Επιπλέον ετικέτες

Η φράση σημαίνει είμαι άκρως επιφυλακτικός, φοβάμαι και τον κώλο μου. Την πρωτάκουσα προς το τέλος της δεκαετίας του '80, όταν ο φόβος για το AIDS είχε φτάσει σε επίπεδα υστερίας.

Τώρα με το AIDS, μαλακία ...και με καπότα!

(Όπως την πρωτάκουσα από το Μανώλη, έναν αυθεντικό λαϊκό άνθρωπο με έμφυτο χιούμορ, χωρίς επιτήδευση και "δήθεν".)

Μιλάμε για πολύ χέστη. Φοβάται και τον ίσκιο του το άτομο. Κατάσταση "μαλακία με καπότα"!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είδος νεοφιλελέρας που θάλλει στον εν Ελλάδι φιλελευθεριστάν, κυρίως σε ηλικίες νεολέρας. Πρόκειται για νέο συνήθως παιδί που σύμφωνα με το Duck test if it looks like a κλαρινογαμπρός, swims like a κλαρινογαμπρός, and quacks like a κλαρινογαμπρός, then it probably is a κλαρινοφιλελές. Καθότι πρόκειται για έναν κλάριν που πάνω στην κλαρινοσύνη του έχει ένα επίχρισμα νεοφιλελέ ιδεολογίας. Αναφερόμαστε εν ολίγοις σε μια συνθήκη νέων παιδιών που διάγουν έναν βίο δάπαρου με το γνωστό επίπεδο-ΔΑΠεδο, κάνοντας διάφορους κλαρινισμούς στα παρτάκια της Σχολής, για να έχει κάποιο ανώτερο νόημα η κλαρινοσύνη τους την επενδύουν με μια (οΘντκ) φιλελέ ιδεολογία του στυλ η Ευρώπη είναι μουνόδρομος και δυτικές αξίες και ελευθερία αγοράς από τα οποία δεν ξέρουν πραγματικά πολύ περισσότερα να πουν από τον βλαχοφιλελέ μπάρμπα τους, καθώς περισσότερο μιλούν με κραυγές τ. "και α και ου και νουδουφουκού".

Ως γνωστόν, στην Ελλάδα έχουμε όλους που μας αξίζουνε, μεταξύ των οποίων και τους φιλελέδες που μας αξίζουνε. Και νομίζω ότι οι κλαρινοφιλελέ είναι περισσότερα τα νέα παιδιά που συνδυάζουν εμφάνιση κλαρινογαμπρού με φιλελέ ξύλινη γλώσσα, ενώ βλαχοφιλελέ μπορεί να είναι και ο μεγαλύτερης ηλικίας βλαχοκυριλές που έχει μετεξελιχθεί σε βλαχοφιλελέ. Το χαρακτηριστικό του κλαρινοφιλελέ είναι η επιδειξιομανία που εβέντσουαλι θα τον καταντήσει καγκουροφιλελέ. Γιατί κλαρινοφιλελέ επίδειξη υπάρχει εντέλει και σε μεγαλύτερες ηλικίες και ενίοτε διαγιγνώσκεται από σοσιαλμηδιακά καμώματα ξετσίπρωτης προσοχοπουτάνας.

  1. πως γινεται ολοι οι κλαρινοφιλελε δαπιτοκολλεγιοπαιδες να χουν κατσικωθεί στην ελλαδα και το δημοσιο πανεπιστημιο; (Από το Τουίτερ).
  2. Ο Βαρουφάκης με σπουδές στην Αγγλία κ διδάσκοντας σε πανεπιστημια εξωτερικού ειναι μπαρουφάκης μπροστά στον παντογνώστη ταξιτζή κλαρινοφιλελέ. (Από Τουίτερ).
  3. Να θέλεις να κράξεις συριζόστοκους για τα καραγκιοζιλίκια τους και τελικά να σου δίνουν οι κλαρινοφιλελέδες περισσότερο υλικό. (Τουίτερ).
  4. Από εδώ: Τι σημαίνει να είσαι Δαπίτης. Η κλαρινοφιλελέ παράταξη που όλοι αγαπάμε να μισούμε. Ακούω ότι έρχονται φοιτητικές εκλογές την άλλη βδομάδα. Αυτόματα, μου έρχονται στο μυαλό αυτοί. Τους είδαμε όλοι. Τους ζήσαμε όλοι. Τους θυμόμαστε όλοι έναν – έναν από τη σχολή, να περνάνε μαθήματα πίνοντας λάτε μακιάτο πάνω στο γαλάζιο τραπεζάκι τους. Να κάνουν ιβέντς τύπου κοπιτιπίτα. Αλλά και εκδρομές για σκι (βλέπετε όλοι το 3Καλα). Τα φυτά που πίστευαν ότι αν σε άφηναν να αντιγράψεις κατέστρεφαν την ελεύθερη αγορά.

Τα κοριτσάκια με όνειρο να γίνουν Μαρί Κυριακού

Οι απολίτικοι κλαρινογαμπροί που παλεύανε να αναπαραχθούν

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αποφορά (όχι σώνει και καλά οσφρητική), που δημιουργείται όταν αποδομούμενες οι τρασιές παράγουν δυσώδη τρασίλα.
Κατά το τραγίλα, μουνίλα, καφρίλα, αριστερίλα και άλλα ων ουκ έστιν αριθμός, εκ του trash και της κατάληξης -ίλα.
H μπίχλα στην πατούσα είναι το αισθητικό κερασάκι στην όλη τρασίλα

  1. Πάλι καλά εχω να πω που εκεί στο μέγκα σκεφτήκανε οτι όλοι όσοι θέλουν την πχοιότητα έχουν κ αρκετή τρασίλα μέσα τους! (εδώ)
  2. Ιάπωνες αυνανίζονται τραγουδώντας... (και μετά λέμε οτι έχουμε τρασίλα κι εμείς στην τηλεόραση). (εδώ)
  3. Διαψεύδει τον ΓΑΠ ο Ιβάν Σαββίδης, αυτόν επικαλούνται οι Ανεξάρτητοι Έλληνες. Γουστάρω τρασίλα! (εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Βαρύς απαξιωτικός και υποτιμητικός χαρακτηρισμός προσώπου του οποίου η συγκεκαλυμμένη ανοησία περνάει αποκαλυπτήρια. Συνήθως έχει προηγηθεί μια τυπική κατάσταση στα πλαίσια τετριμμένων δραστηριοτήτων στην οποία κάποιος απέτυχε εντυπωσιακά (προς έκπληξη και του τρελού του χωριού) να ανταποκριθεί σωστά σε κάτι βλακωδώς απλό, με τρόπο μάλιστα που κινεί τρομακτικές και ανησυχητικές εικασίες.

-Πάρε το συρραπτικό και κόλλα το δελτίο εκεί.
Ο άλλος εκείνη τη στιγμή δεν επιτυγχάνει τον συσχετισμό και σε κοιτάει αφηρημένα.
-Άντε ρε τι περιμένεις;
Κατόπιν ψυχολογικής πίεσης απλά πατάει το συρραπτικό στο δελτίο που κρατάει και σε ξανακοιτάει.
-Άλλο κάρο με πατάτες...

Έπειτα απ' αυτό το συμβάν (το οποίο καταγράφτηκε στα κοινωνικά πρακτικά ως διανοητικό δυστύχημα) το άτομο θεωρείται πλέον καθαρός πνευματικός κίνδυνος και αποφεύγονται τυχόν συναναστροφές μαζί του προκειμένου να αποφύγουμε κηδεία και άλλων εγκεφαλικών κυττάρων.

Επισημαίνεται ότι ο χαρακτηρισμός δεν αντανακλά τον περήφανο τρόμπα της γειτονιάς που φέρει το ατρόμητο λάβαρο της βλακείας, αλλά κάποιον που πασχίζει να καμουφλάρει την κουταμάρα του για να αφομοιωθεί με τους τριγύρω του, δείχνοντας καθ' αυτόν τον τρόπο όσο πιο νορμάλ μπορεί χωρίς να στρέφει βλέμματα υποψίας πάνω του.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ξεκινάμε από τα προφανή. Το ρήμα προκύπτει (ή απ'αυτό το ουσιαστικό; η κότα και τ' αβγό...) από την εύκαμπτη, ελαστική, ισχυρά τεντωμένη δωρική κορδά που μας πήραν οι λατίνοι κι έτρεψαν σε chorda, επέστρεψε στα πάτρια κατά το μεσαίωνα ως κόρδα και πλέον την λέμε χορδή.

Ολόκληρο ταξίδι στο χωροχρόνο δηλαδή για να ανέβει μια συλλαβή ο τόνος σε μια λέξη που έμελλε στην σημερινή της μορφή (μετά και τις αλλαξοκωλιές των ουρανικολήκτων και την τροπή του α σε η) να ξαναρίξει τον τόνο και τελικά να θυμίζει αγενές αέριο. Κι όποιος το πιστέψει είναι έτοιμος για έδρα καθηγητού γλωσσολογίας.

Κορδώνω σημαίνει «τεντώνω στα όρια σπασίματος», «στρετσάρω».

Πάμε στα δικά μας γιαβάς-γιαβάς. «Τον». Ποιον; Εκεί εντοπίζεται όλο το παν. Ποιον μπορεί να κορδώνω; Ποιον επιτέλους, αν όχι «αυτόν» που μας χαρακτηρίζει ως φύλο.

Και τι μπορεί να σημαίνει η πλήρης έκφραση τον κορδώνω; Κατ' ελάχιστο σηματοδοτεί ακόμα ένα σουρεαλιστικό (βλ. πέος ως έγχορδο) και σκοπίμως βερσατίλ στη χρήση διαμάντι της πελοποννησιακής αργκό, από εκείνα που λατρεύουμε να απευθύνουμε και μισούμε να μας απευθύνουν.

Τον κορδώνω στη θετική του χροιά σημαίνει την ετοιμότητα προς διακόρευση, γενικώς προς δράση, συνεκδοχικά το πάθος, τον ενθουσιασμό για αυτό που επίκειται να γίνει.

Στην αποθετική -και συχνότερη, εννοείται- διάστασή του, σημαίνει την τεμπελιά και δη εκείνη την τεμπελιά που χαραμίζει τις μετρημένες στύσεις που δικαιούται ο ανήρ στη διάρκεια μιας ζωής (οι οποίες δεν θα είναι ποτέ αρκετές, όσες κι αν είναι). Το χείριστο είδος απραξίας δηλαδή, η αεργία, η αναβλητικότης.

Άβυσσος η ψυχή του Πελοποννησίου. Όσο αβυσσαλέα είναι η σχέση του με φτούνο το θαυμάσιο πράμα που χαρίζει ηδονές και σκορπίζει τιμωρίες. Εάν λοιπόν το χρησιμοποιείς σωστά, τον κορδώνεις και προχωράς. Εάν όχι, τότε κάθεσαι και τον κορδώνεις.

Αναλυτικά:

Η πελοποννησιακή εκδοχή του ανδρισμού, κατ' επέκταση της ωφέλιμης χρήσης του ανδρικού μορίου, εστιάζεται κι ευδοκιμεί στις δύο κυρίαρχες δραστηριότητες του είδους μας, τον πόλεμο και τον έρωτα*. Πρόκειται για μαθητεύουσα δια βίου κατάσταση που απαιτεί διαρκή εγρήγορση (κόρδωση, ετοιμότητα) κατά τη λήψη αποφάσεων που μπορούν εν δυνάμει να θέσουν εν αμφιβόλω** τον ανδρισμό τινός.

Συνάγεται δε πελοποννησιακώς ότι έχεις κατακτήσει το νόημα της ζωής του άρρενος αν αφενός εντρυφείς στις χαρές της (διαμέσου των απολαύσεων που γενναιόδωρα μοιράζει το εν κορδώσει πέος) κι αν αφετέρου γνωρίζεις τι θα ειπεί να είσαι άνδρας (ήτοι να διατηρείς τη στύση σου- το υψηλό ηθικό σου σε κάθε έκφανση των δραστηριοτήτων σου). Ω! Είναι λιτοί οι βίοι των Πελοποννησίων ανδρών, λιτοί κι απέριττοι.

Ως δε προς την αποθετική χρήση, άντρας βεβαίως δεν είναι όποιος τον έφαγε κτλ (είναι άλλωστε ανύπαρκτα τέτοιου τύπου διλήμματα κάτ' απ' τ' αυλάκι) αλλά ούτε είναι άντρας όποιος απόσχει, δεν συνεισφέρει στο νταραβέρι, δεν επιφέρει ποικίλες μεταβολές δια της βροντερής εν κορδώσει κοινωνικής του παρουσίας στον εκάστοτε χώρο. Οι εν οίκω κορδώσεις άνευ μαρτύρων είναι ωσαύτως άνευ ουσίας.

Αντώνυμο ο ακόρδωτος/ξεκόρδωτος/αξεκόρδωτος. Παράγωγο η μονοκορδωσιά, ήτοι η χωρίς χαλάρωση του πέους δισυνεχόμενος συνουσία, την οποία συχνάκις χρησιμοποιούν μεταφορικώς οι πελοποννήσιοι για να περιγράψουν εξουθενωτικές κι ανελεήτως αδιάλειπτες συνθήκες. Αξίζει δικό της λήμμα αλλά δε βαριέσαι.

κυριολεκτικώς: Την πήδηξε δυο φορές μονοκορδωσhά.

μεταφορικώς: Πήγα άυπνος στη δουλειά (δι’ υπαλλήλους) / μετά το τρένο ανέβηκα βαπόρι (δια ταξιδιώτας) / είχα συνεχόμενα ραντεβού από τις 5 έως τις 10 (δι’ ελευθέρους επαγγελματίας) / σε μια μέρα επισκέφθηκα Ναύπακτο-Πάτρα και Αίγιο(δια πωλητάς) => το πήγα/με πήγε μονοκορδωσhά.

Έτερες συγγενείς χρήσεις βλ. σχετ. τα κόρδωσα ήτοι «τα τίναξα», αλλά να μην συγχέουμε τα σώβρακα με τα πουκάμισα.

Ως προς τα του λήμματος, ξεκινώντας από το αποθετικό:

Πλάτων: Τζώρτζ, αύριο λήγει η προθεσμία για τα ταμεία, πετάξου να αιτηθείς τη δοσοποίηση.
Γιώργος: Αμάν! Αύριο λήγει;
Πλάτων: Αφού κάθεσαι και τον κορδώνεις.. μια βδομάδα είναι που στο λέω..

Το θετικώς διακείμενο:

Πλάτων: .. Και που λες μπαίνει μέσα ο ρουμάνος κι αρχίζει το γκριντάφ.. «Από δω και μπρος» λέει «θα στέλνετε με φαξ τα τιμολόγια στο γραφείο αμέσως μόλις τα πάρετε». Τον κορδώνω κι εγώ και του λέω «Κε Διευθυντά εμάς μας έχουν φάει οι δρόμοι, στο λογιστήριο έγινε η μαλακία, εμείς θα τα ακούσουμε πάλι;»
Γιώργος: Κι αυτός τι είπε;
Πλάτων: Ε; τι να πει.. δεν τον έπαιρνε.


* Όπως λακωνικά διευκρίνισε ο θρυλικός εκπαιδευτής Χάρτμαν των πεζοναυτών του Κιούμπρικ, αναπαύοντας επί δεξιού ώμου το M-14 και κραδαίνοντας με την αριστερή την τσουτσούνα του, «αυτό είναι το ντουφέκι κι αυτό ειν’ το πιστόλι, αυτό είναι για να μάχομαι και το άλλο για διασκέδαση». Όλο και κάποια ριζούλα από τα άγια χώματα θα συνυπήρχε μέσα του. Το δίδαγμα είναι προφανές: «οπλίζω» και «κορδώνω», ναι μεν φαίνονται συναφή, πλην αλλ' όμως πρέπει να διαχωρίζονται με σαφήνεια.

** Στις παρανοϊκές τους στιγμές οι Πελοποννήσιοι βλέπουν δαίμονες τέτοιας αμφισβήτησης ακόμα και στον τρόπο που κρατάνε το ποτήρι του κρασιού.

πεζοναύτες εν κορδώσει

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

ντολτσεβιτισμός, ντολτσεβιτιστής/ -ίστρια

Το ηθικό κίνημα του να ζεις τρυφηλή ζωή, να σ' αρέσει η καλοπέραση. Ντολτσεβιτιστές καλούνται οι φιλήδονοι οπαδοί των απολαύσεων και ακόλουθοι του εν λόγω κινήματος.

Εκ του ιταλικού Dolce Vita (=γλυκιά ζωή) και της κατάληξης -ισμός. Η ομώνυμη ταινία-σταθμός (1960) του Φεντερίκο Φελίνι προκάλεσε στην εποχή της μεγάλο θόρυβο και πάθη αποτελώντας τεράστια εμπορική επιτυχία.
Αϊσέ Νανά, η τουρκάλα που ενέπνευσε με ένα στριπτίζ της τον Φεντερίκο Φελίνι να δημιουργήσει την κλασική ταινία του «Λα Ντόλτσε Βίτα»H Ανίτα Έκμπεργκ βουτά στη Φοντάνα ντι Τρέβι κι ο Φελίνι δημιουργεί μία από τις κλασικότερες σκηνές στην ιστορία του κινηματογράφου, 1960

(...) απ' την ταινία καθιερώθηκαν δύο όροι: ο Παπαράτσο, ο φίλος του Μαρτσέλο έδωσε το όνομά του στους απανταχού ρεπόρτερ ή αλλιώς... παπαράτσι και ο τίτλος, "Dolce Vita" μέχρι σήμερα υποδηλώνει την ευχάριστη, γλυκιά, ανέμελη ζωή, ό,τι δηλαδή έκανε ο ήρωάς μας...

Πηγή εδώ

Μας στόλιζε έτσι η μάνα μας όταν με τον αδερφό μου αρχίσαμε να παρακούμε τις σπαρτιάτικες αρχές της. Εγώ ήμουν η ντολτσεβιτίστρια, ντολτσεβιτιστής εκείνος, χαμένα κορμιά κι οι δυο και πύρκαυλοι θιασώτες του ντολτσεβιτισμού. Μέχρι τώρα δεν είχα ακούσει να λέει κανείς άλλος αυτή τη λέξη, όμως ιδού η σοδειά που δείχνει τον μαμαδισμό της μανούλας, before it was cool:

ΣΠ. ΖΑΓΟΡΑΙΟΣ, 1963. Σε συγχωρώ, γλυκιά μου αγάπη. Παράτησε την ντόλτσε βίτα προτού χαθείς και εσύ μια νύχτα

Και για σαντυγί, λίγοι ανέμελοι ντολτσεβιτιστές περιφέρουν το αχαχούχα τους ως ιερό δισκοπότηρο. (εδώ)

- επάγγελμα;
- ντολτσεβιτιστής (εδώ)

αρχικά δίνω την εντύπωση του στρυφνού αλλά είναι μέσα στο προφίλ που θέλω να προωθήσω: του περιζήτητου ντολτσεβιτιστή εργένη. (εδώ)

-Ανένταχτοι Άφραγκοι Ντολτσεβιτιστές. θα κατέβω στις επόμενες (εδώ)
-Μαζί σου.
-εγώ θα είμαι με τους μετανοημένους ντολτσεβιτιστές που δε θα βγάλουν τη γλυκιά ζωη από τη ζωη τους ποτέ. RT

αργοτερα το παιδι θα μαθει ποσο εξαιρετικα αρρωστημενη ψυχολογικα ηταν κ ειναι η κυρια μανταμ σουσου ντολτσεβιτιστρια του κ@λεου, που σιγουρα δεν τη λες γιαγια! (εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

καυλερός, γκαβλερός

Είναι ο γαμάτος, ο καυλιάρης, με μια πρόσθετη αίσθηση ανθηρότητας, στιβαρότητας, θαλερότητας, γαμιστερότητας εν τέλει.

  • Χαλάστηκε η ΝΔ για την Κωνσταντοπούλου γιατί είναι κομματική. Ενώ ο Μεϋμαράκης ο Κένταυρος, ο ΟΝΝΕΔίτης ο καυλερός ήταν πρόσκοπος.

  • Αμα δεν προτεινετε κανενα καυλερό ακαουντ να αυτοπροταθω να τελειωνουμε (εδώ)

  • -τι έγινε, βρε Βάλια? Άκουσες να λέω υπόθετο και τρέμουνε τα χέρια σου απ'τις γκάβλες?
    -ναι είμαι πολυ γκαβλερή με την αρρώστια (εδώ)

"Δεν θυμάμαι να έχει βγει πιο καυλερό γκρουβ τα τελευταία είκοσι (τουλάχιστον) χρόνια"

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τραγουδάρα απ' τον δίσκο "ΑΝΤΕ ΓΡΑΜΜΗΣΟΥ".
Πέον αραξοκωλιάσει στο τοπτέν των απανταχού τρασοκαβλιάρηδων.

Ρωμανός ο Μελωδός!)

Ο Goldhill ισχυρίζεται πως η διασκέδαση (η 'χθαμαλή' διασκέδαση ας πούμε, και στις ταπεινές μορφές της -- η εκτόνωση, δηλαδή) είναι πολύ πιο σοβαρό θέμα από ό,τι θέλουμε να πιστεύουμε: αποκαλύπτει την κρυφή πολιτική (με την ευρεία έννοια) ζωή μιας κοινωνίας. Ενδεικτικά, στην αρχαία Ρώμη οι μονομάχοι αντιπροσώπευαν ένα ιδανικό ανδρείας και καρτερίας, αποτελούσαν πρότυπο αντοχής στον πόνο και υπόδειγμα αφοβίας απέναντι στον θάνατο -- αυτό διαφαίνεται και σε συγκεκριμένα σημεία του Κικέρωνα και του Πλίνιου· ο τελευταίος μάλιστα περισσότερο ενοχλούνταν από τα πλήθη και τα αγοραία ήθη του αμφιθεάτρου παρά από το πλούσιο σπλάτερ της αρένας. Αναρωτιέμαι λοιπόν κι εγώ: τι να αποκαλύπτουν τα κάτωθι για τη σεξουαλικά υπερσυντηρητική και πολιτικά ασ'-τα-να-πάνε Ελλάδα;

απ' εδώ

  1. Μη μας το παίζεις σεξοχωτατη, γκόμενα σπουδαία κι ωραιότατη.. Μη μας το παίζεις σεξοχώτατη.. τι έπαθε η πρώην άντε ρώτααααα τη!! (εδώ)
  2. (...) διά τας ανάγκας των ζωντανών εκπομπών, έχει ήδη ετοιμαστεί το σενάριον του σύστριγγλου μεταξύ Κασσιανής και Ρωμανού για το ποιος είναι καλύτερος υμνολόγος. Αποκαλύπτω αποσπάσματα των διαλόγων που προβάρουν από τώρα οι κριταί - την σκηνοθετικήν επιμέλειαν έχει αναλάβει ο Πέτερ Στάιν: (Ο υποψήφιος τραγουδιστής έχει μόλις τραγουδήσει το άσμα "Σεξοχώτατη" του Ρωμανού και η Κασσιάνη δυσφορεί.)
    Κασσιανή: Είσαι καλός τραγουδιστής, αλλά αυτό δεν φαίνεται. Οι καλοί τραγουδιστές για να αναδειχθούν θέλουν και καλά τραγούδια.
    Ρωμανός: Ρε άντε φάε κανένα μήλο (σ.σ.: αναφορά εις το μήλον -σύμβολον μνηστείας- που ο αυτοκράτωρ Θεόφιλος δεν έδωσε τελικώς εις την Κασσιανήν). (εδώ)
  3. Πχοιοτητα απο τις λίγες για ανθρωπους υψηλου πναιβματως Ρωμανος-Σεξοχωτατη
  4. σε άπταιστη λουμπενική: Ρωμανος-Σεξοχωτατη (εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

λουμπινιά, λουμπινιάρης

Λουμπινιά αποκαλείται η υπούλη και άνανδρη πράξη.

Όπως μας πληροφορεί ο αδικοχαμένος από το σάη Αἴας τῶν Ἀθηνῶν, η λουμπινιά σχετίζεται με την λουμπίνα αλλά μεταφορικά, χωρίς σεχσουαλικά υπο-νοούμενα. Όπως η πουστιά, ένα πράμα:

- Το φόρουμ esoterica δεν με ενδιαφέρει σαν θεματολογία και αποχωρώ. Δεν θα ξανασυμετάσχω και άμα δείτε το νίκ βριλ ή κάποιον που παριστάνει ότι είμαι εγώ, να ξέρετε ότι είναι λουμπινιά (εδώ)

- Ο Βενιζέλος άδειασε τον Παπακωνσταντίνου. Τι είναι αυτά, ρε; Έκανε τη λουμπινιά με την πασίγνωστη αυτή κωλοϊστορία της λίστας Λαγκάρντ ο πρώην υπουργός οικονομικών και ο σημερινός πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ τον έβγαλε στη σέντρα. Οπότε καθαρίσαμε. Τι είναι αυτά, ρε; (εκεί)

- Μια ερώτηση θα ήθελα να κάνω και να με συγχωρείτε για την παρέμβαση, το νόμισμα που έχει στα χέρια του ο Αυστραλός είναι το ίδιο που θα αγόραζε ο Σωτήρης από από τον Βασίλη. Ας δεχτούμε ότι ο Αυστραλός έχει κάνει την λουμπινιά, αυτό (το νόμισμα δηλαδή που θα αγόραζε ο Σωτήρης) πως βρέθηκε στα χέρια του Αυστραλού? (παραπέρα)

Ωσεκτουτού, λουμπινιάρης αποκαλείται όστις πράττει λουμπινιές:

- Και, ξέρεις δα τώρα εσύ γραμματισμένε ελληνιστά, η κατάληξις "-άρης" έχει ταιριαστά συνυποδηλούμενα: βρομιάρης, ψωριάρης, αρρωστιάρης, κλανιάρης, σκατιάρης, αρκουδιάρης, λουμπινιάρης. Φαίνεται ότι για κάποια απ' αυτά διώκεται ο Κάσιδος, γιατί και το ύφος του δείχνει σαν να έχει μόλις εκτονώσει κάποια σωματική ανάγκη, ελπίζω όχι επάνω του (εκεί)

- Ο κλαρινογαμπρόςε ίναι ύπουλος και τσάτσος. Δε φταίει όμως αυτός για την κατάντια του, απλά τυχαίνει να είναι λίγο παραπάνω λιγούρης και λουμπινιάρης από το μέσο πολίτη. Η επιθυμία του να κόψει τη μαλακία και να αρχίσει το σεξ είναι τόσο μεγάλη που τον κάνει να ξεπερνά τους ηθικούς φραγμούς του (εδώ)

- ΕΓΩ ΖΗΤΩ ΤΗΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΑΥΤΟΎ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ που δυστυχώς έχει αποδείξει ότι είναι: 1) υποτελής 2) Λουμπινιάρης 3) Κρυψίνους 4) Φοβισμένος 5)Άνθρωπος των υπόγειων διαδρομών 6) Ποτέ μπροστάρης, υπεύθυνος, ικανός να προβάλει την ταυτότητα του στην κοινωνία. Άνθρωπος φερέφωνο του κάθε τυχάρπαστου και αχεράνθρωπος του κάθε κουμανταδόρου, απόδειξη αυτού ότι κρύβεται χρόνια τώρα πίσω από ένα κόμμα, πίσω από κάποιους ανθρώπους (παραπέρα)

Συνώνυμα: μπιν(εδ)ιά, μπινεδιάρης.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στα δόκιμα, η ακροβατική ή αθλητική κωλοτούμπα.

Η δόκιμη κυβίστηση

Στα λίγο πιο αδόκιμα, νεόκοπος επιτηδευμένος σλανγιωτατισμός για το πολιτικό κωλοτουμπίδι.

Ο πρώτος διδάξας πολιτικός κυβιστιστής Ζάππειο=>Μνημονιακός=>σκίζω το μνημόνιο κάθε μέρα σελίδα-σελίδαΖάππειο=>Μνημονιακός=>σκίζω το μνημόνιο κάθε μέρα σελίδα-σελίδα

Τα τελευταία χρόνια η πολιτική κυβίστηση φοριέται ολοένα και συχνότερα:

- Κυβίστηση μετά μουσικής. Τροπολογία ΣΥΡΙΖΑ για το Μέγαρο (εδώ)

- Μία «κυβίστηση» δρόμος… Η απομάκρυνση της νέας ελληνικής κυβέρνησης από τις προεκλογικές της θέσεις (εκεί)

- Η Ελλάδα γράφει ιστορία και στην πολιτική κυβίστηση (παραπέρα)

- Η κυβίστηση των ΜΜΕ: Για «στροφή μέσα σε μια νύχτα των παλιών ναυαρχίδων του αθηναϊκού κόσμου των εφημερίδων σε μια φιλική προς τον ΣΥΡΙΖΑ πορεία, με τον λόγο γι’ αυτό να βρίσκεται στην αλλαγή εξουσίας, καθώς τα χρέη και η νηνεμία στις διαφημίσεις ευνοούν την εξάρτηση των ελληνικών ΜΜΕ από την πολιτική» κάνει λόγο η αυστριακή έγκυρη, συντηρητική εφημερίδα «Ντι Πρέσε» ("Εφημερίδα των Συντακτώνε", παραδίπλα)

Και προς αποφυγή κάθε παρανόησης:

Peppy says: Άλλο κυβιστής κι άλλο κυβιστιστής

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία