Ο καφές.

Προφανώς το λήμμα έγινε ευρέως γνωστό από τον 2ο δίσκο των ΗΜΙΖ (Ημισκούμπρια), με τα θρυλικά άσματα «Πώς γινόταν ένας γκαϊφές» και «Πώς γίνεται ένας γκαϊφές».

Ωραία μέρα έχει σήμερα ρε παιδιά, μετά τη δουλειά πάμε για κανα γκαϊφέ;

Να πιω τον γκαϊφέ και μετά να μου πεις την μοίρα μου. Λεφτά βλέπεις; (από Galadriel, 25/02/09)(από Khan, 11/03/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λατέρνατιβ. Ο σύγχρονος νέος που υποτίθεται ότι πάει κόντρα στο μουσικό, ενδυματολογικό και κοινωνικό κατεστημένο. Στην ουσία ένας επαναστάτης του κώλου, ένας μαλάκας του γλυκού νερού.

Ένας λατέρνατιβ τύπος:

  • Ακούει μουσικές που δεν του αρέσουν, απλά για να δείξει διαφορετικός και «ψαγμένος».
  • Θεωρεί τους Kaiser Chiefs ψαγμένη μουσική.
  • Θεωρεί τον Χατζηγιάννη ροκ.
  • Συχνάζει στο Γκάζι, επειδή είναι το πιο hot spot της πόλης, ακόμα και αν δεν του αρέσει.
  • Καπνίζει στριφτό, αλλά τα τσιγάρα του μοιάζουν σαν κακοτυλιγμένα πιτόγυρα.
  • Στο super market, στα ποτά, ακόμα ψάχνει να βρει το μπουκάλι του mojito.
  • Βλέπει μόνο ψαγμένες ταινίες που αυταπατάται ότι τις κατανοεί, αλλά στις 9 βλέπει τον «Λάκη τον Γλυκούλη».
  • Θεωρεί μια κουράδα σε αλουμινόχαρτο τέχνη και πληρώνει 500 ευρώ για να την βάλει στο σαλόνι του.
  • Με τους φίλους του συζητάνε για την δυσπρόσιτη γοητεία του τσαλακωμένου εγώ και για τον αβάσταχτα κατακερματισμένο πλούτο της εσωτερικότητας του κοινωνικού γίγνεσθαι. Κάνουν μια παύση και κοιτάζονται στα μάτια, προσποιούμενοι ότι συλλογίζονται, ενώ στην ουσία λένε από μέσα τους: «Τι μαλακίες είναι αυτές; Θέλω να δω ειδήσεις του Star ΤΩΡΑ!»
  • Φοράει και την παλαιστινιακή μαντίλα, επειδή είναι και επαναστάτης.
  • Προσπαθεί να εντάξει ξένες λέξεις στο λεξιλόγιο του, χωρίς καν να ξέρει τι σημαίνουν. Λέξεις τύπου «cult», «extravagant» κ.λπ.
  • Του «αρέσουν» τα ρακόμελα, είναι in. Άσχετα αν του προξενούν τάση προς εμετό.
  • Ένας φίλος του του λέει ότι, χθες το βράδυ έκανε one night stand 5 φορές (και του δείχνει την παλάμη του). Ο λατέρνατιβ νομίζει ότι αυτό είναι ένας cool όρος για τη μαλακία και από κει και έπειτα το χρησιμοποιεί και αυτός.

Στην ουσία ο λατέρνατιβ είναι ένας πολύ δυστυχισμένος άνθρωπος. Από μέσα του νιώθει ότι θέλει να σκίσει τα επιμελώς ατημέλητα trendy ρούχα του, να φορέσει το ριγέ σακάκι του το διπλοσταυροκουμπωτό, το καναρινί πουκάμισο, το άσπρο παντελόνι και το φούξια καστόρινο μοκασίνι του και να τα σπάσει στα μπουζούκια, ολοκληρώνοντας με έναν απίστευτο οργασμό χυδαίου τσιφτετελιού πάνω σε έναν δίμετρο λόφο από γαρίφαλα, στην πίστα της Στέλλας Μπεζαντάκου.
Κάθε φορά που βλέπει διαφήμιση του derti fm, μπορεί να δείχνει ότι το σιχαίνεται, μέσα του όμως ένας μικρός μπουζουκόβιος κλαίει, με τα δάκρυα να κυλάνε και να χάνονται στο δασύτριχο στήθος του. Το όνειρο ζωής του είναι να τον δείξουν οι ειδήσεις του Star και να δει live την Έφη Θώδη.

Αυτά όμως πρέπει να τα ξεχάσει, γιατί τώρα η Ελλάδα είναι Ευρώπη, πρέπει να εκσυγχρονιστούμε, να γίνουμε ξεχωριστοί και μοντέρνοι. Είναι χειρότερος από έναν απλό μπουζουκόβιο, γιατί δεν έχει τα αρχίδια να παραδεχτεί αυτό που του αρέσει και να είναι αυτός που πραγματικά θέλει.

...

Βλ. και εντεχνindie

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η διάσημη μάρκα τσιγάρων Malboro για τους μη αγγλομαθείς.

Ρε Βασίλη, πετάξου ένα λεπτό στο περίπτερο και τσάκω ένα Μάλμπουρο μαλακό.

βλ. και καύλορο

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το καλαμάκι, π(ου) ρουφάν(ε) την πορτοκαλάδα ή τον φραπέ.

- Πιάσε ρε ένα άλλο προυφάν, γιατί τσάκισε αυτούνο και δεν τραβάει!

Βλέπε και πουρουφάν.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το κοινό γάλα εβαπορέ.

Από το εβαπορέ (evaporated, αφυγραμένο, εξατμισμένο) και το βαπόρι (πλοίο, καράβι).

- Θέλεις φρέσκο γάλα στο καφέ.
- Όχι φρέσκο. Βαπορίσιο, ρε μάνα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το γνωστό σέ όλους "κατά Τσοβόλαν" καλαμάκι. Ετυμολογία (για τυχόν αγνοούντες): "Αυτό που ρ'φαν", ήτοι "αυτό με το οποίο ρουφάν". Προτείνεται η καθιέρωση του όρου πανελλαδικώς, διότι ούτω πέως θα επιλυθεί η μεγίστη διχογνωμία Βορρά-Νότου, σχετικώς με το "καλαμάκι" και επί πλέον θα αποφευχθούν παρεξηγήσεις βήτα ή γάμα τύπου.

Έτσι αν τυχόν βρεθείτε σ' εκείνα τα μέρη και ακούσετε:

"Πιάσ'ένα Γιάννη που ροβουλάει μ' εφτά σκουμάρες και πουρφάν!"

θα ξέρετε ότι πρόκειται για "ένα Johnnie Walker με seven up και καλαμάκι".

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λάθος προφορά της λέξης τηλεόραση από μαγκίτες ή απλώς βαριεστημένους, που δεν βρίσκουν τον λόγο γιατί να προφέρουν δύο φωνήεντα στην σειρά, η οποία έχει διαδοθεί αρκετά και έχει περάσει και στον γραπτό λόγο. Τύπου κοακόλα ένα πράμα.

  1. Η ΤΗΛΌΡΑΣΗ ΜΟΙΆΖΕΙ ΜΕ ΑΥΤΟΚΊΝΗΤΟ ΧΩΡΊΣ ΦΡΈΝΑ!! (Εδώ).

  2. Ενώ κάποτε ένας ελληνοτουρκικός γάμος προκαλούσε ποικίλες αντιδράσεις εντός των οικογενειών και όχι μόνο, σήμερα με τόσα τούρκικα κάθε μέρα στην τηλόραση, το κλίμα έχει αντιστραφεί και θεωρείται πολύ της μόδας μια τέτοια ένωση. (Εδώ).

  3. Είναι απλό, απελπιστικά απλό: Η έκφραση Το άκουσα στην τηλεόραση (η τελευταία λέξις προφέρεται 'τηλόραση') αποτελεί τη Λυδία Λίθο -αν μας επιτρέπεται η έκφρασις- για την πλήρη και ύπατη Απόδειξη κάθε απόψεώς μας. (Φρικηπαίδεια).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όλα τα κόμικς και τα κινούμενα σχέδια, γνωστά και σαν «Μίκυ Μάους», αλλά ακόμα και αν δεν είναι Μίκυ Μάους.

Άσε τα μικιμάου και πιάσε κάνα βιβλίο να ξεστραβωθείς!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Διευκρινίζεται οτι η έκφραση δεν έχει απολύτως καμία σχέση με τον ηρωικό αγωνιστή του 1821 στον οποίο ενδεχομένως παραπέμπει το άκουσμά της. Απλά αποτελεί μια άλλη εκδοχή για το τηλεκοντρόλ (telecontrol). Δηλαδή το ασύρματο (η μη) τηλεχειριστήριο ηλεκτρικών συσκευών, όπως τηλεοράσεις, δορυφορικοί δέκτες, κλιματιστικές συσκευές κλπ.

Η έκφραση αποδίδεται σε άτομο ελληνικής καταγωγής ηλικίας περίπου 3 ετών, όπου για λόγους προστασίας της ανηλικότητας δεν αναφέρονται τα στοιχεία του. Παρατηρήστε ότι η έκφραση ως ευηχεστέρα (μπαρδόν για το κακέμφατον) της αυθεντικής, δύναται να την αντικαταστήσει στη καθημερινή χρήση.

Μπαμπά, που είναι το κολοκοτόν; θέλω να δω την «Πέπα το γουρουνάκι».

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία