Επιλεγμένες ετικέτες

Σύνθετον εκ του πουρός (=γέρων) + τουρίστας.
Σημαίνει τον τσαχπίνη κι αμοράλ νεαρόν που περιδιαβαίνει τα ελληνικά νησιά το καλοκαίρι προκειμένου να ψαρέψει γυναίκες προκεχωρημένης ηλικίας (συνήθως αλλοδαπές), στις οποίες στη συνέχεια κάνει τα γούστα, έναντι αντιτίμου όχι απαραιτήτως χρηματικού (π.χ. ένα ακριβό δώρον, μια γνωριμία σε κύκλους εξουσίας κτλ).

Δηλαδή ζιγκόλα του θέρους.

Τα παλιά χρόνια, στου Ζωναρά και στην πλατεία Κολωνακίου, τα κομψότατα ζιγκολάκια κάθονταν και πίνανε μακαρίως τον καφέ τους, έως ότου κάποια μανδάμ σήκωνε όρθιο τον ακριβό αναπτήρα της να στηθεί στο τραπέζι, που σήμαινε: «Ψάχνομαι». Όλο και κάποιος ευγενής νεαρός θ' άναβε το τσιγάρο της βάβως...

(Βλ. σχετικά «Ο ζεστός μήνας Αύγουστος» με το νεαρό Φέρτη, «Ερωτικές ιστορίες» με το ζεν πρεμιέ Κούρκουλο κ.α.).

Σημειωτέον, ο Τζέι-Τζέι Ρουσσώ, ήτανε προστατευόμενος μια μεγαλοκυράς που τονε σπούδαξε γράμματα (και όχι μόνο).

- Είδες τον Μάκη κουρσάρα;
- Ε, καλά! Χρόνια πουρίστας ο Μάκης. Έχει λέει μια θεία στη Ρώμη και πάει κάθε τόσο και της τα μασάει...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνήθως κάθομαι σε μια καρέκλα, σε ένα πεζούλι, στον καναπέ. Μπορώ όμως να κάτσω και πάνω σε κάποιον. Στα γόνατά του, ας πούμε. Αν όμως προτιμήσω κάτι άλλο, λίγο πιο πέρα από τα γόνατά του, τότε λέμε «του κάθομαι». Δηλαδή παθαίνω αυτό που έπαθε με καρεκλοπόδαρο η Μαίρη Χρονοπούλου σε μια ταινία κι έχασε την παρθενιά της (διορθώστε με αν δίνω λάθος πληροφορίες). Μόνο που δεν χάνω απαραιτήτως την παρθενιά μου, ούτε πρόκειται για απλό καρεκλοπόδαρο, αλλά για το βασικό εργαλείο που διαθέτει αυτός που του κάθομαι.

Παραλλαγές: Πρώτον, δεν είναι ανάγκη να φανταζόμαστε κάποιον καθιστό και μια γκόμενα πάνω στο τέτοιο του. Όχι πως έχει πρόβλημα η στάση αυτή, αλλά μπορούμε να φανταστούμε και όποια άλλη στάση κλπ θέλουμε.

Έπειτα, η έκφραση ισχύει και για τις γυναίκες. Ωσεκτουτού είναι και μεταφορική.

Άλλο: κυριολεκτικά και μεταφορικά λέμε και «καθίζω σε κάποιον /-α κάτι», του την καθίζω δηλαδή. Μπορεί όμως να είναι οτιδήποτε σεξουαλικό αυτό το «κάτι», εννοείται.

Τέλος υπάρχει και μια άλλη σημασία: στην έκφραση «μού 'κατσε», σημαίνει είτε ήμουν τυχερός, μου έτυχε κελεπούρι, ή κάποιος μου είναι ανάντεχος, ανυπόφορος και δεν μπορώ να τον ξεφορτωθώ (κυριολεκτικά, άμα μου έχει κατσικωθεί, και μεταφορικά άμα δεν μπορώ να τον βγάλω από το μυαλό μου).

Τα παραδείγματα θα τα εξηγήσουν όλα.

  1. Μαλάκα, μπαίνω στο δωμάτιο να πάρω το μπουφάν μου και βλέπω τη Σούλα να τού 'χει κάτσει του κυρ Μήτσου για τα καλά!
    - Και;
    - Χαμπάρι δεν πήραν! την έκανα με ελαφρά...

  2. Τι νέα με την Αλίκη; Της έκατσε κανα καλό τελικά;

3.α. Πολύ μου κουνάει τον κώλο της η Δεσποινούλα, άμα της τον κάτσω θα σου πω εγώ...

3.β. - Για πες για πες, τι έγινε με τον Αντώνη;
- Ά τον αλήτη, εκεί που ήμασταν γλυκά-γλυκά μαζί, μου καθίζει ένα πουτσοσκάμπιλο, μου 'ρθε νταμπλάς!
- Σιγά μωρή παρθενοπιπίτσα...

  1. Πώς κάνεις έτσι ρε φίλε, άμα δεν σου κάτσει αυτό που θες είσαι απάλευτος...

  2. Τι νέα;
    - Τι νέα ρε μαλάκα, που μού 'χει κάτσει δέκα μέρες τώρα στο σπίτι ο Παύλος και δε λέει να φύγει...

  3. Κάτι δεν μου κάθεται καλά με αυτόν τον τύπο (ή Δεν μου κάθεται καλά αυτός ο τύπος)...
    - Γιατί;
    - Δεν ξέρω, αλλά δε μ' αρέσει η φάτσα του καθόλου. Το νού σου.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όπως φαίνεται κι εδώ, ο Δαλάι Λάμα είναι ηγέτης του Λαμαϊσμού (Θιβετιανού Βουδισμού) και αντιπροσωπεύει τη ζωντανή ενσάρκωση μιας μορφής του Βούδα (της μορφής του ελέους).

Ο όρος για τον οποίο συζητάμε εδώ, προέρχεται από παράφραση του ονόματος του Δαλάϊ Λάμα. Ποιον θα μπορούσαμε να αποκαλούμε έτσι;

Θα μπορούσαμε να αποκαλούμε ειρωνικά κάποιον ψωλοπερήφανο, που την έχει δει... και καλά πεφωτισμένος γκουρού, Μέγας Μαγίστρος και Δαλάι λάμα του έρωτα.

Θα μπορούσαμε να αναφερθούμε έτσι σε κάποιον που έχει μεγάλη ιδέα για τις σεξουαλικές επιδόσεις του, που λέει πως τον έχει βουκεφάλα, που λέει πως έχει την... επαναληπτική καραμπίνα, που λέει πως έχει τον... πηδάριθμο, που λέει πως έχει ρίξει τις καλύτερες (γιατί έχει τη... μεθοδολογία), που λέει πως μπορεί να κάνει κάποιον χυλοπιτολήπτη, Δον Ζουάν, κλπ.

Για κάποιον που θεωρεί πως είναι και ο κρότος, ενώ μπορεί, να είναι ο... πρωταθλητής στη χυλόπιτα, κι όσα κι αν λέει να 'ναι ένα παιχνίδι φαντασίας και ματαιοδοξίας.

Πέτρος:
- Μου 'λεγε ο Κώστας για τις ερωτικές του κατακτήσεις. Φοβερός ε; Άπαιχτος, ε;
Βασίλης (με ειρωνική διάθεση):
- Ετς! Ο Γαμάι λάμα αυτοπροσώπως. Ρε εσύ, μην ακούς παπαρδέλες. Ψώνιο είναι το άτομο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση που άκουσα από στρατιώτη οδηγό Καναδέζας, όταν αντίκρυσε πανέμορφη νεαρά κορασίδα, να περπατά στο δρόμο με μίνι. Ως γνωστόν, όταν μεταλαμβάνουμε πίνουμε το αίμα του Κυρίου (κρασί) και τρώμε το σώμα του (ψωμί-μεταλαβιά). Η βέβηλη αυτή φράση αναφέρεται στην γυναικεία περίοδο, η οποία αν προέρχεται από πανέμορφη γυναίκα, φαντάζει ωσάν το κρασί της μετάληψης.

Πω πω κωλόψαρα, τι μουνί είναι αυτό που έρχεται... Αγάπη μου, πες μου πότε έχεις περίοδο, να 'ρθω να μεταλάβω...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σύμφωνα με το Μείζον Ελληνικό Λεξικό, η κυριολεκτική έννοια της λέξης αφορά την απάτη στην χαρτοπαιξία, καθώς και τα ερωτικά χάδια και τις χειρονομίες ενώ σύμφωνα πάντα με την ίδια πηγή, οι ρίζες της είναι πιθανά ρουμάνικες.

  1. μία σύντομη αναζήτηση σε ελληνορουμανικό λεξικό ερμηνεύει τη λέξη balamut ως «ερωτοτροπώ», και αφού το ίδιο αποτέλεσμα δίνει και στην μετάφραση από ρουμάνικα σε αγγλικά, μάλλον ευσταθεί ο ορισμός της ερωτοτροπίας.

  2. το έγκριτο «Λεξιλόγιον ελληνικών λέξεων παραγόμενων εκ της Τουρκικής Κωνσταντίνου Κουκκίδη Εταιρεία Θρακικών Μελετών» -Βραβείον Ακαδημίας Αθηνών (1954), η λέξη μπαλαμούτι αναφέρεται με την έννοια της απάτης στη χαρτοπαιξία.

Ίσως τελικά οι δύο λέξεις να είναι απλώς ηχητικά συγγενείς και οι δύο ορισμοί τους να προέρχονται από διαφορετική ρίζα.

  1. - Τι έγινε, βρεθήκατε χθες τελικά με τη Λίτσα;
    - Αν βρεθήκαμε λέει! Την έριξα και ένα μπαλαμούτι, άλλο πράγμα!

  2. «χθες το βράδυ στο μπαρμούτι
    μου τη σκάσαν μπαλαμούτι...»
    (παλαιόν ρεμπέτικον άσμα υπό μουσικοσυνθέτη Π. Τούντα)

(από Khan, 10/05/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ελληνική απόδοση του modelizer, του τυπικά μεσήλικα άνδρα ο οποίος συναναστρέφεται αποκλειστικά με μοντέλα τα οποία και εναλλάσσει/ανταλλάσσει με έτερους μοντελοπνίχτες.

Κάποιος γίνεται μοντελοπνίχτης αφενός επειδή μπορεί δεδομένης της οικονομικής του επιφάνειας και αφεδύο, όπως ισχυρίζονται οι γιαλόμες, επειδή είναι ανασφαλές και κομπλεξικό χαμαντράκι που πασχίζει να υποκαταστήσει το ελλειμματικό του ύψος και μάκρος.

Ο νεολογισμός εισήχθη στην καθομιλουμένη από τον διακεκριμένο ποινικολόγο Αλέξη Κούγια ο οποίος πρόσφατα αναδείχτηκε με την ψήφο σας ο Μεγαλύτερος Έλληνας Μαλάκας όλων των εποχών.

Τελευταία χρησιμοποιείται και μεταφορικά, με την έννοια του ρηξικέλευθου πρωτοπόρου που προσπερνά τα πεπατημένα πρότυπα/μοντέλα σε πεδία όπως την πολιτική και τον αθλητισμό.

Εκ του μοντέλα και του κουνελοπνίχτη.

  1. «Επειδή ξέρω πως είσαι μοντελοπνίχτης, εγώ θέλω οικογένεια. Κανόνισε την πορεία σου» (Βατίδου προς Κούγια, βλ. μύδι)

  2. Στο τέλος, οι μοντέλες γίνονται το Βατερλό του μοντελοπνίχτη. Του τρώνε την περιουσία και τον ρεζιλεύουν σε όλη την κοινωνία. Η μοντέλα πνίγει το μοντελοπνίχτη και γίνεται μοντελοπνιχτοπνίχτρα. (Πιτσιρίκος)

  3. Στα αναπάντητα από τους πολιτικούς μας ερωτήματα (...) άρχισε να απαντά η ελληνική κοινωνία. Η αντίδραση της κοινής γνώμης (...) στρέφεται, πλέον, εναντίον εκείνων που δημιούργησαν, υποθάλπουν ή ανέχονται αυτά τα «μοντέλα» πολιτικής συμπεριφοράς και εκλογικής επικρατήσεως. Κάπως έτσι ανέκυψε η πρόβλεψη ή –αν προτιμάτε– η ελπίδα του υπογράφοντος, πως ωρίμασαν οι συνθήκες για την εμφάνιση ενός πολιτικού «μοντελοπνίχτη» στη δημόσια και κοινωνική ζωή του τόπου… (Καθημερινή)

Κουνελοπνίχτης (από Vrastaman, 31/05/09)Αξίως ο νο1 μαλάκας, το αντίστοιχο του Μεγάλου Αλεξάνδρου! (από Hank, 31/05/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πρόκειται για το ευγενές σπορ του να την πέφτεις σε γκόμενες, γκόμενους, σκυλιά, κατσίκες, κ.ταλ.

Εναλλακτικά, όταν ένας κακεντρεχής (ή προσβεβλημένος από ιό) γκίκουλας σπέρνει τον μπλε θάνατο, κρασάροντας πισιά εξ αποστάσεως (αγγλιστί, to nuke).

Ασίστ: acg.

- Το μέρος είναι λίγο too much για καταστάσεις τύπου flierting - πεφτινγκ (εδώ)

- Quick and dirty μέθοδος : ΣΒΣΒ (Σκύψε Βάλε Σκύψε Βγάλε) από την πρίζα το μοντεμορούτερ σου για κανά 2λεπτο. Όπως είπανε και οι άλλοι, από την στιγμή που δεν σου κάνουν «πέφτινγκ» σε κάποιο πορτ, μπορεί να είναι ένα dump scan για να διαπιστώσει ποια πορτ έχεις εσύ ανοικτά στο πι-σι σου. Το πιθανότερο να σου κάνει πέφτινγκ κάποιος υπολογιστής που έχει μολυνθεί από warm/trojan/fillinthe_blanks και κτυπάει τις γειτονικές ΙΡ (τον κόβω φέτες ότι και η δική σου ΙΡ είναι στο ίδιο range και ότι και οι δύο ανήκετε στον ίδιο ISP)
(εκεί)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αποκαλούνται οι πολεμιστές θηλυκού γένους, οι οποίες απαρτίζουν τις σκανδιναβικές θηλυκές ορδές που κατακλείουν τα ελληνικά νησιά το καλοκαίρι, και οι οποίες βρίσκουν τρε καβλωτίκ, τον μαυροτσούκαλο και τριχωτό τύπο του νεοέλληνα.

Βεβαίως πρέπει να δώσουμε τα εύσημα στο σουηδικό σύστημα εκπαίδευσης, που εμποτίζει αυτά τα χαριτωμένα ξανθά κεφάλια (εμάς βέβαια ως φυλή, μας ενδιαφέρει το υπόβαθρο), με την έννοια του φιλελληνισμού. Διότι όλα ξεκινούν από το μυαλό.

- Τι έγινε χθες το βράδυ;
- Προσπάθησα να κρατήσω την εικόνα του έθνους ψηλά, αλλά παραδόθηκα...
- Δηλαδή;
- Αντί να τη ξεζουμίσω εγώ την Πενίλα, με ξεζούμισε αυτή. Μετά το τρίτο, αποκοιμήθηκα, και αυτή συνέχισε μόνη της.
- Γιατί δεν τηλεφώναγες ρεεεε;
- Ρε τσίσια, να βρεις την δικιά σου βίκινγκ ζουλιάρη. Ε, ζουλιάρη. Ζέχνει ο τόπος!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση που εκστομίζεται κυρίως από άντρες για να δηλώσουν ότι, ασχολούνται μεν με το ευγενές άθλημα του καμακίου, όχι όμως ιδιαίτερα σοβαρά αλλά περισσότερο για το παιχνίδι και τον τζέρτζελο της φάσης.

Τώρα υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες ανθρώπων που έχουν λόγο να το κάνουν αυτό: είτε οι γλυκοτσούτσουνοι που έχουν κορεστεί και θέλουν να κάνουν ένα διαλειμματάκι, είτε (πειστικότερο) όσοι έχουν το φόβο της παντόφλας και δεν τους παίρνει το βίβερε περικολοζαμέντε.

- Μας έφεξε κολλητέ! Αυτή η μικρή μουνοθύελλα που μπούκαρε είναι η παρέα της αδερφής μου! Ζήτω το ξανθόν γένος! Πάω να τις φέρω κατά δω, να φάμε τίποτα.
- Φέρ' τες αλλά σού 'χω πει. Είμαι ακόμα στα μέλια με την δικιά μου και γουστάρω, θα κάνω μόνο παιχνίδι για χαβαλέ. Αυτήν την περίοδο κυνήγι δεν πάω, ψαροτούφεκο πάω. Άμα λάχει κρατάω και το φανάρι, δεν τρέχει μία.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το ρήμα «γαμπρίζω» περιέγραφε κάποτε, στα χρόνια τα παλιά, την απέλπιδα προσπάθεια κάποιου (συνήθως γένους θηλυκού, αλλά όχι απαραίτητα) να βρει σύντροφο, με στόχο την αποκατάσταση, δηλ. το γάμο.

Εν συνεχεία, το ρήμα μετεξελίχθηκε ελαφρώς και έλαβε τη σημασία του ερωτοτροπείν γενικότερα. Κατά κόρον το ρήμα χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα ερωτικά σκιρτήματα νεαρών και κορασίδων.

1.Διάλογος χρηστών σε forum:

- Που εισαι εσυ χαμενος καλε; Γαμπριζεις;Ατακτο παιδι!!
- Ε όχι και γαμπρίζω βρε Στέλλα!!! Είχα κατέβει Αθήνα για μία εβδομάδα, να δω το αγαπάκι μου! :) Τώρα γύρισα και είμαι ανανεωμένος!!! :) Σε φιλώ!

  1. Η μήνη του χρήστη, διαδικτυακα:

ΑΡΧΙΤΕΛΕΙΩΜΕΝΕ ΚΑΡΑΓΙΟΖΗ ΠΟΥ ΛΕΣ ΓΙΑ ΠΑΡΤΗ ΜΟΥ ΣΕ ΞΕΦΤΙΛΙΖΩ ΟΠΟΤΕ ΘΕΣ ΚΑΙ ΣΕ ΟΤΙ ΘΕΣ.ΟΣΑ ΔΕΝ ΦΤΑΝΕΙ Η ΑΛΕΠΟΥ ΤΑ ΚΑΝΕΙ ΚΡΑΜΑΣΤΑΡΙΑ.ΚΡΥΨΟΥ ΤΩΡΑ ΑΡΧΙΞΕΦΤΙΛΑ ΣΕ ΚΑΜΙΑ ΤΡΥΠΑ ΚΑΙ ΑΣΕ ΕΓΩ ΠΟΥ ΕΧΩ ΝΑ ΧΑΛΑΩ ΛΕΦΤΑ ΝΑ ΛΕΖΑΡΩ ΚΑΘΕ ΜΑ ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ ΣΤΗ ΠΛΑΤΕΙΑ ΚΑΙ ΟΠΟΥ ΑΛΛΟΥ ΜΟΥ ΚΑΒΛΩΝΕΙ ΒΛΑΚΑ ΑΛΒΑΝΕ!!!ΓΑΜΠΡΙΖΩ ΓΙΑΤΙ ΕΧΩ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΚΑΙ ΤΑ ΛΕΦΤΑ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΧΙΔΙΑ ΝΑ ΓΑΜΠΡΙΖΩ ΟΠΟΤΕ ΓΟΥΣΤΑΡΩ ΠΑΝΙΒΛΑΚΑ ΟΛΟΤΕΛΑ ΠΑΝΗΛΙΘΙΕ ΑΥΝΑΝΟΠΑΙΧΤΗ.ΑΝΤΕ ΚΑΙ ΚΑΛΗ ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑ ΤΩΡΑ ΣΤΗ ΜΑΛΑΚΙΣΜΕΝΗ ΑΝΟΥΣΙΑ ΖΩΟΥΛΑ ΣΟΥ!ΟΣΟ ΚΑΙ ΝΑ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΣ ΔΕΝ ΘΑ ΜΕ ΦΤΑΣΕΙΣ ΠΟΤΕ...ΠΑΡΤΟ ΑΠΟΦΑΣΗ.

  1. Περιγραφή του γαμπρίζειν:

Στα 15 μου άρχισα να γαμπρίζω... Αν δεν έφαγα ξύλο. Κανείς δεν της ήταν καλός, όλοι ήταν κοπρόσκυλα και αλήτες (δεν θα πω τι έλεγε για της μάνες των παιδιών). Μα όλο και με πασάλειβε με κάτι στο σώμα!
Μα όλο και μου έραβε ρούχα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία