Ο μαλάκας - πατρινή διάλεκτος.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ο μαλάκας, στα κρητικά. Χρησιμοποιείται με την αρνητική έννοια του μαλάκα.
- Κοίτα με έναν γρόθο που έχουμε μπλέξει επαέ πέρα. ©2006(Φυλάκιο Δ.Β. Αστυπάλαιας)
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Το παιδί στα κρητικά. Κυρίως αναφέρεται για τα αγόρια. Το θηλυκό είναι η κοπελιά.
Έχω δύο κοπέλια και μια κόρη.
To θηλυκό στην Κρήτη απαντάται και κοράσι κυρίως για μικρές ηλικίες
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ο τρελός, ανόητος, επιπόλαιος.
- Βρε κουζουλέ, πού πας ξεβράκωτος στα αγγούρια!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ο κοντός, μικροκαμωμενος άνθρωπος.
Κοίτα ρε τον κομίνη, μωρό που κυκλοφορεί...
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
...Εκ του «μανάρω» (=αυνανίζομαι), ο Μαλάκας!!! ...Χρήζει επεξήγησης;;
- Πάψε, ρε μαναριτά!!
- Και ακούς αυτόν τον μαναριτά;
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία
Ο αρχηγός στο μινάρισμα (= στη μαλακία). Έχει και αρχοντικό ύφος (ως μπέης)...
- Ποιος ρε μινάρα; Ο Ντούλης; Τι να μας πει κι αυτός;... Έχει κάνει το μινάρισμα επάγγελμα ο μιναρόμπεης...
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Κοπέλα με άσχημο παρουσιαστικό. Ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως σε περιοχές της Βορείου Ελλάδος.
Νίκος: - Η Μαρία θα φέρει το βράδυ και τη Ρίτα μαζί. Θα σκάσεις καμιά βόλτα;
Λάκης: - Σιγά μη σκάσω για να ξεμείνω μ' αυτή την κιούσπα.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ο χαρακτηρισμός είναι βαρύτατος, βαρύτερος του μαλάκα. Ο μαλάκας παίζει τον δικό του. Ο μινάρας παίζει κάποιον ξένο. Δηλαδή μεγάλη ρόμπα.
Πατρινής προέλευσης.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Είδος κουδουνιού για τσοπανόσκυλα κυρίως, που κάνει τον χαρακτηριστικό ήχο τρακ τρακ τρακ, επειδή είναι πολλά μικρά κουδουνάκια μαζί.
Το λένε κυρίως για ανθρώπους αλαφροΐσκιωτους, χαζούληδες. Κυρίως στην Αρναία Χαλκιδικής.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία