Επιτηδευμένη άρνηση αποδοχής (sic) της δυσκολίας ή του περιπλόκου μιας κατάστασης. Ειδικότερα και κυριολεκτικότερα, άρνηση του παλιού, εμπειρικού μάστορα να αποδεχτεί ότι δεν καταλαβαίνεις:

α) τί σου εξηγεί, ή

β) τον τρόπο που σου ζητάει να τον βοηθήσεις, ή

γ) ότι η επιμονή σου στη λεπτομέρεια και οι εύλογες απορίες που ενδεχομένως έχεις λόγω απειρίας ή λόγω αντιφατικών προς την προκείμενη περίπτωση εμπειριών / γνώσεων / κοσμοθεωρίας επιβαρύνουν τη μεγάλη εικόνα (συνήθους τ. «Άντε να τελειώνουμε , έχω κι άλλες δουλειές / ουζοκατανύξεις στο ταβερνείο / πρέφα στο καφενείο / μπάρμπεκιου με τους κουμπάρους κλπ»).

Εναλλακτικά σημαίνει ότι αρνείται να δεχτεί ο μάστορας ότι, όλα τα παραπάνω σωρευτικά, λαμβάνουν χώρα στο πλαίσιο δικής σου άρνησης να μη γίνει η μαλακία που θα σε ξαναβάλει στη διαδικασία να ξηλώνεις και να ξαναφτιάχνεις από την αρχή, να πληρώνεις γαμησιάτικα μεροκάματα και υλικά. Η τέχνη του πολέμου το είπε ξεκάθαρα άλλωστε:«οι πολλοί υπολογισμοί οδηγούν στη νίκη και οι λίγοι στην ήττα.»

Σε πρώτη φάση, ο μάστορας επίκειται να περηφανευτεί ότι είναι μεν του δημοτικού, αλλά έχει τελειώσει το πανεπιστήμιο του πεζοδρομίου με μεταπτυχιακό στη μαστορική κι αφενός είναι αυτή ακριβώς η τριβή που τον καθιστά αυθεντία αδιαμφισβήτητη σε θέματα της δουλειάς. Αφετέρου, η καλλιτεχνική ελευθερία, η δωρικού τύπου επικοινωνία και η λακωνική προσέγγιση στην επίλυση των καθημερινών πρακτικών προβλημάτων που κατά κόρον αντιμετωπίζει, ουδεμία σχέση έχουν ασφαλώς με τα θεωρητικά αδιέξοδα που συστηματικά κι αχρείαστα εγκαθιστά η προχωρημένη μόρφωση (παραμόρφωση;) τόσο στον ανθρώπινο νου, όσο και στη μαστορική ολοκλήρωση.

Σε δεύτερη φάση κι επιβεβαιώνοντας τα παραπάνω, σου αμολάει ένα «γράμματα είναι;» για να ακυρώσει την πολυπλοκότητα της σκέψης που ενδεχομένως επιστρατεύεις για να κατανοήσεις την κατ’ αυτόν απλοϊκή και ξεκάθαρη κατάσταση, που δεν απαιτεί βεβαίως ούτε λογική διεργασία, ούτε ερμηνεία, ούτε κατανόηση, ούτε αφομοίωση όπως τα «γράμματα», αλλά απλή υλοποίηση της εντολής. Υπό αυτό το φως, δεν είναι διόλου τυχαία η ημιστρατιωτική περιβολή των μαστόρων που συχνά λανσάρουν κάτω ή πάνω μέρος της φόρμας παραλλαγής ως διαρκή υπενθύμιση ότι έχουν μαθητεύσει αρκούντως σε θέματα ιεραρχίας και υλοποίησης εντολών.

*«γράμματα»: ορίζουν μαστορικώς το απόλυτα διευρυμένο κι αόριστα νεφελώδες σύνολο των γνώσεων που πραγματεύεται η εκπαίδευση σε όλες τις βαθμίδες της, σύνολο θεωρητικών ως επί το πλείστο γνώσεων που στοιχειώδη μόνο εφαρμογή μπορούν να βρουν στην καθημερινή επαγγελματική ζωή του μάστορα.

Υγ. Προς υπεράσπιση πάντως των μαστόρων, οι Έλληνες έχουμε μια ακατανίκητη τάση να τα ξέρουμε όλα και να παρεμβαίνουμε είτε με κινδυνολογικά σενάρια πριν ή θεός φυλάξοι με κηρύγματα αφού επισυμβεί η ζημία, ενώ αν τυχόν προληφθεί δια της παρέμβασης μας η ζημία τότε είναι που μπαίνει η κασέτα για το ποιος έσωσε την παρτίδα, τη μέρα, τον κόσμο κλπ. (Βλ. σχ. Glengarry Glen Ross αξεπέραστη ατάκα «let me buy you a pack of gums, I ll show you how to chew it»).

- Μάστορα να βοηθήσω;
- Μέτρα δέκα πόντους από τη γωνία και τράβα μια μολυβιά να κόψουμε το πλακάκι. - Όποια γωνία να ναι; Μου φαίνονται διαφορετικές... για να δω και τα άλλα πλακάκια... με το μολύβι θα φαίνεται; Έχει κάτι γρατζουνιές, μην τις μπερδέψουμε με μολυβιές... Τους δέκα πόντους από πού τους μετράς; Το μέτρο έχει ένα κενό πριν αρχίσει την αρύθμιση... μήπως βγουν παραπάνω οι πόντοι; Κι άμα το πλακάκι δεν κάθεται καλά; Μήπως θέλει στοκάρισμα εδώ ο τοίχος; - Αμάν ρε αγόρι μου, γράμματα είναι; Τράβα μια μολυβιά που σου λένε... - Ρε μάστορα δες το, για να σου λέω..
- Άστο, άστο.

στο 2:05 (από vanias, 15/07/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σχέδιο σε σχήμα V, που θυμίζει... ψαροκόκκαλο.

Το λέμε κυρίως

α. για παρκέ (που θεωρείται το πλέον ακριβό και σπανίζει -για την ακρίβεια σπανίζει το εξαιρετικά καλοφτιαγμένο) ή για κεραμικό πλακάκι κλπ,
β. για είδος ύφανσης σε χοντρό συνήθως ύφασμα (μάλλινο, τουίντ κλπ) που επίσης θεωρείται σικάτο και ακριβό,
γ. για τον μπακλαβά του πέλματος στα λάστιχα αυτοκινήτου.

  1. Κυρία μου, θα σας έλεγα να μην πειράξετε το παρκέ. Είναι ωραιότατο κι ας είναι παλιό. Σε ένα σημείο μόνο είναι το πρόβλημα. Θα σας κάνω ενέσεις πολυουρεθάνης, η οποία θα μπει από κάτω και θα στηρίξει τα ξύλα να μην τραμπαλίζουν. Δεν θα φαίνεται τίποτα και δεν θα χρειαστεί τίποτ' άλλο. Αλλιώς θα πρέπει να το ξηλώσετε όλο και δεν θα ξαναγίνει ποτέ σωστά. Κανείς δεν ξέρει πια να δουλεύει σωστά τέτοιο ψαροκόκκαλο.

  2. Μπα μπα μπα... Και παλτό ψαροκόκκαλο η κυρία... Πού το κονόμησες;

  3. Άλλαξα μάρκα γιατί ήθελα το πέλμα ψαροκόκκαλο που δεν έχουν τα καινούργια goodyear. Είχα νιώσει το απίστευτο κράτημα στο βρεγμένο και ήθελα ίδιο πέλμα.
    (από το δίχτυ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στα σλανγκομαστορικά ο όρος σκύλα έχει τρείς σημασίες τουλάχιστον:

α) Λοστός για ξεκάρφωμα καρφιών και ανασηκώματος ρολών (η χαρά του διαρρήκτη) ή άλλων βαρέων αντικειμένων (μήδι α).

β) Πένσα συγκράτησης με κεκαμμένα ράμφη, κοινώς γαντζοτανάλια (μήδι β).

γ) Κρίκος αυτοαπασφαλιζόμενος σε διασώσεις ναυαγών, ορειβατών και άλλων βαρβάτων ανδρών και γυναικών (μήδι γ).

Έμμεση ασίστ: Ιωνας στο λήμμα μαλάκας.

α) Πιάσε ρε Περικλή τη σκύλα και δεν ανεβαίνει το το γαμημένο.
- Μη λες ονόματα ρε πανύβλακα. Θες δωρεάν διακοπές;

β) - Κάλφαααα, πιάκε ρε παπάρι τη σκύλα και έλα να βαστάς, μαλάκα, κι έπεσε το χέρι μου!
- Μια στιγμή κύριε προϊστάμενε, διότι με ξύνει το δεξί.

γ) - Κάθε πουσουκού τώρα που πέσανε και τα χιόνια θα τρέχουμε να γλιτώνουμε τους μπούληδες τους Αθηνέζους και ούτε υπερωρίες, ούτε τίποτα.
- Δε λες τουλάστιχον που μας πήρανε αυτές τις σκύλες και μας πεθαίνει και κανένα ζωντόβολο λιγότερο ;

αυτη ειναι η γκαζοντανάλια (από ο αυτοκτονημενος, 30/10/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η λέξη προέρχεται από τα γαλλικά (marqué(e) που σημαίνει σηματοδοτημένο, κατηγοριοποιημένο, ταμπελαρισμένο). Στην ανωτάτη ελληνική μαστορική σλανγκ μαρκέ σημαίνει «για τον συγκεκριμένο τύπο». Ο χαρακτηρισμός μαρκέ πάει συνήθως σε εργαλεία και ανταλλακτικά. Κάποιες φορές (λανθασμένα κττμγ) υπονοεί και το «κατά παραγγελία» (custom made).

Όπως λέει και ο σύντροφος Μαρξ, σκοπός κάθε εταιρείας είναι η μεγιστοποίηση του κέρδους, και ύστερα όλα τα άλλα. Οπότε οι μεγάλες εταιρείες θέλοντας να βγάλουν και από την μύγα ξίγκι, πατεντάρουν μηχανισμούς και εξαρτήματα των τελικών βιομηχανικών ή καταναλωτικών προϊόντων τους. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, όταν αυτά τα μηχανήματα χαλάνε, ή όταν χρειάζονται συντήρηση, να αναγκάζουν τον ιδιοκτήτη να απευθύνεται στην ίδια εταιρεία (ή στο συμβεβλημένο συνεργείο, που ο μηχανικός του ακολουθεί συγκεκριμένα σεμινάρια και ο ιδιοκτήτης του πληρώνει νταβατζιλίκι στην μαμά εταιρεία). Άρα κονομάνε και από εκεί. Βεβαίως οι εταιρείες ισχυρίζονται ότι το κάνουν αυτό για την ασφάλεια του τελικού χρήστη, ώστε να μην ανοίγονται τα μηχανήματα από άσχετους και άλλα τέτοια φίδια...

Ένα παράδειγμα για να γινόμαστε πιο κατανοητοί: Τα μεγάλα επαγγελματικά εργαλεία της γερμανικής BOSCH (κομπρεσέρ π.χ.), για να τα λύσεις, έχουν γύρω στις δέκα ασφάλειες, που συγκρατούν τα εξαρτήματα μεταξύ τους. Κάποιες από αυτές είναι επίτηδες καλυμμένες ή περιπλεγμένες, δυσκολεύοντας ή καθιστώντας αδύνατον για κάποιον να τις απασφαλίσει (με τα κανονικά εργαλεία). Η BOSCH βέβαια παράγει και πουλάει (ακριβά) στα συμβεβλημένα συνεργεία, ένα εργαλείο (μαρκέ), ακριβώς για την αφαίρεση αυτών των ασφαλειών.

-Μάστορα, ψάχνω ένα εργαλείο για αυτό εδώ το παξιμάδι.
-Για δώσ' το εδώ. (βάζει γυαλάκι πρεσβυωπίας) Μπα δεν το 'χουμε. Είναι μαρκέ. Νομίζω ότι έχω δει ξανά τέτοια τετράγωνα μπουλόνια. Πρέπει να είναι από εξωλέμβια.
-Δίκιο έχεις, αλλά που θα βρω;
-Θα πάρεις τηλέφωνο στην εταιρεία από όπου την πήρες, και ή θα σου το πουλήσουν, ή θα σε στείλουν σε κάποιο συνεργείο εξειδικευμένο. Το μόνο που μπορώ να κάνω, είναι αφότου τα βγάλεις, να έρθεις εδώ και αν δεν είναι μαρκέ και τα μπουλόνια, να σου δώσω κάποια συνηθισμένα, να μην παιδευτείς την επόμενη φορά.
-Μερσί αφεντικό...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μαστορική σλανγκ που σημαίνει «ευθυγράμμιση με την νοητή συνέχεια μιας ευθείας». Εάν οι μάστορες έλεγαν όλο αυτό το μακρινάρι, θα ήταν décorateurs, και όχι παιδιά της πιάτσας, εξ ου και το περασιά με.

Χρησιμοποιείται από μαραγκούς, χτίστες, υδραυλικούς, γυψαδόρους, κάστορες, πάστορες κ.α. μάστορες.

- Αφεντικό πως θα φτιαχτεί το μπαρ;
- Δώσε βάση. Ξεκινάς από τον τοίχο και το φέρνεις μέχρι την κολόνα. Αλλά υπολόγισε, ότι δεν θα πάει περασιά με την κολόνα. Τρείς πόντους να τρώει η πλάτη του μπαρ την κολόνα. Και άλλους τρείς θα εξέχει ο πάγκος.

- Δεν μου είπες ότι γράφαμε διαγώνισμα σήμερα, να τα 'χω σκονάκι. Δηλαδή το καλούπι, αν είναι τρεις πόντους, περασιά με την κολόνα.
- Ετςςςς, μάγκα μου. Διαταγές της λούγκρας του -Αφεντικό πως θα φτιαχτεί το μπαρ;
- Δώσε βάση. Ξεκινάς από τον τοίχο και το φέρνεις μέχρι την κολόνα. Αλλά υπολόγισε, ότι δεν θα πάει περασιά με την κολόνα. Τρείς πόντους να τρώει η πλάτη του μπαρ την κολόνα. Και άλλους τρείς θα εξέχει ο πάγκος.
- Δεν μου είπες ότι γράφαμε διαγώνισμα σήμερα, να τα 'χω σκονάκι. Δηλαδή το καλούπι, αν είναι τρεις πόντους, περασιά με την κολόνα.
- Ετςςςς, μάγκα μου. Διαταγές της λούγκραςτου décorateur. Θέλει λέει να φαίνονται τρία επίπεδα.

- Μέεερα αφεντικό.
- Καλημέρα. Έκανες αυτά που σου είπα;
- Αλφάδι
- Πάω να δω τι μαλακίες έχεις κάνει
..........................
- Καλό... ωραία...... Την βρήκα τη μαλακία!! Ρε ανεπρόκοπε, τσακίσου έλα 'δω. - Ήρθα.
- Χθες δεν σου είπα πρόσεχε το τοιχαλάκι να το φέρεις περασιά με το δοκάρι, και όχι με την πόρτα;
- Σαν να θυμάμαι κάτι....αλλά κι έτσι, 'ν'ν' κακό...
- Τον κακό σου τον καιρό. Άντε τώρα ποιος ακούει τη γρίνια του Γιώργου. Άσε μπας και τον πείσω και το δεχτεί, αλλιώς θα 'ρθεις την Κυριακή να το γκρεμίσεις και να το ξαναφτιάξεις.
- Πάει το γήπεδο..... Θέλει λέει να φαίνονται τρία επίπεδα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Προσωνύμιο των τσιγάρων Καρέλια Κασετίνα (όχι της νεόκοπης χρυσής, μιλάμε φυσικά για το παλιό, Φίλτρο ή Πλακέ ή...). Αγαπημένο φτηνό τσιγάρο της εργατικής τάξης ανεξαρτήτως ηλικίας (με μόνο ανταγωνιστή το άσο φίλτρο και τα διάφορα άφιλτρα, αλλά με αρκετά σαφή υπεροχή, αν όχι στην συγκριτική κατανάλωση, τουλάχιστον στην αναπαράσταση της εργατιάς) και κάποιων μποέμ τύπων (όχι όμως των διανοουμενίζοντων που προτιμούσαν τα sante ή τα gauloises). Όλ' αυτά βέβαια πριν τα στριφτά, αλλά υπολειμματικά ακόμα και σήμερα υπάρχουν αυτές οι αντηχήσεις.

Ως φτηνό και βαρύ τσιγάρο έχει γενικά ταυτιστεί με τον εμβληματικό εργάτη της Ελλάδας, τον οικοδόμο, με το καρέλια στην κωλότσεπη ή την τσέπη του ποκαμίσου. Σχεδόν αποκλειστικά αντρικό τσιγάρο (αν δείτε γυναίκα να τα παίρνει, είναι πιθανά αντρολεσβία), που έχει ταυτιστεί και με άλλα σκληρά επαγγέλματα όπως του νταλικέρη (βλ. και την επίδρασή του στις φωνητικές χορδές) εξού καμιά φορά και νταλικέρικο, αλλά και του ναυτικού.

Γενικά το Καρέλια Κασετίνα θεωρείται τσιγάρο που «βρωμάει» λόγω του μη αρωματισμένου χαρμανιού (αλλά ας μην ανοίξουμε αυτή την κουβέντα), γι' αυτό και αποτελεί τον καλύτερο τρακαδιώκτη εναντίον ακόμα και των πιο των φανατικών καπνιστών Απόλλων.

Το παρατσούκλι μαστόρικο το άκουσα στην Ήπειρο, αλλά ενδεχομένως να λέγεται έτσι και αλλού. Μάλιστα, πέρα από την προτίμηση που του έδειχναν οι μάστοροι, λεγόταν έτσι γιατί το χρησιμοποιούσαν στις κατασκευές ως πρόχειρη γωνιάστρα, λόγω του τετράγωνου σχήματός του.

Εντελώς παρεκβατικά, να αναφέρω ότι οι Ηπειρώτες μαστόροι των γεφυριών δεν ξέρω αν κάπνιζαν καρέλια κασετίνα, αλλά είχαν τη δική τους slang, ειδικά οι εκ Κονίτσης, τα «κουδαρίτικα» ή «μαστόρικα». Μια σχετική φράση των κουδαρίτικων ήταν:
«Άραξι μια φουντιάρα» = Δώσε μου ένα τσιγάρο (κάποιες πληροφορίες εδώ).

- Πιάσε ένα καρέλια κασετίνα
- ... (πιάνει τη χρυσή)
- Όχι αυτό, το άσπρο.
- ... (Πιάνει μια χρυσή lights)
- Όχι αυτό, το παλιό, το φίλτρο...
- Το οικοδομικό;
- Το οικοδομικό... (γαμώτ, από πότε καρέλια κασετίνα είναι η χρυσή κασετίνα;)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία