Επιπλέον ετικέτες

Σημαίνει: «σάλτσα και γαμήσου, σιγά μην κάτσω και ασχοληθώ με το κάθε σούργελο, την κωλοδουλειά αυτή την κάνω μόνο μέχρι να διοριστώ στο δημόσιο».

Πρόκειται για στερεότυπη απάντηση βαριεστημένου πωλητή καταστήματος σε ερώτηση πελάτη.

Σκηνή στην Καλογήρου:

Πελάτισσα (βουπού): - Τα mules αυτά βγαίνουν σιμπιζάκι;
Πωλήτρια (με ύφος ρεητσαρλίνας): - Ό,τι βλέπετε!
Πελάτισσα (κάτω από τα μουστάκια της): - Μule-άρα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο εκτρέφων περιστέρια για διασκέδαση, πέταγμα, ψήλωμα κτλ. Το περιστέρι, πουλί της Αφροδίτης, Πιράχ-Ιστάρ (Τσιφόρος), από πολύ παλιά έγινε οικόσιτο. Χάρη στον καλό προσανατολισμό του, έγινε αγγελιοφόρος (ταχυδρομικό περιστέρι), ενώ περισσότερο εκτρεφότανε για τροφή. Γνωστή και η πιατέλα «ασπίδα της Αθηνάς», όπου μεταξύ άλλων το πιάτο που απολάμβανε ο Λούκουλλος και η παρέα του περιελάμβανε και γλώσσες περιστεριών. Ίσως και ο Λεονάρντο να μελετούσε το πέταγμά τους κτλ κτλ.

Όλα αυτά μέχρι να εμφανιστούν οι περιστεράδες, οι οποίοι από προσωπική και μόνο γκάβλα, διατηρούν αυτοσχέδια κουμάσια, για να ψηλώνουν τις ηλιόλουστες μέρες τα πουλιά τους. Μετά τον χειμώνα ακολουθεί μια περίοδος εκγύμνασης γιατί τα πουλιά είναι βαριά από το κατσιό και τη μάσα. Υπάρχουν διαφορετικά είδη, μερικά από τα οποία αναλύονται παρακάτω:

  • Παγγούρι: μόνο για να κλωσάει. Δεν διαθέτει κάτι το ιδιαίτερο.
  • Βούτα: ανεβαίνει με μεγάλους κύκλους και βουτάει κατακόρυφα με χαρακτηριστικό ήχο. Καλό είναι να μην υπάρχουν σύρματα απλώματος στην ταράτσα.
  • Εξελιγμένη βούτα: το ίδιο, μόνο που ανεβαίνει με μικρούς κύκλους και πιο γρήγορα.
  • Ντουνέκι: διακρίνεται για τα ακροβατικά του τσαλίμια στον αέρα.
  • Μετεωρολόγος: όλα τα είδη που, προσβεβλημένα από μια ασθένεια, στρέφουν το κεφάλι και κοιτάζουν τον ουρανό.

Γενικά η φάρα των περιστεράδων, έχει το στίγμα της αλητείας. Η διακίνηση παράνομων ουσιών με ταχυδρομικά περιστέρια είναι σύνηθης κι εξάλλου τα κουμάσια πάντα είναι καλές κρυψώνες (λόγω μυρωδιάς). Γνωστή και η περίπτωση μεταφορέα ο οποίος είχε σκαρφιστεί το εξής: στο πορτ-μπαγκάζ μετέφερε περιστέρια με μικροποσότητες κοκαΐνης, δεμένες στα πόδια των πτηνών. Σε περίπτωση ελέγχου τα περιστέρια διέφευγαν κι άντε βρες αποδεικτικά μετά. Οι δε κλοπές και τα πιασίματα αλλοκούμασων περιστεριών δίνει και παίρνει. Ειδικά αν το περιστέρι είναι ράτσας. Υπάρχουν όμως και νοικοκυραίοι περιστεράδες για να λέμε και του στραβού το δίκιο.

- Για πού ρε Στελλάκη;
- Πάω στον Τέο να ψηλώσουμε τα περιστέρια, καμιά φράπα κι έτσι.
- Πού ρε, σ΄αυτόν τον χασικλή; Καλό κουμάσι είσαι και του λόγου σου, με τους περιστεράδες φτιάνς παρέα.
- Κι εγώ σ΄αγαπάω, αμίγκο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ξύλινο μπινελίκι για τους σε-διατεταγμένη-υπηρεσία τραμπούκους νεροκουβαλητές πολιτικών ρευμάτων ή κομμάτων, και πάσης φύσεως συμφερόντων.

Μονίμως έγκαυλα για γαβγάδες, τα μαντρόσκυλα υπερασπίζονται λυσσαλέα τα αφεντικά τους. Η παρούσα οικονομική και κοινωνική κρίση ευνοεί την ανάπτυξη μαντρόσκυλων ανθεκτικών στην φόλα (βλ. ενδεικτικά: Η. Κασιδιάρη, Ζ. Κωνσταντοπούλου, Α. Γεωργιάδη).

1. Φασισμός: Το μαντρόσκυλο του καπιταλισμού.

2. ΤΟ ΠΡΩΗΝ «ΜΑΝΤΡΟΣΚΥΛΟ» ΤΗΣ ΝΤΟΡΑΣ, Ο ΣΚΥΛΑΚΑΚΗΣ, ΕΓΙΝΕ ΚΑΙ ΠΡΟΕΔΡΑΣ... ΣΤΗΝ ΔΡΑΣΗ!

3. Κουνήσου τώρα όσο προλαβαίνεις μαντρόσκυλο, γιατι στις εκλογές θα σε ξεχάσει κι η μάννα σου θεομπαίχτη …

2. Και ως Πλεύρης, και ως ΛΑΟΣ που ήσαστε παλαιότερα, και ως οπαδός της 4ης Αυγούστου που ήσαστε πιο πριν και ως μαντρόσκυλο της ΝΔ που είστε τώρα.
(Δέσποινα Κουτσούμπα, εκπρόσωπος ΑΝΤΑΡΣΥΑ, προς Θάνο Πλεύρη)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δικηγορίστικη αργκό, για τον ειδικευμένο (;) δικηγόρο στο δίκαιο της ευθύνης από αυτοκινητιστικά ατυχήματα.

Οι δικηγόροι που ασχολούνται με τα τουτού, έχουν στην Αθήνα ολόκληρο κτήριο δικό τους (Νο 3 Ευελπίδων), διαθέτουν ομοιόμορφα απαθή αλλά πονηρά μούτρα και γνωρίζονται όλοι μεταξύ τους, αφού αποτελούν ιδιαίτερο σινάφι.
Αυτό βέβαια, δεν σημαίνει ότι δεν «σκοτώνονται» μεταξύ τους επ’ ακροατηρίω (χάριν του πελάτη) κι ότι δεν παίζουν δικονομικές πουστιές ο ένας στον άλλο (π.χ. καθησυχάζει τον συνάδελφο ότι ματαιώθηκε η δίκη λόγω απεργίας γραμματέων, ενώ η συγκεκριμένη γραμματέας-κομματόσκυλο δεν απήργησε και τον ερημοδικάζει).

Έξω απ’ το κτήριο, η εικόνα θυμίζει την κολυμβήθρα του Σιλωάμ από τους μπανταρισμένους, τους πατεριτσοφόρους, τους χωλούς, τις κλαίουσες χήρες και τα ορφανά κλπ ενάγοντες, που περιμένουν υπομονετικά την σειρά τους να δικαιωθούν!
Ιδιαίτερη προσοχή οφείλουν να έχουν οι δικηγόροι των εναγομένων (συνήθως ασφαλιστικών εταιριών), που καλούνται να παίξουν το ρόλο του «κακού», υποβάλλοντας προσβλητικές ερωτήσεις και αμφισβητώντας πρόσωπα και πράγματα σε έντονο και καχύποπτο ύφος, προκειμένου να μειώσουν τα (φουσκωμένα) αιτούμενα κονδύλια αποζημιώσεως του ενάγοντος θύματος.

Άλλωστε, δεν είναι σπάνιο, κάποια χήρα ή κάνας ψωμωμένος συγγενής θύματος, να τους καταχερίσει, όταν βγουν από την αίθουσα. Αντίθετα, οι δικηγόροι των εναγόντων (του θύματος ή των επιζώντων συγγενών αυτού), είναι μειλίχιοι σαν κωλομπαράδες του Κατηχητικού και παρασταίνουν τους τεθλιμμένους, ιδίως τα κοράκια, που αναλαμβάνουν μόνο θανάτους εργολαβικά (γενναίο ποσοστό επί της επιδικασθησομένης αποζημιώσεως).

Αλλά το αν και το ποιος θα πάρει τί, είναι ζήτημα του εκάστοτε προέδρου, αφού τα περισσότερα φράγκα που έγκεινται στην ηθική βλάβη (τραυματισμός) ή την ψυχική οδύνη (θάνατος), υπόκεινται στην ανέλεγκτη κρίση του κι έτσι:

[i]Η λαμαρίνα - η λαμαρίνα, όλα τα σβήνει
Mας έσφιξε η Ευελπίδων σαν μια ζώνη
Kι εσύ κοιτάς ακόμη πάνω απ’ το τιμόνι
Πώς παίζει ο πρόεδρος κονδύλι με κονδύλι...[/i]

- Τί δουλειά κάνεις;
- Δικηγόρος!
- Και με τί ασχολείσαι; Ποινικολόγος;
- Μπάαα! Λαμαρινάς! Έχω τον «Φοίνικα»...

Κι ο Michael Clayton ήταν λαμαρινάς! (από Khan, 22/09/09)Στο 4:02 και 6:06 η άποψη του προέδρου για τις σωφερίνες! (από HODJAS, 03/02/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο κοινός κάβουρας σαρώνει την λυματολάσπη του βυθού, κατασπαράσσοντας κάθε οργανικό καλούδι που βρίσκει στο διάβα του. Συντελεί έτσι στην οικολογική ισορροπία των θαλασσών.

Ο καβουροσλανγκόσαυρος αντίστοιχα επεξεργάζεται την λημματολάσπη, προσφέροντας τα μάλα στο νοικοκύρεμα του σλανγκοσιφονιού μας.

Παραθέτω όχι δύο, αλλά πέντε παραδείγματα μορφών διαχείρισης λημμάτων από μετα-ποιητές καβουροσλανγκόσαυρους:

1. Διαχείριση σλανγκομανάδων

Σλανγκομάνες αποκαλούνται τα εμπνευσμένα λήμματα που επιτρέπουν στους καβουροσλανγκόσαυρους να σολάρουν δημιουργικά, πλημμυροδοτώντας το σλανγκοσιφόνι με μύρια παράγωγα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το λήμμα φραπέ, το οποίο διυλίστηκε μέχρι θανάτου (ποδοφραπέ, φραπεδιάρα, φραπεδιόλα, φτιάχνω φραπέ, φραπενές, φραπενείο, περσόνα νον φράπα, κλπ κλπ ad infinitum).

2. Το ευρύτερο Δημόσιο Πρόχειρο

Ο πεφωτισμένος αυτός θεσμός σλανγκασίστ επιτρέπει στους χρήστες να ταΐζουν τους πεινασμένους καβουροσλανγκόσαυρους με πνευματική τροφή!

3. Επεξεργασία λημματολάσπης

Σε αντίθεση με τον έρωτα και τα αστικά λύματα, η λημματολάσπη είναι αιώνια. Πολλοί ρυπαίνουν ούτως το σλανγκοσιφόνι και ουδείς αναμάρτητος! Και εδώ οι καβουροσλανκόσαυροι ξηγιούνται μερακλαντάν, σαρώνοντας αενάως την λημματολάσπη. Εάν ανακαλύψουν ξεχασμένο διαμάντι, το απαστράπτουν, προσάπτοντας και σχόλια τύπου «γιατί το θάψατε αυτούνο, ωρέ κλεφτόπουλα;»

4. Αντιμετώπιση ρυπογόνων λημμάτων και συμπεριφορών

Με δεδομένο το laissez-faire μοντέλο διοίκησης της Ρουμανικής αρχής , οι καβουροσλανγκόσαυροι αποτελούν την πρώτη γραμμή αμύνης κατά των σπαστήρων, μπαγαποντοδοτών και πανοποντοδοτών που συχνά ρυπαίνουν το σλανγκοσιφόνι με αναερόβιες παθογένειες, βακτήρια και ιώσεις. Μόνο τους όπλο, το κράξιμο.

5. Επεξεργασία δευτερογενών λημμάτων

Εδώ οι καβουροσλανγκόσαυροι αξιοποιούν δημιουργικά τις μη επεξεργασμένες ατάκες συσλανγκιστών που αιωρούνται στο σλανγκοσιφόνι κάνοντας αλλαξολημματιές. Η λημματοποίηση τέτοιων παπαρολογισμών ενισχύει το esprit de corps (βλ. την συλλογική μαλακία που μας δέρνει) του σλανγκοσιφονιού. Πολλά εύσημα σε αυτή την κατηγορία κερδίζουν ο Khan και το Kitty Darling.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λανθασμένα, το επάγγελμα του ηλεκτρολόγου μηχανικού.

Εδώ επικρατεί μεγάλη σύγχυση. Αρχικά, όλοι οι απόφοιτοι του Πολυτεχνείου (αρχικά ήταν μόνο ένα, το Μετσόβιο, αλλά σήμερα υπάρχουν περισσότερα πολυτεχνεία, όπως επίσης και πολυτεχνικές σχολές στα πανεπιστήμια) έχουν την ιδιότητα του μηχανικού: ηλεκτρολόγος μηχανικός, χημικός μηχανικός, μηχανολόγος μηχανικός κοκ. Η ιδιότητα του μηχανικού δίνει κάποια δικαιώματα, όπως να χτίζεις κτίρια πέραν κάποιου μεγέθους, να φτιάχνεις ηλεκτρολογικές εγκαταστάσεις κλπ. Η σύγχυση προκλήθηκε αφενός γιατί στο μυαλό πολλών μηχανικός = αυτός που ασχολείται με μηχανές (δηλ. αυτό που κανονικά λέγεται μηχανολόγος) και γιατί παλιότερα (ως τη δεκαετία του 1970) υπήρχε στο Πολυτεχνείο ενιαία σχολή ηλεκτρολόγων - μηχανολόγων (σήμερα έχουν διαχωριστεί), οπότε κάποιος όντως αποκαλούταν ηλεκτρολόγος - μηχανολόγος (σκέτο, χωρίς το μηχανικός).

Μου κάνει πιο πολύ για μπαμπαδισμός, λόγω της συσχέτισης με περασμένες δεκαετίες, αλλά λέγεται και από νεότερες γενιές.

- Ο γιος μας, ηλεκτρολόγος μηχανολόγος, έγινε πιτσαδόρος, ας όψεται το ΠΑΣΟΚ! (από αξέχαστο προεκλογικό σποτάκι της ΝΔ)

Υπήρχε καλύτερη Ελλάδα και τη θέλαμε... (από earendil_ath, 20/09/12)Won\'t you please help me, I\'m screwed you see. (από Galadriel, 21/09/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκ του γαλλικού façon που σημαίνει τρόπος. Χρήσιμος ο σχετικός ορισμός του Τριανταφυλλίδη, τον οποίο θα επιχειρήσω να συμπληρώσω.

Είναι η δουλειά που γίνεται με τυποποιημένο τρόπο, βασισμένη σε υποδείγματα, χωρίς να χρειάζεται πρωτότυπη σκέψη για τον φασονατζή ή την φασονατζού. Επίσης, η δουλειά που γίνεται από κάποιον για λογαριασμό τρίτου, σύμφωνα με τις προδιαγραφές αυτού. Δευτερευόντως, το αποτέλεσμα άκρατου μιμητισμού σε θεσμούς, δομές και νοοτροπίες.

Αφορά κυρίως εργασία με την στενή έννοια (αμειβόμενη), αλλά και οποιοδήποτε άλλο έργο. Πρβλ. εργολαβία αλλά και σουπερμαρκετίσιος.

Η έκφραση είναι «δουλεύω φασόν».


Υπάρχουν μερικές περιπτώσεις φασόν που, από γλωσσικής άποψης, έχουν τυποποιηθεί. Σε κάποιες η κυρίαρχη έννοια είναι η «χαζή» δουλειά, ενώ σε άλλες η χρησιμοποίηση πόρων τρίτου:

1. Στην ραπτική. Φασόν και πατρόν πάνε μαζί. Πατρόν σημαίνει τα masters, οι οδηγοί που βάζει στο τραπέζι της η φασονατζού και, «πατώντας» σε αυτά, κόβει το ύφασμα δημιουργώντας τα κομμάτια με τα οποία θα συναρμολογηθεί το ρούχο. Φασόν λέγεται αυτή ακριβώς η διαδικασία, όταν γίνεται από τρίτα εργαστήρια για λογαριασμό κάποιου εμπόρου που θα τα διαθέσει με το λογότυπό του στην αγορά. Πρόκειται για OEM σε μικρότερη κλίμακα. Με την στενή έννοια φασόν είναι μόνο η κοπή των υφασμάτων, με την ευρεία έννοια είναι η παραγωγή του ρούχου μέχρι τέλους (έτοιμο προϊόν). Από εδώ μάλλον προέκυψαν όλες οι άλλες σημασίες της λέξης.

2. Στην βιομηχανία. Φασόν δουλεύει ο επιχειρηματίας που ενοικιάζει τις μηχανές ενός εργοστασίου για παραγωγή δικού του προϊόντος με δικούς του εργάτες, προμηθευτές και πελάτες (εκτός από τους εξειδικευμένους χειριστές - θα χρησιμοποιήσει αναγκαστικά τους υπάρχοντες του εργοστασίου). Συμβαίνει όταν ο εργοστασιάρχης δεν απασχολεί τις μηχανές του, είτε λόγω προγραμματισμού είτε λόγω τυχαίων περιστατικών και τον συμφέρει να μειώσει την ζημιά από την απραξία στην παραγωγή. Ο ενοικιαστής, φυσικά, επωφελείται νοικιάζοντας πανάκριβο εξοπλισμό που δεν μπορεί να αποκτήσει.

3. Στην δικηγορία. Είναι οι απλές δικηγορικές εργασίες που γίνονται με το κομμάτι σε μεγάλες ποσότητες. Ιδίως οι διαταγές πληρωμής, οι έλεγχοι στο υποθηκοφυλακείο αλλά και άλλες (επικυρώσεις εγγράφων και μεταφράσεων παλαιότερα, δηλώσεις στο κτηματολόγιο πιο πρόσφατα). Κατά βάση υποτιμητικός χαρακτηρισμός, ιδίως αν τον χρησιμοποιεί κάποιος που έχει μεγάλη ιδέα για την δικηγορία. Βλ. και εδώ.

4. Στα εργαστήρια. Στάνταρ μικροβιολογικά αλλά και πάσης φύσεως εργαστήρια με πελάτες όχι το κοινό, αλλά παρόμοια εργαστήρια που δεν προλαβαίνουν ή δεν τους συμφέρει να κάνουν όλες τις εξετάσεις με ίδιους πόρους (outsourcing - ιδιότυπη υπεργολαβία).

5. Στα φάρμακα. Τα αντίγραφα φάρμακα, αυτά που είναι όμοια με τα πρωτότυπα αλλά παράγονται από διαφορετική φαρμακοβιομηχανία η οποία εκμεταλλεύεται την παρέλευση του χρόνου προστασίας της βιομηχανικής ιδιοκτησίας. Όχι τα απλώς υποκατάστατα, αλλά αυτά που έχουν την ίδια δραστική ουσία. Αντιπρβλ. σπασμένος.

1α. Από εδώ:
Όλα αυτά τα χρόνια, δούλεψα αμειβόμενη με «μαύρα» τηρώντας σιωπή για τους εργοδότες! Έγραψα πτυχιακές φοιτητών, μέχρι και διδακτορικά. Καθάρισα σπίτια, χωρίς να το γνωρίζει το παιδί μου, δούλεψα υπάλληλος σε σούπερ μάρκετ, φύλαξα παιδιά, έκανα ιδιαίτερα, έραψα και μεταποίησα ρούχα ως βοηθός μοδίστρας. Εργάστηκα σε φασόν. Τελευταία έκανα αίτηση για να εργαστώ σε τηλεφωνική εταιρεία και εισέπραξα την απάντηση ότι :δεν μπορούμε να σας προσλάβουμε διότι είσθε μεγάλη.

1β. Από εδώ:

Εγώ πολύ παλιά [...] έκανα φασόν ετοίμων ενδυμάτων μαζί με την μάνα μου στο σπίτι. [...] Όταν αποφασίσαμε να ξανοιχτούμε, εκεί τα παίξαμε! Οι μεγαλύτερες βιοτεχνίες απαιτούσαν παραγωγή ημέρας: 100 πουκάμισα (για παράδειγμα) ή 100 φούστες. Σαν αριθμός φαίνεται μικρός, όμως κοίτα τι δουλειά έχει το πουκάμισό σου για να καταλάβεις. Κανονικό συναρμολόγημα και να μην φύγει κι ο κοπτοράπτης και πάρει ύφασμα γιατί θα ξεφύγει το μέγεθος. Τα πατρόν είναι στάνταρ και δεν υπάρχει περιθώριο λάθους. Το δε κέρδος; Μηδαμινό!

  1. - Αυτός ο Σκορδομπούτσογλου τι επιχείρηση έχει;
    - Α, σ’ αυτόν είχα δουλέψει για δυο βδομάδες μετά το σχολείο! Φασόν δουλεύει στο κονσερβάδικο του Παπαδόπουλου, φασολάκι κατεψυγμένο σε δωδεκάκιλα.
    - Πολύ γυαλί μαλλί και παντελόνι Lee τον κόβω...
    - Ε ναι, κάθε καλοκαίρι την βλέπει εργοστασιάρχης αλλά μετά του περνάει.

  2. Από εδώ:
    Εγώ ακούω ότι έχουμε περισσότερους δικηγόρους στο μπουρδέλο μας από οποιαδήποτε άλλη χώρα και ότι οι περισσότεροι, στην Αθήνα, απασχολούνται σε μεγάλα δικηγορικά γραφεία με 700 ευρώ το μήνα ή δουλεύουν φασόν υποθέσεις για τράπεζες και ασφαλιστικές εταιρείες με ξεφτιλισμένες αμοιβές. Τι απελευθέρωση και κουραφέξαλα.

  3. Από εδώ:
    [...] όχι, τα εργαστήρια αυτά δέχονται κατά κανόνα δείγματα από τα γνωστά «Μικροβιολογικά» (Βιοπαθολογικά) εργαστήρια στα οποία και αποστέλλουν τις απαντήσεις τους. Πρόκειται για εργαστήρια δηλαδή «παροχής υπηρεσιών προς τρίτους» η όπως –κακώς- συνηθίζεται να λέγονται «Εργαστήρια Φασόν».

  4. Από εδώ:

Σε λίγες μέρες ξεκινάω αγροτικό (ήμουν από τους τυχερούς που έπιασα με 3 μόρια!!!) και δεν ξέρω μια βασική λεπτομέρεια. Τα φασόν φάρμακα πως δρουν ακριβώς; είναι εξίσου δραστικά με τα κανονικά; Π.χ το Ladinin με το ciproxin είναι το ίδιο καλά; Πότε δίνουμε φασόν και είναι λογικό να τα δίνουμε; Και πως θα τα ξεχωρίζω;;

  1. Από εδώ:

Η «αφεντικίνα» μπορεί να το κάνει για τα λεφτά, αλλά δεν θέλει πίεση. Κι όταν κάποιος είναι ιδιόρρυθμος, είναι ταυτόχρονα και μερακλής στη δουλειά του. Δεν δουλεύει φασόν γαμήσι, «βάλε μια 69 με cim» και «πιάσε και μια doggie με anal», ό,τι γίνεται, αποφασίζεται επί τόπου…

  1. Από εδώ (τα links δικά μου):

Ποιος φταίει για το παγκόσμιο χάλι; Η μαϊμουδοδημοκρατία-φασόν με την οποία έχουν γεμίσει τον πλανήτη οι τοκογλύφοι απόγονοι του πορνοβοσκού για να κάνουν ανεμπόδιστα τις δουλειές τους; Ή μήπως η θρησκεία-φασόν με τους ψεύτικους παράδεισους και τους αληθινούς τραπεζικούς λογαριασμούς; Ή μήπως η τηλεοπτική παπάτζα-φασόν που κάνει τον μέσο φτωχομπινέ να πιστέψει ότι μπορεί να συμμετάσχει στο καταναλωτικό όνειρο;

Άσχετο: Ο Βέγγος και τα κροκί (=χάρτινα πατρόν). (από patsis, 23/08/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκνευρίζομαι σε εκρηκτικό βαθμό, νευριάζω πολύ και απότομα, τα παίρνω στο κρανίο, μου ανάβουν τα λαμπάκια, με πιάνουν τα διαόλια μου. Όλο αυτό συνήθως πυροδοτείται από κάτι εξωφρενικό που συνέβη και μ' αγγίζει, ίσως μια θρασεία συμπεριφορά που στρέφεται εναντίον μου, χωρίς να αποκλείονται όμως τυχαία περιστατικά που δεν έχουν να κάνουν με ανθρώπους.

Βασικό στοιχείο της σημασίας της έκφρασης είναι ότι, για τον άνθρωπο που παίρνει ανάποδες πρόκειται για εξαίρεση στον προσωπικό του κανόνα - δεν μιλάμε δηλαδή για γενικά ευέξαπτο άνθρωπο. Ίσως θυμίζει τον χαρακτηρισμό ανάποδος αλλά και την έκφραση «θα με μάθεις κι απ' την καλή κι απ' την ανάποδη», δεν προέρχεται, ωστόσο, από εκεί αλλά από το λεξιλόγιο των μηχανών εσωτερικής καύσης.

Τα κινητά μέρη μέσα στον κινητήρα (έμβολο κλπ) πρέπει να ακολουθούν πάντα μια προδιαγεγραμμένη και απολύτως συγχρονισμένη πορεία για να καεί το καύσιμο και να αποδώσει έργο. Το έμβολο (ή πιστόνι) κινείται γραμμικά, δηλαδή πάνω-κάτω μέσα στον κύλινδρο, ο διωστήρας (ή μπιέλα) μετατρέπει την κίνηση από ευθύγραμμη σε περιστροφική και την μεταδίδει στον στροφαλοφόρο άξονα. Από κει, πολύ-πολύ απλουστευτικά, μεταδίδεται στις ρόδες (αν μιλάμε για αυτοκίνητο) και τις περιστρέφει.

Η περιστροφική κίνηση της μπιέλας σε μια ορισμένη μηχανή γίνεται πάντα με συγκεκριμένη φορά, δεξιόστροφα ή αριστερόστροφα. Έλα όμως που σε κάποιες μηχανές υπάρχει η πιθανότητα, η μπιέλα και συνεπώς και ο στροφαλοφόρος και όλο το σύστημα να περιστραφούν αντίθετα απ' ό,τι πρέπει. Τότε λέμε ότι η μηχανή «παίρνει ανάποδες στροφές».

Από την μηχανολογική σκοπιά του πράγματος δυο περαιτέρω στοιχεία μας ενδιαφέρουν για το λήμμα: Πρώτον, ότι η μηχανή παίρνει ανάποδες στροφές εκεί που δεν το περιμένεις, ιδίως στην εκκίνηση και, δεύτερον, ότι η συμπεριφορά της μηχανής γίνεται ιδιαίτερα βίαιη, αφού λειτουργεί εντελώς αντίθετα στις κατασκευαστικές της προδιαγραφές, ακούγονται από μέσα σπαραχτικοί και εφιαλτικοί ήχοι και, αν δεν την σβήσεις, μάλλον θα σου βαρέσει μπιέλα και θα την πάρεις στο χέρι ή στην μασχάλη, που λέει κι ο επαγγελματίας.

Σημειώνω σαν trivia:
1. Μάλλον μόνο οι δίχρονες μηχανές μπορούν να πάρουν ανάποδες στροφές ή κυρίως αυτές.
2. Το φαινόμενο, γενικά, εννοείται ότι δεν είναι συχνό.
3. Μερικές μεγάλες ντιζελομηχανές πλοίων είναι φτιαγμένες να δουλεύουν και ανάποδα, αντί άλλου συστήματος, για την «όπισθεν».

  1. Από εδώ:
    Δεν με νοιάζει αν είστε κάποιοι κονομημένοι, μαγαζάτορες, άεργοι Ή απλά ηλίθιοι και μαζόχες. Άμα ακούω άνθρωπο να λέει καλά κάνουν και κόβουν τους μισθούς και τα δώρα παίρνω ανάποδες. Στις συναναστροφές μου έχω αρχίσει τα μπινελίκια σε όσους αρχίζουν τέτοιες πα... ιές.

  2. Από εδώ:
    θα μπορούσα να αναρωτηθώ «πόσο μαλάκες είμαστε;» Ήρθαν χθες τα τέλη κυκλοφορίας του αμαξιού μου και πήρα ανάποδες. 202 ευρώ από 168 αύξηση 20%. Και εγώ φέτος πήρα αύξηση 3%. Τι σχόλιο να κάνω για να μην αρχίζω να βρίζω τον ανιψιό του θείου, τον bonnet du cheval και τους λοιπούς μαθητευόμενους μάγους;

  3. Από εδώ (διασκευή):
    Και μια τελευταία ερώτηση... μάλλον από τα xp είναι το πρόβλημα. όταν παίζω και πάω να κερδίσω (πέντε με έξι φορές μου το έχει κάνει) μου βγάζει ένα μήνυμα ότι πρέπει να τερματιστεί το Online.exe και ζητούμε συγνώμη (μας υποχρέωσες) κτλ (ο Υ/Η είναι καθαρός ούτε virus ούτε τίποτα). Πως μπορώ να το διορθώσω αυτό το πρόβλημα;... Παίρνω ανάποδες να μου τερματίζεται. Παίζω με το άγχος μην μου τερματιστεί γιατί αν τερματιστεί την ώρα που παίζω, χάνω και το θέμα είναι να χάνω όταν δεν παίζω καλά και όχι επειδή το θέλει ο υπολογιστής με τα errors του.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Mάχιμος / μαχιμότητα: Υπάρχουν ήδη 2 ορισμοί, σωστοί πλην τηλεγραφικού χαρακτήρα, οι οποίοι επιβάλλεται όπως ενσωματωθούν σε ένα ευρύτερο πλαίσιο.

Μάχιμος είναι:

1α. (Στρατός Ξηράς) Ο υπηρετών σε μονάδα εκστρατείας, ανεξαρτήτως της ειδικότητάς του, π.χ. μπορεί να είναι και εσχαρέας (μάγειρας). Όπως όμως τα πάντα σ' αυτή τη ζωή είναι σχετικά, έτσι και η μαχιμότητα είναι σχετική: ακόμη και η πιο προβλεπέ και μαύρη μονάδα εντός των συνόρων, δεν συγκρίνεται με το να πας ως Ειρηνευτική Δύναμη σε εμπόλεμη περιοχή (Βοσνία, Αφγανιστάν κλπ). Τότε η μαχιμότητά σου αγγίζει - και ενίοτε ξεπερνά - τα όρια της στρατοκαυλίασης.

1β. (Πολεμικό Ναυτικό) Ο υπηρετών σε πολεμικό πλοίο και όχι σε υπηρεσία ξηράς (γραφειάς/γραφειάκιας). Λέγεται και στολαίος, επειδή υπηρετεί στο Στόλο. Ο όρος αναφέρεται πλέον μόνο σε καραβανάδες (μονιμάδες), καθώς οι ναύτες (κληρωτοί), που έχουν φύγει απ' τα πλοία εδώ και 4-5 χρονάκια, τοποθετούνται για όσο κρατά η θητεία τους μόνο σε υπηρεσίες ξηράς. Οι στολαίοι παίρνουν και κάτι ρημαδολεφτά παραπάνω (επίδομα Στόλου), αλλά τι να το κάνεις αν τρώς στη μάπα τη λαμαρίνα μια ολόκληρη ζωή... Οι στολαίοι κράζουν τους γραφειάκηδες, δε θα τους χάλαγε όμως καθόλου να βρίσκονταν στη θέση τους.

1γ. (Στρατός γενικά) Ο ένοπλος, αυτός που με βάση το χαρακτηρισμό του, μπορεί να κρατήσει όπλο. Το Ι4 π.χ. δεν είναι μάχιμο, συνεπάγεται άοπλη θητεία. Ο κατεξοχήν γιωτάς είναι βέβαια ο Ι5, όμως και με Ι4 σου κολλάν τη στάμπα. Τip: ακόμη κι αν έχεις υπηρετήσει ως Ι4, μπορείς αφού απολυθείς να το αποχαρακτηρίσεις και να το κάνεις ένα πεντακάθαρο Ι1, αν βέβαια έχεις τις σωστές άκρες.

1δ. (Στρατός γενικά) Οι par excellence μάχιμοι είναι ασφάλουσλυ οι άνδρες (εσχάτως και γυναίκες) των Ειδικών Δυνάμεων: καταρχήν Ο.Υ.Κ.άδες (σλανγκιστί βατράχια ή οΰκια), επίσης λοκατζήδες, καταδρομείς, αλεξιπτωτιστές κ.α. Άπαντες πάσχοντες από οξεία στρατοκαυλίτιδα.

1ε. Αυτός που εχει εντρυφήσει στα μυστικά των πολεμικών τεχνών (καράτε, κικ-μποξ κτλ) και ωσεκτουτού είναι επαγγελματίας δείρτης και απεχθάνεται - ωιμέ! - το κλασικό ελληνικό βρομόξυλο. Σημασία που εντάσσουμε καταχρηστικά στις στρατιωτικές.

  1. Γενικά ο ενεργητικός άνθρωπος, ο ακαταπόνητος, αυτός που δεν το βάζει κάτω στις δυσκολίες, αυτός που δε μασάει με τίποτα, αυτός που στίβει τη ζωή και πίνει τους χυμούς της. Ο αεικίνητος (σα να έχει καρφιά στον κώλο του), ο ανήσυχος, ο νεωτεριστής, ο καινοπρεπής.

Η σημασία αυτή μπορεί να θεωρηθεί δευτερογενής, παράγωγη εκ της πρώτης, της αμιγώς στρατιωτικής. Τα όρια ωστόσο μεταξύ των δύο, κάθε άλλο παρά σαφή είναι: κλασικό παράδειγμα μαχιμότητας εν ευρεία εννοία, οι Αθηναίοι του Χρυσού Αιώνα του Πέρι, για τους οποίους γράφει ο Κορνήλιος Καστοριάδης στη Φαντασιακή Θέσμιση της Κοινωνίας.
Εν προκειμένω η περιπτωσιολογία είναι ανεξάντλητη:

2α. μάχιμος είναι ο κοτσονάτος λεβεντόγερος (ενδεχομένως και σεξουαλικά ενεργός, αυτό όμως δεν είναι απαραίτητο).
2β. μάχιμος είναι ο ταρίφας που δεν ανήκει σε εταιρεία και την παλεύει μόνος του.
2γ. μάχιμος είναι ο δικηγόρος που εξασκεί τη λεγόμενη δικηγορία του πεζοδρομίου ή μαχόμενη δικηγορία (συνεχές τρέξιμο σε δικαστήρια κλπ) και δεν είναι βολεμένος σε κανά γραφείο με πάγια αντιμισθία κλπ κλπ

  1. Σε πορείες / διαδηλώσεις / δημόσιες διαμαρτυρίες, μάχιμοι εν ευρεία εννοία είναι βέβαια όλοι οι συμμετέχοντες, όμως εν στενή εννοία είναι ένα πολλοστημόριο του όγκου των διαδηλωτών. Συνήθως πρόκειται για το περίφημο Black Bloc, παίζει όμως και να είναι απλά κάποιοι ανερμάτιστοι μπαχαλάκηδες. Εν προκειμένω διαγράφεται ανάγλυφα το ζήτημα της σχετικοποίησης της μαχιμότητας, στο οποίο τόσο είχε επιμείνει ο xalikoutis εδώ.

  2. Στο χώρο των μηχανοκίνητων, μάχιμος χαρακτηρίζεται οδηγός καυλοτίμονος, συνήθως χεράς, που φτάνει το αμάξι/μηχανάκι στα όριά του, του ρουφάει το αίμα, το λιώνει, του δίνει τα πιστόνια στο χέρι κλπ. Ο μάχιμος κατά κανόνα διαθέτει και μάχιμο εργαλείο, πολεμικό, κωλοφτιαγμένο, χωρίς πολλά λούσα και ανέσεις. Οι έμπειροι του χώρου είναι σε θέση να ξεχωρίζουν από κάποια σημάδια στο όχημα, το βαθμό μαχιμότητας του οδηγού και τις ικανότητές του, π.χ. στις μοτοσυκλέτες μπορείς να καταλάβεις αν κάποιος πλαγιάζει επικίνδυνα - άρα είναι μάχιμος και πολεμιστής - κοιτώντας τα φαγώματα στα πέλματα των ελαστικών.

  3. Μάχιμος είναι και ο τύπος που χώνεται άνετα σε καυγάδες / μανούρες / τσαμπουκάδες, δεν κωλώνει και δεν είναι τζάμπα μάγκας.

Οι κατηγορίες 3-5 είναι στην ουσία υποκατηγορίες της 2., λόγω όμως της συχνότητας με την οποία χρησιμοποιούνται, προτιμήθηκε η αυτοτελής πραγμάτευσή τους.

1α. - Γουστάρω μαχιμότητα ο δικός σου! Τα βρόντηξε όλα και τραβήχτηκε Κόσοβο! Αλλά βέβαια είχε ανάγκη και τα γκαφρά...

1β. - Που υπηρετείς, στολαίος ή ξηρά;
- Στόλο, το κέρατό μου μέσα.
- Φρεγάτα ή Ταχέα Σκάφη;
- Άσος.
- Μάχιμος κανονικά και με το νόμο δηλαδής...

1δ. - Εγώ αγόρι μου μόνο Ειδικές Δυνάμεις πηγαίνω.. Πάντα μάχιμος ήμουνα, σιγά τωρα μην παω να κάνω κανονική θητειούλα μαζί με τους φλωρούμπες.

  1. - Ρε φίλε δουλεύεις κάθε μέρα 12 ώρες, συν Κυριακές, συν αργίες, συν τα έξτρα σου, συν δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο. Νταξ, είπαμε να είσαι μάχιμος αλλά μην ξεχνάς οτι έχεις και μια οικογένεια που θέλει να σε βλέπει καμιά φορά.

  2. (στο φανάρι)
    - Πωω, φάε ρε συ λάστιχο που έχει ο τύπος! Το 'χει λιώσει μιλάμε, κοντεύει να φανεί η ζάντα! - Φαίνεται μάχιμο το παλικάρι, το πολεμάει καλά...

  3. - Φίλε είχαμε τρελό σκηνικό χτες βράδυ στο μαγαζί! Κοίταξε κάποιος τη γκόμενα του Κωστάκη κι αυτός τον έκανε μαύρο στο ξύλο! Το 'ξερα πως ήταν μάχιμος, αλλά όχι κι έτσι!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η φραπομούνα, η νέα -μούνα, που, αν δεν την είχε ανακαλύψει ο Vrastaman, θα έπρεπε να την εφεύρουμε, συνδυάζει δύο από τις μεγαλύτερες εποποιίες του σάιτ μας: Την saga του φραπέ και την saga της -μούνας. Πρόκειται για μια ιδεώδη σλανγκική σύνθεση, μια σλανγκική Dream Team, που θα μπορούσε να συγκριθεί μόνο με μια *λολομούνα, ένα *λολοφραπέ, ή ένα frappé dentatum, τα οποία δεν μπορούν να υπάρξουν, οπότε την καθιστούν μοναδική.

Νιώθω μικρός για να περιγράψω τοιαύτη σλανγκική οντότητα. Οπότε περιμένοντας να συμπληρωθώ ή και να διαψευστώ από έτερο Σλάνγκο επιθυμώ ως νύξη μονάχα να εισαγάγω μια ρεβιζιονιστική υπόθεση εργασίας.

Αν ως φραπεδιάρα εννοούμε την επαγγελματία του φραπέ και φραπαιδοιάρα (κατά Γκατσάνδρα) την μουνάρα τοιαύτη, τότε η φραπομούνα είναι ο generic term, που περιλαμβάνει και τις ερασιτέχνιδες και ίσως κυρίως αυτές.

Κι έρχομαι στον ρεβιζιονισμό: Μια περίπτωση φραπομούνας παρουσιάζει ο Luis Bunuel (Ισπανός, άρα μεσογειακή διαστροφή) στην ταινία του «το Ημερολόγιο μιας Καμαριέρας» (Le Journal d' une Femme de Chambre) με Μισέλ Πικολί και Ζαν Μορώ (ή Μωρό;). Εκεί η φραπομούνα είναι μια θεούσα, που δεν θέλει να κάνει σεξ με τον άντρα της σε περίοδο νηστείας, και ο εξομολόγος της την συμβουλεύει να κάνει φραπέ για το καλό και των δύο. Καθότι το φραπέ (εφόσον γίνεται αλτρουιστικά) σε αντίθεση με το γαμήσι δεν είναι θανάσιμο αμάρτημα. Φραπεδιασθείς ήταν ο Μισέλ Πικολί, αναπληρωματική φραπεδιάρα το Ζαν Μωρό, κύρια φραπομούνα η Françoise Lugagne.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι γενικά εφόσον το φραπέ: α) Αφενός είναι κάτι εξαιρετικά αλτρουιστικό που δεν προσπορίζει ηδονή στην γυναίκα. β) Αφεδύο, είναι κάτι που δεν χαρακτηρίζει μια πιο τελειωμένη κοπέλα (με την καλή έννοια), όπως το στοματικό και το πρωκτικό.

Τελικά, το φραπέ χαρακτηρίζει μια κατά βάση συντηρητική γυναίκα, η οποία είναι ενσωματωμένη σε πατριαρχικές δομές, αλλά χωρίς να γίνεται σκλάβα του σεξ. Θέλει να παρέχει ηδονή στον κύρη του σπιτιού και να τον οδηγήσει στην ολοκλήρωση. Αυτό φαίνεται και σε περιπτώσεις, όπου λόγω περιόδου, προχωρημένης εγκυμοσύνης, ίσως πένθους, ή κάποιου ψυχολογικού λόγου, ή λόγου υγείας, η φραπομούνα δεν μπορεί να κάνει κολπικό σεξ, αλλά δεν είναι και έτοιμη να πει στον παρτενέρ της μεγαλόψυχα κι αν έχω και περίοδο, έχω και άλλη δίοδο ή να γίνει τίγραινα για χάρη του έρωτά τους. Είναι όμως πρόθυμη να παράσχει απλόχερα το καφέ της Χαράς.

Οπότε την φραπομούνα την αντιλαμβάνομαι βασικά ως μια παραδοσιακή μορφή της καλής νοικοκυράς, που είναι δούλα και κυρά, μιας ευμενούς δέσποινας που ξέρει να τηρεί τις ισορροπίες για να στηρίξει το σπιτικό της.

Βεβαίως, ίσως αδικώ το φραπέ παρουσιάζοντας το ως γινόμενο μόνο εξ ανάγκης (περίοδος, εγκυμοσύνη, λόγοι υγείας). Μπορεί να γίνεται και στα πλαίσια μερακιών στα προκαταρκτικά ή και στα άφτερ, ή από τον πρώτο γύρο στον δεύτερο και το νιοστό στα πλαίσια ορθοπεϊκής ασκήσεως. Ή όταν οι παρτενέρ ροντάρουν κι είναι σαν δυο παιδιά που ανακαλύπτουν τον κόσμο. Σε κάθε περίπτωση πάντως η φραπομούνα μου κάνει για χειρώναξ και μου θυμίζει αυτές τις δυνατές Ελληνίδες της παράδοσής μας, που ήξεραν να στηρίξουν το σπίτι τους, το νοικοκυριό, τον Ελληνισμό. (Άλλωστε, όταν οι άλλοι δεν είχαν ακόμη ανακαλύψει τον καφέ, εμείς είχαμε αναγάγει σε τέχνη το ανασεισιφαλλίζειν).

Τα πράγματα αλλάζουν με τις επαγγελματίες φραπομούνες. Αφενός είναι οι φραπεδιάρες των ευαγών ιδρυμάτων. Που κι αυτές στο κάτω κάτω είναι συγκριτικά αξιοπρεπείς παρουσίες. Όπως και οι φραπομούνες διαφόρων στυλ peep show (όχι απαραίτητα πιπ σόου), ιδίως στο εξωτερικό, που κι αυτές μπορεί να είναι πτωχές πλην τίμιες βιοπαλαίστριες, όπως έδειξε πρόσφατη αγγλική ταινία. Αφεδύο, πρωταγωνίστριες τσόντας που ρίχνουν τον φραπέ είτε για λόγους ορθοπεϊκής, είτε στην τελική διασπερμάτευση, κατά το διαφημιστικό σλόγκαν μην τα πιείτε, λουστείτε.

Ενδιάμεση κατηγορία μπορεί να αποτελέσουν οι παιγνιώδεις φραπομούνες, που το εξασκούν σε λάθος ώρες, λ.χ. κατά την οδήγηση, αντί ξυπνητηριού, για να σου αποσπάσουν την προσοχή από την δουλειά ή από την λημματογράφηση στο slang.gr κ.τ.λ. Σε φραπομούνες αποδίδονται πολλά από τα αυτοκινητιστικά ατυχήματα εν Ελλάδι.

Συνώνυμο: αυνανισμός à deux (κατά το ναρκισσισμός à deux).
Υπερθετικό: φραπομούνα με ρόζους.
Αντίστοιχο του vagina dentata: φραπομούνα με νύχια, vagina unguita.

- Τά 'μαθες; Θα κυκλοφορήσει το σίκουελ του Teeth! Λέγεται Nails κι έχει πρωταγωνίστρια μια φραπομούνα που ευνουχίζει τους εραστές της με τα νύχια της!
- Ετς! Γουστάρω! Θα φχαρστθούμε ταινία τρόμου! Μόνο μπλακ δικέ μου!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία