή των ασχημάτιστων κενώσεων που πέφτουν στη λεκάνη.

Συνώνυμα: με πήγε σερπαντίνα, με πήγε μίλκο, τσιρλιπιπί, κόψιμο

- Φίλε, μπόμπα το hotdog που χτυπήσαμε χτες βράδυ! Κρίμα που δεν πήραμε και δεύτερο...
- Καλά ρε, είσαι σοβαρός; Εδώ ένα έφαγα και ξύπνησα μες στον ύπνο μου...
- Γιατί ρε; Σε πόνεσε το στομάχι σου;
- Ποιο στομάχι ρε συ; Με πήγε τσιμέντο...!!! Όλο το βράδυ στην τουαλέτα την έβγαλα...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση που φανερώνει ικανότητα, επιδεξιότητα και γνώση του εκφέροντα για ένα θέμα η μία πράξη.

Η κτητικότητα που αποπνέει η έκφραση δημιουργεί μια αίσθηση βεβαιότητας και σιγουριάς να πλανάται στην ατμόσφαιρα, ειδικά αν εκφέρεται σε δύσκολες καταστάσεις, χωρίς το αποτέλεσμα να επιβεβαιώνει πάντα την αίσθηση αυτή.

Εκφέρεται σε στιγμές ξερολιάς / μπορολιάς, επιδειξιομανίας ή απλής επιθυμίας για αληθινή προσφορά στο σύνολο και στο γενικότερο καλό.

1.-Εδώ! Πάσα!
-Τόχω!
-Πάσα ρε!
-Τόχω τόχω!
-ΠΑΣΑ ΡΕΕΕΕ!
-ΤΟΧΩ ΤΟΧΩ ΤΟΧΩΩΟΟοοόχι ρε πούστη μου (άουτ)...

2.[ψιθυριστά]
-(ποιο απ' τα δύο καλωδιάκια να κόψω τελικά; το κόκκινο ή το μπλε;)
-(με το κόκκινο θα γίνει έκρηξη!)
-(όχι, με το μπλε θα γίνει!)
-(φιλαράκι, το έχω! δώσε το πενσάκι εδώ)
[κλακ]
[μπαμ!]

(από Khan, 28/01/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το δυσάρεστο συναίσθημα που ένιωσε κάποιος, όταν, ναυαγός, κατέληξε στο νησί των Σειρήνων που αυτές είχαν την μορφή της Γ. Βασιλειάδου.

Κοινώς όταν βρεθείς σε κοινωνική εκδήλωση και τα χάψαλα είναι συντριπτικά περισσότερα από τις αιθέριες υπάρξεις, υφίστασαι το αλγεινό αυτό σύμπτωμα που επίσης παρατηρείται σε συνθήκες υπερβολικού ψύχους. Το αντρικό μόριο, ως φιλόκαλλον νοήμον ον, συρρικνώνεται τόσο πολύ που νομίζεις πως έπαθε αναρρόφηση. Είναι σαν... να πρόκειται για ένα ντροπαλό σαλιγκάρι που κλείνεται στο καβούκι του...

— Πολύ μάπα τελικά χτες το πάρτυ στη δουλειά. Ήταν όλες οι πατσόλες εκεί που έψαχναν για γαμπρό. Άσε, τί να λέμε τώρα, τον έψαχνα μετά.
— Το ξέρω, σε καταλαβαίνω. Κι εγώ έπαθα το ίδιο, μέχρι να 'ρθω ξύλιασα στο μηχανάκι πάνω χειμωνιάτικα. Κι εγώ τον έψαχνα.

(από Khan, 04/03/11)

Σύγκρινε με: τον δαγκώνω.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία