Επιπλέον ετικέτες

Αυτός που δεν έχει δουλέψει σχεδόν ποτέ ή ποτέ, αυτός που είναι «μαλακός» χωρίς αντοχή, αυτός που τα βρήκε όλα έτοιμα, που δεν χρειάστηκε να κάνει τίποτα στη ζωή του.

-Να πάρουμε και το Σάκη να βοηθήσει αύριο;
-Τι να μας κάνει αυτός ο αΐδρωτος, μόνο πρόβλημα θα φέρει.

-Πρέπει να το κάνετε έτσι όπως σας είπα.
-Μη μιλάς εσύ ρε αΐδρωτε! Τουμπέκα!

-Θέλω κάποιον για παρέα να πάω Θεσσαλονίκη.
-Πέρνα απ' το καφενείο, όλο και κανέναν αΐδρωτο θα βρείς...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επιθετικός προσδιορισμός, σχετικά συνώνυμος με τον μουνίκακα, στο πιο μαλακουάζ του. Συνήθως υποδηλώνει τον κρετίνο, κάποιες φορές υποχόνδριο άνδρα, ο οποίος τυγχάνει να είναι ταυτόχρονα αγαθοβιόλης και μουνόδουλος. Συντάσσεται τόσο προσδιοριστικά («είναι απαλομουνίδας» όσο και ποσοτικά («πόσο απαλομουνίδας είσαι»).

- Ρε συ, τα' μαθες για τον Σάββα ; Πάλι του σβούριξε χυλόπιτα η Έλενα!
- Έλα ρε ! Καλά πότε πρόλαβε και χώνεψε την προηγούμενη που του είχε ρίξει ;
- Έλα ντε! Νόμιζε ότι επειδή τον πήρε προχτές τηλέφωνο να τον ρωτήσει κάτι για τη σχολή, μετάνοιωσε που τον απέρριψε την περασμένη εβδομάδα.
- Μα πόσο απαλομουνίδας γίνεται ο μαλάκας ώρες-ώρες !

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μαλθακός και λοιπά συνώνυμα : άβγαλτος, αΐδρωτος, βουτυρομπεμπές, βουτυρόπαιδο, κολεγιόπαιδο, λάκης, λαπάς, μαμάκιας, μαμόθρεφτο, μπουκμαμάς, παπαδάκι, πούδρας, σουβλίτσα, σοφτ, τρυφερό πόδι, φλούφλης, φλώρος, χαλβάς.

Είναι για αρχόντους ο ιππόδρομος ομορφιές..Τι να μας πει και ο κύριος αυγολέμονος

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Ο βουτυρομπεμπές, το βουτυρόπαιδο, ο φλώρος. Υπάρχουν μερικές εκφράσεις όπου ο κώλος θεωρείται ως η έδρα (pun intended) της σκληράδας/ εμπειρίας/ ψησίματος στη ζωή ή αντιθέτως της φλωριάς. Λ.χ. ο κωλοπετσωμένος έναντι του τρυφερόκωλου, τρυφεροκώλη και του ευαισθητόκωλου. Συναντάται σπανιότερα και ως βουτυροκώλης.

Πάσα (Δ.Π.): Δεινόσαυρος.

1. Ο βουτυρόκωλος κουνελογαμίκος με τα πατομπούκαλα και το χαμόγελο της σαύρας που της τρέχουν τα σάλια, ήρθε να εκτελέσει διατεταγμένη υπηρεσία για λογαριασμό του λόμπι της αλλαξοκωλιάς και της αιώνιας φοροδιαφυγής. Μια από τα ίδια ψωλίδια δηλαδή.

2. - Δασκάλα χαστούκισε οκτάχρονο μαθητή στην Ηλεία
- ΣΙΓΑ ΜΗΝ ΚΛΑΨΕΙ Ο ΒΟΥΤΥΡΟΚΩΛΟΣ ΜΠΟΥΛΗΣ ΤΗΣ ΜΑΜΑΣ. ΕΦΑΓΑ ΧΑΣΤΟΥΚΙΑ ΚΑΙ ΜΕ ΤΟΝ ΧΑΡΑΚΑ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΠΕΙΘΑΡΧΙΑ ΕΜΑΘΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΑ.!!

3. «Δε μιλώ με τεντιμπόιδες αγαπητέ», το ξέκοψε αποφασιστικά ο ευγενικός κύριος και γύρισε αλλού το κεφάλι.
«Δεν είναι τεντιμπόις, βουτυρόκωλος είναι, χειρότερος και από σένα», αντιγύρισε η γνωστή μου κυρία, «γιατί μπορεί να λέει πως δεν χωνεύει τάχα τους γραβατωμένους χοντρομπαλάδες αλλά κατά βάθος είναι μαζί τους«.

4. Οσο για εκπαιδευση θα επρεπε το στρατοπεδο να το βλεπουν μονο οταν πανε για υπνο και φαγητο. Στιβος μαχης για ολους καθε μερα ,απειρες βολες σε ολα τα φορητα οπλα τουλαχιστον 1-2 φορες την εβδομαδα και ασκησεις πολεμικων παιγνιων καθημερινα. Δηλαδη σεναρια πολεμικα με οπλα paintball σε ειδικα διαμορφωμενες εκτασεις οπως αστικο περιβαλλον, πεδινο,ορεινο εδαφος και ενα σωρο αλλα οπως μαχη σωμα με σωμα, λαβες μαχης, πολεμικες τεχνες. Ουτε μαζεμα γοπας, ουτε καθαρισμα χεστρας ,ουτε σκουπισμα λες και ειναι φιλιππινεζες. Για αγγαρειες καθαριστριες. Αυτο πως θα σου φαινοταν; Θα το αντεχες για να νιωσεις πραγματικος στρατιωτης με πραγματικη εκπαιδευση η' ο καθε βουτυροκωλος θα εβαζε λυτους και δεμενους να τον γλυτωσουν απο τους βαρβαρους καραβαναδες που τον βασανιζουν ;

Εμένα πάντως ο νους μου πήγε αλλού (από σφυρίζων, 02/12/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το βουτυρόπαιδο, ο μαλθακός άνθρωπος, ο φλώρος, ο μαμάκιας.

- Καλά, αυτός είναι τελείως βουτυρομπεμπές. Ακόμα και στο σινεμά πάει μαζί με τη μαμά του.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εννοούμε το μαλθακό παιδί, το καλομαθημένο, που δεν αντέχει τις κακουχίες και γενικά δεν μπορεί να κουράζεται.

- Πώπω τι βουτυρόπαιδο είναι αυτός ο Κώστας! Παίζαμε χτες μπάλα με τα υπόλοιπα παιδιά της γειτονιάς και μόλις έπεσε και χτύπησε το γόνατο του, έφυγε τρέχοντας για τη μαμά του να του το δέσει!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Προέρχεται απο το λακές που σημαίνει γλείφτης, αυλοκόλακας.

  2. Αδερφή και μαμόθρεφτο. Πιθανώς επειδή το συγκεκριμένο υποκοριστικό χρησιμοποιείται απο γνωστούς ομοφυλόφιλους, π.χ. Λάκης Γαβαλάς.

  1. Καλά πολύ λάκης ο τύπος ε; Όλη μέρα μέσα στο γραφείο του διευθυντή τη βγάζει.

  2. Πωπω κολλητή, κι εγώ που τον νόμιζα άντρακλα μου βγήκε λάκης εντελώς.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο παχύς και μαλθακός. Βλέπε και μοσχάρι.

- Άρχισε κανα γυμναστήριο, τελευταία έγινες λαπάς από το πολύ φαϊ και καθησιό!

"Και σ\' έπιασα στα πράσα μια πρωία με κάποιον μικρομέγαλο λαπά!". (από Hank, 08/02/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Καρακλασικός χαρακτηρισμός για μαλθακά και άβγαλτα βουτυρόπαιδα, βουτυρομπεμπέδες, κολεγιόπαιδα, (λα)λάκηδες, λαπάδες, μαμάκηδες, μαμόθρεφτα, μπούες, μπουκμαμάδεςς, μπουλούκους , μπουμπούκους, παπαδάκια, πούδρες, σουβλίτσες, σοφτ και τρυφερά πόδια, φλώρους, χαλβάδες - συνήθως εύπορης μεγαλοαστικής καταγωγής.

Για ακόμα πιο φλώρικες περιπτώσεις, βλ. χλεχλές.

Καμιά σχέση με λελέ, τρελελέ κλπ.

- Κάθε άλλο παρά λελές είναι ο Λαμπρινίδης, λένε εργαζόμενοι (και μάλιστα Νεοδημοκράτες) στο Υπουργείο Εξωτερικών, που γνωρίζουν πως δουλεύει.
(εδώ)

- Ωωωω λελές; μα λελές; δεν νομίζω ότι εκφράστηκες σωστά για το παλικάρι δεν είναι λελές είναι φλούφλης :-)
(εκεί)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Με τον όρο λουκουμάς αναφερόμαστε τόσο στο καταπληκτικό γλύκισμα που όσοι ξέρουν το παραγγέλνουν λέγοντας: «Πιάσε ένα ντόνατς» όσο και στον αφράτο τύπο με μπαμπακωτά μαγουλάκια και, συνήθως, καστανόξανθες μπούκλες. Την όλη εμφάνιση συμπληρώνει και το σχήμα του σώματος που με λίγη, πολύ λίγη, φαντασία μπορεί να παρομοιαστεί με αυτό που φαίνεται όταν μπάλα μπάσκετ έχει μείνει στο στενό διχτάκι της μπασκέτας και έχουμε ρίξει κι άλλη από πάνω για να την κατεβάσουμε αλλά έμεινε κι αυτή (το όλο σκηνικό χωρίς το δίχτυ και τη στεφάνη και με την ανυπαρξία λαιμού να βοηθάει πολύ). Κι επειδή όλοι μας προσπερνούμε την εξωτερική εμφάνιση και βλέπουμε στην ουσία και στον εσωτερικό κόσμο του άλλου, ο λουκουμάς ολοκληρώνεται και με κάποια σημάδια στο χαρακτήρα του.

Ο λουκουμάς λοιπόν αποτελεί αυτό που λέμε μαμμόθρεφτο, μη μου άπτου στα όρια αδερφής που παρακαλεί, πολύ, στις ταβέρνες να φέρουν απαραίτητα κουτάλι για όλες τις σαλάτες ώστε ο καθένας να μπορεί να παίρνει στο πιάτο του. Γενικά είναι τρελός φλωρούμπας και πίνω-γάλα-στις-9-για-να-έχω-πέσει-για-ύπνο-στις-και-μισή και κατά έναν περίεργο τρόπο όλοι τριγύρω το καταλαβαίνουν με τον ίδιο μαγικό τρόπο που ο Χάρισον Φορντ στις ταινίες που παίζει τον ευυπόληπτο καταλαβαίνει ποιοι είναι οι κακοί ακόμη κι αν δεν έχουν πιστόλι. Φυσικά χρησιμοποιείται και για τύπους που δεν είναι όλα αυτά αλλά ξέρουν την σημασία του και μόνο που το ακούνε αρκεί για να θυμώσουν όσο ακριβώς επιθυμεί αυτός που το λέει (εντάξει, ίσως και λίγο παραπάνω ή παρακάτω).

(Δύο φίλοι κάθονται κάνοντας ταβανοθεραπεία και ο ένας ξαφνικά σπάει τη σιωπή)

- Αν είναι δυνατόν. Ο Στέλιος, ο λουκουμάς, που μου ντύνεται με πουλόβερ από την εποχή του πατέρα του, έχει αρχίσει να έχει φαλάκρα και η αγαπημένη του λέξη είναι «μεαπόλα», τα έφτιαξε με το Μαράκι το παστάκι για παράδειγμα.
- Τι για παράδειγμα ρε παπάρα;
- Αν το δεις γραμμένο εκεί που θέλω να το γράψω θα καταλάβεις.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία