Επιπλέον ετικέτες

Κάτι εντελώς απίστευτο, κουφό, άκυρο, καμένο.

  1. Χάχαχα!! Ρε μαλάκα, δεν υπάρχει αυτό το ανέκδοτο που είπες!!

  2. Τι καμένη ταινία! Δεν υπάρχει, μιλάμε!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

(Εννοείται είμαι στον κόσμο μου) Είμαι αφηρημένος, έχω προβλήματα επικοινωνίας και εκτίμησης, έχω ψευδείς ή αφελείς (κοινωνικές ή άλλες) αντιλήψεις.

Επιτατικά: στην (καρα)κοσμάρα μου. Συνώνυμα: (είμαι) αλλού, δέν επικοινωνώ.

  1. Από τότε που μπήκαμε τον έχει φάει με τα μάτια της κι αυτός στον κόσμο του.

  2. Σε δύο μήνες δίνει πανελλήνιες και τώρα τού 'ρθε να ξεκινήσει μαθήματα πιάνου. Στον κόσμο του, κανονικά.

  3. Καλά, πού ζεις; Νομίζεις ότι με το που τέλειωσες τη σχολή και βρήκες δουλειά θα βγάζεις αρκετά να πιάσεις σπίτι μόνος; Στο κόσμο σου είσαι μου φαίνεται.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Χαρακτηρισμός ο οποίος προσάπτεται σε πρόσωπο, αντικείμενο ή κατάσταση και δηλώνει ότι κάτι μας βρίσκει παραπάνω από σύμφωνους και πως το επικροτούμε.

  2. Πρόσωπο το οποίο δεν παραλείπει σε οποιαδήποτε περίσταση να κάνει επίδειξη (βλ. πουλάω μούρη) της οικονομικής του ευμάρειας.

  1. α)-Πώς με κόβεις με το καινούριο παπί; -Χλιδάντερος! Μιλάμε για τρελή μουνοπαγίδα!

β)-Σκέφτομαι να κάνω κατάληψη στο εξοχικό με την Ποπάρα... Λέγαμε να ρθείτε κι εσείς,τί λες;
-Χλιδάντερο!... Φίνα θα περάσουμε!

  1. -Κοίτα ρε τον πούστη τον Γιώργο... Έχει δυο φράγκα παραπάνω και τσιμπάει όποιο γκομενάκι του γυαλίσει.
    -Είδες; Το παίζει χλιδάντερος για να μας τη σπάει...

Χλιδοκαταχωρίσεις: χλιδαίος, χλιδάμπουρας, χλιδάνεργος, χλιδάντερος, χλιδάφραγκος, χλιδοπαπάτζα, χλιδότσουλο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είναι ο τσίλικος, ο φοβερός.

Πολύ βίαιο αυτό το cd.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Από το σκεμπές, η ιδεολογία κατά την οποία ο καθένας κοιτάει τον σκεμπέ του, δηλ. πώς να τρώει και να περνάει καλά, αδιαφορώντας για τα υπόλοιπα.

- Γιώργο, θα έρθεις αύριο στην πορεία; Θα στηρίξεις τον αγώνα μας;
- Αλέκα, είναι ενάντια στην ιδεολογία μου. Είμαι σκεμπεδιστής.

Δες ακόμη: σταρχιδισμός, ωχαδερφισμός.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση που σημαίνει βαρεμάρα, πρήξιμο, ενόχληση κτλ. Συνήθως αναφέρεται σε μια υποχρεωτική διαδικασία.

-Πωπω ρε φίλε, αυτό το δίωρο έκθεσης με σκοτώνει.
-Μεγάλο τσουρέκι ρε συ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο εντελώς χύμα στρατιώτης, δεν τον αγγίζει τίποτα και δεν χαλίεται με τίποτα.

Ο εφιάλτης του κάθε καραβανά.

- Χτες στην βραδινή αναφορά ο Γεωργίου κοιμόταν και δεν σηκωνόταν με τίποτα από το κρεββάτι!
- Ναι ρε, δεν καταλαβαίνει τίποτα, μεγάλο χυμείο!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συντομογραφία για το αγγλικό «For The Penis» και σημαίνει για τον πούτσο literally!!

Ftp είστε όλοι ρε. Για να κουνιόμαστε λίγο να τελειώνουμε καμιά φορά..

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Το φρέσκο, το νέο αίμα, το καινούργιο.

- Με τη Μαρία, πώς πάει, όλα καλά;
- Ποια Μαρία, πάει αυτή... Βγαίνω με ένα 20χρονο ξανθό, φρεσκαδούρα σου λέω!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Αναφέρεται στην πράξη του αυνανισμού ή αλλιώς όταν τραβάς μαλακία (μινάρεις). Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως ουσιαστικό αλλά και ως επίθετο.

-Ρε μαγκιά μου, κανά γκομενάκι παίζει;
-Άσε ρε φίλε, τίποτα... Ξενέρα μεγάλη... Έχω ξεσκιστεί στο μινέτο.

Γιάννης : Ωρέ, ωρέεεεεε, μινέτο, κοίτα κάτι βυζά ρεεεεεε!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία