Άλλο ένα από τα πολλά και μπανεύκολα λογοπαίγνια για τους οπαδούς του ΣΥΡΙΖΑ. Προκύπτει από σύμφυρση: ΣΥΡΙΖΑ + χαζοχαρούμενος.

Ο όρος περιγράφει τη στάση των Συριζαίων οι οποίοι προβάλλουν προς τα έξω (ή μήπως εκβάλλουν προς τα μέσα) μια συγκρατημένη ή ασυγκράτηση χαρά ή ανεμελιά για το κατόρθωμα του κόμματος να γίνει κυβέρνηση, η οποία στάση, βέβαια δεν εκδηλώνεται μόνο ως συναίσθημα ευδίας (ωραία λέξη) αλλά ως ένας ολόκληρος συριζοχαρούμενος τρόπος ζωής, μια συριζίλα που περιλαμβάνει όχι μόνον ή όχι τόσο την υπεράσπιση του κόμματος περ σε, όσο τη μετοχή σε ένα είδος συριζαϊκής εξωστρέφειας-"κοινωνικότητας" , απαρτιζόμενο από δικτυώσεις, φεστιβάλ, γιορτές, εκθέσεις, καμπάνιες, συναυλίες, βιβλία, και αριστεροντροπαλούτσικη λατρεία προς πολιτικούς, καλλιτέχνες, διανοητές, σπόουξπερσονς και άλλα τέτοια του διαμορφούμενου ΣΥΡΙΖΑϊκού στερεώματος.

Ως μειωτικός χαρακτηρισμός, ενέχει την καταγγελία αυτής της χαρούμενης ανεμελιάς ως προϊόν

  • είτε α) κομματοσκυλέ υποκρισίας (δείχνουμε χαρούμενοι για να υπερασπιζόμαστε την κυβέρνηση και είμαστε χαρούμενοι επειδή ελπίζουμε να ψιλο-χοντροβολευτούμε)
  • είτε β) κομματοσκυλέ βλακείας (είμαστε χαρούμενοι επειδή δεν έχουμε ψυλλιαστεί ότι την έχουμε πατήσει/ θα την πατήσουμε)
  • είτε γ) κάτι ανάμεσα στα δυο παραπάνω, άκα το χαζοχαρούμενο παγωμένο χαμόγελο εν μέσω ρευστής πολιτικής κατάστασης
  • ενώ πάντα παίζει και ο παράγων ροζουλί φλωριάς με εκλεκτικές συγγένειες προς τον λάιτ και ανώδυνο χιπισμό.

Αν ο Σαμαράς έστελνε επιστολή όπως τώρα ο Αλέξης και διαβεβαίωνε πως ΚΑΙ το χρέος θα πληρώσουμε ΚΑΙ μονομερείς ενέργειες δε θα κάνουμε ΚΑΙ όλες τις μεταρρυθμίσεις θα εφαρμόσουμε ΚΑΙ φιλοευρωπαϊκά-καλά παιδιά θα είμαστε,εσείς οι σημερινοί συριζοχαρούμενοι δε θα τη χρακτηρίζατε ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΥΠΟΤΕΛΕΙΑΣ; Τώρα είστε βαθύτατα συγκινημένοι; πηγή

Η τελευταια κατηγορια αποτελειται απο ολα τα σκληροπυρηνικα κομματια που το μπαχαλο και το ''τσακιστε τους'' αποτελεσε ουσιαστικα ψησιμο στην επαναστατικη πρακτικη. Αυτη η κατηγορια βεβαια εχει μικρυνει πολυ καθως πολλοι αποδειχτηκαν συριζοχαρουμενοι και καταληγει να την βριζουν ολοι, μα ολοι ομως σαν ομαδα ατομων και πρακτικης. πηγή

Οσο παει ξεκαθαριζει για μια ακομη φορα η επιλογη ψηφου .Απο την μια πλευρα οι κρατικοδιαιτοι συριζοχαρουμενοι τεμπελχαναδες που περιμενουν με ετοιμη την κουταλα για την χυτρα με το φαι και απο την αλλη οι εργατες τεχνης και γνωσης που προσπαθουν για την προοδο και την προσωπικη & οικογενειακη τους επιτυχια γεμιζοντες την χυτρα με το φαι . πηγή

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΠΛΟΥΤΟ....!!!!! ΣΤΗ ΓΕΝΙΑ ΤΩΝ ΕΠΤΑΚΟΣΙΩΝ....!!!!!. ΔΗΛΑΔΗ ΚΑΘΑΡΑ ΠΟΣΟ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ?????ΚΑΙ ΑΝ ΑΚΟΜΑ ΔΟΘΟΥΝ ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ ΘΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΝΑ ΒΗΜΑ ΠΡΙΝ ΤΟ ΚΑΤΩΤΑΤΟ ΤΩΝ ΕΞΙ ΧΙΛΙΑΔΩΝ.....ΤΙ ΑΛΛΟ ΝΑ ΘΕΛΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΣΤΟΝ ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΤΟΜΕΑ ΘΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΣΥΡΙΖΟΧΑΡΟΥΜΕΝΟΙ.....????? πηγή

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επιθετικός προσδιορισμός, σχετικά συνώνυμος με τον μουνίκακα, στο πιο μαλακουάζ του. Συνήθως υποδηλώνει τον κρετίνο, κάποιες φορές υποχόνδριο άνδρα, ο οποίος τυγχάνει να είναι ταυτόχρονα αγαθοβιόλης και μουνόδουλος. Συντάσσεται τόσο προσδιοριστικά («είναι απαλομουνίδας» όσο και ποσοτικά («πόσο απαλομουνίδας είσαι»).

- Ρε συ, τα' μαθες για τον Σάββα ; Πάλι του σβούριξε χυλόπιτα η Έλενα!
- Έλα ρε ! Καλά πότε πρόλαβε και χώνεψε την προηγούμενη που του είχε ρίξει ;
- Έλα ντε! Νόμιζε ότι επειδή τον πήρε προχτές τηλέφωνο να τον ρωτήσει κάτι για τη σχολή, μετάνοιωσε που τον απέρριψε την περασμένη εβδομάδα.
- Μα πόσο απαλομουνίδας γίνεται ο μαλάκας ώρες-ώρες !

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κουφό, χαζομάρα, κάτι το οποίο περιμένεις να πει μια ξανθιά.

Εάν δε το άτομο που εκφέρει αυτού του είδους τα μαργαριτάρια, το κάνει συνεχώς μπορούμε να πούμε ότι μιλάει «ξανθά»

Άρα μετά το ποδανά, τα καλιαρντά, τα γαλλικά, τα θεσσαλονικιώτικα, τα σλανγκ, τις ντοπιολαλιές, τα σιχτίρια, τον γουτσισμό, την σεφερλίτιδα, την τρεντογλωσσούζ, μια νέα λεκτική περιπέτεια αλλά και πηγή έμπνευσης ήρθε να προστεθεί στην Ελληνική γλώσσα και στο slang.gr!

Τα ξανθά, πετάγονται σε καθημερινές συζητήσεις αλλά και στα πρωινάδικα από ξανθές, ξανθούς αλλά δυστυχώς και προς κατάρρευση του μύθου της χαζής ξανθιάς, από πολλούς άλλους ανεξαρτήτου φύλου και χρώματος μαλλιών.

Σε αντίθεση με πολλούς άλλους ελληνικούς γλωσσικούς λαβύρινθους, τα ξανθά χαρακτηρίζονται από μια αφέλεια, ένα νάζι και μια βαθιά αθωότητα που προσφέρουν σε όλους τον γέλωτα και την χαρά.

Βαριές μορφές των «ξανθών» είναι ο αντζελισμός αλλά και ο τιραμισουρεαλισμός.

Σε συνδυασμό με Ανορθογραφική Παράτονη Ακρόαση, τα ξανθά γίνονται ακατάληπτα από όλους…

  1. - Γιατί γελάτε έτσι ρε μαλάκες, μήπως πέταξα κανά ξανθό;

  2. - Καλά, χθες, βγήκαμε με δύο γκόμενες, μας τρέλαναν! Μιλούσαν ξανθά όλοι την νύχτα! Δεν μας άφησαν άντερο! Σκέτο ανέκδοτο! Η μια μάλιστα γυρνάει και μου λεει: «Ioρδάνη σε λένε ; έχεις καμιά σχέση με τον ποταμό ;» Αχαχαχαχαχ!
    - Γαμήσατε, γαμήσατε;
    - Ωραία μέρα σήμερα, ε; Πάμε παραλία;

  3. - Πάλι δεν κλείσαμε μπούτι χθες βράδυ… Πρώτα για φραπέ, ήρθε και ένας τρίποδος και πήραμε CD από την μαύρη αγορά, μετά επήγαμε να φάμε είδη υγιεινής, μετά σε ένα μπαράκι, αλλά τι να πω, αυτοί οι δύο δεν ήταν του δικού μας βεγγαλικούς… Ιδίως αυτός ο Ιορδάνης, ο μάνατζμεντ, όλο μου μιλούσε για μειονότητες αλλά όπως ξέρεις εγώ μόνο πλεονεκτήματα έχω, χελλόου… Τελικά τους παρατήσαμε ξυλιασμένους και εκεί που περπατούσαμε για σπίτι βλέπω μια μπανανόφλουδα... Ακόμα πονάει ο κώλος μου από την τούμπα…
    - Μπράβο Μαιράκι, βλέπω μιλάς πολύ καλά τα ξανθά!
    - Mα βρε Ντόλυ μου, μελαχρινή είμαι…

Eγώ επίσης τραγουδώ και ξανθά! (από MXΣ, 05/07/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το αρσενικό της αγαθομούνας, δηλαδή ο αγαθιάρης, ο αφελής, ο καλοπροαίρετος μέχρι ανοησίας, τελικά ο μαλακάκος.

Να σημειωθούν:

  1. Ορισμένα (όχι όλα!) θηλυκά ουσιαστικά με β' συνθετικό το -μούνα έχουν αρχίσει να σχηματίζουν και αρσενικό αντίστοιχο. Κλασικό παράδειγμα το κλαψομούνης. Μάλλον όμως αποδίδουμε σ' αυτούς τους άντρες -μούνηδες μια βασικά θηλυκή συμπεριφορά (με την κακή έννοια).

  2. Το αρχαίο ιδανικό καλός καγαθός έχει σλανγκιστεί από το Νεοέλληνα με τελείως αρνητική σημασία ως καλοκαγαθιάρης , δηλαδή αγαθομούνης. Μια θεαματική ανατροπή!

Σύγκρινε: χαζομούνης, χαφτομούνης.

Αγαθομούνης σήμερα, κερατάς αύριο!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο στόκος, ο μπουνταλάς, ο μπουμπούνας, το χάπατο. Τύπος αφελής, χοντροκέφαλος και πεισματάρης.

Πάντα στο ουδέτερο, το ντουρντουβάκι. Βορειοελλαδίτικη λέξη. Ειδικότερα, συνηθίζεται στην Ανατολική Μακεδονία - και υπάρχει λόγος για αυτό.

Η λέξη χρονολογείται από την εποχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, όταν η Ανατολική Μακεδονία και η Θράκη βρισκόταν υπό Βουλγαρική κατοχή. Πολλούς νέους τότε οι Βούλγαροι τους έπαιρναν ομήρους και τους έστελναν στη Βουλγαρία σε καταναγκαστικά έργα. Οι όμηροι αυτοί λεγόταν ντουρντουβάκια. Η λέξη ντουρντουβάκι είναι παραφθορά του βουλγάρικου тру̀дови войски, τρούντοβι βόιτσκι = τάγματα εργασίας ή, ίσως, του тру̀дов войник, τρούντοβ βόινικ = φαντάρος αγγαρείας. Ανάλογα στη μετεμφυλιακή Ελλάδα ήταν τα τάγματα σκαπανέων στη Μακρόνησο.

Γι΄αυτούς που υπηρέτησαν στα βουλγάρικα τάγματα εργασίας, το όνομα ντουρντουβάκια έγινε μετά την απελευθέρωση τίτλος τιμής. Αλλά, οι αγγαρειομάχοι είναι πάντα παιδιά ενός κατώτερου θεού - και η λέξη αναπόφευκτα κράτησε και την απαξιωτική σημασία που είχε και το тру̀дов войник στα Βουλγάρικα.

  1. - Μα τι ντουρντουβάκι είσαι... τι πόντιος... αντί να μου πάρεις τηλέφωνο για να το προλάβω...μα είναι δυνατόν...! (Από φόρουμ)

  2. Τώρα θα πεις: και πού πάει η ιδεολογία; Ε, είπαμε και αυτή είναι καλή, όταν ταιριάζει ο ωροσκόπος και όταν ο οπουρτουνισμός το επιτάσσει, ενώ πάντα τα ντουρντουβάκια υπακούουν στο όνομα της σοφίας του κόμματος. (Δ. Σκαμπαρδώνης στην εφημερίδα «Μακεδονία», 07/12/08)

  3. Για να μην υπάρξει αντίσταση οι Βούλγαροι έπαιρναν όλους τους νέους σε τάγματα εργασίας, τα Ντουρντουβάκια (στα βουλγάρικα μπουνταλάς στρατιώτης), 70.000 συνολικά παληκάρια.

Τα ντουρντουβάκια τα έπαιρναν στη Βουλγαρία για καταναγκαστική εργασία, μέσα στο λιοπύρι, στα βουνά και τους κάμπους φτιάχνοντας δρόμους, σιδηροδρομικές γραμμές, με πενήντα δράμια νερό κάθε δύο ώρες, με ελάχιστο φαγητό και άγριους ξυλοδαρμούς. Οποιος απαρνιόταν την Ελληνική καταγωγή και γραφόταν Βούλγαρος γλύτωνε από όλα αυτά.

(Από συνέντευξη του Δημήτρη Μπατσιούλα, συγγραφέα του βιβλίου «Τα Ντουρντουβάκια»)

Όμηροι σε βουλγάρικο τάγμα εργασίας (από poniroskylo, 20/03/09)Το εξώφυλλο του βιβλίου του Δημήτρη Μπατσιούλα (από poniroskylo, 20/03/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκείνος ο οποίος κάνει συνεχώς βλακείες και γενικότερα θυμίζει σαν συμπεριφορά τον γνωστό σκύλο Ραντανπλάν.

Χρησιμοποιείται για να δηλώσει το πόσο ηλίθιος μπορεί να είναι κάποιος, ή ακόμη και σε ζώα για να δηλώσει την αφέλεια και τη βλακεία που μπορεί να τα διακρίνει.

  1. Αυτός είναι... χειρότερος και απο τον Ραντανπλάν!

  2. Φώναξε μέσα τον Ραντανπλάν να του δώσουμε να φάει.

  3. Ρε Κώστα... σαν τον Ραντανπλάν κάνεις! Σκέψου και λίγο...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αλλιώς και χάφτας, είναι ο τύπος που τον σέρνει η γκόμενα όπου αυτή θέλει και γενικότερα τον κάνει ό,τι θέλει.

Κοίτα ρε τον χάφτα πώς τον σέρνει απ' τη μύτη...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία