Ουρώ, κατουράω.
Πάω να αρμέξω τη σαύρα μου γιατί με τόσες μπύρες θα σκάσω σε λίγο.
Ευφημισμοί της τουαλέτας: Άη Γιώργης, ακράτητος, αποχωρητίζομαι, αρμέγω τη μονορώγα, αρμέγω τη σαύρα, βγάζω το φίδι από την τρύπα, βγαίνω, γεννητούρια, γραμμάτιο, είμαι ευάλωτος, θηρίο, θρόνος, καθαρίζω, κάθομαι, καλλιόπη, κάλπη, κουβέντα με το δήμαρχο, μέρος, μετράω χάντρες, μου χτύπησε βαλβίδα, μπαταριά, νούμερο δύο, πάω να αδειάσω τη βάρκα, πίπιρουμ, ρίχνω μια ψήφο, ρίχνω τον οβολό μου, σκοράρω, στέλνω φαξ / φαξάκι, συνάντηση με τον πρόεδρο, σύσκεψη, χαιρετάω τον ξάδερφο, χοντρό / κάνω το χοντρό μου, ψιλό / κάνω το ψιλό μου.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Οτιδήποτε είναι χάλια ποιοτικώς.
- Ωραία η ταινία που είδατε χτες;
- Μπααα... τρελή πίπα!! Μην κάνεις τον κόπο να τη δεις.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Παραμυθιάζω, πουλάω φύκια για μεταξωτές κορδέλες.
- Και τι λέγατε με τον λεγάμενο τόσες ώρες;
- Μου πουλούσε μπαλαμούτι μπας και του κάτσω...
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Κουλάρω, χαλαρώνω, ηρεμώ. Όσο πιο cool τύπος, τόσο περισσότερο δικαίωμα να το λες...
-Τσιλ φιλαράκο. Δεν τρέχει μία σου λέω....
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Μπαμ-μπαμ, αμέσως, πολύ γρήγορα.
- Πάμε που σου λέω. Θα είμαστε εκεί τσακ-μπαμ!
Βλ. και σχετικά λήμματα καρφί, dt, πατ-κιουτ, στο καπάκι, σούμπιτος, σφαιράδην
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Η λέρα.
Να με δεις μετά το χωράφι μιλάμε, να δεις τι θα πει μπίχλα...
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Με νευριάζεις. Ο όρος είναι των μέσων '80 και ακούγεται σε πολλές ελεεινές βιντεοταινίες της εποχής - ενδεχομένως (και με βάση την τότε κουλτούρα), να είναι αποκύημα μοτοσυκλετιστικής ορολογίας («λαμπάκια» = λαμπάκια λαδιού, θερμοκρασίας κτλ., οπότε ανάβω τα λαμπάκια = χτυπάω κόκκινο, έχω πρόβλημα με κάτι).
- Πάνε παιδί μου στην εκκλησία μέρα που είναι...
- Μη μ'ανάβεις ρε μάνα τα λαμπάκια πρωί-πρωί!...
Δες και ανάβουν τα λαμπούθκια μου στο cySlang.com.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Εκνευρίζομαι, βγαίνω εκτός εαυτού. Παραλλαγές: τα παίρνω στο κράνος, ή απλά και μόνο... κρανίο!
- Και σηκώθηκες και έφυγες επιτόπου ρε;
- Τα πήρα στο κράνος σου λέω ρε!
Βλ. και ταπηροκρανίαση, ταπηροκρανιάζομαι, κράνα.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Γαμιέμαι, έχω σεξουαλικές σχέσεις με κάποιο άτομο.
- Δε με λες κοπελιά, το πας το γράμμα;
- Α' να χαθείς ηλίθιε!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!