Επιπλέον ετικέτες

Δημοτομπατσοβανάκι είναι το όχημα της δημοτικής αστυνομίας που έχει μέσα κάτι χασομέρηδες με μπερέδες που τα ξύνουν, ενίοτε σου καρφώνουν και καμιά κλήση.

Πριν λίγη ώρα, μια ομάδα Δελτάδων μαζί με Φασίστες επιτέθηκαν στους μετανάστες έξω από την ΑΣΟΕΕ. Ένα δημοτομπατσοβανάκι σπάστηκε ελαφρώς από τους μετανάστες...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λολοπαίγνιο που προσδίδει στο κάλι μολότοφ ένα Ελληνοπρεπές ζενεσεκουά.

Χρησιμοποιείται τόσον από καθ' έξιν αστειάτορες όσο κι από καλοκάγαθες γιαγιούμπες δίκην μικυμάου.

Πάσα: Βράσταγκιρλ.

- Επιτέθηκαν με βόμβες μπουρλότοφ
(εδώ)

- Οι - ανήλικοι στην πλειοψηφία τους - αντιπραγματιστές χρησιμοποίησαν αυτοσχέδιες κροκέτες μπουρλότωφ για να διαρρήξουν τη θωρακισμένη είσοδο του τμήματος, καθώς και για να κάψουν δύο (παράνομα σταθμευμένα) αεροκίνητα. (εκεί)

- Μιά γεύση των όσων πρόκειται να συμβούν εδώ στο Ατινα πήραμε πρόσφατα στο Σύνταγμα, μετά το δήθεν “σκίσιμο” του κοπρανίου, από τους συντρόφους μουτζαχεντίν εξ’ ανατολών οι οποίοι έσπασαν τζάμια (και οχι τζαμιά) αναποδογύρισαν αυτοκίνητα για να ελέγξουν τις αναρτήσεις και τα λάστιχά τους και πέταξαν τις διάσημες (πλεον) βόμβες μπουρλότωφ ...
(παραπέρα)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στην κωδικοποίηση των στρατιωτικών γευμάτων είναι το μεγάλο και προφ αφόρητα σκληρό κομμάτι παστίτσ(ι)ο.

- Πάλι τούβλο έχει, θα σπάσω κανά δόντι και θα πάρω αναβολή...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Τα διακριτικά βαθμού όλων των υπαξιωματικών του στρατού (υποδεκανείς, δεκανείς, λοχίες κλπ.) για να υποδηλώσουν υποτιμητικά ότι κέρδισαν το βαθμό ρουφιανεύοντας και γλείφοντας ή ότι αυτό πρόκειται να κάνουν από εδώ και στο εξής.

- Εγώ είμαι υπαξιωματικός ρε! Έγινα δεκανέας στο 508.
- Σιγά το τσατσόσημο! Φαντάζομαι πώς το πήρες μπαζοδέκανο!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παλιό μονόβολο τουφέκι, Ελληνοποίηση του Γαλλικού τουφεκιού Gras (Fusil Gras Modèle 1874 M80). Σε χρήση έως και τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο από βοηθητικές μονάδες του στρατού. Σημαίνει και το άχρηστο, παλιό και μακρύ τουφέκι.

Τότε με κάτι γκράδες μονόβολες πολεμούσαμε. Κι οι Ιταλοί είχαν μανλιχέρια και αυτόματα!

Μοντελάκι του 1874 (από Vrastaman, 02/11/10)

Χρησιμοποιείται και ο (λανθασμένος) τύπος η γκράδα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στην στρατιωτική ιδιόλεκτο, είναι εξαιρετικό είδος πουλάδας και σημαίνει ότι ο αλεξιπτωτιστής που την φέρει έχει κάνει πολλές νυχτερινές πτώσεις, οπότε είναι και γαμώ τους πουλαδερούς.

- Την μαυροπουλάδα που πέρασε την είδες ρε πατόψαρο; Ψάρωσε τώρα, όπως σου αξίζει!

Μαύρη μαυρίλα πλακωσε μάυρη σαν καλιακούδα (από GATZMAN, 20/10/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γενικός όρος για τους φορητούς ασυρμάτους με μικρή ή μέση εμβέλεια, το πολύ μερικών χιλιομέτρων. Τα ρακαλάκια έχουν συνήθως τρία με πέντε κανάλια που είναι αριθμημένα με απλούς αριθμούς (1, 2, 3 κλπ) και όχι ρυθμιστικό συχνότητας.

Καλύπτουν τις ανάγκες μοτοσυκλετιστών που κάνουν ταξίδι με δύο ή παραπάνω μηχανές, ορειβατών, εργαζομένων που κινούνται συνεχώς σε μεγάλους χώρους (αποθηκάριοι, σεκιούριτι κλπ). Τώρα πια έχουν μικρό μέγεθος χωρώντας ακόμα και σε τσέπη, παλαιότερα όμως ήταν ογκώδη και με μεγάλη κεραία. Γενικό χαρακτηριστικό των ασυρμάτων είναι η μονόδρομη επικοινωνία, στην ίδια συχνότητα δηλαδή μπορεί να ακούγεται μόνο ένας πομπός. Γι’ αυτό οι ασύρματοι έχουν κουμπί push to talk ή κάτι ανάλογο που ενεργοποιεί την εκπομπή μόνο όταν το πατήσουμε.

Η λέξη είναι ελληνοποίηση της επωνυμίας Racal, μιας βρετανικής εταιρείας που προμήθευε ασυρμάτους τον ελληνικό στρατό και τα σώματα ασφαλείας.

Πρβλ. και μοτορόλα.

  1. Από εδώ:

Φυσικά είχαμε τον σπορτ-μπιλη (DJMIKE) που είχε τα πάντα (έξτρα μπαταρίες για το ρακαλάκι μου, έξτρα ρακαλάκι για όταν τελείωσαν οι μπαταρίες,και φυσικά 3-4 ζευγάρια αλυσίδες για παν ενδεχόμενο :-D )

  1. Από εδώ:

εγώ που είμαι κοντά που θα σας περιμένω;(λόγω που είμαι σχετικά κοντά και θα έρθω από Άγρα Έδεσσα) να έρθω κατευθείαν η να περιμένω κάπου ενδιάμεσα;; (έχω και ρακαλάκι)...

  1. Από εδώ:

Θυμάμαι κυκλοφορούσαν κάτι κοστουμαρισμένοι τύποι που κρατούσαν κινητό που θύμιζε ρακαλάκι –σαν αυτά του στρατού- και τους κοροϊδεύαμε. Αυτοί βέβαια είχε ένα τουπέ τέτοιο, που νόμιζες ότι ήρθαν από το διάστημα, από έναν άλλον πολιτισμό, πιο προχωρημένο από τον δικό μας.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Μοτορόλες είναι οι ασύρματοι VHF, που χρησιμοποιούνται όταν απαιτείται μεν φορητότητα αλλά και μεγάλη εμβέλεια εκπομπής και λήψης.

Οι ασύρματοι αυτοί χρησιμοποιούνται κυρίως από την αστυνομία (η οποία έχει δεσμεύσει ένα εύρος συχνοτήτων αποκλειστικά για τις ανάγκες της), αλλά και από ραδιοερασιτέχνες, διασώστες, οδηγούς οχημάτων (φορτηγά, βλ. και σιμπί - CB) το στρατό και διάφορα μικρά ή μεγαλύτερα πλοία. Στο στρατό, βέβαια, στα φορτηγά και στην θάλασσα οι ασύρματοι συνήθως είναι μεγαλύτεροι και όχι απαραίτητα φορητοί.

Η λέξη έχει συνδεθεί περισσότερο με τους ασυρμάτους της αστυνομίας και προέρχεται από την γνωστή εταιρεία ηλεκτρονικών Motorola.

Παρεμφερείς πληροφορίες εδώ. Πρβλ. και ρακαλάκι.

  1. Από εδώ:

αν έπρεπε να ανησυχώ για τα ραδιοκύματα θα έπρεπε να κρυφτώ σε σπηλιά στα βάθη της γης. (Κι εκεί έχει ηλεκτρομαγνητικά κύματα). Διότι κι εσύ που τα αποφεύγεις τρως τις ακτινοβολίες και τα κύματα: του ραδιοφώνου, της ΤιΒι, των δορυφόρων, του GPS, των κινητών, τηλεφώνων (συσκευών και κεραιών), του ασύρματου τηλέγραφου, των ραδιοερασιτεχνών, από τις μοτορόλες των μπάτσων, συν το Wi Fi και το ασύρματο τηλέφωνο του γείτονα...

[Σ.σ. Φωσφορίζουν τ’ αρχίδια του δηλαδή...]

  1. Από εδώ:

Αστυνομικοί της Διεύθυνσης Ηρακλείου είχαν πληροφορίες ότι καταστηματάρχες της περιοχής είχαν ασυρμάτους συντονισμένους στη συχνότητα της αστυνομίας και γνώριζαν ανά πάσα στιγμή πότε θα γίνει έλεγχος στα μαγαζιά τους, ενώ με μοτορόλες ενημέρωναν και τους συναδέλφους τους. «Χοντρός», «μαύρος», «παππούς» και «καμπούρης» ήταν μερικά από τα ψευδώνυμα που είχαν δώσει στους ντόπιους αστυνομικούς, [...]

  1. Από εδώ:

Το Εθελοντικό Τμήμα αυτή τη στιγμή [...] διαθέτει μοτορόλες, σχοινιά, κράνη, ειδικά φορεία, είδη καταυλισμού και ένα μικρό λεωφορείο, προσφορά του Δήμου Άργους Ορεστικού.

Στο 4:30. (από patsis, 08/04/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όπως όλα τα πράγματα στο στρατό, απο το λιγότερο σημαντικό που μπορούνε όλοι να φανταστούνε έως το περισσότερο σημαντικό, έτσι και τα φαγητά υπόκεινται σε κάποιο κωδικοποιημένο σύστημα. Τα παραδείγματα πολλά: πούστης με κινέζο, πούστης με γύφτο κτλ. Σε αυτήν την περίπτωση ο γνωστός μέχρι και στις πέτρες Σάκης, και συγκεκριμένα μέσα από το άσμα του «Έλα Μου», ονοματίζει το πλούσιο και συνήθως φρέσκο πιάτο των ζυμαρικών με κιμά.

Ο κιμάς μπορεί να έχει χρώμα μπλε, λες και έχει 4 χρόνια στο ψυγείο ενώ έχει μόνο δύο εβδομάδες, αλλά τρώγεται ευχάριστα. Τα ζυμαρικά είναι τυχαία και ίσως τύχει να πέσει ραβιόλι αλλά οι πιθανότητες συγκλίνουν προς το κοφτό. Συνήθως είναι κολλημένα μεταξύ τους, αν και ο μάγειρας δικαιολογείται λέγοντας:
- «Τα κάλυψα ρίχνοντας λάδι μέχρι πάνω!»

Κανονικά θα έπρεπε να συμπεριληφθεί και στην κατηγορία σιχαμερά αλλά κάποιος πρέπει να γευτεί την μαγειρική του μάγειρα στην μονάδα που κάποτε υπηρετούσα για να το καταλάβει.

- Τί φαΐ έχουμε σήμερα ρε μάγερας;
- Σάκη Ρουβά.
- Πάλι ρε μάγερα; Και την προηγούμενη Δευτέρα αυτό μας τάισες.
- Α, αυτό είναι το καινούριο, ντουέτο με Κοκκίνου. Σάλτσα.

Γύρνα πάλι γύρναααα πάλι γύρνααα (από Galadriel, 10/10/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στην στρατιωτική αργκό, είναι το βαρύ κράνος παλαιάς κοπής.

- Καλά, θα κάνουμε πορεία με χέβι μέταλ; - Έεεετσετσέτσι!, θα πήξει η μούνα σου!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε