Ο αχάριστος - αν και ευεργετηθείς από εμάς, μας κατηγορεί.

«- Ο τσιγκούνης, δε μας δίνει καμιά πενηνταριά χιλιάδες ευρώ...» είπε ο κλασαρχίδης για τον ευεργέτη του.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δηλώνει τον τύπο χαμηλού κοινωνικού επιπέδου, εθισμένο στην κουτοπονηριά και στην «στραβή», που, ενώ σε κανονικές συνθήκες θα τον χαρακτήριζες αρχίδι, επιτακτικά και εμφατικά τον αποκαλείς ψωλαρχίδη! (με μετατροπή του ουδετέρου σε αρσενικό ευγενείας και επικλήσεως).

Υπονοεί τον ικανό ειδικώς μόνο για αναπαραγωγή και γενικώς το άχρηστο υποκείμενο.

Συναντάται και με κατάληξη -ας (ψωλαρχίδας) και δηλώνει πέραν των ανωτέρω και μεγαλοπρέπεια.

- Άχρηστος υδραυλικός ο άντρας σου χρυσή μου, όλοι στην γειτονιά το λένε!
- Ασ' τονα μωρέ, τον ψωλαρχίδα...

Δες και αρχίδας, -αρχίδας.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνώνυμο της λέξης κωλογλείφτης, ο άνθρωπος που γλείφει τους πάντες και τα πάντα προκειμένου να κερδίσει την εύνοια ή την συμπάθεια τους.

- Πολύ τον αγαπάνε βλέπω τον καινούριο στην εταιρία…
- Ε βέβαια, τέτοιος γλειψαρχίδας που είναι!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκείνος που έχει μικροσκοπικά μπαλάκια (αρχίδια).

- Ποιος κατούρησε στην λεκάνη;
- Ο γαταρχίδας ο Σιλβής που τα αρχίδια του είναι σαν κεράσια.

ε, όχι και μικρά μγμσ! Και μια ουρά να! (από BuBis, 04/10/09)(από Vrastaman, 05/10/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Υποτιμητικός χαρακτηρισμός, πελοποννησιακής προελεύσεως. Αναφέρεται σε άτομο που φέρεται περίεργα και τον οποίο ελάχιστοι συμπαθούν. Η έκφραση χρησιμοποιείται κατά κόρον από Πελοποννήσιους.

Εεεεεεεεε, που πας ρε αρχίδα, κοίτα μπροστά σου, θα σκοτώσεις κανά άνθρωπο!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που δεν κάνει τίποτα στη ζωή του και ζει από τα λεφτά της μαμάς και του μπαμπά. Ασχολείται όλη μέρα με το ξύσιμο των όρχεών του. Αντίστοιχο για τις κοπέλες είναι το ξυσομούνα.

- Καλά, αυτός όλη μέρα σπίτι του είναι! Μιλάμε για μεγάλο ξυσαρχίδα!!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο πρώτος τη τάξει, ο έχων το γενικό πρόσταγμα. Η χρήση του πρώτου συνθετικού καπετάν είναι προφανής, είτε εννοεί τον καπετάνιο στη θάλασσα, είτε εννοεί τον καπετάνιο του βουνού (αντάρτη), αφού και στις δυο περιπτώσεις υποδηλώνει την ηγετική του θέση μέσα στο σύνολο. Το δεύτερο συνθετικό αρχίδας οφείλεται αφ' ενός στο γεγονός ότι κατά τεκμήριο οι καπεταναίοι (στεριανοί και θαλασσινοί) είναι άντρες και ωσεκτουτού έχουν κοινό χαρακτηριστικό μεταξύ άλλων τους όρχεις, αφετέρου δε στην σεξιστική και φαλλοκρατική κρατούσα άποψη στην Ελλάδα ότι οι όρχεις είναι το πολυτιμότερο κομμάτι του σώματος.

Σημειώνεται ότι παρά την ύπαρξη αξιόλογων γυναικών σε ηγετικές θέσεις, η έκφραση καπετάνισσα μούνα ποτέ δεν υπήρξε δημοφιλής και αντ' αυτής χρησιμοποιείται ως γενική περιγραφή το καπεταν αρχίδας, ακόμη και στις περιπτώσεις εκείνες.

- Πρώτη μέρα στη δουλειά ο τύπος και μας τα 'κανε τσουρέκια. Ποιος νομίζει ότι είναι, ο καπετάν αρχίδας;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που αδιαφορεί για τα πάντα - «τα γράφει στ' αρχίδια του».

Σιγά μην περιμένω απάντηση από τον Τάκη... Αυτός είναι ένας γραψαρχίδης...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γελοίο και αναξιόπιστο άτομο.

- Πήγα στο Υπουργείο να ρωτήσω τι χαρτιά χρειάζονται και έπεσα σε έναν φοβερό κλαπαρχίδη, ένα-ένα μου τά 'λεγε και με έκανε να πάω και νά 'ρθω πέντε φορές. Όλο κάτι είχε ξεχάσει να μου πει!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που τα σπάει σε όλους δημοσιεύοντας συνέχεια απαντήσεις σε κάποιο forum, ή στέλνοντας email, χωρίς τα οποία όλοι θα μπορούσαν να ζήσουν το ίδιο καλά, αν όχι καλύτερα.

Προκύπτει από το σπαμ (spam) + σπασαρχίδας.

- Απάντα του ρε!
- Δε μπαίνω καν στο τριπάκι ν' απαντήσω στο σπαμαρχίδα! Θα με πρήξει στα PM μετά...

για να μην ξεχνάμε τις ρίζες μας (από jesus, 28/06/08)Το ορίτζιναλ σπαμ (από poniroskylo, 28/06/08)

βλ. και σπαμστικός, Spamστικός, σπαμεράς

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία