Επιπλέον ετικέτες

Ο όχλος, ο χοντρός λαός, η πλέμπα, με μια εσάνς αηδίας, ανωτερότητας και απαξίωσης, καθώς στο λατιν. plebs = όχλος > ελλην. πλεμπάγια προστίθεται ικανή ποσότητα χλεμπόνας (συνήθως 42,1% - 66,3% για να ακριβολογούμε).

Τη λέξη την έχει καταγράψει εδώ μέσα ο Βράστα σε σχόλιο εδώ, αλλά είπα να την ανεβάσω και ως λήμμα, μην έρθει κάνας %$@#@#$ και πει πως είμαστε η χλεμπάγια της λεξικογραφίας κι ετς. (Μετάφραση = τι κάνει ρε πστ το μέσο σαυροειδές ερπετό για να εξασφαλίσει το λήμμα τον άρτον τον επιούσιο... Με τα μούτρα μες στις ροχάλες πάει και πέφτει...).

ΠΑΝΤΑ ΒΛΑΚΑ ΚΑΙ ΚΟΜΠΛΕΞΙΚΕ ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΕ ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΜΗΚΟΙ ΚΑΙ ΠΛΑΤΟΙ ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΟΙ ΑΠΑΝΩ ΚΑΙ ΟΙ ΚΑΤΩ ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΕΙΣ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΟΥ ΕΙΝΑΙ ΒΛΑΣΤΑΡΙΑ ΤΩΝ ΑΠΟ ΠΑΝΩ Η ΧΛΕΜΠΑΓΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΚΑΤΩ. ΧΑ ΧΑ ΧΑ ΧΑ ΧΑΑ εδώ

Δηλαδη προτεινεις να καταργησουμε τα δημόσια νοσοκομεια και μονον οσοι εχουν το χρημα να σωζουν τις ζωες τους, οι δε υπολοιποι( η "πλεμπα", η "χλεμπαγια") να πανε να ψοφησουν!!! εκεί

Με τη χλεμπάγια έχει πολλάκις ασχοληθεί και ο Τσιφόρος αλλά τα 'χουμε ξαναπεί αυτά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πολιτικό μπινελίκι νέας κοπής, εκ των μνημόνιο και μουνόπανο. Αναφέρεται σε αυτόν, που κατά τους χρησιμοποιούντες τη βρισιά, δεν θεωρεί το μνημόνιο απλώς ως ένα αναγκαίο κακό, αλλά γουσταίρνει κιόλας, πρόκειται για να το θέσω ως ινσέψιο, για το μνι που είναι μνη, για κάποιον που θεωρεί ότι στο Ελλαδιστάν δεν πρόκειται να δούμε ποτέ προκοπή έτσι κι αλλιώς οπότε η μοναδική λύση είναι κάποιος βούρδουλας απ' έξω, ή που τέσπα για οποιονδήποτε λόγο θεωρεί ότι το Μνημόνιο έχει παρεξηγηθεί, έχει και καλά σημεία κ.τ.λ. Στον πληθωρικό αντι-φιλελέ λόγο του Διαδικτύου τα μνημονόπανα συχνά συμφύρονται με τους φιλελέδες ή νεοφιλελέδες (το ίδιο κάνει) στο πλαίσιο φιλελέ-bashing (παρόλο που οι φιλελέδες θα ήταν εναντίον ενός μνημονιστάν), εξ ου και η ρομαντική έκφραση αριστερών προς τις γυναίκες τους σ' αγαπώ όπως ο φιλελές το μνημόνιο. Άλλες φορές τα μνημονόπανα δεν αξίζουν καν τη σύνδεση με μια οποιαδήποτε ιδεολογία, είναι απλώς τα μουνόπανα της ημέρας. Κυριολεκτικά φανταζόμαστε ένα μνημόνιο που αντί να έχει σχιστεί (έτσι κι αλλιώς να σχιστεί δεν προβλέπεται σύντομα, μάλλον να μετονομαστεί), χρησιμεύει ως μουνόπανο. Και μεταφορικά τον άνθρωπο που είναι τόσο ευτελής και ποταπός ώστε να παρομοιάζεται με κάτι τέτοιο.

  1. Ενώ είναι γνωστό τοις πάσι ότι αυτό που παίζεται είναι η παραμονή μας στην ευρωζώνη (κι αυτό υπό αίρεση, διότι κανείς δεν μπορεί να μας επιβάλλει αλλαγή νομίσματος), τα μνημονόπανα εξακολουθούν να μιλάνε για έξοδο από την Ε.Ε. Όχι βέβαια από ασχετοσύνη. Ξέρουν πολύ καλά ότι είναι άλλο το νόμισμα και άλλο η Ε.Ε. Απλώς, στο σαλεμένο μυαλό των νεοφιλελέδων όλα είναι χρήμα. Η δική τους Ευρώπη είναι το ευρώ. Την άλλη Ευρώπη, της δημοκρατίας, της ευημερίας, των ίσων ευκαιριών την έχουν χεσμένη. (Εδώ).
  2. Καλό μνημονόπανο είναι κι αυτός! (Από το Φέισμπουκ).
  3. Τι θλιβεροί διαχειριστές της εξουσίας είστε ρε μνημονόπανα που θα ορίσετε και πως θα αντιδράσουμε. (Από το Φέισμπουκ).
  4. Βγείτε απ' τη Βουλή και μπείτε φυλακή! Άντε γαμηθείτε μνημονόπανα! Σχόλιο: Όχι στη Βουλή να τους κάψουμε. (Εχθροπαθείς στιχομυθίες στο Φέισμπουκ).
  5. ΚΟΦΤΕΤΟ. ΑΥΤΑ ΒΛΕΠΟΥΝ ΚΑΙ ΣΕ ΛΙΓΟ ΘΑ ΔΟΥΜΕ ΤΑ ΜΝΗΜΟΝΟΠΑΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΚΟΥΒΕΛΗ ΠΡΟΘΥΠΟΥΡΓΟ. (Φέισμπουκ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που είναι κιτς (για την ενδιαφέρουσα ετυμολογία δες εδώ), κιτσάτος, καρακιτσαριό, καρακίτσος, κιτσογκόμενα, σκουπίδω και που σε ορισμένες περιπτώσεις το αναλαμβάνει αυτό ως κάγκουρας και το αισθητικοποιεί. Λ.χ. στα παραδείγματα το βλέπω να αναφέρεται σε ορισμένες περιπτώσεις χαρντ-ροκάδων, σε φουτουριστές ή σε πλουσιέξ. You get the idea, αφήνω να μιλήσουν τα παραδείγματα του γούγλη, που τα βρίσκω αποκαλυπτικά.

  1. Η αισθητικοποίηση και ενδηματολογική αναγωγή της πολιτικής διαφωνίας είναι μια αφελής και απλοϊκή πολιτική κοινωνιολογία των διαφορών, είναι στην συνέχεια της κλικίστικης κατηγοριοποιητικής μανίας μια παιδαριώδης απλοποίηση. Δήθεν άπλυτοι, δήθεν γόβες, δήθεν λουμπουτέν, δήθεν μη-γραβάτα, δήθεν σακκιδιάκι, δήθεν ιστπακ διάβολε! Το πρόβλημα είναι ακριβώς το αντίστροφο. Φοράμε όλοι όλα τα ρούχα και αν δεν το κάνουμε ταυτόχρονα, στην ίδια περίοδο της ζωής μας, το κάνουμε άπαξ, δοκιμαστικά επειδή μπορούμε να κάνουμε μικρά ταυτοτικά πειράματα-πειράγματα ή επειδή οι φάσεις ζωής οργανώνουν δικές τους ενδυματολογικές δυνατότητες, ή γιατί η μόδα στην παρανοική της εναλλαγή σκίζει τα παλιά και μας φοράει νέα ρούχα. Προχτές χίπστερ, σήμερα νεορομαντικός κόλεντζ μποι, μεθαύριο ξανά φουτουριστής κιτσάς. Το μεγάλο πρόβλημα, και αυτό είναι που κάνει την τάυτιση κοινωνικού στάτους-φορεσιάς ένα αγονο πεδίο αντιπαράθεσης είναι ότι δεν βγαίνει άκρη- εδώ που τα λέμε και η ωμή προσπάθεια κοινωνιολογικοποίησης των πολιτικών μας διαφορών αποτυγχάνει συνεχώς, είναι ότι τα ρούχα μας δεν έχουν παρά ελάχιστη πολιτική αξία. Ας λήξει λοιπόν η αμοιβαιοποίηση της ανοησίας διότι είμαστε όλοι μουσάτοι. Τα αγόρια δηλαδή. Και το μούσι στην καθ' ημάς Ανατολή, είναι μεταξύ των άλλων και πένθος βαρύ. (Παναγής Παναγιωτόπουλος σπήκινγκ)
  2. Επίσης στιχουργικά άσχετα αν συμφωνώ ή διαφωνώ, με χαροποιεί το γεγονός ότι δεν λένε ό,τι να 'ναι και ούτε καταντούν black metal κιτσάδες. (Εδώ).
  3. (Scorpions) Την τελευταία βραδιά έκαναν και το show τους οι γνωστοί ανά την υφήλιο Scorpions, πριν τους Μinistry, (Kι' όμως είχαν το θράσος) ναί ναί ανάμεσα σε πενήντα 50 black metal συγκροτήματα (σ.ς.: όχι μόνο μπλακ). [...] Τα σαγηνευτικά riffs των Scorpions και οι μελωδίες τους, νύχτα βράδυ, χωρίς φεγγάρι. Ο Klaus Meine στα γνωστά γνωστότατα ,τραγούδια "για την εντατική". η γνωστή ατμόσφαιρα Scorpions, στα ντράμς ο αμερικάνος james Kotak,και ο προβληματισμός , μα καλά στην προηγμένη Γερμανία (?) οι purist κιτσάδες scorpions(?) ναι, ναι, ναί!!.Πάντως διέθεταν και μπαλέτο γυναικείο, που έβγαινε σε αρκετά τραγούδια και αυτό ανέβασε κατά πολύ την σκηνική παρουσία της μπάντας, όχι τίποτα go-go-girls, μπαλέττο cabaret με χορεύτριες επαγγελματίες. [...] Την σκηνή καταλάμβανε ένα γλυπτό ορειχάλκινο με τα μέλη του συγκροτήματος , δηλαδή ένας αδριάντας των scorpions, άκουσον!! άκουσον !!! τι αυτοσαρκασμός και αυτοκριτική, και το μπαλέτο απο 4 χορεύτριες βγήκανε βαμένες με μπρούτζινο χρώμα , οι μπρουτζινες χορεύτριες για όλο το τραγούδι, είχαν στα χέρια τους μεγάλους σιδηροτροχούς (δράπανα τροχούς δισκοπρίονα) και λιμάριζαν το μπρούτζινο άγαλμα όπου αυτό έβγαζε σπίθες τριβής, άκου τι συνειρμικότητα μεταλλική για να ενισχύσουν το κλίμα. Δίπλα στα τροχίσματα από τις μουνάρες χορεύτριες ο Schenker με την κιθάρα του τά 'δινε όλα, φοβερό!!! (Εδώ).
  4. Σα το βλάχικο αντάμωμα να πουμε. Οι μπουρτζόβλαχοι κιτσάδες του ντόλαρ. Γνωστοι κ μη εξαιρεταιοι φιλανθρωποι ηγετες τεχνοκρατες καλλιτεχνες κ η ανφάν γκατέ της εξουσιας. Την ταινια με τον ινδο στο παρτυ μου θυμιζει του Σελλερ. (Παγκόσμιο Οικονομικό Forum Νταβός: «Χιλιάδες συγκεντρωμένοι με εκατομμύρια για ξόδεμα»…).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μία από τις βασικές -ίλες, είναι η μυρωδιά που αναδίδει η γυναίκα, το αντίστοιχο του αντρίλα, μόνο- ελπίζουμε- πιο μυρωδικό. Βεβαίως, η γυναικίλα μπορεί να καλύπτει ένα μεγἀλο φάσμα οσμών από την μυρωδάτη τριανταφυλλίλα έως το καμένο ντουί, όταν υπάρχει θεματάκι με τα μουνικά, φτάνοντας μέχρι και τη μαμαδίλα μιας ώριμης γυναίκας που αποπνέει μιλφίλα, ή όλες αυτές τις μυρωδιές που αναδίδει η φύση μετά το πέρασμα μιας μουνοκαταιγίδας. Γενικά πάντως η γυναικίλα είναι το τζενέρικ, είναι συνήθως κάτι περισσότερο από μια οσμή, μάλλον περιγράφει κατάσταση, όπου υπάρχει υπερβολική δόση θηλυκότητας φορ μπέτερ ορ φορ γουόρς, ή που έχουμε έναν μουνόκαμπο από πάρα πολλές γυναίκες μαζεμένες.

Η λέξη παλιά, υπάρχει από τον 19ο αιώνα, καθώς την βρίσκω σε μια μετάφραση των Νεφελών Αριστοφάνους από τον Γεώργιο Σουρή (1900), και βεβαίως την βρίσκουμε στους δύο μεγάλους Νεοέλληνες πεζογράφους της -ίλας, ήτοι τον Νίκο Καζαντζάκη και τον Στρατή Τσίρκα, που προσπαθούν και οι δύο να αποδώσουν με λέξεις στα μυθιστορήματά τους ένα ολόκληρο οσφραντικό σύμπαν εμπνευσμένο αντιστοίχως από την Κρήτη και από τις πολιτείες της Εγγύς Ανατολής. Σε παλαιότερες εποχές, η γυναικίλα ήταν η μυρωδιά μιας παστρικιάς, με την ευρεία έννοια, δηλαδή μιας γυναίκας που πλενόταν και μοσχοσαπουνιζόταν, πιθανόν σε αντίστιξη με τον άντρα της που μύριζε βαρβατίλα και τραγίλα. Η γυναικίλα μπορεί να ήταν και ύποπτη: Ένας άντρας που μυρίζει γυναικίλα σημαίνει ότι θα ξενοπηδιότανε με κάποια παστρικοθοδώρα, και δυστυχώς δεν έχει την καθησυχαστική γνώριμη αρχιδίλα του, αλλά αφενός πλένεται ο ίδιος για να κάνει τον δανδή, και αφεδύο κουβαλάει πάνω του και τις μυρωδιές της γκόμενας.

  1. Μπήκαμε. Μύριζε η παράγκα μυρωδιές, πούδρες, σαπούνια, γυναικίλα.
    - Κι αυτά τα μασκαραλίκια τι είναι, δε μου λες; φώναξα βλέποντας αραδιασμένα απάνω σ' ένα κασόνι τσαντάκια, μοσκοσάπουνα, κάλτσες γυναικείες, ένα κόκκινο ομπρελίνο, δυο μποτιλάκια μυρωδιά.
    - Δώρα... μουρμούρισε ο Ζορμπάς με σκυμμένο το κεφάλι.
    - Δώρα;! Έκαμα προσπαθώντας να αγριέψω. Δώρα;
    - Δώρα, αφεντικό. Μη θυμώσεις. Για την καημένη την Μπουμπουλίνα. Λαμπρή ζυγώνει. Άνθρωπος είναι κι αυτή.
    Κατάφερα να κρατήσω τα γέλια. (Νίκος Καζαντζάκης, Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Αθήνα: Τυπ. Δημητράκου, 1946).
  2. Και δεν τον πρόδωσε, δεν τον φανέρωσε ποιος ήτανε σε κανένα, μήτε γνώρισε ποτέ άλλον άντρα, πιστή στ' όνομα που της δώσανε στη Νάξο, Αριάγνη, η πιο αγνή δηλαδή. Χρόνια τον κράτησε μακριά της. Στο ίδιο κρεβάτι, ναι- μα τίποτ' άλλο. Σπάραζε, παρακαλούσε, σήκωνε χέρι. Εκείνη: Αριάγνη. Έμπλεξε αυτός με άλλες, ξενοκοιμότανε, βρωμοκοπούσε γυναικίλα και μυρωδιές, ας τον χαίρονταν οι πατσαβούρες τέτοιον άντρα που δεν είχε αντρισμό. (Στρατής Τσίρκας, Αριάγνη, Αθήνα: εκδ. Κέδρος, 1962).
  3. Και σαν γλυκοκοιμότανε τη νύχτα στο κρεβάτι, μ' εμένα τον χωριάτη, εγώ τρυγιαίς εμύριζα, σύκα, μαλλί, τραγίλα, και τόση βαρβατίλα, κι εκείνη πάλι μύριζε κρόκους και μύρα τόσα, παιχνίδια και φιλήματα που δεν τα ΄λεγε η γλώσσα, και γυναικίλα κι έρωτα και γκάστρωμα και γέννα (Αριστοφάνους Νεφέλαι, σε μετάφραση Γεωργίου Σουρή, 1900)

Στη δική μας εποχή η γυναικίλα έχει εξελιχθεί:

Στάνταρ το διηύθυνε γυναίκα. Η γυναικίλα αιωρούνταν στην ατμόσφαιρα και ήταν πνιγηρή. Δεν ήταν μόνο τα διακριτικά rechaud με άρωμα βανίλιας και κανέλλας, οι απαράμιλλου γούστου καναπέδες με τα έθνικ μαξιλάρια - με τα καλύμματα κεντημένα στο χέρι σαφώς - ήταν... (Η μπλογοτέχνης Αγγελική Μαρίνου εδώ)

Άλλες σημασιολογικές αποχρώσεις: Η γυναικίλα μπορεί να είναι η γυναικεία ανθρωπίλα, η φυσική μυρωδιά, αν αφαιρέσεις όλες τις τεχνητές επιστρώσεις, που στην εποχή μας είναι πολυάριθμες. Η γυναικίλα μπορεί να σημαίνει έτσι μια νοσταλγική επιστροφή στη φυσική (μη)-καθαρότητα.

Το ανθρώπινο δέρμα δεν πρέπει να μυρίζει ανθισμένα ανοιξιάτικα άνθη αλλά "δερματίλα"!!! Σεξ με αντρίλα και γυναικίλα. Πλύσιμο μόνο με νερό. (Γλάιφο).

Μπορεί να είναι η θηλυκότητα.

Παντως για μενα, η γυναικιλα (ναι, η λεξη θηλυκοτητα δε μου αρεσει, ειμαι βλάχος, τι να κανουμε..) στη γυναικα δε χρειαζεται να ειναι μετρημενη. (Ινσόμνια).

Μπορεί να είναι η συσσώρευση γυναικείων ορμονών σε έναν μουνόκαμπο:

  1. Η εξαιρετική φωτογραφία είναι από δω. Μόνο που ο μουσάτος στο πίσω μέρος του κάδρου -είτε βρέθηκε εκεί από φωτογραφική άποψη είτε όχι- καταστρέφει στα μάτια μου την αρμονία της εικόνας, σπάζοντας την γυναικίλα με την αντρόφατσά του. (Ο μπλογοτέχνης Old Boy εδώ).
  2. Πολλές γυναίκες μαζί. Δυο, δυο. Τρεις, τρεις. Τέσσερις, πέντε... [...] Κουτσομπόλες όλες αντάμα, ραντεβού στην Βασ. Σοφίας. Δυο, τρεις τέσσερεις, φιλιούνται σταυρωτά, διαισθάνονται αμέσως αν η αύρα του φιλιού είναι θετική -και ναι της Τ είναι σταθερά αρνητική- χαριεντίζονται από κεκτημένη ταχύτητα, είναι σε φόρμα (Η Τ το ‘χει πάντα το προβληματάκι της, ποιος της φταίει που έχει να δει άντρα από τότε που βάφτισε τον γιό της;). Όλες μαζί. Κάτι σαν αδελφότητα ας πούμε. Αδελφότητα πολύπειρων, δυνατών, ευαίσθητων, χαρισματικών (middle aged) γυναικών. Αδελφότητα ανώριμων, ανασφαλών, εξαρτημένων, μαλακισμένων θηλυκών -αν και όχι τόσο, τώρα πια. Η ηλικία και τα «δώρα» της. Έχει και το middle age τα θετικά του… Δεν είναι πολύς καιρός που αυτή η «γυναικίλα» μου έφερνε ναυτία. Μου μύριζε γκρίνια, αγαμία, μπιρίμπα, μούχλα. (Εδώ).

Μπορεί να είναι αποδιοπομπαία οσμή.

Αν τεκνοποιήσεις με γυναίκα, μπορεί να κολλήσει το παιδί γυναικίλα και να βγεί με κέρατα και ουρά. (Μπουντουσουμού).

Τέλος μπορεί να σημάνει την γυναικεία ετεροκανονιστικότητα, ήτοι το γυναικείο αντίστοιχο της ματσίλας, που μπορεί να καταντήσει τουματσίλα και ως τέτοια να αποδοκιμαστεί από λοξούς, αχαρτογράφητους, χιπστέρια και άλλους περίεργους.

Άρα το pride είναι και για εμάς. Και πού ξέρεις μπορεί να ανακαλύψουμε και μια άλλη μας πλευρά που δεν τολμούσαμε. Σκατά στη γυναικίλα! (Ίντυ)

Γυναικίλα, απάντηση στο Μπραφ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το Ελληναριό, αγλάισμα λεξιπλασίας μίας πλειάδας λέξεων παρεμφερούς κατηγοριοποίησης (αληταριό, πουσταριό, πουταναριό, καραπουτσαριό, κτλ) περιγράφει ένα σύνολο ετερόκλητων στοιχείων, τα οποία εν προκειμένω αυτοπροσδιορίζονται ως γνήσιοι Έλληνες, πατριώτες και σωτήρες του έθνους. Η ανωτερότητα του έθνους και η αδικία που αντιμετωπίζει είναι τα βασικά σπέρματα στην ιδεολογία του Ελληναριού.

Το Ελληναριό υιοθετεί μία επιλεκτική και ψευδοεπιστημονική προσέγγιση, αποκλειστικά για θέματα εθνικού ενδιαφέροντος, με στόχο να αποδείξει την ανωτερότητα της φυλής και του έθνους. Διαβάζει βιβλία που πωλούνται σε συσκευασία ντουζίνας τηλεοπτικά σε εκπομπές που ο τηλεπατριώτης αλυχτάει και ωρύεται και μπορεί να έχει άποψη περί παντός επιστητού.

Αποφασιστική στιγμή στην εξέλιξη του Ελληναριού ήταν η δεκαετία του '80. Χαρακτηριστική στιγμή ήταν το γεύμα στο εστιατόριο νησιού ή παραθαλάσσιου θέρετρου, όπου παρατηρώντας την αλλοδαπή οικογένεια βορειοευρωπαίων που έτρωγε σαλάτα σχολίαζε την τσιγκουνιά τους, προσθέτοντας στους συμπαριστάμενους ότι «όταν αυτοί ήταν στα δέντρα, εμείς χτίζαμε Παρθενώνες ».

  1. Σχόλιο σε προσωπικό blog:
    Αθάνατο ελληναριό
    Κι εκεί που νομίζεις ότι τα έχεις ακούσει όλα, αγαπητοί αναγνώστες, προσγειώνεται με τεράστια ταχύτητα στην κεφάλα σου, κεραμίδα μεγατόνων!

  2. Σχόλιο σε ιστοσελίδα με θέμα τους Ολυμπιακούς του 2004:
    Τι δουλειά έχει το καφρο-Ελληναριό στο Ολυμπιακό Στάδιο;
    Κάναμε τελικά (παρά τις αρκετές μαλακίες, σε γενικό σύνολο) ΠΕΤΥΧΗΜΕΝΟΥΣ (οργανωτικά) αγώνες και έρχονται οι «μέχρι-χτες-καμία-σχέση-με-το-άθλημα» (πού ξανάδαν στίβο οι κάφροι;;;) που πήγαν μόνο για να κάνουν «όλε» στον Κεντέρη και αμαυρώνουν την καλή συνολική εικόνα;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Και ναινές. Αυτός που λέει ναι, ο νενέκος, ο ναισεολατζής, ο yesman. Δηλαδή ο μειοδότης, ο εθελόδουλος κ.τ.ό. Χρησιμοποιείται ως πολιτικό φαυλιστικό, και έχει μεγάλη πέραση στην περίοδο γύρω από το δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015, για να στιγματίσει τους θιασώτες του Ναι. Συνηθέστερα στον πληθυντικό: ναιναίδες, ναινέδες,

Για περισσότερα, βλ. στο άρθρο του Νίκου Σαραντάκου εδώ.

  1. Όλοι αυτοί οι Ναιναίδες που έχουν χεστεί πάνω τους με τα αχαρτογράφητα νερά μετά το ΟΧΙ δεν ήταν οι ίδιοι που μας πρήζανε με το ότι η κρίση είναι ευκαιρία για καινούρια και άγνωστα πράγματα; (Από το Φέισμπουκ).
  2. Οι εθνικοί μας ναιναίδες σκυφτοί, άβουλοι, δειλοί, υπάκουοι πάντα στις εντολές των βόρειων. Ναι λένε αυτοί, ναι λέω και γω σε αυτούς. Ναιναίδες αυτοί, μοιρολάτρισσα εγώ. (Εδώ).
  3. Τι κι αν γέμισε η Αθήνα με αφίσες "ΟΧΙ....για την Δημοκρατία και την Αξιοπρέπεια " ? Τι κι αν αφιονίστηκαν οι ΟΧΙναιδες και οι ΝΑΙναιδες οπαδοί (ουχί φίλαθλοι) και διαδήλωσαν πατώντας την μπανανόφλουδα , σε ξεχωριστές συγκεντρώσεις , ενώ στην ουσία τους ένωνε η πρεμούρα για παραμονή στην ευρωζώνη..."αγνότητας" ? (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκτός από τον βαψομαλλιά, υπάρχει κι αυτός που βάφει τον μύστακα. Η επέμβαση είναι συνήθως πολύ λιγότερο εμφανής και δραστική, παρατήρησα όμως οτι, σε σύγκριση με τον βαψομαλλιά, εδώ φανερώνεται περισσότερη κακία, παρά κοροϊδία. Ειδικά σε ναζιάρικους 'κύκλους' (μη χέσω), έπαθαν λύσσα κακιά με του Μεϊμαράκη το, πριν και μετά το ντημπέη, μουστάκι.

βαψομουστάκιας

  1. Πετυχημένο παράδειγμα φτηνοδουλειάς δεν είναι άλλο από του βαψομουστάκια, για πρόεδρος T.I.F.F που διαδέχεται την Ντέπυ. Γνήσια φακλάνα και η Ντέπη, γιάγμα τα κανε τα λεφτά (όσο υπήρχαν) για να φέρνει το κάθε σελέμπριτι. ΕΔΩ

  2. -Είμαι σαν τσέλιγκας που φόρεσε μπεζ κοστούμι. Βλέπω τον εαυτό μου σαν master of puppets της ελληνικής πολιτικής σκηνής. Ποιος είμαι;
    -για τον βαψομουστάκια σουν-τζου λες?
    -game theory στις χαρτοπετσέτες του Cappuccino
    -χαχαχα ΕΔΩ

  3. θα ψηφισω τον βαψομουστακια, γιατι ειναι τσιφτης και καραμπουζουκλης....και οποιος λεει πως το στριβει το μουστακι ειναι απλα λαικιστης και προπαγανδιστης, φαιδρος, ποταπος και διαφορα αλλα ζουραριακα που δε θυμαμαι τωρα......αααα και αναισχυντος......και τον παιρνει κιολας. ΕΔΩ

"King Abdullah of the Kingdom of Saudi Arabia has died aged 90" -90 ήταν ο βαψομουστάκιας;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

σκυλοκουράδα, σκυλοκούραδο

Αλλιώς το σκυλόσκατο, η κουράδα του σκύλου. Όπως λέει και ο Dry Hammer, "σου γεμίζει περισσότερο το στόμα" από ό,τι η μικρότερη λέξη σκυλόσκατο. Το βρίσκουμε ήδη στη Λωξάντρα της Μαρίας Ιορδανίδου, γραμμένη το 1962.

  1. "Η Λωξάντρα φοβότανε τα γιατροσόφια της κόνα-Αννίκας, της πλάτρας. Τα σιχαίνουνταν. Πράματα ήτανε εκείνα να μήν τα σιχαθείς; Από κατρουλιό αρσενικού παιδιού έκανε η κόνα-Αννίκα γιατρικό για τις χιονίστρες και για τα σκασίματα των χεριών. Από σκυλοκούραδο έκανε σκονάκια για το βήχα, και τα φυσούσε μέσα στο λάρυγγα με καλαμάκι. Από ψόφια ποντίκια και λάδι έκανε ποντικαλοιφή. Μέσα στο καύκαλο του μυδιού έκανε τρεμπεντιναλοιφή, καλλυντικό για το πρόσωπο. Έκοβε το σιριλίκι, γήτευε την ιλαρά, σήκωνε τον αφαλό...και τί δεν έκανε η αδικιωρισμένη, αλλά η Λωξάντρα τη σιχαίνουνταν." (Μαρία Ιορδανίδου, Λωξάντρα, Αθήνα: 1962).
  2. Εχθές όπως γυρνούσα σπίτι, πάτησα πάνω σε κάτι περιττώματα σκύλου και αυτό με έβαλε σε σκέψεις. Ενώ κάποιος άλλος θα προσπερνούσε ενοχλημένος ένα τέτοιο συμβάν, εγώ ένιωθα πως μου είχε συμβεί κάτι πολύ σημαντικό, ένα γεγονός κοσμοϊστορικής αξίας, καθώς μου άνοιξε τα μάτια για το νεφελώδη τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το σύμπαν. [...] Το μυαλό μου είχε απορροφηθεί σε τέτοια θεμελιώδη ερωτήματα και σκεπτόμενος ακατάπαυστα τη σχέση αιτίου αιτιατού που πιθανώς συνέδεε τη Παπαρίζου με το σκυλοκούραδο, έτρεξα γρήγορα σπίτι να καταγράψω τις σκέψεις μου. [...] Στη γαλήνη και ησυχία του δωματίου μου κοίταξα προσεκτικά το παπούτσι μου και το πώς είχαν απλωθεί τα σκυλίσια υπολείμματα πάνω του. Δε μπορούσα παρά να είμαι σίγουρος πως η ίδια συμπαντική δύναμη που έστειλε στο Νεύτωνα το μήλο και έκανε τον κατά τ' άλλα σεμνότατο Αρχιμήδη (ή τον Αριστείδη;) να τρέχει γυμνός στους δρόμους φωνάζοντας «Εύρηκα! Εύρηκα!», προσπαθούσε να μου πει κάτι. «Μίλα μου! Σ' ακούω» είπα στο παπούτσι μου και το κοίταξα ανυπόμονα. (Η συνέχεια του διανοητικού θρίλερ εδώ).
  3. Οι ευρωπαίοι νεοέλληνες που βγάζουν το κατοικίδιό τους βόλτα, θεωρούν εικαστική παρέμβαση υψίστης πολιτιστικής αξίας τις σκυλοκουράδες. (Εδώ).

Μεγαλύτερο σλανγκικό ενδιαφέρον έχει το ότι το βρίσκουμε και ως βρισιά, για να περιγράψει έναν άνθρωπο ξευτίλα, μηδαμινό, σκατιάρη, σκατένιο, ένα σκουπίδι, ένα απόρριμμα.

  1. "Είσαι ο επόμενος! Είσαι ο επόμενος σκυλοκούραδο!" Ύστερα ο Παξ μουγκρίζει το όνομά μου. Κι έπειτα το επαναλαμβάνει η φωνή του Τάκτου, μετά η Νάιλα από τον Ψηλό Πύργο. Και γρήγορα εκατό φωνές το τραγουδούν σε όλο το κατακτημένο κάστρο, από την αυλή μέχρι τα ψηλά προκαλύμματα και τους πύργους. (Πιρς Μπράουν, Κόκκινη Ανατολή, εκδ. Μεταίχμιο, μετάφραση: Τιτίνα Σπερελάκη).
  2. ΓΙΑΥΤΟ ΒΓΑΛΕ ΤΟΝ ΣΚΑΣΜΟ ΗΛΙΘΙΟ ΣΚΥΛΟΚΟΥΡΑΔΟ ΟΥΣΤ ΚΟΠΡΙΤΗ. (Άλλος ένας φωνακλάς που μας ξυπνάει με φωνακλάδικες βρισιές στο Ξυπνήστε Ρε!).
  3. Τράβα γαμήσου ρε σκυλοκούραδο ρουφιάνε βρωμότουρκε. Αυτοί οι μογγόλοι γαμάνε την μάνα σου. (Από βρις-οφ στο συσιφόνι).
  4. Εναλλακτικός τίπλος: "Με χρησιμοποίησαν σαν σκεύος και αφού ικανοποίησαν τις ορμές τους, με πέταξαν σα σκυλοκούραδο". (Εναλλακτικός τίτλος διαδικτυακού αρρωστουργήματος εδώ).

Αρρωστούργημα του Ολλανδού καλλιτέχνη Schippers, απεικονίζει ένα σκυλοκούραδο μνημειωδών διαστάσεων, τοποθετημένο στους περίφημους ολλανδέζικους κήπους Keukenhof, κοντά στην πόλη Lisse της Ολλανδίας

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Με αφορμή την επαίτειο επέτειο των 41 ετών από την ίδρυση του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος στις 3 Σεπτεμβρίου 1974 θα αναφερθώ σε μία σημαντική λέξη που μας έχει χαρίσει το Πα.Σο.Κ., τη λέξη πασοκόψυχος.

Ο πασοκόψυχος διατηρεί πολλά από τα θετικά της ψυχής του πασόκου: τη λαρτζερία, την κιμπαροσύνη, τη μεγαλοψυχία, τη λεβεντιά, ή έστω λεβεντομαλακία, και πάνω απ' όλα τα ΕΡΓΑ.

Αλλά και τα γαμιστερά γονίδια του Ανδρέα Παπανδρέου. Ναι! Ο πασοκόψυχος είναι γαμίκος, αλλά και γαμόψυχος.

ΕΠΙΜΕΝΕΙ ΣΤΟΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟ "ΛΑΪΚΙΣΤΗΣ" ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΑΝΟ ΚΑΜΜΕΝΟ Ο ΤΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ. ΠΑΝΤΩΣ ΠΑΣΟΚΟΨΥΧΟΣ ΓΑΜΙΚΟΥΛΑΣ ΣΑΝ ΕΣΕΝΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΥΡΙΕ ΛΟΓΟΤΕΧΝΑ ΜΑΣ... (Από το Φέισμπουκ).

Κι εφόσον το μεταπολιτευτικό Ελλαδιστάν είναι εν πολλοίς ένα Πασοκιστάν, τότε πασοκόψυχοι είμαστε λίγο πολλοί όλα μας, είτε το θέλουμε, είτε έχει διαπλαστεί έτσι η ψυχή μας ασυνειδήτως μαζί με το μητρικό γάλα.

Όμως σε μία εποχή κρίσης, όπου η πασοκοποίηση προβάλλει ως φόβητρο για όλα τα κώματα, και το αυτομαστίγωμα για τη μεταπολίτευση καλά κρατεί, το πασοκόψυχος χρησιμοποιείται πλέον σχεδόν αποκλειστικά με αρνητικό πρόσημο για να στιγματίσει αυτό που όλοι δεν θέλουμε να είμαστε, ένα είδος συλλογικής απωθημένης συστατικής εξαίρεσης μετά μάλιστα την εκλογική κατακρήμνιση του ίδιου του κόμματος.

Ποιος είναι, λοιπόν, σήμερα ο πασοκόψυχος; Κατ' αρχήν, αν το μΠΑτΣΟΚ είναι το νέο Πασόκ, τότε ο πασοκόψυχος είναι ο νέος μπατσόψυχος, αυτός που στηρίζεται στους μπάτσους για να καταστείλει, αλλά και στο ΔΟΛιο πλέγμα μηντιακής ηγεμονίας για να εξουσιάζει μια κενωνία βασιζόμενος στην πολιτισμική ηγεμονία γκραμσιανού τύπου, αυτήν πάνω στις ψυχές. Πασοκόψυχος είναι αυτός που γιουδάρει ως γιούδας με κάθε έννοια.

  1. Πασοκόψυχοι. Αυτοί οι 152 ανεπανάληπτοι άνθρωποι όμως -είμαι λαρτζ απόψε Λούκα και σε βγάζω έξω- που ψήφισαν απόψε ΝΑΙ και χειροκροτούσαν μετά και όρθιοι και έβαζε το χέρι του στην καρδιά ο άλλος, αυτοί οι 152 λοιπόν νομίζω πως έχουν πλέον περάσει κάθε τεστ, πως και να καιγόταν αύριο το μπουρδέλο η βουλή αυτοί θα αποδεικνύονταν πυρίμαχοι, η Βάσω η πυρίμαχη, ο πυρίμαχα αρχιτραγέλαφος Μίμης Ανδρουλάκης, το τόσο ελάχιστο τελικά αυτό πολιτικό ανθρωπάκι που παριστάνει το διανοητή και τον μυθιστοριογράφο, ένας προς ένας τους αυτοί οι 152 που ψήφισαν και σήμερα ΝΑΙ, που άντεξαν και σήμερα να ψηφίσουν ΝΑΙ, έχοντας πλήρη επίγνωση πως είτε πάνε πάλι να συνεχίσουν μόνοι τους, είτε στην καλύτερη μαζί με τον Καρατζαφέρη και τη Ντόρα, έχοντας πλήρη επίσης επίγνωση πως ανετότατα μπορεί τελικά να παραμείνει Πρωθυπουργός ο άνθρωπος που κληρονόμησε από τον πατέρα του ένα όνομα και από τον παππού του ένα ρολόι (που πάει πάντα από δύο έως τρεις ώρες λάθος όταν είναι να μιλήσει στο εσωτερικό, στη Βουλή, σε διάγγελμα ή στην ΔΕΘ, αλλά στο εξωτερικό δουλεύει καλά μάλλον, εκτός κι αν στήνει τρίωρα και τη Μέρκελ), ο άνθρωπος που ποτέ δεν είδε την πολιτική ως επάγγελμα και που πάντα τα έβαλε με το πολιτικό κατεστημένο της χώρας, ο επαναστάτης που τόλμησε να σπάσει το ταμπού του μπάφου και του ίντερνετ ως εργαλείου δημοκρατίας, ο άνθρωπος που δεν είναι γαντζωμένος σε μια καρέκλα αλλά σε ένα όνομα, έχοντας πλήρη επίγνωση πως ακόμη και αν δεν μείνει και παγώσει στα χείλη το χαμόγελο του επαναστάτη Κακλαμάνη, θα έρθει στη θέση του ο Βενιζέλος, ο Βενιζέλος, ο Βενιζέλος, ο Βενιζέλος, ο Βενιζέλος, ο Βενιζέλος, ο Βενιζέλος, σύμφωνα πάντα με πληροφορίες που μεταφέρει το Mega, το Mega, το Mega, το Mega, το Mega, το Mega, το Mega, ώστε μόλις ορκιστεί να χύσουν ομαδικά ο ίδιος ο Ευάγγελος (που έχει αρχίσει πλέον και βάζει κυριολεκτικά το χέρι μέσα στο σακάκι του σαν υποσυνείδητος Ντούτσε - απόψε στην ομιλία του στη Βουλή το έβαζε συνεχώς) και μαζί του όλο το στούντιο του Μεγάλου Καναλιού που θα μοιάζει με δωμάτιο του Μεγάλου Ανατολικού από τη συσσωρευμένη λαγνουργία. (Από μπλογοτέχνημα του Old Boy).
  2. Πασοκόψυχοι. Δεν τους φτάνει που έκαναν τόσα χρονια τον νταβατζή σε ΠΑΣΟΚ και Νέα Δημοκρατία, θέλουν τώρα να κάνουν κουμάντο και στον ΣΥΡΙΖΑ. Όπως λεει και ο λαός, πρώτα βγαίνει η ψυχή και μετά το χούι. Με φόρα από το βαθύ κράτος του Σαββατοκύριακου, τα πασοκόψυχα Νέα παίζουν Δευτέρα είδηση «ΣΥΡΙΖΑ: Άρχισαν δραχμοπόλεμο» όπου διαβάζουμε «Σκληραίνει η αντιπαράθεση στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ για την παραμονή ή μη στο ευρώ μετά τις επιθετικές δηλώσεις Λαφαζάνη». Στο ίδιο πνεύμα, το πασοκόψυχο Έθνος ανακαλύπτει την ίδια είδηση. [...] Είναι συγκινητική η προσπάθεια των δύο παραμάγαζων να μην κατεβάσουν ρολά [...] Έτσι έχουν μάθει οι φυλλάδες. Την κουλτούρα διαλόγου σε ένα κόμμα την θεωρούν σύγκρουση. Την κουλτούρα νυφοπάζαρου 58 αυλικών του μνημονίου την θεωρούν αφετηρία. Προσοχή, λοιπόν, όταν συζητάτε σοβαρά για το μέλλον του ευρώ. Θα έρθουν οι πασοκόψυχοι να σας διασπάσουν. (Ανφόλο).
  3. Κάποιοι άλλοι πασοκόψυχοι είχαν πάει παλιότερα στο λιμάνι και πετούσαν ντομάτες στους απεργούς ναυτεργάτες, για να λύσουν την απεργία. (Σφυροδρέπανο).

Και από τη στιγμή που το Πασοκιστάν έγινε μνημονιστάν, τότε ο πασοκόψυχος είναι (σύμφωνα με τους χρησιμοποιούντες την έκφραση) ο άνθρωπος με διπλή ηθική, αυτός που υποκρίνεται την κοινωνική ευαισθησία, ενώ είναι σοσιαληστής που δεν διστάζει να ακολουθήσει σοσιαληστρικές πολιτικές όπως κάθε άλλος, συνεχίζοντας ταυτοχρόνως την κλάψα και τον καζαντζιδισμό. Αυτός που θέλει να κερδίσει και το σώμα και την ψυχή του, θέλει και την πούτσα στο μουνί στη Μιμή και την ψυχή στον παράδεισο.

Διαχρονικό χιτάκι

Μετά, λοιπόν, την επισκήψασα πόλωση του πολιτικού σκηνικού, όταν το ΣΥΡΙΖΟΚ είναι το νέο Πα.Σο.Κ., ο πασοκόψυχος είναι ο σοσιαλδημοκράτης (ως πολιτικό μπινελίκι χρησιμοποιείται πλέον), ή ακόμη χειρότερα, ο σοσιαλφιλελές, ο χιπστεροφιλελές ή χιπστεροναζί (το ίδιο κάνει), ο ντεκαφεϊνέ κεντροαριστερούλης που ακολουθεί το ο,τιδήποτε, δυνάμενος να επιβιώσει (έστω πασοκοποιηθείς) μέσα σε οποιαδήποτε συνθήκη καθώς ως ασπόνδυλο μαλάκιο δεν έχει καμία πολιτική ραχοκοκαλιά. Αν προσθέσουμε και τον όψιμο ευρωπαϊστικό προσανατολισμό του Πα.Σο.Κ., τότε μιλάμε για έναν Ευρωτσολιά ναιναί οφατζή.

  1. Δεν μπορεί να είστε ένθερμοι Έλληνες αλλά ταυτόχρονα και λίγο φιλελεύθεροι πασοκόψυχοι αντιφασίστες. Διότι τότε είστε απλά γραφικοί. (Olympia).
  2. Το Ποτάμι του Κιέβου και οι πασοκόψυχοι των Αθηνών. (Εδώ).
  3. Πασοκόψυχοι πρώην Δημαρίτες νυν Ποταμίσιοι σαν κατσαρίδες μετά από πυρηνική καταστροφή. (Από το Twitter).
  4. Ο συγκεκριμμένος δεν είναι πασοκόψυχος, είναι σαν αυτές τις αερινες πολύχρωμες φυσαλίδες πού βγαίνουν από αυτό το παιγχνίδι πού πουλάνε στα περίπτερα. (Ολύμπια).

Μην ξεχνάτε, όμως: Υπάρχει ένα μόνο πράγμα χειρότερο από μια πασοκοψυχή κι αυτό είναι ένα πασοκοχούι.

Disclaimer: Το παρόν λήμμα αντικατοπτρίζει τις απόψεις αποκλειστικά και μόνο των χρησιμοποιούντων την έκφραση, για την οποία ο συντάκτης ενδιαφέρεται καθαρά και μόνο για γλωσσικούς λόγους.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στα τηλεοπτικά στούντιο ειδήσεων, η χειρίστρια γεννήτριας χαρακτήρων. Με άλλα λόγια, η κοπέλα -οι άνδρες είναι σπανιότατοι στο επάγγελμα- που κάθεται σ' ένα κομπιούτερ και ρίχνει τα σούπερ. Όπου σούπερ, είναι οι ταινίες ή κάρτες με τα γράμματα που εξηγούν ποιος μαϊντανός παπαρολόγος είναι σε κάθε παράθυρο, ποιος πανελίστας αφιερώνει αυτή τη στιγμή και πόσοι είναι οι νεκροί από τις επιθέσεις στη Βομβάη. Σε ορισμένα κανάλια, η σουπερατζού χειρίζεται επίσης και το λογισμικό που χωρίζει τα παράθυρα, φτιάχνει κάποια γραφικά κλπ. Οι σουπερατζούδες δουλεύουν υπό μεγάλη πίεση -διότι πολλά πρέπει να γίνουν ζωντανά και σε χρόνο dt και, έτσι κι αλλιώς, λόγω των ατόμων που τις περιστοιχίζουν.

Το σουπερατζού είναι κατ'αρχήν απαξιωτικό αλλά έχει καθιερωθεί. Πιο προσβλητικό είναι στην τρέχουσα το superwoman το οποίο εκφέρεται πάντα με μεγάλη δόση ειρωνείας από τους πολ μουρ συναδέλφους.

Μετά από συμπλήρωση εικοσαετίας σε αυτή τη δουλειά, οι σουπερατζούδες συνταξιοδοτούνται και η Εκκλησία μας τις ανακηρύσσει αγίες. Καμμία δεν έχει αντέξει τόσο πολύ.

- Νταξναούμ, το μάνα ρέιβερ έμεινε ... αλλά, είναι γεγονός ότι οι κοπέλες δουλεύουνε με φοβερή πίεση ...
- Ναι, ρε μαλάκα, αλλά έχουνε πλάκα ... προχτές θέλανε να πούνε «Εύα Καϊλή - τώρα» και στο σούπερ βγάλανε «Εύα Καυλή - τώρα» ...
- Πώς ήτανε εκείνο το έργο, ρε συ ... Τόρα-Τόρα-Τόρα ... τύφλα νάχει ο Μπεν Χουρ ...
- Γιατί, παιδιά, άδικο είχανε με την Καϊλή; ... Εγώ σας το λέω, δε φταίνε, οι σουπερατζούδες ... οι δημοσιοκάφροι τους τα λένε λάθος ... για να μη σου πω κι επίτηδες λάθος, για να γίνει τζόγος ...
- Σωστόστ ... σα την άλλη φορά πούχανε ρίξει «Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, φοιτητής στο Βελιγράδι» ...

(σ.σ. Όλα τα παραδείγματα είναι πραγματικά)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία