Επιπλέον ετικέτες

Φανταστικό τοπωνύμιο που έχει ως σκοπό να δηλώσει χώρα εξωτική, απομεμακρυσμένη και πάνω απ'όλα υπανάπτυκτη. Μια χώρα παράδειγμα προς αποφυγήν.

Πιθανή ετυμολογία των συνθετικών της λέξης:

Γκουαλντα-: Αναγραμματισμός του «Guadal-», όπως αυτό συναντάται στα Guadalajara, Guadalcanal),

-μπουγκ-: Μάλλον τμήμα της στερεότυπης «κραυγής αγρίων», «ούγκα-μπούγκα»

-ντάλα: Ινδοπακιστανίζουσα κατάληξη όπως στα Ζιγκουάλα, Μαντουβάλα, Kerala.

«-Κοίτα κάτι πράματα! Ο γιος της Κυραμήτσαινας τελείωσε το διδακτορικό του στη Ζαμπονοκοπτική με Ποζιτρόνια σε μόλις δύο χρόνια και τώρα έγινε λέκτορας! - Σιγά τα ωά, κι' εγώ αν ήμουνα στο πανεπιστήμιο της Γκουαλνταμπουγκντάλας θα είχα έξι πτυχία να 'ούμε».

Ουτοπίες της καθομιλουμένης και της αργκό: Γκουαλνταμπουγκντάλα, Δρυμίκλανα, Ίφκινθος, Κουραδόκαστρο, Κωλοπετεινίτσα, Λέτσοβο, Σέκλανα, Τζιβιτζιλοχώρια.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το συμπληρωματικό του Ελλαδιστάν και του Γιουνανιστάν. Τα δύο τελευταία είναι η ανατολικότροπη Ελλάδα με το ραχάτι, την μοιρολατρία και τον σταρχιδισμό. Το Ελλαδέξ είναι το άλλο μισό της εικόνας. Η Ελλάδα ως μεταπράτης της Δύσης. Που παίρνει έτοιμα και εισαγόμενα τα αποτελέσματα της βιομηχανικής επανάστασης και τα «μετακενώνει» (κατά Κοραή) - προσγειώνει στον ελλαδικό χώρο χωρίς μετοχή στις διεργασίες και τις ζυμώσεις που τα γέννησαν στην Δύση.

Το Ελλαδέξ είναι μια χώρα προκάτ, που μοιάζει με τα αντίστοιχα προϊόντα με πέραση στις περασμένες δεκαετίες, όπως Ούλτρεξ, Σπορτέξ, Πυρέξ, Αφρολέξ, Λατέξ, Μουλινέξ κ.ο.κ. Η πατρότητα του όρου ανήκει στον πολύ Γιώργο Σεφέρη! Τον χρησιμοποίησε σε βινύλλιο και ο Λογοθετίδης στα '70ς. Και τον χρησιμοποιεί κατά κόρον ο Χρήστος Γιανναράς, αλλά και διανοούμενοι και στο άλλο άκρο του ιδεολογικού φάσματος.

  1. (Από «ΗΜΕΡΗΣΙΑ»):
    Ελλαδέξ. Αυτήν ξέρετε, αυτήν εμπιστεύεστε!

  2. (Ειρωνική διερώτηση Γιανναρά σε συνέντευξη):
    «Απορώ γιατί καθυστερούν τα Σκόπια να μας αλλάξουν το πλασματικό »Ελλάδα« σε κυριολεκτικό «Ελλαδέξ».

  3. (Από το e-rooster):
    Στο Ελλαδέξ πλέον, δεν είναι το κράτος που έχει το “μονοπώλιο της βίας”, αλλά η αριστερά, μόνο αυτή μπορεί να βιαιοπραγεί και μάλιστα ατιμώρητα, συνεπώς πρέπει να αναλάβει και τις ευθύνες της αστυνόμευσης, αφού θεωρεί την αστυνομία επικίνδυνη και λίγο-πολύ ζητά την κατάργησή της.

"Η Ελλάδα του Ελλαδέξ", ήταν η έκφραση του μεγάλου ποιητή για την χώρα μας (από Hank, 20/01/09)πάρε πάρε! (από Vrastaman, 20/01/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Περιγραφή της Ελλάδος που της δίνει τις αξίες και τις αρχές ιδίου επιπέδου με άλλες «προηγμένες» χώρες όπως το Αφγανιστάν, Καζακστάν, Τουρκμενιστάν με σκοπό να τονίσει το πόσο πίσω είμαστε ή το πόσο υποανάπτυκτα φερόμαστε μερικές (;) φορές.

Είδες προχθές τι γινόταν στο ΙΚΑ/ΕΦΟΡΙΑ/ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ/ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ/ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ/ΓΗΠΕΔΟ; Σκέτο Ελλαδιστάν!

Δες και Ελλαδιστανός.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκεί που πάνε οι έρωτες όταν πεθάνουν.

Χώρισα χθές με τον Γιώργο... Εξάλλου δεν ένιωθα τίποτα πια... Άλλος ένας στο ερωταφείο.

(από Galadriel, 07/03/09)Απίστευτη σπατάλη εύρους συχνοτήτων, ήτοι δημόσιας περιουσίας. Ερωτοδικείο, New Channel, δεκαετία του \'90. (από patsis, 18/03/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Νησί της άγονης γραμμής. Έχει φανταστικές παραλίες, 0.4 κατοίκους, ένα γαϊδούρι, έναν πάγκο που πουλάει μόνο μπαταρίες, λεμονάδες Κλιάφα και προφυλακτικά, και μια ελιά στη μέση. Πρόκειται για τον ιδανικό προορισμό για τους εντεχνindie, τα μέλη της νεολαίας συνασπισμού και νεανίες βορείων προαστίων σε κρίση επαναστατικότητας, διότι εκτός από τα παραπάνω έχει τουλάχιστον τρεις συλλαβές όπως κάθε σχετικό νησί που σέβεται τον εαυτό του.

Όλα αυτά θα ήταν ωραία αν η Ίφκινθος (if + κινθος) υπήρχε. Στην πραγματικότητα αποτελεί ιδανική απάντηση στον μονόλογο ενός από τους παραπάνω ενώ κοκορεύεται για το πόσο ωραία πέρασε στην Κάσο, την Ελαφόνησο, ή την Οινούσα. Εκεί ο αναφέρων την Ίφκινθο απολαμβάνει την έκφραση των συνομιλητών του που τολμούν να μην γνωρίζουν αυτόν τον επίγειο μικρό παράδεισο.

- Που λες Μάκη, άλλο πράμα η Μακρόνησος... Παραλίες, σκηνές δίπλα στην θάλασσα, κάτι ψαρούκλες ναα (μετά συγχωρήσεως), μόνο 4 κάτοικοι και μια καντίνα... Ιστορικό υποόβαθρο... Αυτές ήταν διακοπές...
- Νταξ... Μακρόνησος... Λαστ Γίαρ... Εγώ φιλαράκι πήγα Ίφκινθο... Τι να μου πεις και συ...
- Ίφκινθο; Τι είναι αυτό ρε Μάκη;
- Καλά τίποτα δεν ξέρεις; Εκεί ήταν εξόριστος τον 15ο αιώνα ο Ολλανδός πρωτοαναρχικός Φαν Μπρόικελεν... Άλλη φάση αγόρι μου, τι να κλάσει η Μακρόνησος...

Ουτοπίες της καθομιλουμένης και της αργκό: Γκουαλνταμπουγκντάλα, Δρυμίκλανα, Ίφκινθος, Κουραδόκαστρο, Κωλοπετεινίτσα, Λέτσοβο, Σέκλανα, Τζιβιτζιλοχώρια.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Από την ατάκα στο Ntoltse vita καθώς κ το φερώνυμο club του Κολωνακίου. Αντί του «και καλά». Αρχικώς πρωτοχρησιμοποιηθείσα από τον Πλανήτη...

- Μαλάκα μάς πουλάει τρελή μούρη η γκόμενα ότι και καλούα είναι μοντέλο.
- Ρε ουστ!!!!

Δες και καικαλούας/-ού.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μεταμεσονύχτιο μαγαζί που προσφέρει βαριά λαϊκή μουσική και ποτό αμφιβόλου ποιότητος ενώ προσφέρεται για υπερβολές και ασωτίες σε άτομα που θέλουν να καούν ή που είναι ήδη καμένα.

Τέτοια μαγαζιά είναι κυρίως συνοικιακά σκυλάδικα που οι τοίχοι τους έχουν ποτίσει από μυρωδιά τσιγάρου και οινοπνεύματος με χαρακτηριστικά λιτό ντεκόρ περασμένων δεκαετιών ενώ σε καμία περίπτωση δε διαθέτουν ζωντανή μουσική.

Δεν είναι κωλόμπαρα αλλά ούτε απέχουν και πολύ απ' αυτά ενώ διαθέτουν φανατικούς θαμώνες, αρκετούς με λερωμένο ποινικό μητρώο.

Συνώνυμα: μπιστολάδικο, μπουζουκλερί, γαβγάδικο κ.α..
Σχετικό: τελειωμενάδικο.

- Τι να απέγινε ρε 'συ ο Στέλιος ο δάσκαλος;
- Πάει αυτός, χάθηκε. Μέτα που βγήκε από τη στενή συχνάζει όλο σε κάτι καμενάδικα, σ' αυτά που σου βάζουν ουίσκι από μπουκάλι με δίχως μπίλια και ανοίγουν σαμπάνιες χωρίς αλκοόλ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η τουαλέτα, το μέρος.

Το κατουράδικο δεν πρέπει να συγχέεται με τον κατουρώνα, καθώς το δεύτερο λήμμα χρησιμοποιείται για ανοιχτούς και απόμερους χώρους όπου μετατρέπονται σε τουαλέτα απ' τους περαστικούς, ενώ το κατουράδικο βρίσκεται υποχρεωτικά εντός κτιρίου ή είναι φυσική προέκταση κτιρίου (εξωτερική τουαλέτα).

  1. Καλησπέρα Δημήτρη, που το 'χετε το κατουράδικο εδώ; Πάει να σπάσει η φούσκα μου! (πελάτης που μπαίνει σε νέο γραφείο)

  2. Γέρο μου, μιλάμε ο άλλος έφτιαξε ψησταριά και δεν σκέφτηκε πως το μαγαζί χρειάζεται κατουράδικο! Μετά μου λες εσύ, πώς θα αλλάξει η Ελλάδα... (Ομιλία σε συνέδριο για την επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα)

Δες και -άδικο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το καφενείο, όπου συχνάζουν κάφροι, κυρίως οπαδοί αθλητικών ομάδων με διαταραγμένας τας φρένας.

  1. Προσωπικότης διαταραγμένη . Γίνεται γαύρος σε ιχθυοπωλείο όταν βλέπει καφρίλερ. Συχνάζει σε καφρενείο και πίνει γάλα. Ελλαδιστάν. (Από το Τουίτερ).

2. Οπως στο χωριο ο καθενας εχει το καφρενειο του και ΟΥΔΕΠΟΤΕ παει στο διπλανο.

3. Αυτή η έδρα, το καφρενείο, πρέπει να είναι άδεια στην τελευταία αγωνιστική!!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Συνάθροιση κλανιάρηδων.

-Αμάν ρε μαλάκες, κλανοπάζαρο το κάνατε! Ανοίχτε κάνα παράθυρο τουλάχιστον!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία