Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Σύνθετη λέξη που συνδυάζει τον ωφελιμισμό ως ηθική-διανοητική-πρακτική κατάσταση και τον Ελληνισμό ως στάση ζωής.

-Αυτός ο τύπος είναι ωφελληνιστής.
-Δεν του φαίνεται...
Όντως λειτουργεί ωφελληνιστικά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σαν πούστης.

Ώσπερ = σαν.

Κύναιδως (κυν = σκύλος + αιδώς = ντροπή) = Σκυλοντροπή.

Κίναιδος = ξεκωλιάρης, πούστης. Συναντάται σε κωμωδία του Αριστοφάνη, που ως είναι γνωστό ήταν ο μεγαλυτερος βρωμόστομος συγγραφέας της αρχαιότητας.

Καπνίζω... σαν αράπης, σαν πούστης, ώσπερ κίναιδος.

(από Khan, 26/09/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επιφώνημα που εμμέσως πλην σαφώς παραπέμπει σε μαλάκα! / μαλάκω!

Το εκστομίζεις όποτε βρεθείς αντιμέτωπος με κάποιο γελοίο υποκείμενο που προβαίνει σε θρασύτατη μαλακία ή πουστιά, όπως π.χ. να σφηνωθεί πρώτος στην ουρά κάποιοας δημόσιας υπηρεσίας, να παρκάρει την Cayenne του μπροστά από ράμπα αναπήρων, κοκ. Ενός κραξίματος μύρια έπονται, αλλά το αυτί του ωραίου σπάνια ιδρώνει: άμα ο άλλος είναι μαλάκας, είναι μαλάκας...

- Λάουρα έμαθες τι έκανε ο Βαγγέλας; Πήγε και κάρφωσε το Pierre στην αστυνομία, και τον απελάσουν ήδη στην Cote d’Ivoire!
- Ωραίος ο παίκτης, Λίλιαν! Ήθελε τον Πέρι όλο για τον εαυτό του η παλιο-λινάτσα !

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο μελαγχολικός τύπος που κάθεται και σιγοπίνει το ποτό του σκεφτικός στην άκρη του μπαρ. Αποκλειστικά και μόνο άνδρας, σχετικά όμορφος ή γενικώς ενδιαφέρων τύπος, συνήθως σε ψαγμένα μπαρ με καλή μουσική (από indie μέχρι έντεχνο), σωστό κόσμο, κατάλληλο ντεκόρ και πολύ όμορφη (αντικειμενική η ομορφιά φυσικά) γκαρσόνα (συνήθως φοιτήτρια από επαρχία). Δεν είναι πλούσιος, ούτε «πληρώνει» τον έρωτα του αλλά έχει μηχανή ή αμάξι.

Τι πόνο κρύβει το παλικάρι όμως! Τόσο καιρό την έπεφτε άγρια στο γκομενάκι (την γκαρσόνα), της έλεγε ομορφιές, τον ήλιο και τ’ αστέρια και της Παναγιάς τα μάτια για να την ρίξει, μάλιστα η στρατηγική του ήταν πολύ καλή: φάνταζε ο καλύτερος γκόμενος που της είχε «συμβεί». Και μετά δώστου ΠΣΚ στις εξοχές και δώστου κλαμπάκια και συναυλίες και σχέδια για συμβίωση. Περίληψη: Τα κατάφερε! Την πήδηξε!

Και μετά τι; To μωρό (η γκαρσόνα) συνεχίζει να είναι γκαρσόνα (για τα φράγκα αλλά και για τα γούστα), αυτός πήδηξε και συνεχίζει να πηδάει και οι δυο το απολαμβάνουν αρκετά, αλλά βρε παιδί μου αμάν: κάτι λείπει, κάτι έχει αλλάξει τώρα.

Ας δούμε τι σκέφτεται: «ρε γαμώτο, πάλι εδώ θα την βγάλω, βαρέθηκα. Γαμώ την ζήλια μου, γαμώ την ζήλια της... Πού κατάντησα... Πάλι καλά που μου κερνάνε, ένα στα δύο ποτά και κάνα σφηνάκι στο πλάι... Και μετά όλο είναι κουρασμένη, και θέλει να κοιμηθεί, και σου-μου-του. Και, κοίτα πώς την κοιτάει αυτός ο πίθηκας... Και τι μουνάκι τρελό είναι η γκαρσόνα Β'! Ρε πούστη μου, ακόμα μια βδομάδα εδώ και θα γίνει ένα με τον εξοπλισμό... Λες να με λένε όλοι αυτοί οι μούργοι ο ωραίος του μαγαζιού;»

Ναι φίλε μου, αυτό σκεφτόμασταν όλοι, και ξέρουμε ότι σε λίγο, το γκομενάκι θα ’ναι λεύτερο για τα δόντια μας!

  1. — Χαχαχα! Δεν σου είπα! Πάλι ο ωραίος εδώ είναι! Καρφωμένος στο σκαμπώ!
    — Μην γελάς φίλε μου! Εκεί που είναι ήμουνα, εδώ που είμαι θάρθει.
    — Καλά πέσε ένα ποτό που κέρδισα το στοίχημα και πάνε όπου θες.

  2. — Μάτια μου, θέλεις να πάμε αύριο στο Gagarin, έρχονται οι Whatthefuck, ξέρω ότι σου αρέσουν.
    — Δεν μπορώ! Είμαι με κάποιον (δείχνοντας προς το μπαρ) και δουλεύω αύριο
    — Ωραίο παιδί ο φίλος σου (χαχαχαχα, γέλια, από μέσα του).

Δες ακόμη εντεχνindy, μελαγχολικό αγόρι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο χρήστης της συγκεκριμένης φράσης αποσκοπεί να προσγειώσει στην πραγματικότητα τους συνομιλητές του, στους οποίους και απευθύνεται στο πλαίσιο συλλογικών εγχειρημάτων, τα οποία, ναι μεν εμπνέουν ενθουσιασμό λόγω των ατόμων που τα στελεχώνουν («ωραίοι»), αλλά δεν εμπνέουν σιγουριά λόγω του ολιγάριθμού τους («πόσοι;»).

Το γοητευτικό της φράσης έγκειται στο ότι, απαντά στο γενικό, αλλά ανομολόγητο συναίσθημα αυτοϊκανοποίησης του τύπου «για δες, για δες, ωραίοι είμαστε, ένας κι ένας» κλπ) και κολλάει πολύ σε μαξιμαλιστικά πολιτικά εγχειρήματα -ταρζανιές, αλλά και σε κάθε είδους militant φάση...

Τα 3 κωλαράκια μου λένε ότι αυτή η φράση έγινε γνωστή από διαφήμιση με το Σπύρο Παπαδόπουλο τις ημέρες πριν την απογραφή του πληθυσμού το 2001. Θα ήθελα να πιστεύω ότι είναι παλαιότερη, αλλά δεν μπορώ να το επιβεβαιώσω.

- Ρε συ, συγκινούμαι όταν μας βλέπω, είμαστε αφάν γκατέ...
- μμμμ, ωραίοι είμαστε, αλλά πόσοι είμαστε...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Φόρος τιμής στον πιο πλούσιο Έλληνα που γνώρισε ποτέ η χώρα, και είναι πια συνώνυμο του υπερβολικά μεγάλου πλούτου και της χλιδής.

Ποιος νομίζει ότι είναι; Κερδισε μερικά λεφτά στο καζίνο και το παίζει Ωνάσης! Αγόρασε ενα πανάκριβο αμάξι και καπνίζει πούρο, αλλα πάλι με ενοίκιο μένει...

(από GATZMAN, 08/03/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λογοπαίγνιο/λεξιπλασία με τον αγγλικό όρο homosexual και το «ωμός». Αναφέρεται σε άτομο μπρουτάλ, χωρίς συναίσθημα, παραδομένο στην ικανοποίηση των ορμών του. Η φιλοσοφία του είναι «κρέας θα μπει, κρέας θα βγει και το βούτυρο δικό σου».

Σούλα: Αχ για πες καλέ Μπία, τί έγινε με τον Νώντα τελικά;
Μπία: Καλός είναι μωρέ αλλά πολύ ωμοσέξουαλ το παλικάρι: βγάζει τόσο συναίσθημα όσο περίπου ένας νεροβούβαλος...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

ΩΚΥΣ (προφέρεται «ωκύς»): αρχικά των λέξεων «Ωραίοι Και Υπέροχοι Σαλαμίνιοι».

Αναφέρεται στους νέους-μέλη της Πρωτοβουλίας Σαλαμινίων για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην κοιτίδα τους «Η έκκληση των Σαλαμινομάχων» (n.ekklisi.ton.salaminomaxon@gmail.com).

Γενικότερα η λέξη χαρακτηρίζει την νεολαία της Σαλαμίνας και κατ' επέκταση τη νεολαία συνολικά και μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την δημιουργία σύνθετών λέξεων ή εκφράσεων, όπως ωκυσάκης (ωκύς και Σάκης ή Άκης), ωκύκουπας (ωκύς και κουπί) κ.λπ.

Η λέξη είναι συνώνυμη της αρχαίας Ελληνικής «ωκύς» που σημαίνει τον ταχύ, τον γρήγορο.

«Ο Αποστόλης, ο ωκύκουπας»:
Έκφραση για τον Αποστόλη Παπανδρέου, Σαλαμίνιο αθλητή της κωπηλασίας, πρωταθλητή Ελλάδας και Βαλκανιονίκη, ένα από τα πρώτα κουπιά της Ελλάδας.

Ωκυσάκης, ο ωραίος και υπέροχος Σάκης.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επιθετικός προσδιορισμός που προκύπτει από το ουσιαστικό ωδείο με την κατάληξη -ουχος (στην θηλυκή βερσιόν -ούχα π.χ. αδειούχα, στο ουδέτερο -ούχο, ή και -ουχάκι -Βλ. Παράδειγμα). Δηλώνει, είτε τον κάτοχο μουσικού πτυχίου από αναγνωρισμένο -ή μη- ωδείο, ή απλά κάποιον που έχει στο βιογραφικό του μουσικές σπουδές, ασχέτως με το αν δεν κατάφερε, όχι μόνο να τις ολοκληρώσει, αλλά ούτε καν να ξεπεράσει τα βασικά επίπεδα - χωρίς βέβαια αυτό να τον εμποδίζει από το να πουλάει μούρη λες και είναι η μετενσάρκωση του Παγκανίνι.

Χρησιμοποιείται ενίοτε ειρωνικά ή κοροϊδευτικά από μουσικούς που, ενώ κατέχουν τα τεχνικά κάποιου οργάνου, δεν διαθέτουν θεωρητικό υπόβαθρο των γνώσεων τους, δηλαδή από μουσικούς μη ωδειούχους (Παρένθεση: Σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει αυτοί οι μουσικοί, είτε είναι καριερίστες είτε όχι, να αντιμετωπίζονται εξαρχής μειωτικά ως ερασιτέχνες, καθώς η ικανότητα τους και η μουσική ευαισθησία τους μπορούν να είναι πραγματικά πολύ υψηλού επιπέδου).

Εν τέλει, η αξία ή μη του να είσαι ωδειούχος τελεί υπό καθεστώς αμφισβήτησης στους κύκλους των μουσικών, ανάλογα βέβαια από το ποια σκοπιά το βλέπει ο καθένας -και όπως πάντα, ανάλογα με το μουσικό στρατόπεδο του καθενός.

  1. - Τι έγινε με μπασίστα, έσκασε μύτη κανένας;
    - Αμέ, μας ήρθε ένα ωδειουχάκι αλλά λάκισε μετά την πρόβα. Δεν πολυγούσταρε...

  2. Να τους χέσω όλους τους κωλοωδειούχους! Ένα σόλο της προκοπής τους ζητάς να παίξουν και σε κοιτάνε λες και είσαι από άλλο πλανήτη...

  3. - Αδερφέ έχεις ξαναπαίξει ποτέ;
    - Αμέ. Τόσα χρόνια ωδειούχος τι διάολο, άλλη δουλειά δεν κάνω.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εγωίστρια.

Είναι μεγάλη ψωρομύτα, γι' αυτήν οι άλλοι δεν αξίζουν τίποτα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία