Η ατημελήτως ξυρισμένη ή παντελώς αξύριστη θήλεια γάμπα, ως σλανγκιστί εκαλείτο κατά την των 90αζ δεκατίαν, ήτις καθίσταται εμφανής υπό του αδυνάτου ίνα κρύψει τις λεπτομέρειες καλσόνιου, ιδίως δε του λευκού.

(2 φίλοι στο Άλσος σχολιάζουν τον 3ο φίλο για το νέο του αμόρε)

1ος: Ωραίο το μικρό του Τόλη... Λίγο το δοντάκι το πεταχτό, λίγο το μαλλάκι αφανέ, αλλά θα το στρώσει, αυτός. Θα το σουλουπώσει...
2ος: Δεν είδες χαμηλά τι παίζει, φίλε, όμως! Δεν είδες τον καραπιάλη, να σε σκιάξει...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το μπάζο, καθώς και η αξύριστη.

Κόψε ρε μαγκίτη τον βαμβακούλα;! Μαλωμένη με το ξυράφι, κουμούνα και φεμινίστρια!

(από Khan, 23/09/10)Πνίχτε Λούγκρες τα Κουνέλια - Βαμβακούλας (από Cunning Linguist, 23/03/12)

Από τον υπερ-cult 80s ποδοσφαιριστή του Ολυμπιακού Βαμβακούλα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία