Επιπλέον ετικέτες

Ως γνωστόν και από το λήμμα του Γκατσανδρός στα Λιντλ σε ψωνίσανε;, τα καταστήματα Lidl προσφέρουν προϊόντα σε χαμηλές τιμές, πολύ χαμηλότερες από όλα τα άλλα. Ένας από τους τρόπους που το καταφέρνουν είναι, μεταξύ άλλων, και το ότι διάφορα προϊόντα τα προσφέρουν όχι σε κάποια γνωστή μάρκα που είναι ακριβότερη, αλλά σε κάποιες φτηνότερες μάρκες ή και σε δικές τους συσκευασίες.

Ο πάντα καχύποπτος Έλληνας θεωρεί ότι "το φτηνό είναι και ακριβό", άρα για να είναι τόσο σκανδαλωδώς φτηνά τα προϊόντα πρέπει οπωσδήποτε να είναι πολύ κακής πχοιότητας. Κυκλοφόρησαν μάλιστα και σχετικά ανέκδοτα, συνήθως πολύ κακής ποιότητας, κυριολεκτικά ανέκδοτα από τα Λιντλ (ινσέψιο). Μια ακόμη διάσταση του φαινομένου Λιντλ είναι ότι πρόκειται για εταιρεία γερμανικών συμφερόντων, οπότε έχει εμπλακεί στη γενικότερη διαμάχη μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας στον καιρό του Μνημονίου, που θεωρείται από κάποιους ότι ευνοεί τα γερμανικά συμφέροντα.

Το σλανγκικό ενδιαφέρον της έκφρασης έγκειται κυρίως στο παρακάτω: Όταν λέμε ότι κάποιος/κάτι είναι από τα Λιντλ εννοούμε ότι είναι σαν να μοιάζει με κάποιον/ κάτι άλλο, μόνο που είναι πολύ χειρότερης ποιότητας. Είναι δηλαδή κακέκτυπο, κακή απομίμηση, σαν να είναι μαϊμού του άλλου. Υποτίθεται ότι έχει παρόμοια λειτουργία με κάτι άλλο, είναι όμως πολύ κατώτερης αξίας. Στην εποχή των Μνημονίων η έκφραση μπορεί να συσχετιστεί και με τα περίφημα γενόσημα, δηλαδή φάρμακα που κάνουν περίπου την ίδια δουλειά, όντας λιγότερο ακριβά, ή και τα ισοδύναμα μέτρα (όχι ακριβώς το ίδιο, αλλά τέσπα). Λ.χ. ένας πολιτικός που για να το παίξει αντισυμβατικός έρχεται στη Βουλή με μηχανή, όμως είναι χοντρός, πατσοκοιλιάς με διπλοσάγονο και χωρίς την ιδιαίτερη σαγήνη του Yanis λέμε ότι είναι Βαρουφάκης από τα Λιντλ.

Κατά μία ευρύτερη χρήση η έκφραση μπορεί να δηλώσει ο,τιδήποτε κακής ποιότητας, χωρίς κατ' ανάγκην σύγκριση με κάτι άλλο.

Μπορούν βεβαίως να προκύψουν και δυσκολίες κατανόησης, όταν λ.χ. διαβάζεις τον τίτλο είδησης "ανθελληνική πρόκληση από τα Λιντλ" δεν καταλαβαίνεις αν έχουν κάνει τα Λιντλ κάποια πρόκληση ή αν έχει κάνει ανθελληνιά κάποιος Μέτερνιχ ή Σόιμπλε από τα Λιντλ.

Ανθελληνική πρόταση από τα Λιντλ. (Εδώ. Ceci n'est pas παράδειγμα της σλανγκ χρήσης).

Έχουμε επίσης και μερικά ενδιαφέροντα ινσέψιο. Λ.χ. ο αντιμνημονιακός αγώνας που επικεντρώνει στο μποϊκοτάζ των γερμανικών προϊόντων από τα Λιντλ μπορεί να χαρακτηριστεί ως

Αντιμνημόνιο από τα Λιντλ. (Σλανγκ χρήση και ινσέψιο εδώ).

Ενώ το κτήριο των Λιντλ που καταστρέφεται αμέσως με τον πρώτο σεισμό ή πλημμύρα είναι Λιντλ από τα Λιντλ κ.ο.κ.

Ινσέψιο

Άλλα (μη ινσέψιο) παραδείγματα:

  1. Προφυλακτικά από τα Lidl..γιατί τα παιδιά είναι ευτυχία! (Χιούμορ από τα Λιντλ εδώ).
  2. ΑΠΟΚΑΛΟΥΝ ΤΟΝ ΧΑΙΚΑΛΗ "ΒΑΡΟΥΦΑΚΗ ΑΠΟ ΤΑ LIDL!!! "Aνασχηματισμός από τα LIDL". (Κουρδιστό Πορτοκάλι).
  3. Διακοπές από τα Lidl!! (Τατζικιστάν) (Εδώ).

Περισσότερα παραδείγματα στα μήδια.

Βλ. και κινέζικο, κινεζιά (κυρίως το σχόλιο εδώ) και μέιντ ιν τσάινα, αλλά και μάρκα μ' έκαψες, φόλεξ, περιπτερέημπαν.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

σκυλοκουράδα, σκυλοκούραδο

Αλλιώς το σκυλόσκατο, η κουράδα του σκύλου. Όπως λέει και ο Dry Hammer, "σου γεμίζει περισσότερο το στόμα" από ό,τι η μικρότερη λέξη σκυλόσκατο. Το βρίσκουμε ήδη στη Λωξάντρα της Μαρίας Ιορδανίδου, γραμμένη το 1962.

  1. "Η Λωξάντρα φοβότανε τα γιατροσόφια της κόνα-Αννίκας, της πλάτρας. Τα σιχαίνουνταν. Πράματα ήτανε εκείνα να μήν τα σιχαθείς; Από κατρουλιό αρσενικού παιδιού έκανε η κόνα-Αννίκα γιατρικό για τις χιονίστρες και για τα σκασίματα των χεριών. Από σκυλοκούραδο έκανε σκονάκια για το βήχα, και τα φυσούσε μέσα στο λάρυγγα με καλαμάκι. Από ψόφια ποντίκια και λάδι έκανε ποντικαλοιφή. Μέσα στο καύκαλο του μυδιού έκανε τρεμπεντιναλοιφή, καλλυντικό για το πρόσωπο. Έκοβε το σιριλίκι, γήτευε την ιλαρά, σήκωνε τον αφαλό...και τί δεν έκανε η αδικιωρισμένη, αλλά η Λωξάντρα τη σιχαίνουνταν." (Μαρία Ιορδανίδου, Λωξάντρα, Αθήνα: 1962).
  2. Εχθές όπως γυρνούσα σπίτι, πάτησα πάνω σε κάτι περιττώματα σκύλου και αυτό με έβαλε σε σκέψεις. Ενώ κάποιος άλλος θα προσπερνούσε ενοχλημένος ένα τέτοιο συμβάν, εγώ ένιωθα πως μου είχε συμβεί κάτι πολύ σημαντικό, ένα γεγονός κοσμοϊστορικής αξίας, καθώς μου άνοιξε τα μάτια για το νεφελώδη τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το σύμπαν. [...] Το μυαλό μου είχε απορροφηθεί σε τέτοια θεμελιώδη ερωτήματα και σκεπτόμενος ακατάπαυστα τη σχέση αιτίου αιτιατού που πιθανώς συνέδεε τη Παπαρίζου με το σκυλοκούραδο, έτρεξα γρήγορα σπίτι να καταγράψω τις σκέψεις μου. [...] Στη γαλήνη και ησυχία του δωματίου μου κοίταξα προσεκτικά το παπούτσι μου και το πώς είχαν απλωθεί τα σκυλίσια υπολείμματα πάνω του. Δε μπορούσα παρά να είμαι σίγουρος πως η ίδια συμπαντική δύναμη που έστειλε στο Νεύτωνα το μήλο και έκανε τον κατά τ' άλλα σεμνότατο Αρχιμήδη (ή τον Αριστείδη;) να τρέχει γυμνός στους δρόμους φωνάζοντας «Εύρηκα! Εύρηκα!», προσπαθούσε να μου πει κάτι. «Μίλα μου! Σ' ακούω» είπα στο παπούτσι μου και το κοίταξα ανυπόμονα. (Η συνέχεια του διανοητικού θρίλερ εδώ).
  3. Οι ευρωπαίοι νεοέλληνες που βγάζουν το κατοικίδιό τους βόλτα, θεωρούν εικαστική παρέμβαση υψίστης πολιτιστικής αξίας τις σκυλοκουράδες. (Εδώ).

Μεγαλύτερο σλανγκικό ενδιαφέρον έχει το ότι το βρίσκουμε και ως βρισιά, για να περιγράψει έναν άνθρωπο ξευτίλα, μηδαμινό, σκατιάρη, σκατένιο, ένα σκουπίδι, ένα απόρριμμα.

  1. "Είσαι ο επόμενος! Είσαι ο επόμενος σκυλοκούραδο!" Ύστερα ο Παξ μουγκρίζει το όνομά μου. Κι έπειτα το επαναλαμβάνει η φωνή του Τάκτου, μετά η Νάιλα από τον Ψηλό Πύργο. Και γρήγορα εκατό φωνές το τραγουδούν σε όλο το κατακτημένο κάστρο, από την αυλή μέχρι τα ψηλά προκαλύμματα και τους πύργους. (Πιρς Μπράουν, Κόκκινη Ανατολή, εκδ. Μεταίχμιο, μετάφραση: Τιτίνα Σπερελάκη).
  2. ΓΙΑΥΤΟ ΒΓΑΛΕ ΤΟΝ ΣΚΑΣΜΟ ΗΛΙΘΙΟ ΣΚΥΛΟΚΟΥΡΑΔΟ ΟΥΣΤ ΚΟΠΡΙΤΗ. (Άλλος ένας φωνακλάς που μας ξυπνάει με φωνακλάδικες βρισιές στο Ξυπνήστε Ρε!).
  3. Τράβα γαμήσου ρε σκυλοκούραδο ρουφιάνε βρωμότουρκε. Αυτοί οι μογγόλοι γαμάνε την μάνα σου. (Από βρις-οφ στο συσιφόνι).
  4. Εναλλακτικός τίπλος: "Με χρησιμοποίησαν σαν σκεύος και αφού ικανοποίησαν τις ορμές τους, με πέταξαν σα σκυλοκούραδο". (Εναλλακτικός τίτλος διαδικτυακού αρρωστουργήματος εδώ).

Αρρωστούργημα του Ολλανδού καλλιτέχνη Schippers, απεικονίζει ένα σκυλοκούραδο μνημειωδών διαστάσεων, τοποθετημένο στους περίφημους ολλανδέζικους κήπους Keukenhof, κοντά στην πόλη Lisse της Ολλανδίας

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ανεύθυνος γυριστρούλης, ο κωλοτούμπας.

Σύμφωνα με τον Θ. Πάγκαλο, πρόκειται για ιδιωματισμό από χωριά της Αττικής:

- ο άλλος τσαχπινοκωλαράκιας είναι! Πότε από εδώ χώνεται, πότε από εκεί χώνεται… Τσαχπινοκωλαράκιας, μια έκφραση είναι. Σημαίνει αυτόν που προσπαθεί ν’ αποφύγει τις ευθύνες. Έτσι το λέμε εμείς στα χωριά της Αττικής. Και μετά βάζει τα κλάματα, επειδή τον είπε ψευτράκο ο Μεϊμαράκης. Κακώς τον είπε ψευτράκο, γιατί είναι αρχηγός κόμματος. Εγώ ορθώς τον λέω ό,τι τον λέω, γιατί εγώ δεν είμαι τίποτα (Θεόδωρος Πάγκαλος ΒΗΜΑ FM, 8/9/15)

Βλ. επίσης: κυβίστηση.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Απόδοση στα ελληνικά της γαλλικής και πλέον μάλλον διεθνοποιημένης έκφρασης Gauche Caviar με τρόπο που είναι κττμγ πετυχημένος, ίσως πιο πετυχημένος κι απ' το πρωτότυπο καθώς δημιουργεί λέξη τύπου Port-manteau. Ορισμένες φορές λέγεται και χαβιαροαριστερά, αλλά ρε πστ πιο ωραία ακούγεται το πορτμαντώ. Ο χαβιαριστερός είναι ένας αριστερός που ζει με τρόπο χλιδαίο, ο οποίος θεωρείται ότι αντιφάσκει με τις αρχές της Αριστεράς.

Το δέλεαρ

Η Βικούλα μας δίνει τις εκφράσεις που δηλώνουν κάτι παρόμοιο σε διάφορες γλώσσες (βεβαίως υπάρχει απόσταση μεταξύ των διαφορετικών σημασιολογικών αποχρώσεων, άλλο αριστερός κι άλλο λίμπεραλ): champagne socialist, Hampstead liberal, Chardonnay socialist, Bollinger Bolshevik στα αγγλικά, Limousine liberal στις Η.Π.Α., Salonkommunist στα γερμανικά, Radical Chic στα ιταλικά, esquerda caviar στα πορτογαλικά, Kystbanesocialist στα δανικά, αναφερόμενο σε πολυτελή περιοχή.

Από τα ελληνικά μπορούμε να αναφέρουμε τις παραπλήσιες (όχι βέβαια ταυτόσημες) εκφράσεις: αριστεροκράτης, προλεφτάριος, αριστερός της δεξιάς τσέπης, σοσιαληστής.

Το γαλλικό πρωτότυπο χρονολογείται από το 1980 και επιθέσεις στον François Mitterand και μέλη της κυβέρνησής του. Ως σημαντικές στιγμές της χρήσης του όρου μπορούν βεβαίως να αναφερθούν οι επιθετικές κριτικές στον Dominique Strauss-Kahn για τα σεξουαλικά του μεράκια που πλήρωσε ακριβά από κάθε άποψη, στο σώγαμπρο Bernard Kouchner με τις διάφορες Μπίζνες Καλά Οργανωμένες, στη Ségolène Royal για τη φοροδιαφυγή της. Μπορούμε πλέον να προσθέσουμε και τον François Hollande, που στα απομνημονεύματα της πρώην ερωμένης του Valérie Trierweiler παρουσιάζεται να έχει περιφρόνηση για τους φτωχούς που αποκαλούσε σύμφωνα με τη συγγραφέα ξεδοντιάρηδες (les sans-dents). Τα απομνημονεύματα της Trierweiler Merci pour ce moment παρουσιάζουν γενικότερα τον Γάλλο Πρόεδρο ως τυπικό χαβιαριστερό: Έναν άνθρωπο με εκλεπτυσμένο ουρανίσκο που δεν ανέχεται τα γεύματα ή φαγητά που δεν είναι ό,τι πχοιοτικότερο έχει να προσφέρει η γαλλική γαστρονομία, έναν άνδρα που περιφρονεί την ερωμένη του για την ταπεινή κοινωνική της καταγωγή και την απατά με την Julie Gayet όχι μόνο επειδή η τελευταία ήταν ηθοποιός και τρελό μουνέτο, αλλά και επειδή ήταν ταξικώς αρχοντομούνα καίτη πουτανάκι, όλα αυτά ενώ ταυτοχρόνως έκανε μεγαλόστομες δηλώσεις για τα σοσιαλιστικά του πιστεύω τα οποία μάλλον τα είχε ως μια μορφή ψαγμενιάς όχι και τόοοσο διαφορετικής από τα εκλεπτυσμένα εδέσματα και ποτά.

Αναφέρθηκα εκτενώς στα γαλλικά παραδείγματα για τον λόγο ότι διαμορφώνουν νομίζω τρόπον τινά ένα πρότυπο χρήσης του όρου. Στα γαλλικά ο όρος αναφέρεται κυρίως σε σοσιαλιστή, όχι και τόσο σε καθαυτό κομμουνιστή ή ριζοσπαστικό σοσιαλιστή. Ο χαβιαριστερός είναι de gauche, είναι της Αριστεράς γενικώς και αορίστως, αλλά μην τον πάρετε και για κανέναν κομμουνίσταρο. Ένα κύριο χαρακτηριστικό του χαβιαριστερού είναι νομίζω ότι θέλει πρώτη ποιότητα σε όλα του και αυτό αφορά και στα φαγητά που τα θέλει σπάνια κι εκλεπτυσμένα, και στη σεξουαλική του ζωή όπου διάγει βίο bon viveur, και μέσα σ' όλα θέλει να έχει και τις πιο ψαγμένες πολιτικές ιδέες και θέσεις, οπότε επιλέγει να είναι σοσιαλιστής που ακούγεται πιο επιπέδου. Εν ολίγοις διαλέγει την Αριστερά με παρόμοια κριτήρια που διαλέγει και το χαβιάρι, ως κάτι το ταυτόχρονα ποιοτικό και εξωτικό.

Πάμε τώρα στη μεταφορά στην Ελλάδα. Κατ' αρχήν, ένας συνοπτικός ορισμός της χαβιαριστεράς φέρεται να έχει δοθεί από τον γνωστό σλανγιώτατο Κώστα Ζουράρι.

Για όσους δεν ξέρουν τον όρο Gauche caviar κατά τον κυβερνητικό βουλευτή Ζουράρι, χαβιαροαριστερά σημαίνει «γκλαμουριάρικη ζητιανιά της εξουσίας»! (εδώ).

Τώρα, η εντύπωση που έχω είναι ότι στην Ελλάδα ο όρος χρησιμοποιείται περισσότερο εναντίον των εξής: α) Αυτού που ονομάζουμε Πολιτισμική Αριστερά κατ' αντιδιαστολή προς την καθαυτό Αριστερά (να την πούμε κομμουνιστική;) που είναι περισσότερο οικονομοκρατική, ταξική και εντέλει μαρξιστική. Η πολιτισμική Αριστερά υπερασπίζεται δικαιώματα, λ.χ. μειονοτήτων, ομοφυλοφίλων, προσφύγων, δεν μπαίνει όμως στο βάθος της ταξικής διάστασης των προβλημάτων, αλλά μένει σε ένα επίπεδο πολιτισμικού εποικοδομήματος. β) Σχετικοάσχετα, χρησιμοποιείται από ορισμένους αριστερούς οι οποίοι είναι φιλικοί προς τον (όπως θέλετε πείτε το) πατριωτισμό ή εθνικισμό ή ελληναρισμό και οι οποίοι κατηγορούν ως χαβιαριστερούς την Κοσμοπολίτικη Αριστερά ή την διεθνιστική Αριστερά με την αφηρημένη έννοια. Τους προσάπτουν ότι είναι εθνομηδενιστές και, εδώ είναι το κρίσιμο, ότι δεν νιώθουν τις ευαισθησίες του πραγματικού λαού, του λαένιου λαού, μέσα στις οποίες μπορεί να περιλαμβάνονται και στοιχεία, όπως το να είναι κανείς ελληναράς (με την αριστερή έννοια) ή η ορθόδοξη πίστη μας, τα ήθη και έθιμα του τόπου και τα ρέστα σημαιούλες. Οι χαβιαριστεροί κατηγορούνται συναφώς ως άνιωθοι, ως αποκομμένοι από το λαό, ως προτιμώντες το χαβιάρι από το ψωμί, το σουβλάκι και το Γιάνη Βαρουφάκη, και εντέλει ως παραχωρούντες όοολα τα παραπάνω στη Χρυσή Αυγή και τα δεξιά εθνίκια, ως μη έδει. γ) Επίσης χρησιμοποιείται εναντίον ντεκαφεϊΚνέ κεντροαριστερών, οι οποίοι αν και αυτοπροσδιορίζονται ως αριστεροί, στην ουσία είναι κατά τους χρησιμοποιούντες την έκφραση στην καλύτερη φιλελέφτ, αριστεροφιλελέδες, χιπστέρια, ενώ στη χειρότερη πασοκόψυχοι χιπστεροναζί σοσιαληστές. Νομίζω ὀτι περισσότερο εννοείται με την έκφραση το α), μετά το β) και μετά το γ).

  1. Όμως, παρ' όλα αυτά, υπάρχει πάντα η «πανουργία της ιστορίας». Μιας ιστορίας που σήμερα οδηγεί σε παγκόσμια κρίση –οικονομική και ταυτόχρονα κρίση της παγκοσμιοποίησης– που οδηγεί σε έξαρση των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων στην περιοχή, με την Παλαιστίνη ως επίκεντρο, μια παγκόσμια κρίση που θα αποτελέσει ταυτόχρονα και κρίση των ιδεολογιών του πολυπολιτισμού, του εθνομηδενισμού και της παγκοσμιοποίησης, μέσα στην οποία κινείται η χαβιαροαριστερά ο αριστερισμός και ο αντιεξουσιασμός της κακιάς ώρας. Και όσο και εάν όλοι αυτοί θέλουν να ταυτίσουν τα αντιπαγκοσμιοποιητικά ρεύματα, που θα ενισχυθούν στην ελληνική κοινωνία, με το ΛΑΟΣ και τον «ρατσισμό», δεν θα μπορέσουν να το πετύχουν. Είναι εξ άλλου χαρακτηριστικό πως ακόμα και ένα γραφειοκρατικό κόμμα όπως το ΚΚΕ –και παρά την αιώνια λογική της προβοκάτσιας με την οποία αναλύει τα κοινωνικά και πολιτικά φαινόμενα– κατορθώνει όχι μόνο να εντάσσει στους κόλπους του ένα σημαντικό μέρος της νεολαίας, ιδιαίτερα από τα λαϊκά στρώματα, αλλά και να αντιστέκεται στην χαβιαροαριστερά. Κατά συνέπεια, θα ήταν μεγάλο σφάλμα να χαρίσουμε όλη τη νεολαιίστικη αντίδραση στις δυνάμεις της ψευδο-εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης και του εθνομηδενισμού, χαρακτηριζοντάς την συλλήβδην ως αντιδραστική ή «φασιστική νέου τύπου». (Αρένα).
  2. Σε μπελάδες βάζουν την εγχώρια χαβιαροαριστερά και τους «ταξικιστικούς» (και ουχί ταξικούς) EXOFYLLO_small νεοφιλελεύθερους "αριστερούς" ανανεωτές (εντός και εκτός ΣΥΡΙΖΑ), οι εξαιρετικές εκδόσεις Α/ΣΥΝΕΧΕΙΑ, με την έκδοση του βιβλίου του Άλβαρο Γκαρσία Λινέρα, αντιπρόεδρου της Βολιβίας και στενού συνεργάτη του Έβο Μοράλες. Όχι επειδή ο χώρος του «αριστερού life style, δεν αναφέρεται σαν απόπειρα για έμπνευση ή για προβληματισμό στο μπολιβαριανό κίνημα, αλλά επειδή φανερώνει τις καθηλώσεις και την υποκρισία που το διαπνέει. Υποκρισία αλλά και «εφηβική» εμμονή να γοητεύεται από οτιδήποτε εξωτικό, αλλά να θεωρεί αναχρονισμό και …εθνικισμό να βρίσκει αναλογίες στον δικό της τόπο. Ο Λινέρα, αναφέρει …απαγορευμένες λέξεις για τους κοσμοπολίτες «αριστερούς» μας, που αναφέρονται παραδόξως στην Λατινική Αμερική και στην εθνική ανεξαρτησία που εμπνέει πολλά κράτη της: ιθαγενικό κίνημα, παράδοση, ρήξη με την αναποτελεσματική συμβιβασμένη αριστερά, αντι-ιμπεριαλισμός, κ.α. (Εδώ).

Βεβαίως μπορεί να χρησιμοποιηθεί και εναντίον οποιουδήποτε διάγει χλιδαίο βίο προδίδοντας τις αριστερές αρχές. Ορισμένα παραδείγματα ακόμη:

  1. Στη Γαλλία η χαβιαριστερά των σοσιαλιστών, αλλά και η ευρωπαϊστικη «αριστερά» του Μελανσόν, ηττήθηκαν κατά κράτος μπροστά στη Λεπέν που εμφανίζεται ως υποστηρικτής της γαλλικής ανεξαρτησίας απέναντι στη Γερμανία. (Άρδην-Ρήξη).
  2. Η caviar gauche, είναι παντός καιρού. Πάει με όλα. Και συμφέρει. Φουστόμπλουζο στη δεξίωση και ταφταδένια γκράντε τουαλέτα, στη δουλειά. Απάντηση: έτσι πρώτη φορά χαβιαριστερασανο σανο σανο σανο σανο σανο σανο σανο εσείς οι άνεργοι του ΙΤ, δείτε τους να καλοπερνάνε με τα λεφτά των άλλων. (Ολυμπία).
  3. Ο νόμος θα εφαρμοστεί όποτε (και σε βάρος όσων) θελήσουν οι τοποτηρητές του υπαρκτού λαμογισμού, οι παραγωγοί χαβιαριστερισμού, οι εκσυγχρονιστές της Siemens και οι λοιποί πασόκοι. Τζάμπα μάγκες. (Δημοκρατία).

Πουθενά χαβιάρι. Να τα λέμε κχιαυτά! Φεραριστερά

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ελεεινολογώντας και λολοπαίζοντας με το πάλαι ποτέ "λούμπεν προλεταριάτο" το λήμμα πέη ατένσιο σε λουμπενικές ιδιότητες και χαρακτηριστικά που διέλαθαν μέχρι τώρα την προσοχή μας· Αντισημιτισμός, ομοφοφία, σεξισμός, διακρίσεις εναντίον των γυναικών/ μεταναστών, πατερναλισμός αλλά και γλείψιμο προς τον "τίμιο πλην παραπλανημένο λαό", μικροαστεία υποκρισία και στάση τ. πατριωτική μαγκιά-κλανιά, είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά που αποδίδονται στο λούμπεν ελληναριάτο (ή και σκέτο Ελληναριάτο) και δέχονται ανελέητη κριτική, με ασυνήθιστα σκληρή, καυστική, απόλυτα πολιτική αλλά και σύγχρονη γλώσσα.

Αντίθετα με τα άλλα λήμματα της "Σάγκας του Λούμπεν" (λουμπενικοί, λουμπενάδες, λουμπενιάρηδες, λουμπεναρία, λουμπεναριό), όπου συχνά υπονοείται ή και εκφράζεται ανοιχτά η ανοχή, η συμπάθεια, ακόμα και η υποστήριξη προς τη τρασόβια υποκουλτούρα και συμπεριφορά, για το λούμπεν ελλαναριάτο αντί για γοητεία βρίσκουμε μόνο οργή και μίσος, απ' τη μεριά των χρηστών.

Ο λαός δεν είναι ένα επαναστατικό υποκείμενο στην ελλάδα, αλλά κατά βάση ένα μάτσο άχρηστοι, σεξιστές, αντισημίτες αερολόγοι. Είναι το λούμπεν ελληναριάτο. Ο διαχωρισμός δεξιά/αριστερά/αναρχικοί έχει σταματήσει να έχει κάποια σημασία πλέον, αφού όλοι αυτοί πιστεύουν στην “επισκευή” της οικονομίας ως λύση των κοινωνικών προβλημάτων και όλοι θεωρητικά είναι αντιφασίστες χωρίς βέβαια να κάνουν όντως κάτι στην πράξη εκτός από λόγια φεστιβάλ και αφίσες.
Γι αυτό μιλάμε για λούμπεν με την έννοια του πεφωτισμένου ξερόλα που έχει μια θεωρία για όλα (δεξιά/αριστερή/αναρχική) και δεν πράττει, ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να πρήξει τους πάντες ότι “τα λέει καλά και έξω απ’ τα δόντια”. Και φυσικά να πάρει τον τίμιο πλην παραπλανημένο λαό με το μέρος του. Μια τέτοια προσπάθεια φυσικά υποτιμά τη νοημοσύνη κάποιου που όντος θα κάτσει να ακούσει τι έχει να πει ο λούμπεν που, με βουλωμένα αυτιά, μιλάει συνεχώς. Δεν μιλάμε για τον λούμπεν με εισοδηματικά κριτήρια, για το underclass των Άγγλων.

. . .
Γι αυτό μόνο οργή και μίσος για το λούμπεν ελληναριάτο που τρέχει μόνο για τους δικούς του. Μόνο οι δικοί τους είναι στις ομάδες τους, μόνο αυτό βλέπουν, μόνο αυτό κάνουν, και μας πρήζουν και τα ούμπαλα ότι είναι γαμάτοι. Στην πράξη ούτε έχουν ενσωματώσει τις γυναίκες και τους πρόσφυγες στις ομάδες τους, ούτε βοηθάνε πρακτικά να βελτιωθεί το βιωτικό επίπεδο ή να σωθεί η ίδια η ζωή ενός αιτούντος άσυλο. Εκτός αν πιστεύεις ότι βοηθάς να σωθούν ζωές με τα κωλοφεστιβάλ σου και με τις γαμωαφίσες σου.
Τόσοι έλληνες γίναν οι ίδιοι κατά κάποιον τρόπο οικονομικοί μετανάστες τελευταία και οι περισσότεροι δεν χαμπάριασαν τίποτα. Απλά διαδίδουν τη λουμπενιά και στο εξωτερικό. Συμπερασματικά, αν σε ενδιαφέρει να κάνεις όντως κάτι και βαρέθηκες τα λόγια, ξεκίνα με το να αλλάξεις την παρέα σου, τη συλλογικότητα σου, τη ζωή σου.

Τέρμα οι λευκοί, αρσενικοί, λούμπεν έλληνες!

Πηγή εδώ

  1. [...] γι αυτό από τις ισπανικές πλατείες ξεπήδησαν τόσα πολλά κινήματα που βοηθάνε πρακτικά τον κόσμο ενώ από τις ελληνικές πλατείες ξεπήδησε ο βούρκος της πατριωτικής μαγκιάς-κλανιάς, τίγκα στον τζάμπα αντιγερμανισμό και αντισημιτισμό. γιατί, όταν είσαι λούμπεν ελληναριάτο, ποιο είναι το σύνθημα (πάμε όλοι μαζί;): για όλα φταίνε οι κακοί ξένοι. (spiltmilk)

  2. Ego dn ipotheto, eise megalos vlakas agori mou. Iparxoun polloi tropoi na to apodeikseis ston eafto sou kai na stamatiseis na to pezeis eksipnos. Esy kai olo to ipoloipo luben ellinariato pou mas ta exete kanei na tosa xronia kai dn stamatate me tpt. (εδώ)

  3. Οι Σύριοι πρόσφυγες "απομακρύνθηκαν", κοιμήσου ήσυχο ελληναριάτο. Τα μόνα λαμπάκια που σου ανάβουν δεν κινδυνεύουν πλέον #Christmas #Greece (εδώ)

  4. Φυσικά ο όχλος του ελληνορθόδοξου βούρκου, το λούμπεν ελληναριάτο, έχει τις δικαιολογίες έτοιμες. Φτώχεια, Κατοχή, εδώ δεν μπορούσες να σώσεις το τομάρι σου θα έτρεχες για τον διπλανο σου; Σωστά, άρα όταν σταματούσε η Κατοχή θα έτρεχες για τον διπλανό σου, έτσι δεν είναι; Έλα όμως που δεν έγιναν έτσι τα πράγματα. Ένα από τα πολλά παραδείγματα προέρχεται πάλι από τη μαρτυρία της κυρίας Εσθήρ όταν εκείνη επέζησε του Άουσβιτς και γύρισε στο σπίτι της στα Γιάννενα:
    «Χτύπησα την πόρτα και άνοιξε ένας άγνωστος. “Τι θέλετε”, με ρώτησε; “Εδώ είναι το σπίτι μου”, του είπα. “Θυμάσαι αν είχε φούρνο το σπίτι;”, είπε. “Ναι, βέβαια ψήναμε το ψωμί και ωραίες πίτες”, συνέχισα όλο χαρά. “Ε, λοιπόν, εξαφανίσου. Γλίτωσες από τους φούρνους στη Γερμανία, θα σε ψήσω εδώ στον φούρνο του σπιτιού σου”, άκουσα με φρίκη να μου λέει». (εδώ)

  5. Όπως Παττακός. Που κι αυτός είχε αρχικά τη λαϊκή αποδοχή του Ελληναριάτου (metarithmisi)

  6. Εδώ είναι μαζεμένα τα χρυσαυγίτικα αποβράσματα του λούμπεν ελληναριάτου. Κάποτε όταν είχαν λεφτά την έβγαζαν στο γήπεδο, πλέον μαζεύονται στα καφενεία του Πειραιά και βρίζουν αυτά που ψήφιζαν τόσα χρόνια (τους εαυτούς τους δηλαδή). Είναι ο ορισμός του "Εγώ ΠΑΣΟΚ ψήφιζα 30 χρόνια, αλλά μια Χρυσή Αυγή μας χρειάζεται". Αυτοί είναι οι πραγματικοί άπλυτοι. Ξεδοντιάρηδες, βρωμύλοι, ζέχνουν τσιγαρίλα και σαπίλα και αν ανοίξουν τον οχετό που έχουν για στόμα βγαίνει μόνο εμετός μίσους.
    Η πραγματικά επικίνδυνη πλέμπα της κοινωνίας: εδώ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που σε συνθήκες πόλωσης δεν τάσσεται με τη μία από τις δύο πλευρές, αλλά επιμένει να έχει την ψευδαίσθηση ότι μπορεί να μείνει ουδέτερος ή με διάφορες αλχημείες και ναιμεναλλιές να προσπαθεί να μην πάρει σαφή θέση αλλά να παίζει τον κουλ τύπο, που είναι και καλά υπεράνω, είναι νηφάλιος, αντικειμενικός κ.τ.λ. Όπως είναι αναμενόμενο, και όπως του αξίζει άλλωστε, κατά κανόνα τα ακούει τελικά και από τις δύο πλευρές, ιδίως στη θερμόαιμη Ελλάδα μας. Κυκλοφορεί και ως ισαποστασάκιας, αλλά τις τελευταίες μέρες (Ιούνιος 2015) με την πόλωση μεταξύ μενουμευρώπηδων και συριζανέλ το βλέπω να κάνει μια καριέρα και ως ισαποστασίτης. Ορισμένες φορές οι ισαποστασίτες κατηγορούνται ότι δεν είναι απλά γενικά ισαποστασίτες, αλλά ότι είναι ισαποστασίτες για τακτικούς λόγους μόνο για ένα θέμα που δεν τους συμφέρει, ενώ λίγο μετά ξεσπαθώνουν και μιλάνε με πάθος για άλλο θέμα που τους συμφέρει.

  1. Ισαποστασίτες, αυτή η μάστιγα. (Βαϊραλιά στο Φέισμπουκ).
  2. Μια κριτική στη Χαμάς αρκεί για να αποδοθούν οι γνωστές κατηγορίες «χρήσιμος ηλίθιος, πράκτορας (της Μοσάντ), ισαποστασίτης» και μπλα μπλα μπλα. (Εδώ).
  3. Πιο γλοιώδης από έναν φανατικό κολλημένο, είναι ένας "καθώς πρέπει" ισαποστασίτης #katadikazotiviaapopoukian_proerxetai. (Από Τουίτερ).
  4. Ο «ισαποστασίτης φιλελές» να υποθέσω ότι είμαι εγώ? Τι άλλη φραστική χαζομάρα θα σκεφτεί η αριστερά για να βάλει ταμπέλες σε όσους την αμφισβητούν; (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μία από τις βασικές -ίλες, είναι η μυρωδιά που αναδίδει η γυναίκα, το αντίστοιχο του αντρίλα, μόνο- ελπίζουμε- πιο μυρωδικό. Βεβαίως, η γυναικίλα μπορεί να καλύπτει ένα μεγἀλο φάσμα οσμών από την μυρωδάτη τριανταφυλλίλα έως το καμένο ντουί, όταν υπάρχει θεματάκι με τα μουνικά, φτάνοντας μέχρι και τη μαμαδίλα μιας ώριμης γυναίκας που αποπνέει μιλφίλα, ή όλες αυτές τις μυρωδιές που αναδίδει η φύση μετά το πέρασμα μιας μουνοκαταιγίδας. Γενικά πάντως η γυναικίλα είναι το τζενέρικ, είναι συνήθως κάτι περισσότερο από μια οσμή, μάλλον περιγράφει κατάσταση, όπου υπάρχει υπερβολική δόση θηλυκότητας φορ μπέτερ ορ φορ γουόρς, ή που έχουμε έναν μουνόκαμπο από πάρα πολλές γυναίκες μαζεμένες.

Η λέξη παλιά, υπάρχει από τον 19ο αιώνα, καθώς την βρίσκω σε μια μετάφραση των Νεφελών Αριστοφάνους από τον Γεώργιο Σουρή (1900), και βεβαίως την βρίσκουμε στους δύο μεγάλους Νεοέλληνες πεζογράφους της -ίλας, ήτοι τον Νίκο Καζαντζάκη και τον Στρατή Τσίρκα, που προσπαθούν και οι δύο να αποδώσουν με λέξεις στα μυθιστορήματά τους ένα ολόκληρο οσφραντικό σύμπαν εμπνευσμένο αντιστοίχως από την Κρήτη και από τις πολιτείες της Εγγύς Ανατολής. Σε παλαιότερες εποχές, η γυναικίλα ήταν η μυρωδιά μιας παστρικιάς, με την ευρεία έννοια, δηλαδή μιας γυναίκας που πλενόταν και μοσχοσαπουνιζόταν, πιθανόν σε αντίστιξη με τον άντρα της που μύριζε βαρβατίλα και τραγίλα. Η γυναικίλα μπορεί να ήταν και ύποπτη: Ένας άντρας που μυρίζει γυναικίλα σημαίνει ότι θα ξενοπηδιότανε με κάποια παστρικοθοδώρα, και δυστυχώς δεν έχει την καθησυχαστική γνώριμη αρχιδίλα του, αλλά αφενός πλένεται ο ίδιος για να κάνει τον δανδή, και αφεδύο κουβαλάει πάνω του και τις μυρωδιές της γκόμενας.

  1. Μπήκαμε. Μύριζε η παράγκα μυρωδιές, πούδρες, σαπούνια, γυναικίλα.
    - Κι αυτά τα μασκαραλίκια τι είναι, δε μου λες; φώναξα βλέποντας αραδιασμένα απάνω σ' ένα κασόνι τσαντάκια, μοσκοσάπουνα, κάλτσες γυναικείες, ένα κόκκινο ομπρελίνο, δυο μποτιλάκια μυρωδιά.
    - Δώρα... μουρμούρισε ο Ζορμπάς με σκυμμένο το κεφάλι.
    - Δώρα;! Έκαμα προσπαθώντας να αγριέψω. Δώρα;
    - Δώρα, αφεντικό. Μη θυμώσεις. Για την καημένη την Μπουμπουλίνα. Λαμπρή ζυγώνει. Άνθρωπος είναι κι αυτή.
    Κατάφερα να κρατήσω τα γέλια. (Νίκος Καζαντζάκης, Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Αθήνα: Τυπ. Δημητράκου, 1946).
  2. Και δεν τον πρόδωσε, δεν τον φανέρωσε ποιος ήτανε σε κανένα, μήτε γνώρισε ποτέ άλλον άντρα, πιστή στ' όνομα που της δώσανε στη Νάξο, Αριάγνη, η πιο αγνή δηλαδή. Χρόνια τον κράτησε μακριά της. Στο ίδιο κρεβάτι, ναι- μα τίποτ' άλλο. Σπάραζε, παρακαλούσε, σήκωνε χέρι. Εκείνη: Αριάγνη. Έμπλεξε αυτός με άλλες, ξενοκοιμότανε, βρωμοκοπούσε γυναικίλα και μυρωδιές, ας τον χαίρονταν οι πατσαβούρες τέτοιον άντρα που δεν είχε αντρισμό. (Στρατής Τσίρκας, Αριάγνη, Αθήνα: εκδ. Κέδρος, 1962).
  3. Και σαν γλυκοκοιμότανε τη νύχτα στο κρεβάτι, μ' εμένα τον χωριάτη, εγώ τρυγιαίς εμύριζα, σύκα, μαλλί, τραγίλα, και τόση βαρβατίλα, κι εκείνη πάλι μύριζε κρόκους και μύρα τόσα, παιχνίδια και φιλήματα που δεν τα ΄λεγε η γλώσσα, και γυναικίλα κι έρωτα και γκάστρωμα και γέννα (Αριστοφάνους Νεφέλαι, σε μετάφραση Γεωργίου Σουρή, 1900)

Στη δική μας εποχή η γυναικίλα έχει εξελιχθεί:

Στάνταρ το διηύθυνε γυναίκα. Η γυναικίλα αιωρούνταν στην ατμόσφαιρα και ήταν πνιγηρή. Δεν ήταν μόνο τα διακριτικά rechaud με άρωμα βανίλιας και κανέλλας, οι απαράμιλλου γούστου καναπέδες με τα έθνικ μαξιλάρια - με τα καλύμματα κεντημένα στο χέρι σαφώς - ήταν... (Η μπλογοτέχνης Αγγελική Μαρίνου εδώ)

Άλλες σημασιολογικές αποχρώσεις: Η γυναικίλα μπορεί να είναι η γυναικεία ανθρωπίλα, η φυσική μυρωδιά, αν αφαιρέσεις όλες τις τεχνητές επιστρώσεις, που στην εποχή μας είναι πολυάριθμες. Η γυναικίλα μπορεί να σημαίνει έτσι μια νοσταλγική επιστροφή στη φυσική (μη)-καθαρότητα.

Το ανθρώπινο δέρμα δεν πρέπει να μυρίζει ανθισμένα ανοιξιάτικα άνθη αλλά "δερματίλα"!!! Σεξ με αντρίλα και γυναικίλα. Πλύσιμο μόνο με νερό. (Γλάιφο).

Μπορεί να είναι η θηλυκότητα.

Παντως για μενα, η γυναικιλα (ναι, η λεξη θηλυκοτητα δε μου αρεσει, ειμαι βλάχος, τι να κανουμε..) στη γυναικα δε χρειαζεται να ειναι μετρημενη. (Ινσόμνια).

Μπορεί να είναι η συσσώρευση γυναικείων ορμονών σε έναν μουνόκαμπο:

  1. Η εξαιρετική φωτογραφία είναι από δω. Μόνο που ο μουσάτος στο πίσω μέρος του κάδρου -είτε βρέθηκε εκεί από φωτογραφική άποψη είτε όχι- καταστρέφει στα μάτια μου την αρμονία της εικόνας, σπάζοντας την γυναικίλα με την αντρόφατσά του. (Ο μπλογοτέχνης Old Boy εδώ).
  2. Πολλές γυναίκες μαζί. Δυο, δυο. Τρεις, τρεις. Τέσσερις, πέντε... [...] Κουτσομπόλες όλες αντάμα, ραντεβού στην Βασ. Σοφίας. Δυο, τρεις τέσσερεις, φιλιούνται σταυρωτά, διαισθάνονται αμέσως αν η αύρα του φιλιού είναι θετική -και ναι της Τ είναι σταθερά αρνητική- χαριεντίζονται από κεκτημένη ταχύτητα, είναι σε φόρμα (Η Τ το ‘χει πάντα το προβληματάκι της, ποιος της φταίει που έχει να δει άντρα από τότε που βάφτισε τον γιό της;). Όλες μαζί. Κάτι σαν αδελφότητα ας πούμε. Αδελφότητα πολύπειρων, δυνατών, ευαίσθητων, χαρισματικών (middle aged) γυναικών. Αδελφότητα ανώριμων, ανασφαλών, εξαρτημένων, μαλακισμένων θηλυκών -αν και όχι τόσο, τώρα πια. Η ηλικία και τα «δώρα» της. Έχει και το middle age τα θετικά του… Δεν είναι πολύς καιρός που αυτή η «γυναικίλα» μου έφερνε ναυτία. Μου μύριζε γκρίνια, αγαμία, μπιρίμπα, μούχλα. (Εδώ).

Μπορεί να είναι αποδιοπομπαία οσμή.

Αν τεκνοποιήσεις με γυναίκα, μπορεί να κολλήσει το παιδί γυναικίλα και να βγεί με κέρατα και ουρά. (Μπουντουσουμού).

Τέλος μπορεί να σημάνει την γυναικεία ετεροκανονιστικότητα, ήτοι το γυναικείο αντίστοιχο της ματσίλας, που μπορεί να καταντήσει τουματσίλα και ως τέτοια να αποδοκιμαστεί από λοξούς, αχαρτογράφητους, χιπστέρια και άλλους περίεργους.

Άρα το pride είναι και για εμάς. Και πού ξέρεις μπορεί να ανακαλύψουμε και μια άλλη μας πλευρά που δεν τολμούσαμε. Σκατά στη γυναικίλα! (Ίντυ)

Γυναικίλα, απάντηση στο Μπραφ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η γυναίκα που έχει σεξουαλικές σχέσεις με πάρα πολλούς άντρες. Πρόκειται για κάτι σαν ψωλαποθήκη, μόνο που όχι μόνο αποθηκεύει τις ψωλές, αλλά είναι και φύλακάς τους, βγάζοντας και κάτι το κυριαρχικό επί των ψωλών. Ας πούμε, ένα είδος φαροφύλακα που οργανώνει τα καράβια που σέρνει το μουνί της.

Πρόκειται για μια από τις προσφιλείς λέξεις του Μάκη Τσίτα, του οποίου το έργο Μάρτυς μου ο Θεός (Βραβείο Λογοτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης 2014) έχει μεγάλη σλανγκική σημασία, καθώς, όπως παρατηρεί ο Φοίβος Δεληβοριάς, είναι ένα από τα πρώτα λογοτεχνήματα που έχουν γραφτεί σχεδόν σαν να είναι παραθέσεις ποσταρισμάτων μιας τρολοπερσόνας στο Φέισμπουκ, μόνο που ο αφηγητής είναι ένας εξωδιαδικτυακός τρολός, που δεν παύει όμως να τρολάρει και να αυτοτρολάρεται ασύστολα, δείχνοντας έτσι κρυμμένες αλήθειες της ελληνικής κοινωνίας, αλλά και ανοίγοντας πιθανόν τον δρόμο για ένα νέο είδος τρολογοτεχνίας (το επόμενο στάδιο μετά τη μπλογοτεχνία). Το έργο είναι ασφαλώς σλανγκοπεριβόλι, αν και οι πολλές σλανγκιές του υπάρχουν ήδη στο σάη μας.

  1. Σκέφτομαι πως αν η Ευμορφία και η Ρωρώ αποφασίσουν κάποια στιγμή να γίνουν πλούσιες, θα τα καταφέρουν μια χαρά. Η πρώτη θα μπορούσε να βρει καμιά δεκαριά μαλάκες παύλα θύματα σαν κι εμένα. Η δεύτερη εάν είχε φάρο σε ένα ακρωτήρι κι έβαζε ανακοίνωση στον Τύπο που να λέει ότι από την τάδε μέχρι την τάδε ημερομηνία μπορείτε να 'ρθείτε να με πηδήξετε, θα έβλεπες κάθε μέρα απ' έξω να συνωστίζονται βάρκες, βαρκούλες, καίκια, κρουαζιερόπλοια στη σειρά. Θα τους έδινε και στίγμα ναυτιλιακό. Αυτή είναι γεννημένη για ψωλοφύλακας. Θέλει να καταμετρήσει τις αντρικές αντοχές. Αναλυτικώς. (Μάκης Τσίτας, Μάρτυς μου ο Θεός, Αθήνα: εκδ. Κίχλη, 2013, σ. 198).
  2. Ο Χρυσοβαλάντης, για να υπάρξει, σιχαίνεται τους Πακιστανούς, τα «πορνώδη γερόντια», τις λεσβίες, τους Αλβανούς, τους Ρώσους, τα κυκλώματα, τους μασόνους, τους άθεους, τους συναδέλφους του, τις γυναίκες-«ψωλοφύλακες», τις τράπεζες, τα ριάλιτι, τους πουλημένους δημοσιογράφους. (Φοίβος Δεληβοριάς για Μάκη Τσίτα).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που είναι κιτς (για την ενδιαφέρουσα ετυμολογία δες εδώ), κιτσάτος, καρακιτσαριό, καρακίτσος, κιτσογκόμενα, σκουπίδω και που σε ορισμένες περιπτώσεις το αναλαμβάνει αυτό ως κάγκουρας και το αισθητικοποιεί. Λ.χ. στα παραδείγματα το βλέπω να αναφέρεται σε ορισμένες περιπτώσεις χαρντ-ροκάδων, σε φουτουριστές ή σε πλουσιέξ. You get the idea, αφήνω να μιλήσουν τα παραδείγματα του γούγλη, που τα βρίσκω αποκαλυπτικά.

  1. Η αισθητικοποίηση και ενδηματολογική αναγωγή της πολιτικής διαφωνίας είναι μια αφελής και απλοϊκή πολιτική κοινωνιολογία των διαφορών, είναι στην συνέχεια της κλικίστικης κατηγοριοποιητικής μανίας μια παιδαριώδης απλοποίηση. Δήθεν άπλυτοι, δήθεν γόβες, δήθεν λουμπουτέν, δήθεν μη-γραβάτα, δήθεν σακκιδιάκι, δήθεν ιστπακ διάβολε! Το πρόβλημα είναι ακριβώς το αντίστροφο. Φοράμε όλοι όλα τα ρούχα και αν δεν το κάνουμε ταυτόχρονα, στην ίδια περίοδο της ζωής μας, το κάνουμε άπαξ, δοκιμαστικά επειδή μπορούμε να κάνουμε μικρά ταυτοτικά πειράματα-πειράγματα ή επειδή οι φάσεις ζωής οργανώνουν δικές τους ενδυματολογικές δυνατότητες, ή γιατί η μόδα στην παρανοική της εναλλαγή σκίζει τα παλιά και μας φοράει νέα ρούχα. Προχτές χίπστερ, σήμερα νεορομαντικός κόλεντζ μποι, μεθαύριο ξανά φουτουριστής κιτσάς. Το μεγάλο πρόβλημα, και αυτό είναι που κάνει την τάυτιση κοινωνικού στάτους-φορεσιάς ένα αγονο πεδίο αντιπαράθεσης είναι ότι δεν βγαίνει άκρη- εδώ που τα λέμε και η ωμή προσπάθεια κοινωνιολογικοποίησης των πολιτικών μας διαφορών αποτυγχάνει συνεχώς, είναι ότι τα ρούχα μας δεν έχουν παρά ελάχιστη πολιτική αξία. Ας λήξει λοιπόν η αμοιβαιοποίηση της ανοησίας διότι είμαστε όλοι μουσάτοι. Τα αγόρια δηλαδή. Και το μούσι στην καθ' ημάς Ανατολή, είναι μεταξύ των άλλων και πένθος βαρύ. (Παναγής Παναγιωτόπουλος σπήκινγκ)
  2. Επίσης στιχουργικά άσχετα αν συμφωνώ ή διαφωνώ, με χαροποιεί το γεγονός ότι δεν λένε ό,τι να 'ναι και ούτε καταντούν black metal κιτσάδες. (Εδώ).
  3. (Scorpions) Την τελευταία βραδιά έκαναν και το show τους οι γνωστοί ανά την υφήλιο Scorpions, πριν τους Μinistry, (Kι' όμως είχαν το θράσος) ναί ναί ανάμεσα σε πενήντα 50 black metal συγκροτήματα (σ.ς.: όχι μόνο μπλακ). [...] Τα σαγηνευτικά riffs των Scorpions και οι μελωδίες τους, νύχτα βράδυ, χωρίς φεγγάρι. Ο Klaus Meine στα γνωστά γνωστότατα ,τραγούδια "για την εντατική". η γνωστή ατμόσφαιρα Scorpions, στα ντράμς ο αμερικάνος james Kotak,και ο προβληματισμός , μα καλά στην προηγμένη Γερμανία (?) οι purist κιτσάδες scorpions(?) ναι, ναι, ναί!!.Πάντως διέθεταν και μπαλέτο γυναικείο, που έβγαινε σε αρκετά τραγούδια και αυτό ανέβασε κατά πολύ την σκηνική παρουσία της μπάντας, όχι τίποτα go-go-girls, μπαλέττο cabaret με χορεύτριες επαγγελματίες. [...] Την σκηνή καταλάμβανε ένα γλυπτό ορειχάλκινο με τα μέλη του συγκροτήματος , δηλαδή ένας αδριάντας των scorpions, άκουσον!! άκουσον !!! τι αυτοσαρκασμός και αυτοκριτική, και το μπαλέτο απο 4 χορεύτριες βγήκανε βαμένες με μπρούτζινο χρώμα , οι μπρουτζινες χορεύτριες για όλο το τραγούδι, είχαν στα χέρια τους μεγάλους σιδηροτροχούς (δράπανα τροχούς δισκοπρίονα) και λιμάριζαν το μπρούτζινο άγαλμα όπου αυτό έβγαζε σπίθες τριβής, άκου τι συνειρμικότητα μεταλλική για να ενισχύσουν το κλίμα. Δίπλα στα τροχίσματα από τις μουνάρες χορεύτριες ο Schenker με την κιθάρα του τά 'δινε όλα, φοβερό!!! (Εδώ).
  4. Σα το βλάχικο αντάμωμα να πουμε. Οι μπουρτζόβλαχοι κιτσάδες του ντόλαρ. Γνωστοι κ μη εξαιρεταιοι φιλανθρωποι ηγετες τεχνοκρατες καλλιτεχνες κ η ανφάν γκατέ της εξουσιας. Την ταινια με τον ινδο στο παρτυ μου θυμιζει του Σελλερ. (Παγκόσμιο Οικονομικό Forum Νταβός: «Χιλιάδες συγκεντρωμένοι με εκατομμύρια για ξόδεμα»…).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

ρακετάγκουρας, ρακετοκάγκουρας

Προέρχεται από τη σύνθεση της «ρακέτας» και του «κάγκουρα». Αυτή η σύνθεση λαμβάνει χώραν χιλιάκις -τι λέω- εκατομμυριάκις, εις κλαρινοπαραλίας κατά τη διάρκεια του μεγάλου ελληνικού καλοκαιριού.

-Εχω θεμα με τους ρακετιστες.
-Δια ροπαλου θα επρεπε να τους απαγορευεται η εισοδος.
-Ειναι με διαφορα η πιο σιχαμενη φυλη της παραλιας δεν εχει βγει και κατι να τους ψεκαζουμε να ψοφανε σαν τις κατσαριδες...
-υπάρχουν οι καγκουρορακετίστες ή αλλιώς ρακούν που πετάνε το μπαλάκι με όλη τους τη δύναμη και όπου να ναι.. Και αυτοί που σέβονται παίζουν πιο προσεγμένες μπαλιές και γενικότερα δεν δημιουργούν πρόβλημα.
-οποιος βγαλει μινι χειροβομβιδες σε σχημα μπαλακι τεννις η πιγκ πονγκ, θα βγαλει τρελο χρημα.
-Αι ρακεται μου σπάνε το καμπαναριο, τακ τουκ όλη την ώρα, σε οοοοοοοοοοολη τη παραλία!!
-Με ενοχλούν αυτοί που τους ενοχλούν οι ρακέτες. :P
θρεντ όπου οι Insomniacs αδειάζουν τη χολή τους

θέρος τρύγος πόλεμος

  • 10 πράγματα που μου έμαθε η ζωή για τις διακοπές
    Φροντίστε να είστε μέσα στη θάλασσα νωρίς το πρωί και κατά τη δύση του ηλίου. Το ψυχικό και συναισθηματικό όφελος είναι απείρως πολλαπλασιαστικό. Αποφύγετε το καταμεσήμερο με τον πανσουρλισμό, και τους ρακετάγκουρες. (εδώ)

  • Το κέφι ανάβει όταν Ρακετοκάγκουρες και Ξέκωλα ανεβαίνουν στα λευκά τραπέζια του Μπιτσόμπαρου για να αποδώσουν σε χορογραφία λαϊκά άσματα. (εδώ)

  • Κοιλιακοι των απειρων "συμπληρωματων" κ λάδι μαυρίσματος με γκλιτερ για να τυφλώνονται αναμετάξυ τους οι ρακετοκαγκουρες.

  • Πάντως, δεν έχεις δει ρακετοκαγκουρα αν δεν πας στην παραλια Barceloneta της Βαρκελώνης.. (εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία