Επιπλέον ετικέτες

Χαρακτηρισμός που ξεχειλίζει από θαυμασμό, για την πολύ ψηλή καυλιάρα γυναίκα με την καλή την έννοια, τ. γυναικάρα, άλογο καμαρωτό, «πω ρε μάνα μου πα πα πα» σε φάση.

Λες τη λέξη και γεμίζει το στόμα σου απολαυστική λεβεντομουνιά: Ειδικά αυτή η κατάληξη -άρι παραπέμπει συναισθηματικά σε λέξεις που περιγράφουν μεγαλοπρεπείς και ευθυτενείς πραγματικότητες (βλ. στυλι-άρι από το στύλος, δοκ-άρι από τη δοκό, αλλά και πιο χαρακτηριστικά ματζαφλάρι, παλαμάρι κ.λπ.) - και βέβαια στο καμ-άρι...

Χρησιμοποιείται στο Μπραχάμι (το άκουσα επανειλημμένα σε χρήση και μου κόλλησε κιόλας), αλλά δεδομένου ότι το γούγλε τεστ βγήκε θετικό, εκτιμώ ότι παίζει να έχει διαδοθεί και πέρα από το ρέμα.

...............................................................

Προσπάθειες ετυμολογικής προσέγγισης συμπληρώνονται εκ των υστέρων συνοψίζοντας τα υπέροχα σχόλια που έχουν καταγραφεί – ειδική μνεία στους Vrastaman και sstteffannoss:

  • Αναφορά στα Ρομανί όπου dil’arela θα πει (περίπου) «κάποιος που σε τρελαίνει».
  • Αναφορά στα Τούρκικα όπου dilara θα πει (περίπου) «η ερωμένη, η λατρεμένη της καρδιάς».
  • Αναφορά στην Αμερικάνικη σλανγκ, όπου dilara θα πει (περίπου) «η βυζαρού που γουστάρει να ξεσαλώνει».

Θεγκζ γκάιζ.

- ... και είμαι στο φανάρι της Σουλίου και σκαλίζω τη μύτη μου περιμένοντας στο κόκκινο όλο βαρεμάρα και κάνω έτσι και τι να δω, πω μαλάκα, μια τύπα απίστευτη, ένα ντιλάρι ίσα με κει πάνω, μπαμ μπαμ μπαμ το τακούνι τη μπότα το μωρό το δίμετρο, να το μαλλί τίναγμα σλόου μόσιον, έχει πέσει το σαγόνι μου, ο μαλάκας από πίσω κορνάρει άναψε το πράσινο, εγώ κόκαλο και εκείνη την ώρα γυρνάει και με κοιτάει και συνειδητοποιώ ότι έχω μείνει με το κακάδι στο δάχτυλο που δείχνει τον ουρανό. Σκατά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κείνο που μας τρώει, κείνο που μας σώζει.

  1. Calypso lit dans un mou nid au bord de l'eau.
  2. Chamonix
  3. mea colpa
  4. άβυσσος το μουνί της γυναίκας!
  5. αγαθομούνα
  6. αγαρμπομούνα
  7. αιδοίο το οδοντοφόρο - δαγκανόμουνο - vagina dentata
  8. αιδοιόκυνος
  9. Αιδοίον πέλαγος
  10. αιδοιοφόρο
  11. αιδοιοφόρος ορίζοντας
  12. ακατάσχετη μουνορραγία
  13. άλλο Τουπαμάρος κι άλλο το μουνί της Μάρως
  14. Αμοκάτσι ... Αμουνίκε ... Ρουφάι
  15. ανάγκη πού'χει η Μάρω, πού 'ν' το μουνί της μαύρο
  16. αναμουνή
  17. αναρχομούνι
  18. αντρικό μουνί
  19. άπατα
  20. Από τον κώλο στο μουνί, δυό δάχτυλα και κάτι τι.
  21. από φωνή... μουνάρα!
  22. αραχνομούνα
  23. αρχιμύδεια
  24. αρχοντομούνα
  25. αχλαδομουνοπατσαβούρα
  26. βρακί αυτοκινήτου - εσώρουχο με τρύπα
  27. βρήκαμε μουνί, το θέλουμε και ξυρισμένο
  28. βρωμομούνα
  29. γαμώ το μουνί που σε πέταγε
  30. γαμώ το μουνί της Εύας
  31. γαμώ το μουνί της Καλιρρόης
  32. γαμώ το μουνί της οικογένειάς του!
  33. γατάκι
  34. γκαστρωμένο μου μουνί, του πούτσου μου μεζές
  35. γκόμενα με αρχίδια
  36. γλειφομούνι
  37. γλωσσίδι
  38. δαγκωτό
  39. εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί ξυρίζεται
  40. εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί χτενίζεται
  41. έλα μουνί στον τόπο σου
  42. εμού του αιδοίου
  43. επική μουνάρα
  44. έχει να δεί μουνί από βάφτιση
  45. έχει πήξει το μουνί μας
  46. έχει πιξελιάσει το μουνί μας!
  47. ζαχαρομούνα
  48. Η λάρα, η νάρα και το καυτό συναπάντημα
  49. η ωραία μέρα του μήνα
  50. θεομουνία
  51. θεόμουνο
  52. θρυλική μουνάρα
  53. καβλομούνα
  54. και οι παντρεμένες έχουν μουνί
  55. κάλπη
  56. καμένο ντουί
  57. καμηλό
  58. κι άμα γεράσει το μουνί, η τρύπα δεν εφράζει, μα της ψωλής τα γηρατειά είναι πικρό μαράζι
  59. κλαμμένο μουνί
  60. κλαψομούνα
  61. κουτί
  62. λεβεντομούνα
  63. λιβαδομούνι, φυλάω
  64. μαδομούνι
  65. μαλλιαρομούνα
  66. Μανάρα
  67. μαυρομούνα
  68. με υπομονή κι επιμονή, ο κώλος γίνεται μουνί
  69. μύδι
  70. μι εις τη νιοστή
  71. μινέτο
  72. -μούνα, -γκόμενα
  73. μουνάθροιση
  74. μουνάκιας
  75. μουνάντερο
  76. μουνάρα
  77. μουναρδέλι
  78. μουνάρχιδο
  79. μουνάτο
  80. μουνί απ' τα Καλάβρυτα
  81. μουνί καλλιγραφία
  82. μουνί καπέλο
  83. μουνί κλαμένο
  84. μουνί με ρύζι
  85. μουνί της λάσπης και του αγρού
  86. μουνί τραγιάσκα
  87. μουνί τσοκολάτα
  88. μουνιδάκι
  89. μουνίκακας
  90. μουνίλα
  91. Μουνιόθ
  92. Μουνιόθ Καπέλο
  93. μουνιού, του
  94. μουνισμός
  95. Μουνίτις, Πέδρο
  96. μουνίτσα
  97. μουνοβατερλώ
  98. μουνόγαλα
  99. μουνοείλωτας
  100. μουνόλυσσα
  101. μουνομάχος
  102. μουνοπλαγιά
  103. μουνοπλακέτα
  104. μουνοπλημμύρα
  105. μούνος
  106. μουνόσκυλο
  107. μουνότριχα
  108. μουνοτρύπανο
  109. μουνούχω / ευνουχομούνα / μύδουσα
  110. μουνόχειλο
  111. μούνστορμ
  112. μουνώνας
  113. μουτζό
  114. μούτι
  115. μπαγαποντοξούρα
  116. μπαγαποντοπλαστική
  117. μπαργομούνα
  118. μπερδεψομουνιά
  119. μπικίνι
  120. μπουζουκομούνι
  121. μπροστομούνα
  122. μύδι
  123. νάρα
  124. νιμού
  125. ξανθό μουνί, τρελό γαμήσι
  126. ξεκωλόμουνο
  127. ξεμουνιάζω
  128. ξινομούνα
  129. ξινομουνίαση
  130. ο κώλος είναι το μουνί του μέλλοντος
  131. οδοντογλειφίδα
  132. παλιομούνι
  133. παρακαλετό μουνί, ξινό γαμήσι
  134. πες μου πότε έχεις περίοδο, να 'ρθω να μεταλάβω
  135. πηγαδομούνα
  136. πηγάδω
  137. πήρε άδεια το μουνί να παίξει πασαβιόλα
  138. πιάνω αράχνες
  139. πινελάκι
  140. πινέλο
  141. πλακομούνα
  142. πλακομούνι
  143. πολλά μουνιά τριγύρω μας, στον πούτσο μας κανένα
  144. πουνάνι
  145. πουτόπιστος
  146. πουτσοπαγίδα
  147. πούττος
  148. πυξλαμούν
  149. ραδίκι σγουρό
  150. σάντομουνιτς
  151. σεισμομούνα
  152. σίστος / σσιήστοςσισυφομούνα
  153. σκαντζόχοιρος
  154. σκεφτόμουνα
  155. σπαθί
  156. στο μουνί μου το ιδιότροπο
  157. στρειδομούνα
  158. τεστ ντράιβ
  159. την έγλειφα και άπλυτη
  160. της έδωσα το μουνί στο φουαγιέ
  161. της θειάς σου το μπουγαδοκόφινο
  162. τι να πει κανείς για το μουνί της αλληνής;
  163. το μουνί και το πριόνι, όποιος δεν τα ξέρει ιδρώνει
  164. το μουνί και το χταπόδι όσο το χτυπάς απλώνει
  165. το μούνι πηγάδι, της έκανα
  166. το μουνί σέρνει καράβι
  167. το μουνί στο πιάτο
  168. το μουνί της Χάιδως
  169. το μουνί το δίφορο, παίρνει τον κατήφορο.
  170. το μουνί το λένε βιόλα και τον πούτσο πασαβιόλα
  171. το μουνί το λένε Γιώτα και τον πούτσο Παναγιώτα
  172. του μουνιού το πανηγύρι
  173. Τουβλομούνα
  174. τούνελ
  175. τρε μουνι
  176. τριφασικό μουνί
  177. τρύπα
  178. βγάζω το φίδι από την τρύπα
  179. τρώω το μύδι με το τσόφλι
  180. φαρμακομούνα
  181. φλίτσι-φλίτσι
  182. χαζομούνα
  183. χαυνομούνης
  184. χοάνη
  185. χωρίστρα
  186. ψωλότσεπη
  187. ωδείο

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το όνομα του πουλιού με τα τεράστια μάτια, το επίπεδο-πλακουτσωτό πρόσωπο και τον ανύπαρκτο λαιμό, χρησιμοποιείται ως χλευαστικός-περιπαικτικός χαρακτηρισμός προσώπου.

Συνήθως αναφέρεται σε θηλυκά άτομα, οπότε το γραμματικό γένος του ονόματος και του προσδιορισμού, συμπίπτουν.

- Μπα, τι βλέπουν τα όμορφα ματάκια μας; Έσκασε μύτη στο πάρτι κι η Μαρία η κουκουβάγια; Αχαχαχα...

Δεν αποκλείεται ωστόσο και αρσενικά να τύχουν αυτού του ευγενούς χαρακτηρισμού, αν πληρούν βεβαίως τις προϋποθέσεις.

Κουκουβάγια λοιπόν (ή βαγιακούκου κατά έναν σχολικό ποδανισμό της εποχής του γράφοντος) είναι:

  1. Αυτός που φοράει γυαλιά με υπερμεγέθη, αντιαισθητικό, εντελώς ντεμοντέ κοκάλινο σκελετό. Πρόκειται για τις λεγόμενες γυαλούμπες, σύμβολο απόλυτης και αμετανότητης φλωροσύνης. Eίναι τα γυαλιά που φοράει π.χ. και η συντηράκλα θεία μας, όταν απολαμβάνει το καθημερινό απογευματιάτικο σήριαλ της. Σχετικό και το χουντικό γυαλί.

Παρένθεση. Το κοκάλινο γυαλί (στη μοδάτη βεβαίως εκδοχή του) έκανε τη θριαμβευτική του επανεμφάνιση στα 00's, μαζί με το κουλτουρέ, νεο-φλώρικο στιλάκι.

Καταχρηστικά, ο όρος θα χρησιμοποιηθεί με κακία για οποιονδήποτε διοπτροφόρο (από κοινού με τα εξίσου φαρμακερά γυαλαμπούκας ή γυαλάκιας), ακόμη κι αν αυτός έχει επιλέξει τα πλέον μίνιμαλ και καλαίσθητα γυαλιά, π.χ. εκείνα που δεν έχουν καθόλου σκελετό.

  1. Εξαιρετικά άσχημη γκόμενα (αλλά και αγοράκι όπως είπαμε) ιδίως αν έχει πολύ χοντρό λαιμό που ενώνεται με το σώμα (το άκρως αντίθετο του λαιμού-κύκνου δλδ) ή πλακουτσωτό κουκουβαγίστικο πρόσωπο. Αν φοράει και γυαλούμπες, τόσο το καλύτερο. Αν δε, είναι και φυτούκλα / σπάσμα (βλ. και εδώ) τόσο το καλυτερότερο. Η νοηματική ακρίβεια προσεγγίζει το τέλειο....

Συγκεφαλαιώνοντας, η ιδεώδης κουκουβάγια διαθέτει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

  • τεράστια παλιομοδίτικα γυαλιά
  • παχυσαρκία
  • πλακουτσωτό στρογγυλό πρόσωπο με σχεδόν ανύπαρκτη μύτη
  • χοντρό λαιμό που ενώνεται με το σώμα (μονομπλόκ), ήτοι μη-λαιμός.
  • φοβερή ακαμψία στο σβέρκο. Για να γυρίσει να δει πλάγια, πρέπει να γυρίσει ολόκληρο το κορμί. Αυτό βέβαια δεν συμβαίνει στις πραγματικές κουκουβάγιες, οι οποίες δίνουν μόνο μια έντονη εντύπωση ακαμψίας.
  • σπασικλοσύνη
  1. Κλασική κουκουβάγια ήταν η Μαρία η Άσχημη του γνωστού σήριαλ. Η έκφραση είχε ακουστεί πολλές φορές. Φορούσε πατομπούκαλα, ήταν σαύρα, ήταν και σοφή.

  2. Κουκουβάγια είναι κι ο -συμπαθέστατος κατά τα άλλα- Μίμης Ανδρουλάκης: γυαλούμπες, ξερόλας, άσχημος (λέμε τώρα, περί ορέξεως ζαμπονοτυρόπιτα) καθώς κι αυτή η χαρακτηριστική ακαμψία στο σβέρκο, και καλούα από χτυπήματα μπάτσων επί Δικτακτορίας (sic).

  3. - Nα σου πω ρε μαλάκα, ψήνεις κατάσταση με την Αναστασία; Γιατί κάτι έχει πάρει ο μάτης μου τελευταίως...
    - Ε... να μωρέ... δεν ξέρω, θα δείξει.
    - Έλεορ ρε αδερφάκι μου, σε ήξερα για μουνοείλωτα, αλλά αυτό παραπάει. Με το που σου κούνησε λίγο την ουρά της η κουκουβάγια, έλιωσες σαν καταΐφι από το Κοσμικόν!!

Οταν το ΚΚΕ θα αναλάβει τη διακυβέρνηση θα αλλάξει την υπάρχουσα κουκουβαγια με άλλη (από GATZMAN, 27/09/09)360-degree field of view (από tryager, 27/09/09)Βαγια Βοιωτίας. Λαλεί ο κούκος στα Βάγια; (Κούκου+Βαγια) (από GATZMAN, 27/09/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κλασσικός ελληνικός γυναικότυπος που θυμίζει αχλάδι. Οι αχλαδομούνες διαθέτουν δυσανάλογα μεγάλη περιφέρεια, ενώ ο κώλος και τα μπούτια τους λειτουργούν ως αποθήκες λίπους και κυτταρίτιδας. Το πρόσωπο, ο κορμός και η κοιλιά τους παραδόξως διατηρούν λεπτά και ντελικάτα χαρακτηριστικά. Από βυζί: στη καλύτερη περίπτωση μπανανόβυζα και στην χειρότερη θηλές-ξεροσφύρι. H πιο διαδεδομένη εγχώρια ποικιλία αχλαδομούνας είναι η λεγόμενη κοντούλα.

Τα καλά νέα είναι ότι, σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες, οι αχλαδομούνες αντιμετωπίζουν λιγότερους κίνδυνους καρδιοαγγειακών νόσων τόσο από τις μηλαρούδες όσο και από τις φραντζολίνες. Τα κακά νέα είναι ότι δεν υπάρχουν άλλα καλά νέα.

Ενώ η αρχέτυπη αχλαδομούνα είναι ξεπλένω, υπάρχουν πολλές με εκθαμβωτικά πρόσωπα. Όσες δεν το βάζουν κάτω βαλαντώνουν νυχθημερόν με σισύφειο ζήλο στα γυμναστήρια προσπαθώντας σκληρά αλλά επί ματαίω να υπερνικήσουν την γεννητική τους τροχοπέδη. Οι έξυπνες αχλαδομούνες, όπως μας πληροφορεί στα σχόλια το poniroskylo «δεν παιδεύονται να μειώσουν τις περιφέρειες - όπερ ανέφικτο - αλλά να ανοίξουν/φαρδύνουν τις πλάτες».

Οι χειρότεροι εχθροί της αχλαδομούνας είναι το ίδιο τους το DNA καθώς και η μάσα. Η δίαιτα απλώς αποτρέπει τον πλήρη εκφακλανισμό τους, χωρίς να τους χαρίζει την επιθυμητή σιλουέτα

Ο πιστότερος φίλος της είναι η κωλόκρυψη, που πείθει μόνο τους πλέον αγαθομούνηδες. Στην δε προσπάθειά τους να αποκαταστήσουν αναλογίες – Fibonacci, πολλές καταφεύγουν σε εμφυτεύσεις σιλικόνης και λιποαναρρόφηση.

Ινδάλματα κάθε αχλαδομούνας είναι φυσικά οι Jennifer Lopez, η Βeyoncé, η Shakira το ψωλαρμενάκιKim Kardashian και η Κατερίνα Γκαγκάκη.

- Λίλιαν: Θεόμουνό μου εσύ, if I told you had a beautiful body, would you hold it against me;

- Λαόυρα: 'φχαριστώ βρε φιλενάδα, αλλά δεν ήμουν πάντα έτσι. Γεννήθηκα – σνιφ-σνιφ- κλαψ-κλαψ! – αχλαδομούνα!

- Λίλιαν: Δεν το πιστεύω! Και πως έγινες τέτοια κλεψυδρομούνα;

- Λαόυρα: Το κερασάκι στη τούρτα ήταν όταν το slang.gr ανάρτησε μύδι μου με λεζάντα «εκτο-ενδομορφική αχλαδομουνοπατσαβούρα» στο λήμμα σαβουρογαμόσαυρος. Την έκανα αμέσως για San Diego όπου έβαλα ψεύτικες βυζούμπες, έκανα λιποαναρρόφηση, φόρεσα πεοχειλουδάκια και προσέλαβα τον ΡΤΠ για πέρσοναλ τρέηνερ!

- Λίλιαν: Tom Pοusti!!

Βλ. και αχλαδομουνοπατσαβούρα, αχλάδω

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η γυναίκα της οποίας η μουνοσχισμή ξεκινά κάπως πιο ψηλά από το συνηθισμένο και δίνει την εντύπωση ότι και το μοϋνί της είναι κει πάνω. Πιθανόν και να είναι και έτσι, δηλαδή ανατομικά να το έχει κάπως πιο μπροστά. Σε αυτό θα μας απαντήσουν οι έμπειροι του σάιτ.

Επίσης είναι η γυναίκα που προτάσσει το μουνί της σαν όπλο για να προχωρήσει στη ζωή. Εναλλακτικά, μπροστομούνα = γυναίκα ελευθερίων ηθών, πουτάνα.

  1. - Ρε παιδιά, να σας πω κάτι που δεν θα έπρεπε... Καλό γκομενάκι η Στέλλα, αλλά πολύ μπροστομούνα, το ψάχνω και δεν το βρίσκω...
    - Χέσε ρε μαλάκα, ιδέα σου είναι...

  2. - Είδες η κόρη της κυρίας Αντωνίας; Μια χαρά στο δημοτικό συμβούλιο είναι τώρα. Αυτά να βλέπεις...
    - Άσε με ρε μάνα με τη μπροστομούνα τώρα...

(από Vrastaman, 02/12/09)Για το λόγου το αληθές… (από panos1962, 02/12/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η εντυπωσιακή γυναικάρα. Έχουμε συνεκδοχή μέρος αντί όλου και μεγέθυνση. Επίσης, νομίζω ότι στην γαμοσλανγκοτέτοια, ισχύει ότι η μεγέθυνση στα θηλυκά επιτυγχάνεται και με την μετατροπή τους σε αρσενικά, λ.χ. πούτανος. Ίσως λόγω προκατάληψης ότι οι άντρες είναι μεγαλύτεροι από τις γυναίκες, η Εύα από την πλευρά του Αδάμ κι έτσι; Ο μούναρος συχνά είναι περήφανος τσολιάς, λεβεντομούνα ήτοι ψηλό μουνί, καμαρωτό γαμήσι, ή φευ ψηλό μουνί για παρέλαση. Μπορεί όμως να εστιάζεται το θέμα στην ποιότητα και όχι στο ύψος. Ή (λιγότερο) στο ότι πρόκειται για μουνί μαγκάκι που τσαμπουκαλεύεται ανταγωνιστικά. Στο νέτι διατυπώνεται κι η άποψη ότι ο όρος μούναρος εκφέρεται (πού 'σαι Γκατς!) πιο πολύ από λεσβίες, ενώ οι άντρες λένε μουνάρες, κάτι που προσωπικά δεν ενστερνίζομαι.

  1. Από μπλογκ:
    -Ρε μαλάκα σου μιλάω είχε ανέβει πάνω στο τραπέζι και την κούναγε την κωλάρα της ο μούναρος και είχα τρελλαθεί, ανέβηκα κι εγώ και άρχισα να της τον τρίβω ρε μαλάκα και καθόοοοοοοοοτααααααανννν ...η ψώλα!

  2. Από φόρουμ:

εχω ακουσει γυναικες να λενε πο πο ενας μουναρος εμεις νταξ να λεμε μια μουναρα...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πρόκειται για κλασσικό γυναικότυπο που θυμίζει κλεψύδρα.

Οι κλεψυδρομούνες διαθέτουν καμπύλες σε αρμονικές αναλογίες, ευμεγέθη βυζιά, λεπτή μέση, και πλατιά λεκάνη με κώλο αναφοράς. Διαχρονικά και διαπολιτισμικά, θεωρείται το απόλυτο πρότυπο θηλυκού. Είναι άραγε κοινωνικοί ή βιολογικοί οι λόγοι;

Α. Μαγικές αναλογίες
Ορισμένοι όψιμα ανακάλυψαν ότι οι αναλογίες γοφών-μέσης και στήθους-μέσης της κλεψυδρομούνας προσεγγίζουν την χρυσή αναλογία (φ =1.618). Όταν βέβαια οι πρόγονοι του Fibonacci έτρωγαν ρίζες και περιττώματα, εμείς οι Έλληνες σμιλεύαμε κλεψυδρομούνες με αναλογίες φ σαν την Αφροδίτη της Μήλου, ευφραίνοντας μάτια και ψυχές.

Β. Πανταχού παρούσες ανά τους αιώνες
Ο καθηγητής Devendra Singh του Πανεπιστημίου Texas (Austin) ανέτρεξε σε 345.000 λογοτεχνικά έργα (16ο - 18ο αιώνες) διαπιστώνοντας ότι κάθε ρομαντική πλοκή είχε ως ηρωίδα κλεψυδρομούνα. Η ίδια μελέτη απαριθμεί πολλές κολακευτικές αναφορές σε κλεψυδρομούνες που πρωταγωνιστούν σε έργα Ινδών συγγραφέων του 1ου αιώνα, αλλά και σε κινέζικα κείμενα του 4ου αιώνα.

Ανάλογες μελέτες αποφάνθηκαν ότι όλα τα μοντέλα centerfold του Playboy κατά τα έτη 1957-1987 υπήρξαν κλεψυδρομούνες με περικεφαλαία!

Γ. Βιολογικοί παράγοντες
Η σύγχρονη ιατρική αποδεικνύει πέρα κάθε αμφιβολίας ότι οι κλεψυδρομούνες αποτελούν την επιτομή της καλής υγείας και διαθέτουν υψηλά επίπεδα ορμονών που αυξάνουν την γονιμότητα.

Δ. Πορνοδιαστροφικές διαστάσεις
Οι κλεψυδρομούνες προσφέρουν βέλτιστη οπτική και απτική ηδονή σε κάθε ερωτική στάση: ο μέγας και τερπνός τους κώλος καθίσταται λίαν τουριστικός σε περίπτωση οπίσθιας συνουσίας, τα δε πλούσια βυζιά τους ευφραίνουν την καρδίαν όσων άγονται ιεραποστολικώς.

Δυστυχώς όμως, οι ίδιες ορμόνες που καθιστούν τις κλεψυδρομούνες τόσο λιμπιντιάρες αυξάνουν εκθετικά και την ροπή τους στην απιστία και το κέρατο. Όποιος έχει τα γένια έχει και τα χτένια!

Γνωστές κλεψυδρομούνες υπήρξαν/είναι οι Marilyn Monroe, Sophia Loren, Jayne Mansfield, Tyra Banks και Jessica Alba.

Βλ. επίσης μπουκαλομούνα, αρχοντομούνα, αχλαδομούνα, πιπινέζα, μηλαρού, Φρατζολίνα Ζολί, λεβεντομούνα.

«Πρόκειται για ένα εγγενές μάλλον χαρακτηριστικό της αντρικής φύσης παρά για μια τάση της δυτικής κουλτούρας που αποκτά χαρακτηριστικά μόδας. Αυτό άλλωστε φαίνεται μέσα από τα έργα τριών αιώνων. Ότι πρόκειται δηλαδή για μια διαχρονική προτίμηση και όχι για ένα κατασκεύασμα των παγκόσμιων μέσων μαζικής ενημέρωσης».
(Devendra Singh, αναφερόμενος στην υπεροχή της κλεψυδρομούνας στην διατροφική αλυσίδα του σεξ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Από τις σεξιστικότερες ύβρεις, σύμφωνα με την οποία το γυναικείο αιδοίο (και κατ' επέκταση η γυναίκα που το φέρει) παρομοιάζεται και εξομοιώνεται με μια απλή, νέτη σκέτη Τρύπα. Στο μυαλό αυτών που το λένε (διαβεβαιώ τον Τζίζας που πρότεινε τον όρο πως το λεν αρκετοί) η λέξη αυτή είναι ακόμα υβριστικότερη από το μουνί, μουνότρυπα και τα συναφή, καθότι υποβιβάζεται πλήρως η αξία του στη μη αξία μιας τρύπας η οποία, στην καλύτερη περίπτωση να βουλώσει και τίποτ' άλλο. Απαθής, αμέτοχη και αδιάφορη για τους πάντες τρύπα, αυτό είναι η γυναίκα στο μυαλό όσων τις αποκαλούν έτσι. Μάλλον έχουν τους προσωπικούς τους λόγους και δεν έχει να κάνει με το ποιόν της γυναίκας που υφίσταται αυτή την επίθεση.

Υπάρχουν και γυναίκες που το λένε προς τις ομόφυλές τους και τότε έχει μεγαλύτερο μένος η βρισιά. Τώρα αν λέγεται και σε αδελφές, ουκ οίδα. Μεταξύ τους, υποθέτω πως ναι, το λένε.

- Αχ συγνώμη κύριε, δεν το είδα το στοπ...
- Ουστ μωρή τρύπα, μιλάς κι από πάνω...

(από ironick, 22/11/08)

Βλ. και καυλόμουνο, αμαρτωλό, ξεψώλι.

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κλασσικός ελληνικός γυναικότυπος που χαρακτηρίζεται από ευθυτενές (αλλά σχετικά άκαμπτο) κορμί-λαμπάδα, μελαχρινή κόμη, παγερή και αγέρωχη ματιά και —συνήθως— αυτοκρατορική μυτόγκα.

Οι λεβεντομούνες προσπαθούν σκληρά να συμπεριφέρονται μοιραία —συνήθως σε βάρος της θηλυκότητάς τους— και σπάνια εκδηλώνουν οποιαδήποτε μορφή χιούμορ ή αυτοσαρκασμού.

- Για το πούτσο του λεβέντη, είδες ποιο λεβεντόμουνο κάθεται στο Da Capo; - Η Κουλιανού, λεβεντόνι μου! Αλί από μας τους λεβεντογαμόσαυρους που την βγάζουμε με λεβεντόμπαζα.
- Θα πάρω λεβεντοδάνειο, να λεβεντοσενιαριστώ μπας και ρίξω και εγώ καμιά λεβεντούμπα και το λεβεντοτσούτσουνό μου! Λεβεντααααϊγκλάν!!!
- Αρχίδια-λεβέντης θα γίνεις βρε λεβεντονταλάρα!

Βλέπε και -μούνα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η (συνήθως χοντρή και άσχημη) γκόμενα που έχει τεράστια, μα τεράστια βυζιά.

(το παράδειγμα, άλλη ώρα)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία